20.9 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΚλειδί 1014 μ.Χ. – Το βάρβαρο τέλος ενός πολέμου

Κλειδί 1014 μ.Χ. – Το βάρβαρο τέλος ενός πολέμου


Του Νίκου Μελιτσιώτη,

Στις 29 Ιουλίου του 1014 μ.Χ., στην περιοχή του Κλειδιού, γράφτηκε ο επίλογος ενός πολύνεκρου και ακριβοπληρωμένου πολέμου. Στην πλευρά των νικητών, ο ακούραστος Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος (976–1025 μ.Χ.), αυτοκράτορας του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, συνετός, ευφυής και γενναίος στρατηγός. Στην πλευρά των ηττημένων, ο δυναμικός τσάρος του Βουλγαρικού κράτους, Σαμουήλ Α΄, ο οποίος προσπαθούσε με όλες του τις δυνάμεις για την ανεξαρτησία του κράτους του και για την επέκτασή του.

Το βουλγαρικό κράτος, το οποίο είχε καταλυθεί και προσαρτηθεί από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή (969–976 μ.Χ.), επαναστάτησε μετά τον θάνατό του, με ηγέτες τους 4 γιους του κόμητος της περιοχής, Νικολάου. Από τους 4, ο Δαυίδ σκοτώθηκε σε μια αψιμαχία με Βλάχους νομάδες, ο Μωυσής ενώ ηγείτο της πολιορκίας των Σερρών και ο Ααρών σκοτώθηκε από τον Σαμουήλ. Αυτός, όντας ο τελευταίος, κατέστη ηγέτης της Βουλγαρίας και προετοιμάστηκε να εισβάλλει στα εδάφη της αυτοκρατορίας.

Σκουτάτος των πρώτων γραμμών κρούσης

Ο στρατός του, μη έχοντας τους αριθμούς και την ποιότητα να αντιμετωπίσει σε μάχη εκ παρατάξεως τον βυζαντινό, διενεργούσε αιφνίδιες επιδρομές και πραγματοποιούσε ενέδρες, φθείροντας σταδιακά τον αντίπαλό του. Η απουσία του κυρίου όγκου του στρατού στα ανατολικά σύνορα του έδωσε την ευκαιρία να προελάσει στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας, κυριεύοντας το φρούριο της Λάρισας το 985 μ.Χ. και φτάνοντας μέχρι την Κόρινθο.

Εν τω μεταξύ στη Βασιλεύουσα, ο Βασίλειος Β΄, ο οποίος είχε στεφθεί συναυτοκράτορας μαζί με τον αδερφό του, Κωνσταντίνο Η΄, και ως τότε κυβερνούσε υπό την εποπτεία του πανίσχυρου Βασίλειου Λεκαπηνού, αποφάσισε να αναλάβει ενεργά την εξουσία και να αντιμετωπίσει τα σοβαρά προβλήματα που είχαν ανακύψει. Έτσι, εξορίζει τον παρακοιμώμενο και δημεύει την περιουσία του. Αμέσως εκστρατεύει εναντίον των Βουλγάρων, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως στασιαστές, γνωρίζει όμως βαριά ήττα στις πύλες του Τραϊανού στις 17 Αυγούστου 986 μ.Χ. και επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη, όπου θα αντιμετωπίσει, τη διετία 987–989 μ.Χ., τις στάσεις του Βάρδα Σκληρού και του Βάρδα Φωκά.

Το διάστημα που το Βυζαντινό κράτος μαστιζόταν από εμφύλιες διαμάχες, ο Σαμουήλ επεκτάθηκε δυτικά, στις περιοχές της Διόκλειας, της Δαλματίας και της Βοσνίας. Το 989 μ.Χ. καταλαμβάνει τη Βέροια και δημιουργεί ρήγμα στη βυζαντινή γραμμή άμυνας. Με την αντιμετώπιση της εισβολής τόσο των Ρώσων στη Χερσώνα όσο και των Φατιμιδών της Αιγύπτου στα ανατολικά σύνορα, ο Βασίλειος στρέφει το βλέμμα του στα βόρεια σύνορα της αυτοκρατορίας, έτοιμος να πλήξει ολοκληρωτικά τον αντίπαλό του. Ο τελευταίος, αρχικά, επιχείρησε να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη αιχμαλωτίζοντας τον διοικητή της σε έξοδό του, όμως κατενόησε το αδύνατον του εγχειρήματος και αντ’ αυτού επέλασε νότια, λεηλατώντας και καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά του.

