18.1 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΒιβλιο«Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια», της Harper Lee

«Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια», της Harper Lee


Του Παναγιώτη Στρίκου,

Ένα σπάνιας ομορφιάς λογοτεχνικό βιβλίο, το «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια», αποτελεί ένα χιουμοριστικό, τρυφερό, σκληρό και τραγικό μυθιστόρημα, το οποίο, αν το διαβάσεις, θα συνειδητοποιήσεις αμέσως γιατί εκδόθηκε σε πάνω από 50.000.000 αντίτυπα. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1960, ενώ η ίδια η Lee ξεκίνησε τη συγγραφή του 10 χρόνια πριν. Κέρδισε βραβείο Πούλιτζερ, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές. Έχει μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες και θεωρείται από σύγχρονους κριτικούς και λογοτέχνες από τα καλύτερα μυθιστορήματα όλων των εποχών. Αξίζει να σημειωθεί πως το 1962, το βιβλίο γίνεται κινηματογραφική ταινία με τεράστια επιτυχία.

Το καινοτόμο στοιχείο του βιβλίου διακρίνεται στην εξιστόρηση των γεγονότων από ένα κοριτσάκι, την Σκάουτ, η οποία παλεύει να κατανοήσει τον παραλογισμό που κατακλύζει τους ενήλικες του Μέικομπ, μια επαρχιακή πόλη της Αλαμπάμα. Ζώντας στην Αμερική του ΄30, η οποία ήταν βυθισμένη στον βάλτο των κοινωνικών και φυλετικών διακρίσεων, η Σκάουτ θα κληθεί να βγάλει τα δικά της συμπεράσματα. Η ίδια είναι μόλις έξι ετών, όταν αρχίζει να αφηγείται να δρώμενα που την περιτριγυρίζουν. Ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου θα έρθει αντιμέτωπος με τον ρατσισμό, τις προκαταλήψεις, την απαιδευσία και τις στερεοτυπικές συνήθεις του ενήλικου κόσμου με έναν έντονα πικρό και παράλληλα χιουμοριστικό τρόπο, καθώς όλα εξιστορούνται από τα μάτια ενός παιδιού. 

Η συγγραφέας Harper Lee. Πηγή Εικόνας: elculture.com

Να τονίσω πως η παιδική φύση δεν υστερεί σε ευφυία και οξυδέρκεια συγκριτικά με την ενήλικη, απλώς ίσως η οπτική της είναι πιο αθώα, προσδίδοντας πολλές φορές λογικό χαρακτήρα σε παράλογες καταστάσεις ή σε άθλιες και απάνθρωπες συμπεριφορές. Ο ενήλικας μεγαλώνοντας δεν έγινε πιο έξυπνος, αλλά πιο πονηρός και πανούργος, χρησιμοποιώντας την εξυπνάδα του εις βάρος των συνανθρώπων του.

Αυτή η προαναφερθείσα αντιδιαστολή –μεταξύ παγιωμένων ηθικών κωδίκων μιας κοινωνίας και ενός παιδιού που απλώς αναρωτιέται— γίνεται φανερή στο βιβλίο. Η Σκάουτ, μέσα σε έναν χαώδη παραλογισμό, αναζητά τον εαυτό της, ο οποίος διαμορφώθηκε σε ένα περιβάλλον εντελώς αντίθετο με τις απαρχαιωμένες και ναρκωμένες αντιλήψεις του Μέικομπ. Ο πατέρας της, ο Άττικους, ένας σώφρων, ευγενής και μετρημένος δικηγόρος που παλεύει για την κοινωνική δικαιοσύνη στις σχέσεις των ανθρώπων, θα διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο στην εκλεπτυσμένη φαντασία της Σκάουτ και του αδερφού της, Τζεμ. Ο Άττικους αποτελεί παράδειγμα μιας τεράστιας αντιθέσεως, μεταξύ μιας μορφωμένης και παιδευμένης ατομικής μονάδας ενάντια σε μία παρορμητική, απαίδευτη και άφρονα κοινωνία, η οποία αδυνατεί να ξεπεράσει τις ρατσιστικές αντιλήψεις ενάντια στα μεγάλα κύματα μετανάστευσης προς την Αμερική του 1920.

Ο ίδιος θα κληθεί να υπερασπιστεί έναν μαύρο Αμερικανό, ο οποίος έπεσε θύμα ενός ιδιοτελούς και μονομερούς νομικού συστήματος, το οποίο «καταβρόχθιζε» με βουλιμία τα διαφορετικά χρώματα των ανθρώπων. Μια δίκη. Μια απόφαση. Ένας ερμητικά απομονωμένος γείτονας. Ένα λυσσασμένο σκυλί στη μέση του δρόμου. Ένας αμόρφωτος, αλκοολικός και μωρός άνθρωπος που η αγραμματοσύνη του και οι περιορισμένοι πνευματικοί του ορίζοντες, τον καθιστούν εν δυνάμει δολοφόνο.

Πηγή Εικόνας: maxmag.gr

Επίσης, να σημειώσω πως στο βιβλίο κυριαρχεί ακράδαντα η παιδική φαντασίωση, η οποία φιλτράρει με τη μαγεία της την καθημερινή πλήξη της ενήλικης καθημερινότητας. Έτσι, η Σκάουτ, ο Τζεμ και ο μακρινός φίλος του, ο Ντιλ, θα δραπετεύσουν από τα εγκόσμια, θα υποδυθούν ρόλους και θα σατιρίσουν την τραγελαφική και επιφανειακή σοβαρότητα των ενηλίκων.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που περιγράφει τη φύση της παιδικής ηλικίας, την υποκρισία και τη μάστιγα των κοινωνικών ταυτοτήτων κι έρχεται να ρίξει ένα χτύπημα στις συνειδήσεις όλων μας, αφυπνίζοντάς τες στην προσπάθεια για ισχυρή καταπολέμηση κάθε είδους ανθρώπινης διάκρισης, και στο οποίο οι όροι «καλός» και «κακός» παραμένουν πάντοτε αμφίρροποι.

«Ο πατέρας μας δεν έκανε τίποτα… Δεν έκανε τίποτε απ΄ όσα έκαναν οι πατεράδες των συμμαθητών μας: δεν πήγαινε για κυνήγι, δεν έπαιζε πόκερ, δεν ψάρευε, ούτε έπινε, ούτε κάπνιζε. Καθόταν μονάχα στη σάλα και διάβαζε».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Lee, H., Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια, Bell / Χαρλένικ Ελλάς, 2005.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Στρίκος
Παναγιώτης Στρίκος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι τελειόφοιτος της Φιλοσοφίας, ενώ σπουδάζει και Κινηματογράφο στη σχολή Σταυράκου. Του αρέσει η λογοτεχνία, ο κινηματογράφος, η μουσική και το θέατρο.