20.9 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έγκλημα της παράνομης κατοχής όπλων

Το έγκλημα της παράνομης κατοχής όπλων


Της Θένιας Λαμπρινουδάκη,

Ένα από τα εγκλήματα που απασχολούν συχνά στις μέρες μας την ποινική δικαιοσύνη και τα δικαστήρια φτάνοντας μέχρι και τον Άρειο Πάγο είναι το έγκλημα της οπλοκατοχής. Το εν λόγω έγκλημα ρυθμίζεται ειδικώς στις διατάξεις του νόμου 2168/1993, ο οποίος διευκρινίζει πως το αγαθό που προστατεύεται από την ποινικοποίηση της οπλοκατοχής είναι εκείνο της δημόσιας τάξης. Περαιτέρω, ως δημόσια τάξη κατά την κρατούσα άποψη ορίζεται η ανάγκη των πολιτών να διαβιούν και να συμβιώνουν αρμονικά και ειρηνικά, η οποία διασαλεύεται με την παράνομη κατοχή όπλων διαταρασσόμενης παράλληλα και της κοινωνικής ευταξίας. Ωστόσο, εκτός της δημόσιας τάξης κρίνεται πασιφανές πως η οπλοκατοχή θέτει σε κίνδυνο και επιπρόσθετα έννομα αγαθά όπως εκείνο της σωματικής ακεραιότητας ή της ζωής άλλων ανθρώπων.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, άλλες χώρες -με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής- έχουν προχωρήσει στη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος της οπλοκατοχής από πολίτες αλλά και τη δυνατότητα συγκρότησης ομάδων πολιτοφυλακής. Το ζήτημα εξακολουθεί να προκαλεί αντιπαραθέσεις εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς να έχει διευκρινιστεί ακόμα εάν, εν τέλει, αποτελεί πρόσφορο μέσο προστασίας η χορήγηση δικαιώματος οπλοκατοχής στους πολίτες. Παρά την επιτρεπτή πρόβλεψη του αμερικανικού νόμου για την κατοχή όπλων, μια μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών εξακολουθεί να μη διαθέτει όπλα και να αντιτάσσεται της νομοθετικής πρόβλεψης. Σύμφωνα με έρευνες, αποδεικνύεται πως 89 όπλα αντιστοιχούν σε 100 περίπου κατοίκους, χωρίς να αναιρείται η προαναφερθείσα πλειοψηφία.

Πηγή εικόνας: unsplash.com

Διαφορετική, λοιπόν, κρίνεται η στάση του Έλληνα νομοθέτη με την θέσπιση του Ν. 2168/1993, ο οποίος, μάλιστα, έσπευσε να προσδιορίσει την έννοια του όπλου στο πρώτο άρθρο, λέγοντας πως όπλα είναι όσα μέσα είναι πρόσφορα για επίθεση, άμυνα ή ακινητοποίηση. Από την κατηγορία των όπλων ο νομοθέτης εξαιρεί εκείνα που προορίζονται για επαγγελματική ή οικιακή χρήση χωρίς να σημαίνει πως η χρήση αυτή δικαιολογεί και τα συναφή εγκλήματα της οπλοφορίας ή της οπλοχρησίας. Πολλές φορές η διάκριση και η υπαγωγή ενός αντικειμένου στην κατηγορία των όπλων καθίσταται δυσχερής, για αυτό και αρκετά ζητήματα επιλύονται νομολογιακά μέσω αποφάσεων των δικαστηρίων. Για παράδειγμα, το 1998 το Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης έκρινε πως το μαχαίρι κουζίνας αλλά και το ψαλίδι ραπτικής που βρίσκονταν στο σπίτι της κατηγορουμένης για ανθρωποκτονία του συζύγου της δεν αποτελούν όπλα. Έτσι, λόγω της δυσκολίας που υπάρχει στην πράξη για την αναγνώριση ενός αντικειμένου ως όπλο, απαιτείται από το δικαστήριο ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την κρίση του για ένα αντικείμενο που εκλαμβάνεται ως όπλο.

