17.6 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΠαρατηρητήριο Αμερικανικής ΠολιτικήςΟι εκλογές του 1800: Τα κόμματα ως συντελεστές της Συνταγματικής πραγματικότητας των...

Οι εκλογές του 1800: Τα κόμματα ως συντελεστές της Συνταγματικής πραγματικότητας των ΗΠΑ


Του Παναγιώτη Παλαιοκαστρίτη,

Με το πέρασμα από τον 18ο στον 19ο αιώνα, επήλθαν όχι ένα αλλά δύο γεγονότα που έμελλαν να καθορίσουν αποφασιστικά το νεοσύστατο θεσμικό πλαίσιο, που μέχρι τότε κάλυπτε το εκλογικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτά ήταν η σκληρή εκλογική αναμέτρηση του 1800 και η επακόλουθη 12η τροπολογία τον Σεπτέμβριο του 1804.

Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου μεταξύ της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και των 13 (πρώην) αποικιών της Βόρειας Αμερικής, οι αγωνιστές της επανάστασης έσπευσαν να συνεχίσουν το έργο τους για ένα νομικό πλαίσιο που θα είχε ως βασικό σκοπό τη συνοχή των απελευθερωμένων πολιτειών και τη διασφάλιση της ελευθερίας πάση θυσία. Τελικά, αυτό επιτεύχθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1787 με τη δημιουργία του «Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής» και με την επικύρωσή του τον Ιούνιο του 1788 από εννέα πολιτείες. Αφού είχε ήδη διαμορφωθεί το νομοθετικό σώμα με τη θεσμοθέτηση της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας και είχαν καθορισθεί οι αρμοδιότητες των δικαστηρίων, έμενε ανοιχτό το ζήτημα του πώς ο εκπρόσωπος της εκτελεστικής λειτουργίας θα έπαιρνε τη θέση του στη συνταγματική σκακιέρα.

Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση του 1878

Κατατέθηκαν αρκετές προτάσεις μεταξύ των οποίων ξεχώρισαν η εκλογή του Προέδρου απευθείας από τον Λαό ή από το Κογκρέσο. Αυτές οι προτάσεις όμως απορρίφθηκαν γρήγορα, διότι η πρώτη ναι μεν παρείχε μια δημοκρατική κατεύθυνση, έκανε όμως φανερό τον κίνδυνο οι πολίτες να ψηφίζουν τους «αγαπημένους γιους» των πολιτειών τους. Η δεύτερη, από την άλλη, έκανε τον εκπρόσωπο της εκτελεστικής εξουσίας αρκετά εξαρτημένο από το νομοθετικό σώμα. Αυτό θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και θα επέτρεπε να διατρέξει όλο το Συνταγματικό εποικοδόμημα ένα κύμα διαφθοράς, διχασμού και μηχανορραφιών. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν φανερό ότι η συνοχή της Ομοσπονδίας θα βρισκόταν σε μια συνεχόμενη απειλή. Η λύση που δόθηκε τελικά ήταν εξαιρετική. Αποφασίστηκε ο Πρόεδρος να εκλέγεται από ένα ειδικό σώμα που θα απολαμβάνει αρκετά εχέγγυα ανεξαρτησίας και αυτονομία στην επιλογή του. Πρόκειται για το «Σώμα των Εκλεκτόρων».

Αυτό το Εκλεκτορικό σώμα, αρχικά, αποτελούνταν από δύο εκλέκτορες για κάθε πολιτεία, αντίστοιχος αριθμός δηλαδή με τον αριθμό των Γερουσιαστών και ως προς τον επιπλέον αριθμό, αυτός καθοριζόταν αναλογικά με τον πληθυσμό της αντίστοιχης πολιτείας. Οι εκλέκτορες ήταν ανεξάρτητοι από το Κογκρέσο και είχαν ως βασικό σκοπό την εκλογή του Προέδρου. Όμως και σε αυτήν τη λύση υπήρχαν ψεγάδια. Ήταν πιθανόν το ενδεχόμενο οι εκλέκτορες αν είχαν μόνο μία ψήφο να προτιμούσαν τους «αγαπημένους γιους» της κάθε πολιτείας, οπότε αποφασίστηκε οι εκλέκτορες να έχουν δύο ψήφους ώστε η δεύτερη ψήφος να πηγαίνει υποχρεωτικά σε κάποιον υποψήφιο εκτός της Πολιτείας που βρισκόταν ο εκλέκτορας.