Κλιβανάριος ιππέας

Η απάντηση του αυτοκράτορα ήταν η αποστολή του μαγίστρου Νικηφόρου Ουρανού, ο οποίος από τη Θεσσαλονίκη ακολούθησε την πορεία των Βουλγάρων, φτάνοντας στις όχθες του Σπερχειού ποταμού, όπου είχε στρατοπεδεύσει ο στρατός του τσάρου. Εγκατέστησε το στρατόπεδό του στην αντίπερα όχθη, με τον Σαμουήλ να μην νιώθει απειλή, θεωρώντας τον φουσκωμένο ποταμό ως αδιάβατο εμπόδιο. Μετά όμως από νυχτερινή κατόπτευση, ο βυζαντινός στρατός διέβη τον ποταμό συντρίβοντας τους αντιπάλους τους, με τον Σαμουήλ και τον γιο του να γλιτώνουν από θαύμα. Όμως, νέα προβλήματα στις ανατολικές επαρχίες αναγκάζουν τον Βασίλειο να διακόψει ξανά τις επιχειρήσεις εναντίον των βορείων γειτόνων του, εκστρατεύοντας επιτυχώς στη Συρία και την Ιβηρία το διάστημα 998–1001 μ.Χ.

Τα επόμενα 4 έτη (1001–1005 μ.Χ.), ο Βασίλειος ανακτά χαμένα φρούρια και περιοχές, ενώ καταλαμβάνει αρκετές πόλεις που ανήκουν στο Βουλγαρικό κράτος, απαντώντας με γενναιοδωρία σε όσους αντιπάλους προσχωρούν σε αυτόν και τιμωρώντας όσους αυτομολούν στους Βουλγάρους ή επιδεικνύουν αχαριστία. Χαρακτηριστική είναι η ήττα που υπέστη ο Συμεών στον ποταμό Αξιό το 1004 μ.Χ., με τον ίδιο τρόπο που ηττήθηκε στον Σπερχειό. Για τα επόμενα χρόνια, γνωρίζουμε πως συνεχίστηκαν οι συγκρούσεις, με αποτέλεσμα να περιοριστεί σημαντικά η δύναμη του Σαμουήλ, με τον ίδιο να αναγκάζεται να τειχίσει τα ορεινά περάσματα που οδηγούσαν στο εσωτερικό του Βουλγαρικού κράτους.

Βάραγγος 11ου αι.

Ένα από τα σημαντικότερα περάσματα περνούσε μέσα από την κοιλάδα του Στρυμόνα, συνέχιζε στη συμβολή με τον ποταμό Στρώμνιτσα και μέσα από την κοιλάδα του στην ομώνυμη πόλη, απ’ όπου κανείς μπορούσε να εισχωρήσει στην καρδιά του Βουλγαρικού κράτους, μεταξύ Σκοπίων και Αχρίδος. Εκεί, στη θέση Κλειδίον, η οποία αποτελούσε το στενότερο σημείο της κοιλάδας του Στρώμνιτσα, ο τσάρος επάνδρωσε τις οχυρώσεις με περίπου 20.000 άνδρες και περίμενε τον αντίπαλό του.

Εκεί, πράγματι, στα τέλη Ιουλίου 1014 μ.Χ. φάνηκε ο στρατός του Βασιλείου.

