19.4 C
Athens
Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ Χαρίλαος Τρικούπης και ο εκσυγχρονισμός του στρατεύματος

Ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο εκσυγχρονισμός του στρατεύματος


Του Παναγιώτη Τσελέκη,

Έχει ειπωθεί για τον Χαρίλαο Τρικούπη ότι είναι ο πρώτος ή ένας από τους πρώτους μεγάλους Έλληνες πολιτικούς-εκσυγχρονιστές και μ’ αυτό το εύσημο κατέχει μια σπουδαία θέση στην ιστορική συνείδηση των Ελλήνων.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης προσέφερε πράγματι μια νέα σύλληψη για τη θέση της Ελλάδας στην περιοχή της και στον κόσμο και ακολούθως μια νέα πρόταση για την εθνική και κοινωνική οργάνωση των Ελλήνων στο εσωτερικό της χώρας, που θα τους επέτρεπε να ανταποκριθούν στις ανάγκες μιας Ελλάδας που καλείτο να σταθεί ως ισότιμο μέλος στη διεθνή κοινότητα των αναπτυγμένων χωρών.

Στην Ελλάδα κυριαρχούσε τον 19ο αιώνα, και σε κάποιο βαθμό επιβιώνει ως σήμερα, ένα πνεύμα «κοινοτισμού». Τα κοινά γίνονται αντιληπτά ως προέκταση του ιδιωτικού. Το δημόσιο οφείλει να υπηρετεί δουλικά το ιδιωτικό και μάλιστα στις πιο ιδιοτελείς απαιτήσεις του. Αυτή η «κοινοτική» κουλτούρα και παράδοση, συσπείρωνε την κρατική γραφειοκρατία και τα τοπικά πολιτικά δίκτυα των πελατειακών σχέσεων και συγκροτούσε μια επιβαρυντική υποθήκη στη συγκρότηση της κοινωνίας των πολιτών. Έτσι, έτεινε να συγκροτηθεί μια ανίερη συμμαχία καθυστέρησης και αργόσυρτων βηματισμών, με τους οποίους ήταν αδύνατο να αντιμετωπισθούν, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, οι νέες κοινωνικές ανάγκες της χώρας μας.

Μέσα σε λίγες δεκαετίες, η Ελλάδα κλήθηκε να λύσει τρία γιγαντιαία προβλήματα:

α) Το εθνικό πρόβλημα των Ελλήνων

β) Την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας

γ) Την ένταξη της μικρής και αναιμικής ελληνικής οικονομίας στο παγκόσμιο σύστημα της αγοράς και της κατανομής της εργασίας.

Το έργο ήταν τιτάνιο. Στο ελεύθερο ελληνικό κράτος είχαν περιληφθεί μερικές μόνον εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων, ενώ έξω απ’ αυτό είχαν παραμείνει διάσπαρτα μερικά εκατομμύρια. Ο Εθνικός Αγώνας, που είχε διεξαχθεί στο όνομα του ελληνισμού και του Χριστιανισμού απέναντι στον οθωμανισμό και στο Ισλάμ, είχε επιτύχει σε μια μικρή γωνιά της κλασικής γης. Τα υπόλοιπα τμήματα του ελληνικού και χριστιανικού κόσμου παρέμεναν οραματικά στοιχεία του εθνικού σχεδίου.

Η Ελλάδα, λοιπόν, κλήθηκε να αναπτυχθεί οικονομικά, όχι μόνον για να αποδώσει στους κατοίκους της τους καρπούς της εργασίας τους, αλλά και για να φέρει εις πέρας ένα έξω-οικονομικό έργο, εκείνο της εθνικής ολοκλήρωσης, χωρίς το οποίο η ίδια η κοινωνία αισθανόταν λειψή και ανολοκλήρωτη.

Πιο συγκεκριμένα, αφού έλαβε τα απαραίτητα δυνατά μέτρα για την ασφαλή λειτουργία της καθημερινής ζωής των πολιτών, έστρεψε την προσοχή του στον εκσυγχρονισμό –μεταξύ άλλων– και του στρατεύματος και τη συνακόλουθη ισχυροποίησή του, ώστε να είναι σε θέση η χώρα να καθιστά σεβαστές τις διεκδικήσεις της. Η προσπάθεια εκσυγχρονισμού του στρατεύματος ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς η κατάστασή του ήταν κακή.

Ο Χαρ. Τρικούπης, γνωρίζοντάς το αυτό, επιδίωξε την ανασυγκρότηση του στρατεύματος, προβλέποντας σ’ ένα πειθαρχημένο σώμα στρατιωτικών µε μόρφωση και πολεμική ετοιμότητα, που θα απείχε από τις κομματικές αντιπαραθέσεις. Η ανάληψη του Υπουργείου Στρατιωτικών από τον ίδιο έδειξε από την πρώτη στιγμή τις προθέσεις του και την ιδιαίτερη σημασία που απέδιδε στο στράτευμα, αλλά αυτή του η ενέργεια, να κρατήσει δηλαδή ο ίδιος το Υπουργείο Στρατιωτικών, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στους επαγγελματίες στρατιωτικούς αλλά και στον βασιλέα, καθώς στο υπουργείο αυτό μέχρι τότε, εκτός σπανίων περιπτώσεων, εναλλάσσονταν στρατιωτικοί. Όμως, ο ίδιος δεν κάμφθηκε από τις αντιδράσεις, επέβαλε πειθαρχία στο στράτευμα από την πρώτη στιγμή και προχώρησε στη λήψη μέτρων για τη βελτίωσή του.

