16.1 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΈτη Oρόσημα του Eικοστού AιώναΗ απελευθέρωση της Ηπείρου από τον Οθωμανικό ζυγό (1912-13)

Η απελευθέρωση της Ηπείρου από τον Οθωμανικό ζυγό (1912-13)


Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ήταν αδιαμφισβήτητα μια από τις εποποιίες του σύγχρονου ελληνικού κράτους, καθώς συντέλεσαν στον διπλασιασμό του και στην απελευθέρωση μεγάλου τμήματος των υποδουλωμένων επί αιώνες Ελλήνων, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη θέση της χώρας ως υπολογίσιμη δύναμη στη χερσόνησο του Αίμου. Μια από τις περιοχές τις οποίες απελευθέρωσε το ελληνικό στράτευμα, με την βοήθεια του ιθαγενούς ελληνικού στοιχείου, ήταν η Ήπειρος, την απελευθέρωση της οποίας θα αναλύσουμε στο παρόν άρθρο.

Το ελληνικό στράτευμα υπό τον αντιστράτηγο Κ. Σαπουντζάκη, ξεκίνησε την προέλασή του από την Άρτα -υπενθυμίζουμε ο νομός Άρτας είχε απελευθερωθεί από το 1881 μαζί με τη Θεσσαλία- έφτασε στην κατάληψη ολόκληρης της περιοχής της Φιλιππιάδας στα τέλη του Οκτωβρίου του 1912. Στις 20 Οκτωβρίου, τα ελληνικά πλοία προσέβαλλαν το φρούριο της Πρέβεζας, με τους Οθωμανούς να βυθίζουν δυο πλοία τους για να μην τα καταλάβουν οι Έλληνες. Στη συνέχεια, ο αντιστράτηγος διαίρεσε το στρατιωτικό σώμα σε δυο μικρότερα, με το ένα να κατευθύνεται προς τα βόρεια, ενώ το δεύτερο κινήθηκε προς την Πρέβεζα. Μετά από σύντομη πολιορκία, στις 4 Νοεμβρίου, η Πρέβεζα είχε ελευθερωθεί από τους Οθωμανούς, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να έχουν πλέον ακόμα μεγαλύτερη ναυτική υπεροχή στο Ιόνιο Πέλαγος. Παράλληλα, στις 5 Νοεμβρίου στην Χειμάρρα αποβιβάζεται ο ταγματάρχης Σπύρος Σπυρομήλιος μαζί με Κρήτες και Χειμαρριώτες εθελοντές, και η πόλη εξεγείρεται εκδιώκοντας τις οθωμανικές δυνάμεις από την περιοχή.

Ωστόσο, στην ξηρά οι Οθωμανοί, υπό την ηγεσία του Εσάτ πασά, και έχοντας ως συμμάχους τους Αλβανούς οι οποίοι συστρατεύθηκαν με τους ομόδοξούς τους, αντιστέκονταν σθεναρά, ενώ επιπλέον ανασταλτικός παράγοντας για την προέλαση του ελληνικού στρατεύματος ήταν το δύσβατο του εδάφους. Συνεπώς, η προέλαση των Ελλήνων για σημαντικό χρονικό διάστημα σταμάτησε μπροστά στο οχυρωμένο Μπιζάνι, νότια των Ιωαννίνων, ενώ οι επιτυχίες στο Μακεδονικό μέτωπο έκαναν όλο και περισσότερους Οθωμανούς να υποχωρούν προς τα Γιάννινα, όντας αποκομμένοι από τις υπόλοιπες οθωμανικές δυνάμεις στην Θράκη. Στα τέλη του Νοεμβρίου, οι Έλληνες ορμώμενοι από το Μέτσοβο και σε συνεργασία με τους Ιταλούς εθελοντές του Garibaldi, έκαναν αντιπερισπασμό στους Οθωμανούς καταλαμβάνοντας σημαντικές τοποθεσίες στα ανατολικά των Ιωαννίνων (Συρράκο, Δρίσκος), εντούτοις η αντεπίθεση των ενισχυμένων Οθωμανών τους έτρεψε σε υποχώρηση στο Μέτσοβο.

Οι οχυρώσεις του Μπιζανίου, οι οποίες στάθηκαν εμπόδιο στην προέλαση του Ελληνικού στρατού. Πηγή εικόνας: averoph.wordpress.com

