25.3 C
Athens
Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΑκρίβεια στα τρόφιμα: Ποιοι είναι οι λόγοι που στηρίζουν την άνοδο των...

Ακρίβεια στα τρόφιμα: Ποιοι είναι οι λόγοι που στηρίζουν την άνοδο των τιμών;


Tου Βασίλη Μυρλίδη,

Η ακρίβεια στα τρόφιμα αποτελεί διαχρονικό ζήτημα στην Ελλάδα. Πρόσφατα, ο Υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας προέβη στη δήλωση πως οι τιμές τροφίμων θα συνεχίσουν να αυξάνονται, αλλά με μειωμένο ρυθμό. Είναι αλήθεια πως μετά το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης και της κρίσης πληθωρισμού –που προήλθε από τα εκτεταμένα πακέτα τόνωσης της οικονομίας στην περίοδο των εγκλεισμών– οι τιμές στα τρόφιμα ήταν δεδομένο πως θα αυξηθούν. Μετά από ένα χρόνο αυξήσεων, που πραγματικά στραγγάλισαν πολλά ευάλωτα νοικοκυριά, οι τιμές της ενέργειας υποχωρούν, φτάνοντας σε χαμηλά 18 μηνών. Το ερώτημα που γεννάται αμέσως είναι: πως είναι δυνατόν, εφόσον οι τιμές της ενέργειας σταθεροποιούνται και μειώνονται, τα τρόφιμα να συνεχίζουν να ακριβαίνουν;

Αρχικ,ά πρέπει να αποκτήσουμε μία εικόνα για το περίπου πόσο έχουν αυξηθεί οι τιμές στα τρόφιμα, βασιζόμενοι πάντα στα διαθέσιμα στοιχεία. Από τον Μάρτιο του 2019 μέχρι σήμερα, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτών, που αφορά γενικά τα τρόφιμα και τα ποτά, αυξήθηκε κατά 23,26% στην Ελλάδα, ενώ στην Ε.Ε. (27 χώρες) αυξήθηκε κατά 32,30%. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών στην Ελλάδα βρίσκεται αρκετά κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με αυτή να έχει μειωθεί, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου εργασίας, ως και 40% (Νοέμβριος του 2020).

Πηγή εικόνας: kathimerini.gr

Οι λόγοι που οδηγούν τα τρόφιμα να συνεχίζουν να αυξάνονται ποικίλουν, αλλά μπορούν απλά να αναλυθούν στους εξής:

  • Οι τιμές τροφίμων στα καταστήματα αντανακλούν το κόστος παραγωγής που υπήρχε 6 μήνες πριν, καθώς υπάρχει χρονική υστέρηση. Έτσι, οι πρόσφατες μειώσεις στις τιμές ενέργειας θα γίνουν αντιληπτές σταδιακά.
  • Οι αλυσίδες εφοδιασμού δεν έχουν επανέλθει στα επίπεδα λειτουργικότητας που υπήρχαν πριν την κρίση του κορονοϊού. Με αυτό να συνεπάγεται αυξημένες τιμές (λόγω ελλείψεων) στις απαραίτητες εισροές για την παραγωγή (λιπάσματα, μηχανήματα, σπόροι κ.ά.) και αύξηση του κόστους μεταφοράς και αποθήκευσης. Για παράδειγμα, τα αζωτούχα λιπάσματα απαιτούν φυσικό αέριο για την παραγωγή τους, έτσι η αστάθεια και οι αυξημένες τιμές του αερίου «χθες» αντανακλώνται στην τιμή και τη διαθεσιμότητα των λιπασμάτων «σήμερα». Αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί, μέχρι οι δυνατότητες της εφοδιαστικής αλυσίδας να επιστρέψουν σε προ- κορονοϊού επίπεδα.
  • Αυξημένοι φόροι: Με τους φόρους στα καύσιμα, τα τρόφιμα, τον Φ.Π.Α σε δυσθεώρητα ύψη, είναι λογικό και οι τιμές των τροφίμων να πλήττονται αρνητικά. Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως η υπερφορολόγηση (κυρίως κατά την περίοδο της υπερδεκαετούς κρίσης χρέους) έχει αρνητικά αποτελέσματα, καθώς συμβάλλει στη μείωση της κατανάλωσης και την αύξηση της φοροδιαφυγής σε τέτοιο σημείο που τα έσοδα του κράτους να μειώνονται αντί να αυξάνονται (καθώς ο συντελεστής φορολόγησης ιδανικά θα έπρεπε να ήταν χαμηλότερος, ώστε να εισπραχθούν τα μέγιστα κέρδη από το κράτος).