Η παρουσία του πρωθυπουργού στο Υπουργείο Στρατιωτικών μπορεί από τη μια πλευρά να προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά από την άλλη συνέβαλε στην αποδοχή των αποφάσεων για το στράτευμα από τα άλλα στελέχη της κυβέρνησης, λόγω του κύρους και της πυγμής του. Η «μη πολιτικοποίηση» του στρατού, καθώς και η οριστική αποχή του από τις κομματικές συγκρούσεις αποτέλεσαν τις βασικές επιδιώξεις της κυβέρνησης, όταν το φαινόμενο των εν ενεργεία αξιωματικών-βουλευτών λάμβανε επικίνδυνες διαστάσεις.

Οι νόμοι ΑΤΠ΄ και ΑΤΠΘ΄ του 1886 υποχρέωναν τους πολιτευτές που ήταν αξιωματικοί να τελούν σε υποχρεωτική άδεια, της οποίας ο χρόνος δε θα μετρούνταν στις κατ’ αρχαιότητα προαγωγές. Έτσι, ουσιαστικά, περιοριζόταν ή ακόμα και καταργείτο το δικαίωμα των αξιωματικών να πολιτεύονται, καθώς θα ήταν σε βάρος της στρατιωτικής τους σταδιοδρομίας.

Ο Χαρ. Τρικούπης αξιοποίησε δάνειο ύψους 40.000.000 δρχ., για την αναδιοργάνωση της Σχολής των Ευέλπιδων και την ίδρυση σχολών υπαξιωματικών του στρατού και του ναυτικού. Καθόρισε ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εισαγωγή στη Σχολή Ευελπίδων το απολυτήριο γυμνασίου και έκανε τη φοίτηση πενταετή, ώστε να την καταστήσει ισότιμη µε αυτή των πανεπιστημιακών σχολών. Το 1883 έστειλε στη Γαλλία δώδεκα αξιωματικούς, υπό τον υποστράτηγο Κορωναίο, µε σκοπό να παρακολουθήσουν ανώτερα στρατιωτικά μαθήματα και να αποκτήσουν γνώση και εμπειρία στην οργάνωση του στρατού. Παράλληλα, προσκάλεσε στην Ελλάδα Γάλλους στρατιωτικούς υπό το στρατηγό Βοσέρ και τους λοχαγούς Σεβαλιέ του πεζικού και Περυσιόν του πυροβολικού, οι οποίοι εκπόνησαν το 1885 νέο οργανισμό στρατού. Η αποστολή αυτή, που παρέμεινε και εργάστηκε στην Ελλάδα μέχρι το 1887, συνέταξε πολύτιμες μελέτες για την οχύρωση της χώρας και για ενδεχόμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Οι μελέτες, όμως, αυτές προσέκρουσαν στην αντίδραση αρκετών αξιωματικών του ελληνικού στρατού και παρέμειναν ανενεργές.

Στο ναυτικό δεν υπήρχε ειδική σχολή αξιωματικών και δεν περιλάμβανε στις τάξεις του μορφωμένα στελέχη. Μερικές οικογένειες νησιωτών, προπαντός Υδραίων, είχαν μονοπωλήσει τις θέσεις και την εξουσία στον πολεμικό στόλο της χώρας. Οι εξελίξεις στη ναυσιπλοΐα και στις τεχνικές της καθιστούσαν επιτακτική την ανάγκη αναδιοργάνωσης του ναυτικού. Το έργο αυτό ανατέθηκε και πάλι σε γαλλική αποστολή, µε επικεφαλής τον ναύαρχο Λεζέν, τον αντιπλοίαρχο Βιντάλ και τον ναυπηγό Ντυπόν. Η γαλλική αποστολή εκπόνησε μακρόπνοο ναυτικό πρόγραμμα και καθόρισε και το πρόγραμμα των ναυτικών εξοπλισμών, βάσει του οποίου ναυπηγήθηκαν στη Γαλλία το 1887 τα ισχυρά για την εποχή θωρηκτά Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, 4.900 τόνων και ωριαίας ταχύτητας 17,5 μιλίων. Στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος εντάσσεται και η ίδρυση σχολής ναυτικών δοκίμων τον Μάρτιο του 1884. Έτσι τέθηκαν οι βάσεις αξιόμαχου στόλου µε μορφωμένα, έμπειρα και ικανά στελέχη.


Βιβλιογραφία

  • Συλλογικό έργο, «Ο Χαρίλαος Τρικούπης και η εποχή του: Πολιτικές επιδιώξεις και κοινωνικές συνθήκες», Αθήνα 2000, σ. 568
  • Συλλογικό έργο, «Ιστορία των Ελλήνων: Νεώτερος ελληνισμός 1881-1910», Αθήνα 1990, 11τ., σ. 64, 74

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Τσελέκης
Παναγιώτης Τσελέκης
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Αποφοίτησε το 2018 από το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τίτλο «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία: Νέες θεωρήσεις και προοπτικές, ενώ παράλληλα ολοκληρώνει και το δεύτερο πτυχίο του σε προπτυχιακό επίπεδο στο Τμήμα Πολιτικών επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Έχει συμμετάσχει σε πλήθος σεμιναρίων, ημερίδων και συνεδρίων με θέματα που άπτονται του ενδιαφέροντός του.