17.2 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΟ πρώτος εμφύλιος πόλεμος και οι προστριβές ανάμεσα στο Βουλευτικό και το...

Ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος και οι προστριβές ανάμεσα στο Βουλευτικό και το Εκτελεστικό: Η σκοτεινή πλευρά της Επανάστασης


Της Εμμανουέλας Μπουλταδάκη,

Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 έλαβε χώρα ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος διακρίνεται σε δυο φάσεις: ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος από το καλοκαίρι του 1823 έως το φθινόπωρο του 1824 και ο δεύτερος από τον Ιούλιο του 1824 μέχρι τον Ιανουάριο του 1825. Το φαινόμενο των εμφυλίων ήταν εξαιρετικά διαδεδομένο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, με αποτέλεσμα να θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της. Μάλιστα, οι ρίζες του εμφυλίου βρίσκονταν στην αρχή της επαναστατικής περιόδου, όπου υπέβοσκαν αντιπάθειες μεταξύ των πολιτικών και των στρατιωτικών. Από το πρώτο κιόλας έτος της Επανάστασης, οι αντιπαραθέσεις ήταν φανερές. Για παράδειγμα, οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και της Ύδρας θεωρούσαν τον Δημήτριο Υψηλάντη ανάξιο στρατιωτικό και τον απέκλεισαν από την Α’ Εθνοσυνέλευση, ενώ συχνές ήταν οι συγκρούσεις ανάμεσα στον Καραϊσκάκη και τους Σουλιώτες. Ωστόσο, όλοι αυτοί οι ανταγωνισμοί στο εσωτερικό δεν είχαν λάβει χαρακτήρα εμφυλίου πολέμου, όπως συνέβη στη συνέχεια.

Η πορεία προς τον εμφύλιο άρχισε να γίνεται φανερή από την Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, όπου αποκλείστηκαν ο Κολοκοτρώνης, ο Υψηλάντης και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα. Καθοριστική ήταν και η Β’ Εθνοσυνέλευση του Άστρους Κυνουρίας, όπου δημιουργήθηκαν τρείς παρατάξεις. Η πρώτη ήταν αυτή των Φιλικών ή αλλιώς Δημοκρατικών με ηγετικές μορφές το Θ. Κολοκοτρώνη και το Δ. Υψηλάντη και άλλους οπλαρχηγούς και στρατιωτικούς, οι οποίοι, ουσιαστικά, ήταν αυτοί που ξεκίνησαν τον επαναστατικό αγώνα. Η δεύτερη ήταν αυτή των κοτζαμπάσηδων από το Μοριά, με όργανο την Πελοποννησιακή Γερουσία, οι οποίοι, παρά το γεγονός ότι δεν ενδιαφέρονταν αρχικά για την ανεξαρτησία της χώρας, αναγκάστηκαν να συνδράμουν τους ξεσηκωμένους. Ειδικότερα, αποτελούσαν μια ολιγαρχία, η οποία συνεργάζονταν με τον κατακτητή και είχαν μέρος της τοπικής εξουσίας, δηλαδή λειτουργούσαν ως αναπληρωματικοί των Οθωμανών, με αποτέλεσμα να είναι ευχαριστημένοι με το υπάρχον status quo και τα προνόμια που αυτό τους εξασφάλιζε. Μάλιστα, φιλοδοξούσαν μετά την εκδίωξη των Οθωμανών να αναλάβουν εκείνοι τα ηνία της ηγεσίας της χώρας. Τέλος, υπήρχε η παράταξη  των Ρουμελιωτών και των Υδραίων. Οι δύο τελευταίες παρατάξεις ήταν αυτές που κέρδισαν την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν οι Δημοκρατικοί από την εξουσία. Ειδικότερα, ο Κολοκοτρώνης στερήθηκε την αρχιστρατηγία και οι σημαντικότερες πολιτικές θέσεις δόθηκαν σε κοτζαμπάσηδες και σε Υδραίους. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι ο εμφύλιος πόλεμος ήταν αναπόφευκτος.

