21.6 C
Athens
Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΠαγκόσμια φτώχεια και οικονομία: Μία τρομακτική πραγματικότητα

Παγκόσμια φτώχεια και οικονομία: Μία τρομακτική πραγματικότητα


Της Κέλλυς Πάντου,

Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει έναν ήδη μεγάλο αριθμό από απρόσμενες δυσκολίες και δυσχέρειες μέσα στον 21ο αιώνα. Ένα από τα προβλήματα με τις πιο βαθιές ρίζες είναι αυτό της φτώχειας, που διαρκώς διευρύνει το χάσμα μεταξύ αναπτυσσόμενων και αναπτυγμένων περιοχών ανά τον κόσμο, όσο αφορά την κατανομή, την επίτευξη εισοδήματος, αλλά και την παροχή των τελικά όχι τόσο αυτονόητων βασικών αναγκών για έναν άνθρωπο.

Τι είναι, όμως, η φτώχεια; Είναι κάτι παραπάνω από την έλλειψη εισοδήματος και παραγωγικού κεφαλαίου στις πιο ακραίες μορφές της μεταφράζεται και ως πείνα, ελλιπή μόρφωση, κοινωνικό αποκλεισμό, έλλειψη βασικών υπηρεσιών υγείας και στέρηση του δικαιώματος να συμμετέχει κανείς στη λήψη κοινών αποφάσεων. Από το 2013, η Παγκόσμια Τράπεζα κινείται με στόχο να μειώσει το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν με $1,90 την ημέρα, κάτω από το 3% μέχρι το 2030. Το 2015, περισσότεροι από 736 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κάτω από το όριο φτώχειας αυτό, ενώ μέχρι το 2017, 52 εκατομμύρια από αυτούς κατάφεραν να το ξεπεράσουν. Παρά το αισιόδοξο νούμερο, ο ρυθμός εξάλειψης της φτώχειας σταδιακά μειωνόταν, μέχρι που το 2019, το ποσοστό των ανθρώπων που ζούσαν υπό αυτές τις συνθήκες έφτασε να αποτελεί το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού.

Όπως, όμως, τώρα καταλαβαίνουμε, τα δεδομένα για ακόμα μία φορά και σε ακόμα μία πτυχή της κοινωνίας έχουν αλλάξει ριζικά και χωρίς εξαίρεση προς το χειρότερο. Η παγκόσμια ανέχεια προβλέπεται να κινηθεί ανοδικά φέτος το 2020, για πρώτη φορά μετά από είκοσι χρόνια, καθώς η πανδημία του COVID-19 επιταχύνει όλες τις δυνάμεις που μέχρι τώρα ευθύνονταν για την φτώχεια σε παγκόσμια κλίμακα. Η πανδημία υπολογίζεται πως θα φέρει επιπλέον 88 με 115 εκατομμύρια ανθρώπους σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, με τον αριθμό αυτό να ξεπερνάει τα 150 εκατομμύρια μέχρι το 2021 αν η πορεία ανάπτυξης παραμείνει ίδια. Σημειώνεται πως ακραίο επίπεδο ανέχειας θεωρείται αυτό όπου τα άτομα ζουν με λιγότερο από $1,90 ημερησίως και σύμφωνα με αναφορές, η κατάσταση αυτή θα γίνει πραγματικότητα για το 9,4% του παγκόσμιου πληθυσμού φέτος. Για μέτρο σύγκρισης, αν η πανδημία δεν είχε πάρει τις τρέχουσες διαστάσεις της, το ποσοστό φτώχειας θα είχε μειωθεί στο 7,9% το 2020.

Επιπλέον, το βάρβαρο της υπόθεσης είναι πως 8 στους 10 «νέα πτωχούς» ανθρώπους ανήκουν στην μεσαία εισοδηματική τάξη και παράλληλα σε χώρες με ήδη υψηλά ποσοστά φτώχειας. Εξετάσαμε τα δεδομένα στην οριακή γραμμή των $1,90, όμως η εξάπλωση της ανέχειας εμφανίζεται και στο επόμενο όριο των $3,20 ημερησίως. Στο σημείο αυτό, ο αριθμός των ατόμων υπερδιπλασιάστηκε μόλις ανάμεσα στον Απρίλιο και Οκτώβρη του φετινού έτους, από 125 σε περίπου 255 εκατομμύρια. Για παράδειγμα, μία από τις περιοχές που έχουν επηρεαστεί περισσότερο, είναι η Νότια Ασία, απαρτίζοντας το 63% των «νέα πτωχών» κάτω από το όριο του $1,90 και το 71% κάτω από $3,20 παγκοσμίως. Οι καταστροφικές αυτές αλλαγές στα δεδομένα, καθιστούν τον στόχο της εξάλειψης της φτώχειας μέχρι το 2030, οριακά άπιαστο αν δεν υπάρξει άμεσα ανάληψη μέτρων αντιμετώπισης, αλλαγή και σταθεροποίηση της πολιτικής δράσης, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Η ίδια κινείται δραστικά, τόσο με απτό όσο και με γνωστικό κεφάλαιο, για να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να ενδυναμώσουν να  ισχυροποιήσουν την αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο της πανδημίας.