Το Σύνταγμα στην αρχική του μορφή όριζε ότι για να γίνει κάποιος Πρόεδρος έπρεπε να λάβει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων από τους εκλέκτορες. Ο δεύτερος σε σειρά ψήφων υποψήφιος διοριζόταν ως Αντιπρόεδρος. Σε περίπτωση που κανένας υποψήφιος δε λάμβανε την απαιτούμενη πλειοψηφία ή επερχόταν ισοψηφία, η Βουλή των Αντιπροσώπων ξεδιάλυνε το τοπίο επιλέγοντας αποφασιστικά τον Πρόεδρο μεταξύ των πέντε επικρατέστερων υποψηφίων. Αντιπρόεδρος θα επιλεγόταν αυτός που απέμενε με τις περισσότερες ψήφους και αν και εδώ επερχόταν ισοψηφία, τον αποφασιστικό λόγο τον είχε η Γερουσία μεταξύ των δύο επικρατέστερων. Αν και το Σώμα των Εκλεκτόρων ήταν μια δημιουργική λύση, δεν ήταν γραφτό να μείνει ανεξίτηλο λόγω της πραγματικότητας που δημιουργούσε η εισβολή των πολιτικών κομμάτων στη σκηνή του δράματος.

Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση όταν σχεδίαζε τον θεσμό των εκλεκτόρων δεν είχε λάβει υπόψη τον ρόλο που θα διαδραμάτιζαν τα πολιτικά κόμματα στο πεδίο μάχης της εκλογής του Προέδρου. Η δυναμική των κομμάτων ήταν πλέον γεγονός και οι εκλογές του 1800 έδειξαν ότι δε μπορούσαν να αγνοούνται πλέον από το εκλογικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών. Βασικοί πρωταγωνιστές στο έργο ήταν το κόμμα των Φεντεραλιστών, ένα κόμμα κατά βάση συντηρητικό και το κόμμα των Ρεπουμπλικανών που βρισκόταν στον δημοκρατικό άξονα. Ως υποψήφιος Πρόεδρος από την πλευρά των Φεντεραλιστών βρισκόταν ο πρώτος Αντιπρόεδρος και δεύτερος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών John Adams, ενώ από την πλευρά των Ρεπουμπλικανών ο δεύτερος Αντιπρόεδρος των Πολιτειών, ο Thomas Jefferson. Στις εκλογές του 1800, ο Jefferson υπερίσχυσε του Adams με 73 εκλεκτορικές ψήφους, έναντι των 65 του δεύτερου. Αυτό, όμως, που ήρθε για να αναδείξει την αχίλλειο πτέρνα του συστήματος των εκλεκτόρων ήταν η είσοδος και ενός τρίτου προσώπου. Αυτό το πρόσωπο ήταν ο Aaron Burr. Ο Burr διεκδικούσε τη θέση του Αντιπροέδρου και ήταν επίσης στέλεχος στο ίδιο κόμμα που βρισκόταν και ο Jefferson. Όταν ο πρώτος ισοβάθμησε στους ψήφους με τον τελευταίο, επήλθε μια αλυσιδωτή αντίδραση αναταραχών.

