21.1 C
Athens
Παρασκευή, 3 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΜυθολογιαΟ Πρίγκιπας των Μαργαριταριών

Ο Πρίγκιπας των Μαργαριταριών


Της Κυριακής Γκουργκούλη,

Άπληστος βασιλιάς ζητά να αποκτήσει πλούτη αμύθητα· στο τέλος, χάνει τα πάντα: Η ιστορία ακούγεται γνώριμη, το μοτίβο παλιό όσο και ο χρόνος. Η απληστία ποτέ δεν έχαιρε της εκτίμησής των ανθρώπων και αυτό εξιστορήθηκε με μύθους σε κάθε γωνιά του κόσμου.

Ο βασιλιάς Μίδας αποτελεί το λαμπρότερο (και σίγουρα γνωστότερο) παράδειγμα. Ο βασιλιάς που αγαπούσε το χρυσάφι τόσο, ώστε ζήτησε από τους θεούς ό,τι ακουμπά να μετατρέπεται σε χρυσό, μόνο για να συνειδητοποιήσει, τελικά, πως δεν μπορούσε πια ούτε να φάει ούτε να πιει, καθώς και η τροφή του ακόμα μεταμορφωνόταν. Αποκορύφωμα της ιστορίας, η μετατροπή της ίδιας της κόρης του σε χρυσαφένιο άγαλμα.

Ο Μίδας και ο Σειληνός, Giulio Bonasone. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Ο σημερινός μύθος δεν απέχει πολύ από αυτόν, και συνάμα τοποθετείται χιλιόμετρα μακριά, στην Ινδία. Πρόκειται για τον μύθο του «Πρίγκιπα των Μαργαριταριών» και αποτελεί μια από τις χιλιάδες ιστορίες που απαρτίζουν το ινδικό έπος των 200.000 στίχων, ονομάτι Mahābhārata. Το ποίημα είναι γραμμένο στα σανσκριτικά και πρόκειται για το πιο μακροσκελές έπος που γνωρίζουμε στον κόσμο.

Η ιστορία ξεκινά με τον βασιλιά Srinjaya. Ο βασιλιάς ήταν ένας πλούσιος, μα πολύ άπληστος άνδρας και τίποτα σημαντικότερο δεν υπήρχε στη ζωή του από το χρυσάφι, τους πολύτιμους λίθους, τα γυαλιστερά μαργαριτάρια και τα ακριβά κοσμήματα. Ο βασιλιάς είχε, επίσης, δύο παιδιά, μια κόρη και έναν γιο, μα επιθυμούσε να αποκτήσει περισσότερους απογόνους.

Όταν εξέφρασε αυτή του την επιθυμία, οι βασιλικοί σύμβουλοι τον προέτρεψαν να προσευχηθεί στον Narada Muni, τον θεό-ταξιδευτή και μουσικό, που μεταφέρει νέα και γνώση στους θνητούς. Ο Srinjaya, πράγματι, προσευχήθηκε για μέρες και νύχτες με ζήλο στο ιερό του θεού και εκείνος, ευχαριστημένος με τη λατρεία που του έδειχνε, εμφανίστηκε στον βασιλιά και τον ρώτησε τι ήταν αυτό που επιθυμούσε.

Ο Narada Muni. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Ο βασιλιάς, τρέμοντας από χαρά και δέος, μίλησε για την επιθυμία του να αποκτήσει γιο. Ο θεός έγνεψε και ζήτησε να μάθει πώς θα ήθελε να είναι το παιδί αυτό. Ο Srinjaya απάντησε πως λαχταρούσε ένα παιδί όμορφο, έξυπνο, υγιές και χαρούμενο. Μετά από αυτό, σταμάτησε για λίγο και σκέφτηκε. Όταν ξαναμίλησε, πρόσθεσε πως όταν το παιδί αυτό θα μιλούσε ή θα άνοιγε το στόμα του μαργαριτάρια θα έπεφταν από αυτό. Τα μάτια του γυάλιζαν και η φωνή του είχε γίνει τραχιά από την ανυπομονησία. Ο θεός Narada Muni άκουσε την ευχή του βασιλιά και συμφώνησε, δίνοντας έτσι την ευλογία του στο παιδί που θα γεννιόταν.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο βασιλιάς απέκτησε γιο. Το αγόρι ήταν πανέμορφο και έξυπνο και χαμογελούσε πάντοτε. Μα όταν άνοιγε το στόμα του για να μιλήσει ή να κλάψει μαργαριτάρια γέμιζαν το πάτωμα. Σύντομα το παλάτι ήταν γεμάτο από αυτά. Οι διακοσμητές αναγκάστηκαν να ξηλώσουν τις παλιές διακοσμήσεις και στη θέση τους τοποθέτησαν με μεθοδικότητα χιλιάδες μαργαριτάρια που δημιουργούσαν περίτεχνες σπείρες και εικόνες. Οι ψηφίδες αντικαταστάθηκαν και αυτές με μαργαριτάρια και σιγά σιγά το παλάτι ολόκληρο γυάλιζε από μέσα και απ’ έξω σαν ένα τεράστιο μαργαριτάρι κάτω από τον ήλιο. Τα κελάρια γέμισαν και αυτά, οι αποθήκες, τα δωμάτια, μέχρι την οροφή του παλατιού δεν έμεινε σπιθαμή που να μην καλυπτόταν με τα πολύτιμα πετράδια που ακατάπαυστα δημιουργούσε ο γιος του βασιλιά.

