14.7 C
Athens
Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΟ εθνικισμός από το χθες στο σήμερα

Ο εθνικισμός από το χθες στο σήμερα


Του Τάσου Καλαντζή, 

Η ελληνική γλώσσα είναι από τις πλουσιότερες του κόσμου, εμπλουτίζοντας το λεξιλόγιο και άλλων γλωσσών, ενώ διαθέτει πληθώρα λέξεων, που ακόμη και εμείς οι Έλληνες αγνοούμε. Πρέπει να τονιστεί σε αυτό το σημείο ότι η καθομιλουμένη γλώσσα εμπεριέχει πλήθος λέξεων για τις οποίες παρόλη την εκτεταμένη χρήση τους οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν την επακριβή ερμηνεία τους και κατά συνέπεια η άγνοια αυτή οδηγεί και σε λαθεμένη χρήση τους. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι κανείς δεν αναρωτήθηκε σε βάθος για την σημασία καμιάς καινούργιας λέξης/φράσης που εδραιώνεται στον προφορικό λόγο, κάτι το οποίο θέτει στο προσκήνιο το ζήτημα της ανθρωπιστικής παιδείας, αλλά και την ευθύνη που έχει έκαστος πολίτης στο δημόσιο λόγο. Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, ότι η ελληνική γλώσσα διδάσκεται κατά τρόπο δογματικό και εν δυνάμει συμφεροντολογικό με βάση τον τρόπο που διαμορφώνεται το σχολικό πρόγραμμα σπουδών από τους ιθύνοντες. Απορίας άξιο είναι, συνεπώς, τι είδους συμφέρον έχει κάποιος να στρεβλώνει τη σημασία μιας λέξης; Μία ανάλογη πρακτική εντοπίζεται στην ερμηνεία της λέξης «εθνικισμός» για την οποία πολλοί μιλάνε, αλλά λίγοι ξέρουν!

Η λέξη αυτή είναι ίσως από τις πιο σημαντικές και πιο παρεξηγημένες της γλώσσας μας. Ο εθνικισμός είναι μια σύνθετη λέξη (ετυμολογία: εθνικ(ός)-ισμός) και από την σύνθεση αυτή, η σημασία που προκύπτει είναι η εξής: αγάπη για τα πνευματικά αγαθά ενός τόπου, που είναι επιθυμητό να εκφράζονται ελεύθερα, κάτι το οποίο δεν ενέχει καμία αρνητική σημασία. Το πρόβλημά μας στην προκειμένη περίπτωση καθίσταται η χρονολογική αφετηρία και η αιτιοκρατία της διαστρέβλωσης του περιεχομένου της.

Κατά την εννοιολογική παράθεση στο αναλυτικό έργο του Andrew Heywood «τα έθνη είναι περίπλοκα φαινόμενα που διαμορφώνονται από πλήθος παραγόντων. Πολιτισμικά, έθνος είναι μια ομάδα ανθρώπων που συνδέονται μεταξύ τους με κοινή γλώσσα, θρησκεία, ιστορία και κοινές παραδόσεις, αν και τα έθνη εμφανίζουν διάφορα επίπεδα πολιτισμικής ανομοιογένειας. Πολιτικά, έθνος είναι μια ομάδα ανθρώπων που συνιστούν μια φυσική πολιτική κοινότητα και κλασικά εκφράζεται μέσω της αναζήτησης κυρίαρχης κρατικής οντότητας. Ψυχολογικά, έθνος είναι μια ομάδα ανθρώπων που διακρίνονται από μία κοινή αφοσίωση ή αγάπη στην μορφή του πατριωτισμού».

Η ερμηνειολογική αλλαγή η οποία αναφέρθηκε για το περιεχόμενο της λέξης εθνικισμός εντοπίζεται τη στιγμή που το έθνος αποκτά πολιτική υπόσταση, διεκδικώντας τη θέση του στην νεωτερικότητα ως ανεξάρτητη κυρίαρχη πολιτική οντότητα. Με βάση αυτό, η ιδέα του εθνικισμού γεννήθηκε στην περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης και κατά την πρώτη περίοδο επηρεάστηκε προς δημοκρατική κατεύθυνση από τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ο οποίος είναι γνωστός ως ο πατέρας του «σύγχρονου εθνικισμού», καθώς η ανάλυσή του εστιάζεται στο ζήτημα της λαϊκής κυριαρχίας, εντός μιας εθνικής κρατικής οντότητας. Ο εθνικισμός υπήρξε, αρχικά, ένα επαναστατικό και δημοκρατικό πολιτικό δόγμα, που αντανακλούσε την αντίληψη της γέννησης του γαλλικού έθνους/κράτους. Η Γαλλική Επανάσταση, λοιπόν, εναποθέτει την «γενική βούληση» στον αυτοκυβερνούμενο λαό/έθνος, ερειδόμενη στις αρχές της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης.

O πίνακας La liberté guidant le peuple του Eugène Delacroix

Με βάση τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτό ότι τόσο ετυμολογικά όσο και ερμηνευτικά ο εθνικισμός δεν εμπεριέχει κανένα αρνητικό πρόσημο ως έννοια. Η ορολογία του άρχισε να αποκτά αρνητική χροιά κατά τον 20ο αιώνα, καθότι τα κυρίαρχα πλέον έθνη εντός της δικής τους επικράτειας άρχισαν να αντιμετωπίζουν με όρους υπεροχής και επεκτατικής διάθεσης τα γειτνιάζοντα και μη κράτη του κόσμου, είτε αναφερόμαστε στις αποικιοκρατικές δυνάμεις είτε στη Ναζιστική Γερμανία και εν γένει στα φασιστικά ευρωπαϊκά κράτη. Κατά συνέπεια, προέκυψε στη θεωρία η κατηγοριοποίηση του εθνικισμού ως προς το ιδεολογικό και πολιτικό του υπόβαθρο: Φιλελεύθερος, συντηρητικός, επεκτατικός, αντιαποικιοκρατικός εθνικισμός.