Τον Δεκέμβριο, οι σύμμαχοι των Ελλήνων, Σέρβοι, Βούλγαροι και Μαυροβούνιοι, συμφώνησαν με τους Οθωμανούς σε εκεχειρία ενός μήνα, με τους Έλληνες να παραμένουν σε εμπόλεμη κατάσταση εναντίον των Οθωμανών. Το Μακεδονικό στράτευμα στη φάση αυτή βοήθησε ουσιαστικά τις επιχειρήσεις στην Ήπειρο, καταλαμβάνοντας την Κορυτσά τις 8 Δεκεμβρίου και αποκόπτοντας ακόμα περισσότερο την ηπειρωτική πρωτεύουσα. Η αποτυχία της προέλασης στην Ήπειρο έγινε αιτία τριβής μεταξύ του Βενιζέλου και του διαδόχου Κωνσταντίνου, καθώς ο δεύτερος επιθυμούσε την αποστολή τριών μεραρχιών στην Ήπειρο από την Μακεδονία, ενώ ο πρώτος προτιμούσε να διατεθούν μόνο δύο, καθώς ήξερε τον κίνδυνο που δημιουργούσαν οι Βούλγαροι στην Μακεδονία. Τελικά επικράτησε η άποψη του Βενιζέλου, και ο Κωνσταντίνος μάλιστα ορίστηκε αρχηγός του στρατεύματος στην Ήπειρο την 3η Ιανουαρίου του 1913.

Στην φάση αυτή του πολέμου, μετά την ενίσχυση των ελληνικών στρατευμάτων, η ισορροπία είχε μεταβληθεί ελαφρώς υπέρ των Ελλήνων. Ωστόσο, η αποστολή του διαδόχου παρέμενε ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς ο διοικητής του Οθωμανικού στρατού στην Ήπειρο, Εσάτ Πασάς, είχε οχυρώσει όλη την νότια διάβαση προς τα Ιωάννινα, με κεντρικό οχυρό το δυσκολοκατάβλητο Μπιζάνι, ενώ ο στρατός του είχε ανώτερο εξοπλισμό από εκείνο των επιτιθέμενων Ελλήνων. Στις αρχές Ιανουαρίου, ξεκίνησε μια επίθεση των Ελλήνων στο κεντρικό μέτωπο, η οποία όμως έδωσε μόνο μικρά εδαφικά κέρδη και σταμάτησε γρήγορα λόγω και των άσχημων καιρικών συνθηκών, καθώς ο χειμώνας του 1912-13 ήταν ένας από τους χειρότερους εκείνων των χρόνων για την Ήπειρο. Οι δε Οθωμανοί, ενώ δεν προσπαθούσαν να πλήξουν τους Έλληνες στις θέσεις τους στο κεντρικό μέτωπο, χτύπησαν τις ελληνικές δυνάμεις στην περιοχή του Αχέροντα, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να υποχωρήσουν ανατολικά του ποταμού. Άλλη δευτερεύουσας σημασίας νίκη που πέτυχαν ήταν ανατολικά των Ιωαννίνων, όπου ανάγκασαν τις ελληνικές δυνάμεις να υποχωρήσουν στο Μέτσοβο.

Ο διάδοχος Κωνσταντίνος, καθώς σχεδίαζε την τελική του επίθεση για την εκπόρθηση του Μπιζανίου και των Ιωαννίνων, απαίτησε από τον Βενιζέλο την ενίσχυση του στρατεύματος. Ο Βενιζέλος δέχθηκε να μεταφέρει μόνο ένα σύνταγμα από το Μακεδονικό Μέτωπο στο Μέτσοβο, αλλά σύντομα κατέφθασαν και άλλες ενισχύσεις από τα νότια, συγκεκριμένα δύο ίλες ιππικού, ενώ τις 12 Φεβρουαρίου μεταφέρθηκαν και δύο πυροβολαρχίες προς ενίσχυση του πυροβολικού. Η μεγάλη επίθεση ήταν προγραμματισμένη για τις 20 Φεβρουαρίου, όμως καθώς ο διάδοχος φοβόταν πως τα σχέδια είχαν διαρρεύσει στον εχθρό, αποφάσισε να διεξαχθεί λίγο νωρίτερα.

Χάρτης της τελικής επίθεσης της μάχης του Μπιζανίου. Πηγή εικόνας: averoph.wordpress.com

Για την διεξαγωγή της επίθεσης ο στρατός χωρίστηκε σε 2 τμήματα, το Α΄ στα ανατολικά και το Β’ στον κεντρικό και δυτικό τομέα του μετώπου. Με βάση το πλάνο, η ταξιαρχία Μετσόβου ξεκίνησε την κίνηση αντιπερισπασμού τις 16, και τις 19 έφτασε κοντά στο Δρίσκο και το Κοντοβράκι. Την 19η του μήνα το πυροβολικό έπληξε τους Οθωμανούς στο Μπιζάνι με σημαντική επιτυχία. Την επόμενη, αφού οι εχθροί είχαν αποσυντονιστεί με την κίνηση της ταξιαρχίας Μετσόβου, πραγματοποιήθηκε η επίθεση από το Β΄ τμήμα, του οποίου η πρώτη και η τρίτη φάλαγγα κατέλαβε σημαντικά υψώματα της περιοχής, βρίσκοντας τους Οθωμανούς απροετοίμαστους και κάνοντάς τους να υποχωρήσουν. Η δεύτερη φάλαγγα κατέλαβε το στρατόπεδο πυροβολικού των Οθωμανών στον Άγιο Ιωάννη, ενώ το στράτευμα των τελευταίων τρεπόταν σε άτακτο φυγή.