Φυσικά, η φήμη του παιδιού δεν άργησε να εξαπλωθεί, πρώτα έξω από το παλάτι και στη συνέχεια έξω από τα σύνορα της χώρας. Η ιστορία έφτασε γρήγορα και στα αυτιά κάποιων ληστών που ζούσαν στο δάσος κοντά στο παλάτι, οι οποίοι αποφάσισαν να απαγάγουν το παιδί. Μια νύχτα χωρίς φεγγάρι, μια νύχτα καταιγίδας, οι ληστές μπήκαν στο μαργαριταρένιο παλάτι και τα βήματά τους ούτε που ακούγονταν πάνω στο μαργαριταρένιο πάτωμα, η βροχή κάλυπτε κάθε ήχο και οι φρουροί δεν αντιλήφθηκαν ποτέ ότι το παιδί είχε απαχθεί από την κούνια του. Εκείνο, βέβαια, μάταια άρχισε να κλαίει, οι κραυγές του δεν ακούστηκαν ποτέ και αντί για αυτό η αγκαλιά των ληστών γέμισε μαργαριτάρια. Μη μπορώντας να πιστέψουν την καλή τους τύχη οι ληστές χάθηκαν στη νύχτα.

Εικονογράφηση σκηνής σε χειρόγραφο του Mahabharata, 1795. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Την επόμενη μέρα, ο βασιλιάς γεμάτος οργή συνειδητοποίησε ότι το παιδί έλειπε. Χωρίς να χάσει καιρό διέταξε τους στρατιώτες του να σαρώσουν τη χώρα, μέχρι να βρουν τον γιο του και να του φέρουν νεκρούς εκείνους που τόλμησαν να τον αγγίξουν. Μαθαίνοντας τη διαταγή αυτή, οι ληστές, ήδη πλούσιοι από τα αναφιλητά του μωρού, αποφάσισαν να επιστρέψουν κρυφά το παιδί στο παλάτι, φοβούμενοι το μένος του Srinjaya. Όλοι οι ληστές συμφώνησαν σε αυτό εκτός από τον αρχηγό των ληστών. Αυτός γέλασε με τη δειλία τους και αφού σκέφτηκε λιγάκι, ανακοίνωσε πως από τη στιγμή που το παιδί παρήγαγε όλα αυτά τα μαργαριτάρια, το λογικό θα ήταν το ίδιο να ήταν γεμάτο από αυτά. Πρότεινε, λοιπόν, να σκοτώσουν το παιδί και να πάρουν τα μαργαριτάρια που βρίσκονταν, λογικά, μέσα στο σώμα του.

Οι ληστές συμφώνησαν με τον αρχηγό τους και κομμάτιασαν το παιδί. Μάταια. Του κακού ψάχνανε έστω και για ένα μαργαριτάρι, το αγόρι ήταν νεκρό και κειτόταν σφαγιασμένο στο δάσος. Τι και αν τελικά οι στρατιώτες του βασιλιά βρήκαν τους ληστές; Η εκτέλεσή τους δεν έφερε πίσω το παιδί που ο βασιλιάς είχε τόσο αγαπήσει, και για αυτό έφταιγε μονάχα ο ίδιος, γιατί στην πραγματικότητα ποτέ δεν αγάπησε τον γιο του αλλά τον πλούτο με τον οποίο ποτέ δεν μπόρεσε να κορεσθεί πραγματικά η άπληστη ψυχή του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Williams, M. George, (2003), Handbook of Hindu Mithology, Santa Barbara: ABC-CLIO.
  • Smith, John D. (2009), The Mahabharata, London: Penguin Classics.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κυριακή Γκουργκούλη
Κυριακή Γκουργκούλη
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 2004 και φοιτεί στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στον Βόλο. Ενδιαφέρεται κυρίως για την Κοινωνική Ανθρωπολογία και ειδικότερα τις Σπουδές Φύλου. Στον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει λογοτεχνικά (και μη) βιβλία, χορεύει, παίζει βιολί και γράφει.