Προχωρώντας στην ανάλυση του όρου βλέπουμε ότι αυτούσια δεν εμπεριέχει κάποια λέξη που να υποδηλώνει κατωτερότητα ή επιβολή από ένα έθνος σε ένα άλλο, αλλά οι μετέπειτα κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις προσέδωσαν αρνητική χροιά στην έννοια που για σειρά ετών ήταν σύμβολο του ρομαντισμού και πολιτική έκφραση της φιλοπατρίας. Παραδείγματα αποτελούν το έπος του ’40, κατά τη διάρκεια του οποίου ο όρος αυτός ήταν η κινητήρια δύναμη για τον ελληνικό λαό να αγωνιστεί εναντίον των Ιταλών φασιστών και το 1955 για τους Έλληνες της Κύπρου να πολεμήσουν κατά του βρετανικού ζυγού για την ανεξαρτησία τους. Είναι γεγονός πως οι έννοιες των λέξεων μέσα στο χρόνο αλλάζουν, όμως, για να επέλθει αυτή η αλλαγή χρειάζονται χρόνια. Έτσι, όταν ο εθνικισμός στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ήταν η δύναμη της αντίστασης, δημιουργείται σύγχυση στην κοινή γνώμη για το πως η ίδια έννοια εμποτίζεται με το μίσος για άλλους λαούς και τις επεκτατικές βλέψεις, τα οποία με πολιτικούς όρους έλαβαν τη μορφή του σοβινισμού και του ιμπεριαλισμού.

Το εννοιολογικό υπόβαθρο περιπλέκεται ακόμα περισσότερο όταν η θεωρία του διεθνισμού ως «η πρακτική της πολιτικής που βασίζεται στην υπερεθνική ή παγκόσμια συνεργασία» εντάσσεται στην πολιτική αρένα συνδιαλλαγής των εθνών-κρατών. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ο διεθνισμός εξέλαβε τόσο φιλελεύθερες όσο και σοσιαλιστικές ιδεολογικές εκφάνσεις, οι οποίες με το τέλος του και την είσοδο του πλανήτη στην εποχή της παγκοσμιοποίησης έτριξαν για πρώτη φορά τα θεμέλια της ίδιας της εθνοκρατικής υπόστασης, αλλοιώνοντας τα πεδία πολιτικής για τα οποία μέχρι πρότινος ήταν κυρίαρχο και αρμόδιο το έθνος-κράτος, κυρίως στο οικονομικό πεδίο δραστηριοτήτων. Για τον λόγο αυτό εύλογα αναρωτιέται κανείς μήπως η διαστρέβλωση του όρου εξυπηρετεί πολιτικά-οικονομικά συμφέροντα, απαξιώνοντας τις εθνικιστικές κυβερνήσεις απέναντι στην διεθνή οικονομική ελίτ, η οποία ως επί το πλείστον είναι απαγκιστρωμένη από τις ηθικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας, παρόλο που δρα στα ρυθμιστικά πλαίσια που αυτή της θέτει.

Πηγή εικόνας: wamc.org

Τα έθνη-κράτη ως οι πλήρως αναγνωρισμένοι κυρίαρχοι δρώντες εντός ορισμένης εδαφικής επικράτειας στο διεθνές σύστημα πρέπει να επανακαθορίσουν το ρόλο τους στη νέα αυτή πραγματικότητα. Οι επιρροές και οι διεισδύσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής των εθνοκρατικών οντοτήτων είναι απαραίτητο να αφομοιώνονται δόκιμα ώστε να προσφέρεται στον λαό το ωφέλιμο και να περιορίζεται το αρνητικό. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται μια πολιτικά ικανή εθνική κυβέρνηση η οποία δύναται να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος χωρίς να μειώνει την εθνική ταυτότητα των πολιτών της. Ο εθνικά διαπνεόμενος πολιτικός, συνειδητοποιώντας τα σύνορα της κυριαρχίας του, συνεργάζεται με τον γείτονά του, αλλά αντιθέτως αναγνωρίζει πως τα «καλά σύνορα» κάνουν τους «καλούς γείτονες». Εξάλλου, ο πολιτικός, ο οποίος τάσσεται υπέρ του φιλελεύθερου εθνικισμού σέβεται την κυριαρχία κάθε άλλης κρατικής οντότητας, εκτός της επικράτειάς του, ενώ ο πολιτικός, ο οποίος είναι ιδεολογικά υπέρμαχος του επεκτατικού εθνικισμού (ιμπεριαλιστής) επιδιώκει να τα παραβιάσει, θέλοντας να επεκτείνει την εξουσιαστική επιρροή του. Κατά αυτόν τον τρόπο συνετό είναι να διαχωρίζουμε τον εθνικιστή που θέλει το έθνος του ελεύθερο από αυτόν που θέλει να υποδουλώσει τα αλλά έθνη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ

  • Heywood, Andrew (2014) Εισαγωγή στην Πολιτική, 4η Έκδοση, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τάσος Καλαντζής
Τάσος Καλαντζής
Γεννήθηκε το 2001 και σπουδάζει Πολιτική Επιστήμη στο Πανεπιστήμιο Κρήτης του Ρεθύμνου. Ενδιαφέρεται για την πολιτική και ειδικότερα για τα θέματα δημόσιας διοίκησης και περιφερειακής ανάπτυξης. Στον ελεύθερο του χρόνο του αρέσει να μελετά φιλοσοφία.