Καθώς πλέον ήταν προφανής η επικείμενη πτώση των Ιωαννίνων στα χέρια των Ελλήνων, στις 21 Φεβρουαρίου ο Εσάτ Πασάς έστειλε επιστολή με την οποία παρέδιδε την πόλη στον διάδοχο. Ο διάδοχος συμφώνησε με την επιστολή και την επόμενη ημέρα στα Ιωάννινα παρήλαυνε ο θριαμβευτής ελληνικός στρατός, κάτω από τις επευφημίες των απελευθερωμένων από τον Τουρκικό ζυγό Ιωαννιτών. Μετά την νίκη αυτή οι Οθωμανοί υποχώρησαν προς την Βόρειο Ήπειρο, με το ηθικό καταρρακωμένο πλέον, με αποτέλεσμα το ελληνικό στράτευμα να αξιοποιεί την ευκαιρία και να απελευθερώνει πληθώρα πόλεων και κωμοπόλεων. Συγκεκριμένα, τις 23 Φεβρουαρίου η 3η μεραρχία εισήλθε στο Λεσκοβίκι, ενώ την επόμενη μέρα η Κόνιτσα έπεσε στα χέρια της. Στις 27 Φεβρουαρίου, ο ελληνικός στρατός έφτασε στην Πρεμετή, ενώ μετά από αψιμαχία στις 3 Μαρτίου απελευθερώθηκε η Κλεισούρα. Στα παράλια, την ίδια μέρα κατελήφθησαν από τον ελληνικό στρατό οι Άγιοι Σαράντα, αφού πρώτα το απόσπασμα Αχέροντα είχε απελευθερώσει στα τέλη του Φεβρουαρίου τη Θεσπρωτία.

Επιπρόσθετα, η 3η Μαρτίου ήταν η μέρα στην οποία η ελληνική σημαία κυμάτιζε στο Δέλβινο, μετά από αίτηση των κατοίκων προς το στράτευμα για την κατάληψη της πόλης, αλλά και στο Αργυρόκαστρο. Οι εχθροπραξίες έλαβαν τέλος με την προέλαση του ελληνικού στρατεύματος στο Τεπελένι την 4η Μαρτίου, όταν πλέον είχε απελευθερωθεί ολόκληρη η περιοχή την οποία διεκδικούσε το ελληνικό κράτος, λόγω της έντονης παρουσίας Ελλήνων στις περιοχές αυτές.

Ο χάρτης των Βαλκανίων μετά το τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου και την απελευθέρωση της Ηπείρου. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Ο πόλεμος στην Ήπειρο και ιδίως η μάχη του Μπιζανίου έδειξαν την ανδρεία του ελληνικού στρατεύματος, το οποίο μη καταβαλλόμενο από τον ανώτερο εξοπλισμό του εχθρού και τις δύσκολες καιρικές συνθήκες εκπόρθησε μια από τις ισχυρότερες οχυρώσεις των Βαλκανίων. Μετά το τέλος του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου για να τονιστεί στις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες ήθελαν να εντάξουν τμήματα της Ηπείρου στην Αλβανία, το ελληνικό φρόνημα των περιοχών αυτών, μετέβη στη Βόρειο Ήπειρο ο νέος διάδοχος του θρόνου Γεώργιος, στον οποίο οι ντόπιοι έδειξαν την επιθυμία τους ο ελληνικός στρατός να παραμείνει εκεί, και οι περιοχές τους να ενσωματωθούν στο ελληνικό κράτος. Παρόλα αυτά, η επιθυμία τους δεν εισακούστηκε, και στο πρωτόκολλο της Φλωρεντίας μεγάλο τμήμα της απελευθερωμένης Ηπείρου έμεινε εκτός των ορίων του ελληνικού κράτους, με αποτέλεσμα το 1914 να ξεκινήσει εκεί αυτονομιστική δράση από τους Έλληνες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • E.R. Hooton (2014), Prelude to the First World War The Balkan Wars 1912-13, Gloucestershire: Εκδόσεις Fonthill Media.
  • Συλλογικό (1970), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αριθ. Εκδ.: 1η, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Πλουμίδης, Σπυρίδων (2022), Η σιδηρά δεκαετία, Αθήνα: Εκδόσεις Μίνωας.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Κατσούλας, Β' Αρχισυντάκτης Ιστορίας
Κωνσταντίνος Κατσούλας, Β' Αρχισυντάκτης Ιστορίας
Γεννήθηκε το 2001 στην Αμφιλοχία, όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Είναι φοιτητής του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών, ενώ κατέχει πτυχία εκμάθησης Αγγλικών και Ισπανικών. Το αγαπημένο του αντικείμενο είναι η ιστορία, καθώς τον ενδιαφέρει το πως αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων σήμερα αλλά και τα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με το στίβο, ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο στην κοινωνικοποίησή του βγαίνοντας με τους φίλους του.