20.9 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΣτον «πάγο» η βρετανική οικονομία

Στον «πάγο» η βρετανική οικονομία


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Το τελευταίο διάστημα γίνεται έντονη συζήτηση διεθνώς για την έλλειψη οικονομικής ανάπτυξης της Μεγάλης Βρετανίας, τις παθογένειες των αγορών της, καθώς και τα «αγκάθια» της πολιτικής της χώρας, που έχουν συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στη χρόνια οικονομική στασιμότητα. Αν και δεν πρόκειται για την πρώτη φορά που η βρετανική οικονομία έχει βρεθεί σε δύσκολη κατάσταση, η μεταρρύθμιση του αναπτυξιακού της μοντέλου κρίνεται πιο απαραίτητη από ποτέ.

Κατά την «προ-Θάτσερ» εποχή, επίσης, είχε βρεθεί αντιμέτωπη με αρκετά προβλήματα, τα οποία ξεπεράστηκαν, ως έναν βαθμό, με το μεταρρυθμιστικό έργο που πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του ’80. Η αλλαγή της λειτουργίας και της δομής της οικονομίας της – αν και προκάλεσε κάποια άλλα πρόσκαιρα προβλήματα που δεν αφορούν το παρόν άρθρο, επειδή έγιναν βεβιασμένα από την τότε Κυβέρνηση – οικοδόμησαν το σύγχρονο ισχυρό χρηματοοικονομικό της σύστημα, που «άνθισε» κυρίως τη δεκαετία του ‘90. Ωστόσο, αυτό διαβρώθηκε κατά την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008, βρίσκοντας ιδιαιτέρως ευάλωτη την εγχώρια οικονομία της, η οποία είχε συρρικνώσει υπερβολικά – και αχρείαστα – τη βιομηχανία της.

Ουσιαστικά, εκείνη τη χρονική περίοδο (από το 2010) ήρθε η παρακμή και η στασιμότητα για τη βρετανική οικονομία, καθώς εισήλθε σε μια περίοδο δημοσιονομικής λιτότητας, φοβούμενη για την απότομη υπερδιόγκωση του χρέους, λόγω ελλειμμάτων σε παλαιότερους κρατικούς προϋπολογισμούς. Αυτή η πολιτική μπορεί να συγκράτησε δημοσιονομικά τη χώρα, αλλά με το τίμημα της σημαντικής υποχώρησης της παραγωγικότητας και της συνολικής ζήτησης (μιας βασικής παραμέτρου για την οικονομική μεγέθυνση). Ειδικότερα, οι μέσοι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης μειώθηκαν περισσότερο από το μισό, σε σχέση με πριν την κρίση του 2007-2008. Μόνο η αύξηση του κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. που κατάφερε να σημειώσει ξεχώρισε μεταξύ των χωρών G7. Παρά τις ενδείξεις για ανάπτυξη που παρουσίασε λίγα χρόνια μετά, το Δημοψήφισμα για το Brexit έριξε ξανά τις μακροοικονομικές επιδόσεις του Η.Β., τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε σχέση με τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη.

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: Financial Times/Bank of England

Παρόλο που, κατά περιόδους, κατάφερε να επανακάμψει, η σειρά από τις διεθνείς λαίλαπες κρίσεων δεν βοήθησε να κάνει ένα ουσιαστικό reboot. Μάλιστα, δεν έχει καταφέρει η οικονομία της να επανέλθει στα επίπεδα που βρισκόταν το 2019, αντίθετα με τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες, με την Τράπεζα της Αγγλίας να προβλέπει πως από το 2026 και μετά θα καταφέρει να ανακτήσει τα επίπεδα των οικονομικών μεγεθών που είχε προ Covid. Το μόνο θετικό στοιχείο, το οποίο φέρει βελτίωσης, είναι η οριακή αύξηση της παραγωγικότητας, σε σχέση με πριν 3 χρόνια.

Γενικότερα, η κατάσταση της δεκαετούς στασιμότητας της βρετανικής οικονομίας πηγάζει από μια πληθώρα παραγόντων. Εκτός από την τεράστια πληγή που της προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία – το Η.Β. είναι μια αρκετά εξαρτημένη χώρα από το φυσικό αέριο –, η πολιτική σκηνή διαδραμάτισε μείζονα παράμετρο στην πορεία της οικονομίας της. Brexit με εμπορικούς αποκλεισμούς, αλόγιστες δημοσιονομικές επεκτάσεις, ενώ το δημόσιο χρέος βρίσκεται ήδη σε πολύ υψηλά επίπεδα, καθώς και έντονη πολιτική αστάθεια, λειτούργησαν επιβαρυντικά.

