Του Ιάσονα Λαδέα,
Αναμφίβολα, η ρωσική εισβολή στο γειτονικό έδαφος της Ουκρανίας αποτέλεσε τον πρόλογο μιας νέας πολεμικής σύρραξης, με αποτέλεσμα τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Η εφαρμογή της ρωσικής επεκτατικής πολιτικής νοοτροπίας οδηγεί στον κατακερματισμό της οικονομίας, στην επιδείνωση του φαινομένου της ενεργειακής κρίσης, αλλά και στην έκρηξη των μεταναστευτικών ροών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η αγελαία κινητοποίηση των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ αποτυπώνεται μέσα από την προώθηση ενός καθεστώτος κυρώσεων στη ρωσική πλευρά.
Η γενικότερη στάση της Τουρκίας, ωστόσο, απέναντι στον πόλεμο στο ουκρανικό μέτωπο έχει προκαλέσει έναν έντονο προβληματισμό στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Η ίδια η Τουρκία φαίνεται να μη συμμερίζεται την προοπτική ενός πακέτου ευρωπαϊκών κυρώσεων, ως ένα αποτελεσματικό μοχλό πίεσης απέναντι στην επιθετική εξωτερική πολιτική του Κρεμλίνου. Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα εμφανίζεται ως ειρηνοποιός, προωθώντας μία στάση ουδετερότητας, δίνοντας παράλληλα την εντύπωση πως την παρούσα χρονική στιγμή πατάει σε δύο βάρκες. Η αρχική καταδίκη της ρωσικής εισβολής από την Τουρκία δε συνοδεύεται από την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος αυστηρών ποινών απέναντι στη Ρωσία, γεγονός που αποδεικνύει πως η πρώτη δεν προχωρά σε μία έμπρακτη στήριξη στον ουκρανικό λαό.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε πως ο τουρκικός αναθεωρητισμός, καθώς και ο χαρακτήρας της επιθετικής εξωτερικής πολιτικής της γείτονος χώρας, δέχθηκε ένα σημαντικό πλήγμα. Ο αναθεωρητισμός εις βάρος των Συνθηκών και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών έλαβε νέες διαστάσεις, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς πως η Τουρκία διαχρονικά επενδύει και στηρίζεται στο φαινόμενο του αναθεωρητισμού, με την περίπτωση της Συρίας και της Ανατολικής Μεσογείου να αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα. Το τουρκικό πολιτικό προσκήνιο είδε το εγχείρημα του αναθεωρητισμού, όχι μόνο να αποτυγχάνει, αλλά να καταρρέει πλήρως μπροστά στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Ο Προκόπης Παυλόπουλος, τέως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, χαρακτήρισε τη βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ως συνέχεια της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο. Η στρατιωτική παρουσία της ρωσικής πλευράς σε ουκρανικό έδαφος καθιστά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, εξαιρετικά επίκαιρη, υπογραμμίζοντας παράλληλα τις ευθύνες που αναλογούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο ΝΑΤΟ, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Τη χρονική εκείνη περίοδο, η Διεθνής Κοινότητα διατήρησε μία στάση αδιαφορίας και αυστηρής ουδετερότητας απέναντι σε μία ξεκάθαρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.
Μακροπρόθεσμα, η Τουρκία, αντιλαμβανόμενη το διεθνές κλίμα που επικρατεί, οφείλει να περιορίσει τις φιλοδοξίες της περί αναθεωρητισμού. Όχι μόνο επειδή είδε το αναθεωρητικό αφήγημα να αποτυγχάνει, αλλά κυρίως επειδή με προκλήσεις, οι οποίες ενδέχεται να αποτελέσουν τον προάγγελο ενός διπλωματικού επεισοδίου, το πρόβλημα παύει να είναι διμερές και καθίσταται ευρωπαϊκό. Εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα, η εξωτερική πολιτική της Άγκυρας δεν προωθεί την εικόνα μίας καλής γειτονίας και αυτό είναι κάτι που γίνεται απολύτως φανερό, μέσα από την καταπάτηση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, την UNCLOS, καθώς και μέσα από την εργαλειοποίηση των μεταναστών.
Το μελανό σημείο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία παρουσιάζεται ως ειρηνοποιός μέσα σε μία διπλωματική σκακιέρα δύο αντιμαχόμενων πλευρών, έγκειται στο παρελθόν της. Το γεγονός πως η Τουρκία παραμένει με στρατό κατοχής στην Κύπρο υπογραμμίζει τις ενέργειές της, οι οποίες καταπατούν το Διεθνές Δίκαιο και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Εκείνη την περίοδο, η γείτονα χώρα παραβίασε την πιο σημαντική μεταπολεμική αρχή, την αδιαπραγμάτευτη εδαφική ακεραιότητα μιας χώρας. Οι υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος, η αδιαφορία για τη Συνθήκη της Λωζάνης, καθώς και η απειλή πολέμου προς την ελληνική πλευρά, αν η τελευταία ασκήσει τα αναφαίρετα κυριαρχικά της δικαιώματα, διαμορφώνουν από κοινού μία επιθετική και επεκτατική εξωτερική πολιτική. Δεν πρέπει να παραλείψουμε πως η Κύπρος αποτελεί μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που προσκαλεί την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ στο διοικητικό τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με σκοπό την αποκατάσταση των δημοκρατικών θεσμών.
Δεν τίθεται αμφισβήτηση, πως η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία καταπατά πλήρως το Διεθνές Δίκαιο. Η ελληνική πλευρά τάσσεται υπέρ της διαφύλαξης της εδαφικής ακεραιότητας όλων των χωρών της Ευρώπης, ενώ κινείται πάντοτε σύμφωνα με τον καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να επιβάλλουν κυρώσεις στο Κρεμλίνο αποκλείοντας με αυτόν τον τρόπο τη ρωσική πλευρά από το ευρωπαϊκό κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, παρά το γεγονός πως η Ρωσία αποτελεί κατεξοχήν μία πολύ σημαντική δύναμη της εύρυθμης λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας. Σε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, λόγω του μεγέθους και της δύναμης της Ρωσίας, η Τουρκία διατηρεί μία διπλωματική και διαλλακτική στάση, προωθώντας μία ήπια εξωτερική πολιτική, πλήρως απαλλαγμένη από οποιονδήποτε αυστηρό χαρακτήρα. Η Ευρώπη, ωστόσο, οφείλει, όταν μπορέσει και πάλι να αναπνεύσει η ευρωπαϊκή κοινότητα, να δει προσεκτικά την περίπτωση της Κύπρου στο πλαίσιο της παράνομης τουρκικής εισβολής, η οποία μέχρι και σήμερα αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα παραβίασης της εδαφικής ακεραιότητας και του δημοκρατικού πολιτεύματος που διέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Παυλόπουλος: Η βάρβαρη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι συνέχεια της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Ν. Δένδιας: Ο αναθεωρητισμός διεθνώς υπέστη ένα βαρύτατο πλήγμα, capital.gr, διαθέσιμο εδώ