Στο άρθρο 7 του ίδιου νόμου κατοχυρώνονται κάποιες εξαιρέσεις στην οπλοκατοχή, κατά τις οποίες επιτρέπεται η κατοχή όπλων με παράλληλη κατοχή άδειας από την αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας του ενδιαφερομένου. Η διαδικασία χορήγησης της άδειας δεν είναι απλή για όλες τις κατηγορίες των όπλων, φαντάζει εύκολη διαδικασία κυρίως για τα κυνηγετικά όπλα. Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση στο αστυνομικό τμήμα δηλώνοντας τον λόγο και το όπλο για το οποίο επιθυμεί να του χορηγηθεί άδεια καθώς και μια ιατρική γνωμάτευση η οποία επιβεβαιώνει την καλή ψυχική του υγεία. Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την εξέταση του ποινικού μητρώου από τις αστυνομικές αρχές. Το πρόβλημα που τίθεται είναι πως μόνο το 1/5 των πολιτών που ζητούν άδεια για κυνηγετικά όπλα είναι εγγεγραμμένοι σε κυνηγετικούς συλλόγους και άρα εκπαιδευμένοι για τη χρήση τους ενώ τα 4/5 των πολιτών που διεκδικούν άδεια για οπλοκατοχή και οπλοχρησία περιορίζονται μάλλον σε λόγους αυτοπροστασίας. Έντονο ενδιαφέρον προκαλούν οι απόψεις ως προς το τι αποτέλεσμα θα επέλθει για κάποιον δράστη ο οποίος αγνοεί την αναγκαιότητα της άδειας ή τη λήξη αυτής. Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη η άδεια αποτελεί στοιχείο απαραίτητο για την πραγμάτωση του εγκλήματος και χωρίς αυτή διαφοροποιείται το αποτέλεσμα, για αυτό και γίνεται δεκτό πως σε μια τέτοια περίπτωση ο δράστης που αγνοεί την κατοχή της άδειας θα βρίσκεται σε πραγματική πλάνη, όπου η πράξη του δε θα είναι καν άδικη.

Πηγή εικόνας: unsplash.com

Εν κατακλείδι, με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας κρίνεται απαραίτητη η σύνεση και η νηφαλιότητα με την οποία κάποιος επιλέγει να προβεί σε οπλοκατοχή αλλά και η τήρηση των διαδικασιών που προβλέπονται για την χορήγηση αδειών. Η δημόσια τάξη πρωτίστως ως έννομο αγαθό αλλά και η ζωή και η σωματική ακεραιότητα που τίθενται σε διακινδύνευση πρέπει να προστατεύονται και να διαφυλάσσονται με κάθε τρόπο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Μαργαρίτης Χ. Λάμπρος, Σατλάνης Ν. Χρήστος, Νομική Βιβλιοθήκη, 2015
  • Νόμος Υπ’ Αριθ.2168 Φεκ 147/ 03.09.1993, διαθέσιμος εδώ
  • ΗΠΑ: 5 ερωτήσεις και απαντήσεις για το θέμα της οπλοκατοχής, gr.euronews.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θένια Λαμπρινουδάκη
Θένια Λαμπρινουδάκη
Γεννήθηκε το 1999 στο Ηράκλειο της Κρήτης και βρίσκεται στο 4ο έτος των σπουδών της στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Διαθέτει πτυχίο αγγλικών και ηλεκτρονικών υπολογιστών και συμμετείχε σε φοιτητικό διαγωνισμό μέσω εκπόνησης εργασίας με θέμα την ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας. Έχει παρακολουθήσει μια σειρά από σεμινάρια πολιτικού και νομικού περιεχομένου καθώς και κάποια που στηρίζονται στα δεδομένα της διεθνούς πραγματικότητας, ενώ αποτελεί και μέλος της ELSA Thessaloniki. Τον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται σε ερασιτεχνικό επίπεδο με το χορό και τη ζωγραφική.