Ο Ιωάννης Λογοθέτης. Οι κοτζαμπάσηδες έπαιξαν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Πίνακας του Λουί Ντυπρέ. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Αφορμή για να ξεσπάσει ο πρώτος εμφύλιος αποτέλεσε η άφιξη του Λόρδου Βύρωνα στην Ελλάδα, το Σεπτέμβριο του 1823. Ο τελευταίος έφτασε στην Κεφαλλονιά ως εκπρόσωπος του φιλελληνικού κομιτάτου του Λονδίνου, με στόχο τη διαμεσολάβησή του για να συνάψουν οι επαναστάτες δάνειο με Άγγλους τραπεζίτες. Τότε άρχισαν και οι προστριβές μεταξύ του βουλευτικού σώματος, που αποτελούνταν από τους πολιτικούς, τους Ρουμελιώτες και τους Υδραίους, με αρχηγό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και του εκτελεστικού σώματος, με πρόεδρο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και αντιπρόεδρο τον Κολοκοτρώνη. Αν και αντιπρόεδρος, ο Κολοκοτρώνης υστερούσε σε πολιτική ισχύ σε σχέση με το Μαυροκορδάτο, που είχε στενές σχέσεις με τον Γεώργιο Κουντουριώτη, τότε αρχηγό του κράτους, ο οποίος θα έπαιζε σημαντικό ρόλο στη συνέχεια.

Και οι δυο πλευρές προσπαθούσαν να επικρατήσουν για να αποκτήσουν τον έλεγχο της διαχείρισης των χρημάτων. Το βουλευτικό σώμα επιθυμούσε την αντικατάσταση του εκτελεστικού από ένα νέο, στο οποίο θα μπορούσε να θέτει περιορισμούς. Μάλιστα, το εκτελεστικό, για να αποκτήσει τους χρηματικούς πόρους για τις σχεδιαζόμενες εκστρατείες στο Μεσολόγγι και την Πάτρα, προχώρησε σε εκποίηση των εθνικών γαιών. Ωστόσο, αυτή η κίνηση προκάλεσε την αντίδραση του βουλευτικού, το οποίο εναντιώθηκε και δεν επικύρωσε την απόφαση εκποίησης. Και η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο σωμάτων συνέχισε να οξύνεται. Με τη μεταφορά της έδρας του από τη Σαλαμίνα στο Άργος, το βουλευτικό απήγγειλε κατηγορίες εναντίον κάποιων μελών του εκτελεστικού, όπως του Περούκα και του Μεταξά. Ο Κολοκοτρώνης μαζί με το Νικήτα Σταματελόπουλο (Νικηταρά) και μια ομάδα περίπου 200 ανδρών προσπάθησαν να πείσουν τα μέλη του βουλευτικού να συμβιβαστούν. Ακολούθησε έντονη αντιπαράθεση και μάλιστα, οι στρατιωτικοί άρπαξαν τα πρακτικά των συνεδριάσεων, με πρόσχημα την υπεράσπιση του εκτελεστικού και επίσης διέλυσαν το βουλευτικό, κατηγορώντας το ότι ενήργησε παράνομα σχετικά με την καθαίρεση του Υπουργού Περούκα.

Οι πρωταγωνιστές του Εμφυλίου Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Πηγή εικόνας: notospress.gr

Το Νοέμβριο του 1823, το βουλευτικό μεταφέρθηκε στο Κρανίδι, για να είναι κοντά στις ναυτικές περιοχές που το υποστήριζαν, όπως ήταν η Ύδρα. Εκεί κήρυξε το εκτελεστικό παράνομο και αποφάσισε να το αντικαταστήσει με ένα καινούργιο, το οποίο θα είχε ως επικεφαλής το Γεώργιο Κουντουριώτη και μέλη τους Ιωάννη Κωλέττη, Ανδρέα Ζαΐμη και άλλους. Κατά συνέπεια, εμφανίστηκαν δυο κέντρα εξουσίας, οι Κυβερνητικοί με έδρα το Κρανίδι και οι Αντικυβερνητικοί με έδρα την Τριπολιτσά, όπου βρίσκονταν το παλαιό εκτελεστικό. Οι Αντικυβερνητικοί θεωρούσαν ότι οι Κυβερνητικοί ήθελαν να είναι η Ελλάδα κάτω από την επιρροή των Βρετανών. Αντίστοιχα, οι Κυβερνητικοί φοβόντουσαν για πιθανές δικτατορικές τάσεις στους στρατιωτικούς που ήταν μέλη του Αντικυβερνητικού. Ωστόσο, η ζυγαριά έγερνε προς τους Κυβερνητικούς, καθώς εκείνοι είχαν στα χέρια τους οικονομική δύναμη από τα δάνεια (τα οποία σπαταλήθηκαν αλόγιστα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, παρά τις προσπάθειες του Κολοκοτρώνη να τα ελέγξει). Επιπλέον, είχαν και στρατιωτική αρωγή, αφού τους υποστήριζαν οι Ρουμελιώτες, οι νησιώτες εφοπλιστές, οι Πελοποννήσιοι κοτζαμπάσηδες, καθώς και οι φιλέλληνες, σε αντίθεση με τους Αντικυβερνητικούς, που είχαν περιορισμένους συμμάχους και η κυβέρνησή τους είχε χάσει δύναμη. Και οι δυο κυβερνήσεις προκήρυξαν εκλογές για την αντικατάσταση του βουλευτικού. Η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου, καθώς, παρά το γεγονός ότι η εξουσία ήταν κατακερματισμένη, υπήρχε επίσης και η πιθανότητα τουρκικής επίθεσης στην Πελοπόννησο.

