20.5 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ εκδίωξη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου & οι πρώτες ενέργειές του

Η εκδίωξη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου & οι πρώτες ενέργειές του


Της Θεοδώρας Κρέπη,

Στα μέσα Ιουλίου του 1974 η Κύπρος βρισκόταν σε πολιτικό αναβρασμό. Μέσα σε λίγες μόνο μέρες, η μοίρα των Ελλήνων του νησιού θα άλλαζε ριζικά. Στις 20 Ιουλίου, τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν στο νησί και κατέλαβαν περίπου το 1/3 του, εκδιώκοντας από τις περιοχές αυτές τους Ελληνοκυπρίους. Λίγες, όμως, μόνο μέρες πριν είχε προηγηθεί ένα άλλο σοβαρό γεγονός, που έδρασε καταλυτικά προς αυτή την εξέλιξη.

Εδώ και αρκετό καιρό η δικτατορία Ιωαννίδη προετοίμαζε πραξικόπημα, με στόχο την ανατροπή και τη δολοφονία του Κυπρίου Προέδρου, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Βασική επιδίωξη του Ιωαννίδη και των συνεργατών του ήταν να εγκαθιδρύσουν στην Κύπρο ένα δικτατορικό καθεστώς, παραπλήσιο του ελληνικού, και ο Μακάριος αποτελούσε εμπόδιο. Οι σχέσεις του τελευταίου με την ελληνική κυβέρνηση ήταν το διάστημα εκείνο τεταμένες, λόγω της διαρκώς αυξανόμενης ελληνικής εμπλοκής στις διαμάχες ανάμεσα στους οπαδούς και τους πολέμιους του Μακαρίου, αλλά και εξαιτίας των εδαφικών πιέσεων που δεχόταν η Κύπρος από την τουρκική πλευρά, θέτοντας ζήτημα υφαλοκρηπίδας. Το σώμα της Εθνικής Φρουράς της Κύπρου βρισκόταν κατ’ ουσίαν υπό τον έλεγχο των χουντικών και υποστήριζε ενεργά την οργάνωση ΕΟΚΑ Β’, η οποία πολεμούσε τον Μακάριο και είχε κηρυχθεί εκτός νόμου από τον ίδιο.

Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’, Πρόεδρος της Κύπρου. Πηγή εικόνας: eleftheriaonline.gr

Στις αρχές Ιουλίου, σε συνάντηση του Δημήτρη Ιωαννίδη με υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Ελλάδας και της Κύπρου, αποφασίστηκε το πραξικόπημα, με αφορμή την αιχμηρή επιστολή του Μακαρίου προς τον ΠτΔ Φαίδωνα Γκιζίκη στις 3 Ιουλίου, για να ανακληθούν 650 Έλληνες αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς και να διαλυθεί η οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄. Τις επόμενες μέρες οι προετοιμασίες εντατικοποιήθηκαν και καταρτίστηκε ένα σχέδιο δράσης. Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, οι δυνάμεις των πραξικοπηματιών (αποτελούμενες από δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ, τάγματα της Εθνοφρουράς και τεθωρακισμένα οχήματα) θα ξεκινούσαν από δύο διαφορετικές τοποθεσίες και θα εφορμούσαν εναντίον ορισμένων καίριων σημείων, όπως το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, το Αρχηγείο της Αστυνομίας και άλλα, με βασικότερο, όμως, στόχο το Προεδρικό Μέγαρο. Επικεφαλής της αποστολής τέθηκαν ο Μιχάλης Γεωργίτσης, διοικητής της Γ’ Ανωτέρας Στρατιωτικής Διοίκησης της Εθνοφρουράς, και ο Κωνσταντίνος Κομπόκης, διοικητής καταδρομών ΛΟΚ. Κύπριοι αξιωματούχοι που εναντιώνονταν στην ιδέα του πραξικοπήματος, όπως ο αρχηγός της Εθνοφρουράς αντιστράτηγος Γεώργιος Ντενίσης, απομακρύνθηκαν τις μέρες εκείνες από την Κύπρο από το δικτατορικό καθεστώς, με το πρόσχημα της συμμετοχής τους σε συνάντηση στην Αθήνα.