Όπως παρατηρούμε στον παραπάνω πίνακα, αναλύεται η πορεία και το ποσοστό φτώχειας μέχρι το 2030 για κάθε ένα πιθανό σενάριο, σε διάφορες περιοχές ενδιαφέροντος. Η πρώτη σειρά λοιπόν, δείχνει το βασικό σενάριο όπως αυτό ορίστηκε από την αναφορά WESP (World Economic Situation and Prospects). Μπορούμε να δούμε συγκρίνοντας τα υπόλοιπα σενάρια με αυτί της αναφοράς, πως η ανάπτυξη και η ανισότητα είναι οι δύο λέξεις κλειδιά στον υπολογισμό της ανέχειας. Ενώ το σενάριο βάση προβλέπει το παγκόσμιο ποσοστό φτώχειας κοντά στο 8% μέχρι το 2030, οι υπόλοιπες προβλέψεις δίνουν μια γενναιόδωρη κλίμακα αυξομειώσεων, από το αισιόδοξο 4%, μέχρι και το 13% στο πεσιμιστικό σενάριο. Βέβαια, χωρίς μείωση της ανισότητας η εξάλειψη της φτώχειας είναι οριακά αδύνατη, όπως παρατηρούμε και στην περίπτωση «μόνο ανάπτυξης» όπου το ποσοστό των ανθρώπων παραμένει κατά δύο μονάδες υψηλότερο σε σύγκριση με το οπτιμιστικό σενάριο που συνδυάζει τόσο υψηλότερη ανάπτυξη αλλά και μείωση των ανισοτήτων. Ωστόσο, ακόμα και σε συνθήκες τρομερής ανάπτυξης και ισότητας άνευ προηγουμένου, που περιγράφονται στο τελευταίο σενάριο του θαύματος της φτώχειας, δεν επιτυγχάνεται πλήρης εξάλειψη του φαινομένου εντός της επερχόμενης δεκαετίας, αφήνοντας ένα 3% του πληθυσμού σε συνθήκες ανέχειας. Ακόμα, είναι εμφανές πως η Αφρική, οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες (LDCs) και ειδικά οι χερσαίες χώρες που περικλείονται μόνο από ξηρά (LLDCs) είναι αυτές που επωφελούνται περισσότερο από την εξισορρόπηση των ανισοτήτων, όπως μας μαρτυρά η σύγκριση ανάμεσα στο αισιόδοξο και αυστηρά αναπτυξιακό σενάριο. Καθώς το ποσοστό στο βασικό σενάριο για τις χερσαίες χώρες στέκεται στο 28%, μειώνεται διστακτικά στο 22% με αποκλειστικά ανάπτυξη, ενώ βουτάει στο αισιόδοξο 15%, επισφραγίζοντας τη σημασία της ταυτόχρονης κίνησης των δύο κινητήριων δυνάμεων της φτώχειας.

Η παραπάνω κατάσταση καλεί για άμεση και συλλογική δράση. Η πανδημία που ήρθε να συνοδεύσει μία ήδη υπάρχουσα κρίση της οικονομίας, έχει υπογραμμίσει την ανάγκη για παγκόσμια συνεργασία, τόσο για άμεσα όσο και για μακροχρόνια αποτελέσματα. Πρωταρχικός στόχος πρέπει να οριστεί η παροχή ίσων ευκαιριών σε κατανάλωση, παροχές και πλούτο, συνθήκες που όχι μόνο οδηγούν σε εξάλειψη της ανέχειας, αλλά και στη δημιουργία εύφορου κλίματος για οικονομική ανάπτυξη και ανθεκτικότητα στην αγορά. Η πολιτική οφείλει να στρέψει τις βλέψεις της σε κοινωνίες που δίνουν ευκαιρίες χωρίς διακρίσεις σε ζητήματα, όπως η εκπαίδευση, η είσοδος στην αγορά, η παροχή υγείας και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Συμπεραίνουμε πως η ανάγκη για αξιόπιστα στελέχη στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, που θα διαχειριστούν και θα εξομαλύνουν το βάρος, πρώτα στις αναπτυσσόμενες και έπειτα στις αναπτυγμένες χώρες, είναι πλέον επιτακτική.


Αναφορές


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κέλλυ Πάντου
Κέλλυ Πάντου
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το 8ο Λύκειο Αμαρουσίου, ενώ διανύει το 3o έτος των σπουδών της ως φοιτήτρια του τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενδιαφέρεται για τις τέχνες, τον εθελοντισμό και τα ταξίδια. Ασχολείται με τα οικονομικά, τις ξένες γλώσσες και επιθυμεί να κερδίσει εμπειρία στην αρθρογραφία μέσω του OffLinePost.