Η οχυρή θέση του περάσματος, σε συνδυασμό με τις οχυρώσεις των Βουλγάρων και τις βολές των ακροβολιστών τους, κατέστησαν σαφές στον Βασίλειο πως δεν μπορούσε να καταλάβει το πέρασμα με κατά μέτωπον επίθεση. Τη λύση έδωσε ο στρατηγός Φιλιππουπόλεως, Νικηφόρος Ξιφίας, ο οποίος οδήγησε το τμήμα του στρατού που ο ίδιος διοικούσε, μέσω του υψώματος Βαλαθίστα, στα νώτα των Βουλγάρων. Έτσι, στις 29 Ιουλίου 1014 μ.Χ., οι δυνάμεις του Σαμουήλ αιφνιδιάζονται, δεχόμενοι επίθεση από τα νώτα τους, με τους Βυζαντινούς να επιτίθενται κραυγάζοντας. Το αποτέλεσμα του παράτολμου αυτού ελιγμού ήταν η άτακτη υποχώρηση των Βουλγάρων και η σύλληψη 15.000 αιχμαλώτων από τις δυνάμεις του Βασιλείου, με τον Σαμουήλ και τον γιο του να ξεφεύγουν κακήν κακώς.

Η πολυετής διαμάχη, η οποία συνοδεύτηκε από χιλιάδες νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους και από πολλές λεηλασίες και καταστροφές, επέφερε τεράστια ψυχική και σωματική κούραση και στις 2 πλευρές, με το μένος να ξεχειλίζει, οδηγώντας τον Βασίλειο σε μια βάρβαρη πράξη, εν μέρει αιτιολογημένη. Χώρισε τους 15.000 περίπου αιχμαλώτους σε ομάδες των 100, τυφλώνοντας σε καθεμία τους 99 και αφήνοντας τον 1 μονόφθαλμο, προκειμένου να οδηγήσει τους υπόλοιπους πίσω στην πατρίδα τους. Η τιμωρία της τύφλωσης εφαρμοζόταν σε όσους αποστατούσαν και επιδείκνυαν απειθαρχία στο κράτος και τον αυτοκράτορα. Έτσι, οι Βούλγαροι, θεωρούμενοι αποστάτες, δέχτηκαν αυτήν την σκληρή τιμωρία. Το θέαμα αυτό προκάλεσε αποπληξία στον ηγέτη του Βουλγαρικού κράτους, ο οποίος είδε τον «στρατό» του να εισέρχεται στην πρωτεύουσα κατεστραμμένος. Ο ίδιος πέθανε στις 6 Οκτωβρίου 1014 μ.Χ.

Η μάχη αυτή καθόρισε την έκβαση του πολέμου, καθώς όχι μόνο καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού των Βουλγάρων, αλλά χάθηκε και ο μαχητικός και επίμονος ηγέτης τους. Οι επόμενοι αρχηγοί αποδείχθηκαν κατώτεροι του προκατόχου τους, με τη νίκη να στέφει εν τέλει τα βυζαντινά όπλα και τα σύνορα να διευρύνονται.


Βιβλιογραφία

  • Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών
  • Σταυρίδου – Ζάφρακα Α. Η χρυσή εποποιία των ευκλεών στραταρχών αυτοκρατόρων, σε Συλλογικό έργο (Β΄ έκδ.) Ιστορία των Ελλήνων Τόμος 7 Βυζαντινός Ελληνισμός: Μεσοβυζαντινοί Χρόνοι Αθήνα: Εκδόσεις Δομή σσ. 403-443
  • Οικονομίδης Ν. Η ενοποίηση του Ευρασιατικού χώρου 945–1071/ Η επανάσταση των κομητοπούλων και η καταστολή της σε Συλλογικό Έργο (2015) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους τόμος 19 Βυζαντινός Ελληνισμός–Μεσοβυζαντινοί χρόνοι Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών σ. 124
  • Καρδαράς Γ. Θ. (2002) Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος–Το απόγειο της βυζαντινής δύναμης Αθήνα: Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία σσ. 56–65
  • Shepard J. (2008) The Cambridge History of the Byzantine Empire. New York: Oxford University Press σσ. 493–537

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Νίκος Μελιτσιώτης, Σύμβουλος Έκδοσης
Γεννήθηκε το 1997 στην Καλαμάτα και είναι επί πτυχίω φοιτητής στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Συμμετείχε σε αρχαιολογικά και ιστορικά συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητής και εθελοντής. Είναι ένθερμος μελετητής της Βυζαντινής Ιστορίας. Ασχολείται με τον παραδοσιακό χορό και τη συλλογή και μελέτη νομισμάτων.