Πολλοί οικονομολόγοι θεωρούν πως «η χαμένη δεκαετία» οφείλεται στη λιτότητα που ασκήθηκε μετά τη Μεγάλη Ύφεση του 2008. Οι δημόσιες δαπάνες και επενδύσεις μειώθηκαν δραματικά και, όπως είναι λογικό, αυτό έχει αντίκτυπο στις οικονομικές δραστηριότητες μιας χώρας. Ωστόσο, δεν γίνεται ολόκληρη η εγχώρια αγορά της Βρετανίας να στηρίζεται τόσο πολύ στη στήριξη του κράτους. Το Δημόσιο, καλώς ή κακώς, χρειάζεται να περνά και από περιόδους οικονομικής «σύσφιξης», ώστε να παρουσιάζει διαχρονικά υγιή οικονομικά.

Πηγή εικόνας και δικαιώματα χρήσης: Financial TImes/IMF

Σίγουρα, η οικονομία της Μ.Β. δεν είναι τόσο εξαρτημένη από τη βοήθεια του κράτους. Κατά τη γνώμη μου, η «παρακμή» που ακολούθησε οφείλεται στο Brexit. Αυτό την οδήγησε, ως ένα επίπεδο, σε εσωστρέφεια, καθώς δημιουργήθηκαν εμπόδια στο εμπόριο και πρόσθετα κόστη στις συναλλαγές με τους εμπορικούς της εταίρους στην Ευρώπη. Αυτό, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή πολιτική που άσκησαν οι έως τώρα Κυβερνήσεις, με σκοπό να αποφευχθούν κάποιες αναμενόμενες επιπτώσεις τους Brexit, οδήγησαν σε φυγή κεφαλαίων και εργατικού δυναμικού, σε μια ήδη ευάλωτη και καθόλου διαφοροποιημένη οικονομία (εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή).

Άλλο μεγάλο «αγκάθι» της βρετανικής οικονομίας αποτελεί η αγορά εργασίας της. Αρχικά, αυτή την περίοδο, ίσως να είναι και ο βασικότερος παράγοντας διατήρησης του πληθωρισμού σε πολύ υψηλά επίπεδα. Από τις επιχειρήσεις προσφέρεται πλεόνασμα θέσεων εργασίας, με αποτέλεσμα αυτό να καθιστά και τις υπηρεσίες ακριβές. Παρατηρείται, επίσης, ότι μεγάλο μέρος τους δυνητικού εργατικού δυναμικού δεν έχει επιστρέψει στο «κυνήγι» εργασίας, καθώς δεν έχει βρεθεί ακόμη το σημείο τομής με τους εργοδότες. Ενώ οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη από εργαζόμενους, δεν είναι διατεθειμένοι να αυξήσουν τους μισθούς ούτε την ασφάλεια ούτε άλλες παροχές, όπως π.χ. υψηλότερο βαθμό εργασιακής ευελιξίας. Πιθανόν, είναι επιφυλακτικοί λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί διεθνώς, αλλά και της νομισματικής «σύσφιξης», διότι δεν έχουν αποφέρει τρομερές αρνητικές επιπτώσεις – προς το παρόν – οι ενέργειες των Κεντρικών Τραπεζών. Στόχος της Τράπεζας της Αγγλίας, με απώτερο σκοπό την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, είναι να περιορίσει τη ρευστότητα στην αγορά για τις επιχειρήσεις, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να περιοριστούν οι θέσεις εργασίας.

Συνοψίζοντας, τρία είναι βασικά αδύναμα στοιχεία της Μεγάλης Βρετανίας, τα οποία τείνουν να γίνουν σοβαρές παθογένειες της οικονομίας της. Πρώτον, το Brexit έχει ανεβάσει σημαντικά τις τιμές στα εισαγόμενα προϊόντα από την Ε.Ε. και έχει προκαλέσει προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, λόγω των εμπορικών φραγμών που έχουν τεθεί. Ωστόσο, η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ των δύο μερών, ίσως οδηγήσει σε περαιτέρω εξομάλυνση των εμπορικών σχέσεων, γεγονός που θα τονώσει, ενδεχομένως, και την κατανάλωση και την οικονομική δραστηριότητα. Δεύτερον, χρειάζεται να αποφευχθούν οι πολιτικές μεταπηδήσεις και οι επικίνδυνες κινήσεις από τις Κυβερνήσεις, που προκαλούν αβεβαιότητα στην αγορά και αναξιοπιστία. Τρίτον, είναι ανάγκη να λυθούν σοβαρά προβλήματα στην αγορά εργασίας, τα οποία θα υπάρξει η δυνατότητα να λυθούν μόνο εφόσον εξαλειφθεί ο υψηλός πληθωρισμός και μπορέσουν ξανά να γίνουν ευκολότερες οι μετακινήσεις από την Ευρώπη για λόγους εργασίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • UK Budget: why the economy has grown so slowly, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • If the British economy can’t pay better wages, then it must shrink, theguardian.com, διαθέσιμο εδώ
  • Βρετανία: Πώς έγινε μια από τις φτωχότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, ot.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.