Ο πιο σημαντικός λόγος όμως –και αυτός που πραγματικά δεν αφήνει τους ιθύνοντες πολιτικής να χαμηλώσουν τους φόρους– είναι οι μονοπωλιακές τακτικές που ακολουθούν οι επιχειρήσεις του κλάδου (υπεραγορές, χονδρέμποροι κ.λπ.). Από το 2010 και μετά, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, ο ανταγωνισμός μειώθηκε αισθητά, με τις μεγάλες κυρίως επιχειρήσεις να είναι αυτές που επιβίωσαν και κυριάρχησαν στο νέο σκηνικό. Οι μεγάλες αυτές επιχειρήσεις, από τη στιγμή που οι ρυθμιστικές αρχές δεν επεμβαίνουν στον απαιτούμενο βαθμό για να αποτρέπουν τέτοια φαινόμενα και να προστατεύουν τον υγιή ανταγωνισμό, κρατούν τις τιμές υψηλά και οποιαδήποτε μείωση φόρων θα σήμαινε μάλλον μεγαλύτερα κέρδη για αυτές, με τους καταναλωτές να βλέπανε, εν τέλει, μικρές μειώσεις στις τιμές.

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους ένα κράτος μπορεί να εξαλείψει τις μονοπωλιακές τακτικές και να μειώσει τις τιμές των τροφίμων. Μια προσέγγιση είναι μέσω αντιμονοπωλιακών νόμων που αποτρέπουν την αντιανταγωνιστική συμπεριφορά και προωθούν τον ανταγωνισμό στην αγορά. Το κράτος μπορεί, επίσης, να ρυθμίσει τις πρακτικές τιμολόγησης των super market, μέσω του καθορισμού ανώτατων ορίων τιμών ή της απαίτησης διαφανούς τιμολόγησης. Επιπλέον, το κράτος μπορεί να προωθήσει και να στηρίξει εναλλακτικές αγορές τροφίμων, όπως τις λαϊκές αγορές ή τις αγορές παραγωγών, για να αυξήσει τον ανταγωνισμό και να παρέχει στους καταναλωτές πιο προσιτές επιλογές. Τέλος, μπορεί να δώσει κίνητρα για την ανάπτυξη νέων super market ή την επέκταση των (μικρότερων) υφιστάμενων, δημιουργώντας περισσότερο ανταγωνισμό και μειώνοντας τις τιμές. Όσο για τους άλλους παράγοντες, το κράτος δε μπορεί να κάνει και πολλά, εκτός από το να στηρίζει την ομαλή λειτουργία της αγοράς και της οικονομίας. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τα εξωγενή προβλήματα για να καλύπτει τις δικές του παθογένειες.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ανάλυση: Πώς και πότε θα πέσουν οι τιμές των τροφίμων, gr.euronews.com, διαθέσιμο εδώ
  • Υψηλότερος ο πληθωρισμός τροφίμων στην Ελλάδα, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασίλης Μυρλίδης
Βασίλης Μυρλίδης
Γεννήθηκε το 1999 στο Διδυμότειχο, όπου και μεγάλωσε. Είναι τεταρτοετής φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και, συγκεκριμένα, στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τα εφαρμοσμένα οικονομικά, τη στατιστική, τις διεθνείς αγορές, τη διεθνή πολιτική, την κατανομή ισχύος και την πολιτική φιλοσοφία. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τη μουσική, καθώς παίζει κιθάρα, γιουκαλίλι, σάζι και τζουρά αλλά και την παραγωγή μουσικής, την ηχοληψία, όπως επίσης και τη ζωγραφική.