Τις μέρες αμέσως πριν το πραξικόπημα, ο Μακάριος φαίνεται πως είχε κάποιες σχετικές πληροφορίες, χωρίς, όμως, να ανησυχεί ή να δίνει ιδιαίτερη σημασία. Το πρωί της Δευτέρας της 15ης Ιουλίου του 1974, παρά τις προειδοποιήσεις που είχε λάβει, μετέβη κανονικά στο Προεδρικό Μέγαρο. Γύρω στις 8:30, την ώρα που υποδεχόταν μια ομάδα Αιγυπτίων μαθητών, το Προεδρικό Μέγαρο περικυκλώθηκε από άρματα μάχης και καταδρομείς. Σύντομα ξεκίνησαν οι πυροβολισμοί. Η φρουρά του Μακαρίου αντέδρασε γρήγορα και κατάφερε να τον φυγαδεύσει από τη δυτική πλευρά του κτιρίου, από μια πίσω πόρτα που κατέληγε σε έναν ξεροπόταμο. Μαζί με τους πιο έμπιστους συνεργάτες του, τον ταγματάρχη Ποταμάρη, τον ταγματάρχη Θρασυβούλου και τον ανιψιό του, Ανδρέα Νεοφύτου, ο Μακάριος διέφυγε και κατευθύνθηκε προς τη Μονή Κύκκου, στο όρος Τρόοδος, μη θέλοντας να απομακρυνθεί πολύ από την πρωτεύουσα, καθώς θεωρούσε πως η έκρυθμη κατάσταση θα τερματιζόταν σύντομα.

Την ίδια ώρα, στη Λευκωσία οι αιματηρές (και, όπως αποδείχθηκε, πολύνεκρες) συγκρούσεις ανάμεσα στις δυνάμεις των πραξικοπηματιών και στους οπαδούς του Μακαρίου συνεχίζονταν. Λίγο μετά τη φυγάδευση του Μακαρίου από το Προεδρικό Μέγαρο, το κτίριο κατελήφθη από τους καταδρομείς. Παράλληλα, από το ραδιόφωνο μεταδιδόταν η είδηση πως η Εθνοφρουρά είχε επέμβει για να σώσει το νησί από την καταστροφή και πως ο Μακάριος ήταν νεκρός.

Το Προεδρικό Μέγαρο μετά την επίθεση της 15ης Ιουλίου 1974. Πηγή εικόνας: euronews.com

Αυτή την είδηση άκουσε ο Μακάριος, ο οποίος εν τω μεταξύ, έχοντας διανύσει μια μεγάλη απόσταση, είχε φτάσει στη Μονή Κύκκου. Μέσω του ασυρμάτου ενός αυτοκινήτου κατάφερε να έρθει σε επαφή με τον ραδιοφωνικό σταθμό της Αρχιεπισκοπής και ενημέρωσε πως ήταν ζωντανός. Το μήνυμα, όμως, έπρεπε να διαδοθεί ευρύτερα. Ο Μακάριος πληροφορήθηκε πως στην Πάφο υπήρχε ένας ραδιοφωνικός σταθμός, και μαζί με τους συνοδούς του κατευθύνθηκε προς τα εκεί. Αυτή η πόλη ήταν σημαντική για τον Μακάριο, καθώς η μεγαλύτερη μερίδα των Παφιτών ήταν οπαδοί του, αλλά εκεί είχε και την έδρα του ο στενός συνεργάτης και υποστηρικτής του, Μητροπολίτης Χρυσόστομος.

Στην Πάφο, ο Μακάριος έγινε δεκτός με άκρατο ενθουσιασμό από το πλήθος. Κατευθύνθηκε προς τον ραδιοφωνικό σταθμό (που κατά βάση χρησίμευε για τη μετάδοση επαρχιακών γιορτών) και ηχογράφησε ένα μήνυμα, με το οποίο δήλωνε πως είναι ζωντανός και παρακινούσε τους Κυπρίους να αγωνιστούν για να μην περάσει η χούντα στο νησί τους, όπως θα έκανε και ο ίδιος.

Στο μεταξύ οι πραξικοπηματίες είχαν επικρατήσει στο μεγαλύτερο μέρος της Κύπρου. Ήδη από το μεσημέρι, ο Μακάριος είχε κηρυχθεί έκπτωτος και νέος Πρόεδρος της Κύπρου είχε οριστεί ο Νικόλαος Σαμψών, δημοσιογράφος και πρώην αγωνιστής της ΕΟΚΑ (ο οποίος έμελλε να παραμείνει στο αξίωμα αυτό μόλις για 8 ημέρες). Οι μόνες πόλεις που είχαν μείνει να αντιστέκονται ήταν η Λεμεσός και η Πάφος, και αυτές, όμως, επρόκειτο να πέσουν σύντομα.