Στις 2 Μάρτιου του 1824, ο Ανδρέας Μιαούλης πολιόρκησε το Ναύπλιο, εκ μέρους των Κυβερνητικών και στις 31 Μαρτίου, ο Ζαΐμης, ο Λόντος και ο Νοταράς έφτασαν έξω από την Τρίπολη. Ο Κολοκοτρώνης διαπραγματεύτηκε μαζί τους και εγκατέλειψε την πόλη με την προϋπόθεση να μην την καταλάβει καμία από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, οι κοτζαμπάσηδες αθέτησαν τη συμφωνία και έτσι, ο Κολοκοτρώνης άρχισε να πολιορκεί την Τρίπολη. Παρόλα αυτά, η αποτυχία του Κολοκοτρώνη ήταν βέβαιη, καθώς μέλη της παράταξής του, όπως ο Παπαφλέσσας, προσχώρησαν στην αντίπαλη παράταξη. Στις 22 Μαΐου 1824, οι δυο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία, η οποία τερμάτισε τις εχθροπραξίες και ο Κολοκοτρώνης αναγνώρισε τη νομιμότητα της κυβέρνησης Κουντουριώτη.

Εμφύλιος Πόλεμος 1823-1824. Πηγή εικόνας: greece2021.gr

Παρά τις πιέσεις των Υδραίων, που ήθελαν τον αφανισμό του Κολοκοτρώνη, οι κοτζαμπάσηδες διαφώνησαν σε αυτό το ζήτημα και παραχώρησαν αμνηστία στους αντιπάλους τους. Επίσης, δύο κοτζαμπάσηδες, ο Ζαΐμης και ο Λόντος, ανακηρύχθηκαν ηγέτες του Ναυπλίου, το οποίο μέχρι πρότινος βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Κολοκοτρώνη και των συμμάχων του. Καταληκτικά, ο πρώτος εμφύλιος αποτέλεσε μια μελανή σελίδα στην ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης. Κλόνισε τις σχέσεις μεταξύ των δυο παρατάξεων, οι οποίες ενώ θα έπρεπε να είναι ενωμένες όσο ποτέ για την επίτευξη της ανεξαρτησίας, αναλώνονταν σε άσκοπες διαμάχες, οι οποίες τους στερούσαν χρόνο και εφόδια. Επίσης, εκτός ότι ήταν πλήγμα στη συνοχή του ελληνικού μετώπου, ο πρώτος εμφύλιος οδήγησε και σε έναν δεύτερο, ο οποίος καταλήγει επίσης με την ήττα και τη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη και των συμμάχων του.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Παναγόπουλος, Θ., 2009. Τα Ψιλά γράμματα της Ιστορίας. Αθήνα: εκδ. Ενάλιος.
  • Finlay, G., 2008. Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης. Τόμος Α΄. Αθήνα: εκδ. Ελληνικά Γράμματα.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Εμμανουέλα Μπουλταδάκη
Εμμανουέλα Μπουλταδάκη
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1999. Είναι φοιτήτρια του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, με κατεύθυνση τα ευρωπαϊκά και ιστορικά ζητήματα. Έκανε Erasmus στο Βέλγιο στο Τμήμα Πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Louvain.