Κατά το βράδυ ξεκίνησε να καταρτίζεται στην Πάφο σχέδιο διαφυγής του Μακαρίου. Η αρχική ιδέα ήταν να φύγει ο Πρόεδρος με καΐκι από το νησί, η παρουσία όμως της ακταιωρού «Λεβέντης» κοντά στις ακτές της Κύπρου γεννούσε φόβους για την επιτυχία του σχεδίου. Ο ίδιος ο Μακάριος επιθυμούσε να καταφύγει στο χωριό του, την Πάνω Παναγιά. Το περιβάλλον του διαφωνούσε, παρακινώντας τον να φύγει για το εξωτερικό, όχι μόνο για να σωθεί ο ίδιος, αλλά και να αγωνιστεί για την κυπριακή υπόθεση.

Πανοραμική άποψη της Πάνω Παναγιάς της Πάφου, τόπο γέννησης του Μακαρίου. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Στο μεταξύ, κατέφθασε στην πόλη ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Λουί Βέκμαν. Τόσο ο Χρυσόστομος όσο και ο ίδιος ο Μακάριος είχαν επικοινωνήσει με τον αντιπρόσωπο της Κύπρου στα Ηνωμένα Έθνη, Ζήνωνα Ρωσσίδη, δίνοντάς του εντολές να καταγγείλει το πραξικόπημα και τώρα ο Βέκμαν βρισκόταν στην Κύπρο για να συζητήσει την κατάσταση με τον Μακάριο. Εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου, ο Χρυσόστομος ζήτησε ένα ελικόπτερο, προκειμένου να διαφύγει ο Μακάριος, ο Βέκμαν δήλωσε, όμως, ότι χρειαζόταν σχετική άδεια από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ. Τελικά, ο Μακάριος ήρθε σε επαφή με τη βρετανική βάση στο Ακρωτήρι, η οποία του διέθεσε ως μέσο διαφυγής ένα ελικόπτερο.

Στις 16 Ιουλίου, το βρετανικό ελικόπτερο προσγειώθηκε στο στρατόπεδο της Ειρηνευτικής Δύναμης στην Πάφο. Μαζί με τους εμπίστους του, ο Μακάριος επιβιβάστηκε και έφθασε λίγο αργότερα στο Ακρωτήρι. Από εκεί πήραν ένα αεροπλάνο, που τους οδήγησε πρώτα στη Μάλτα και κατόπιν στο Λονδίνο.

Τις επόμενες μέρες ο Μακάριος κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να ανατρέψει την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση. Στις 16 Ιουλίου συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Χάρολντ Ουίλσον, ενώ στις 19 Ιουλίου, στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, κατήγγειλε τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πραξικόπημα και ζητούσε την υποστήριξη των Ηνωμένων Εθνών. Λίγο αργότερα θα μάθαινε για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.

Ο Μακάριος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 19 Ιουλίου 1974. Πηγή εικόνας: ethnos.gr

Πράγματι, με το πρόσχημα της αποκατάστασης της τάξης στην Κύπρο και της ύπαρξης φόβων για τη μοίρα του τουρκικού πληθυσμού του νησιού, η Τουρκία έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο «Αττίλας». Στις 20 Ιουλίου οι τουρκικές δυνάμεις αποβιβάζονται στο Πεντεμίλι και εισβάλλουν στην Κύπρο, βρίσκοντας τον πληθυσμό του νησιού διχασμένο στον απόηχο του πραξικοπήματος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Γρηγοριάδης, Σ. (2011), Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, τ. 12: Πολυτεχνείο – Κύπρος – Μεταπολίτευση, ειδική έκδοση για την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, σ. 129-185.
  • Σαρρής, Γ. (2019), “Αρχιεπίσκοπος Μακάριος: 45 χρόνια μετά το αιματηρό πραξικόπημα”. Έθνος, 15 Ιουλίου. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοδώρα Κρέπη
Θεοδώρα Κρέπη
Γεννήθηκε το 2000 και ζει στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στην Καλαμάτα. Την ενδιαφέρουν η βυζαντινή και η σύγχρονη ιστορία. Επίσης, της αρέσουν τα ταξίδια, το διάβασμα και η μαγειρική.