Καθώς το Σύνταγμα ως τότε δεν όριζε ξεχωριστές ψήφους για τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο και επειδή η αποφασιστική γνώμη ανήκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου για κάθε πολιτεία αναλογούσε και μία ψήφος, έγινε ορατός ο φόβος οι ηττημένοι φεντεραλιστές να αποκτήσουν έναν ισχυρό μοχλό πίεσης για την επιλογή του Προέδρου. Οι ρεπουμπλικανοί εκπροσωπούσαν οκτώ πολιτείες στη Βουλή, ενώ οι φεντεραλιστές μόλις έξι. Για την εκλογή του Προέδρου χρειαζόντουσαν τουλάχιστον εννέα ψήφοι. Οι φεντεραλιστές εκ πεποιθήσεως προτιμούσαν τον Burr έναντι του Jefferson, καθώς ο Burr δεν ήταν τόσο δημοκρατικός, ούτε ιδιαίτερα ιδεαλιστής σε σχέση με τον Jefferson. Όντας η κατάσταση έτσι, μέχρι τα μέσα του Φεβρουαρίου του 1801, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε 35 φορές χωρίς να έχει επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία, και με επικείμενη μέρα ορκωμοσίας τις 4 Μαρτίου ο κίνδυνος μιας βίαιης εξέλιξης σκίαζε την πορεία των πραγμάτων. Τελικά, αφού δόθηκαν εγγυήσεις από τον Jefferson ότι θα διατηρούσε το οικονομικό πρόγραμμα των φεντεραλιστών και θα απείχε από εκκαθαρίσεις φεντεραλιστών από τις θέσεις τους χωρίς ουσιαστικό λόγο, στις 17 Φεβρουαρίου του 1801 ο Thomas Jefferson εκλέχθηκε ο 3ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών με 10 ψήφους, έναντι των 4 του Burr.

Η εκλογική αναμέτρηση του 1800 ανέδειξε ότι το κομματικό φαινόμενο είχε γίνει πλέον ένας καθοριστικός παράγοντας που επηρέαζε άμεσα το Συνταγματικό πλαίσιο των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτή η παραδοχή οδήγησε στη 12η τροπολογία και την υιοθέτησή της τον Σεπτέμβριο του 1804, με την οποία επήλθαν βασικές αλλαγές. Αρχικά, ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος δε θα εκλέγονταν από τους εκλέκτορες σε μια ενιαία διαδικασία πλέον (όπως ίσχυε πριν την αναθεώρηση), αλλά οι εκλέκτορες θα ακολουθούσαν ξεχωριστή διαδικασία εκλογής για τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο. Πιο συγκεκριμένα, από τις δύο ψήφους που δικαιούνταν ο κάθε εκλέκτορας, η μία θα πήγαινε για την ανάδειξη του Προέδρου και η άλλη για την ανάδειξη του Αντιπροέδρου. Όπως και πριν, η μία από τις δύο ψήφους έπρεπε να πηγαίνει σε υποψήφιο που βρισκόταν εκτός της Πολιτείας του εκλέκτορα. Για την ανάδειξη του Προέδρου ήταν απαραίτητη η απόλυτη πλειοψηφία και αν δεν υπήρχε τέτοια πλειοψηφία, τότε η Βουλή των Αντιπροσώπων επέλεγε αποφασιστικά από τους τρεις επικρατέστερους σε ψήφους (σε σχέση με τους πέντε που ίσχυε προηγουμένως). Για τη θέση του Αντιπροέδρου ήταν, επίσης, απαραίτητη η απόλυτη πλειοψηφία και αν δεν υπήρχε τέτοια, τότε η Γερουσία επέλεγε αποφασιστικά από τους δύο επικρατέστερους υποψηφίους.

Εν κατακλείδι, οι εκλογές του 1800 και η 12η τροπολογία αν και αποτελούν δύο ξεχωριστά χρονικά γεγονότα, θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένας ενιαίος κρίκος της αλυσίδας, διότι με τη 12η τροπολογία έγινε δεκτή η στέγαση των πολιτικών κομμάτων κάτω από το πέπλο του Συντάγματος. Οι εκλογές του 1800 προετοίμασαν το έδαφος για τη 12η τροπολογία, η οποία καθορίζει τη διαδικασία της εκλογής του Προέδρου και του Αντιπροέδρου μέχρι και σήμερα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  • Kimberling, William C. (1992). Essays in Elections The Electoral College
  • Wood, Gordon (2009). Empire of liberty. A History of the Early Republic, 1789–1815
  • Alder, Carolyn (March 3, 2016). A Far Superior Method – the Original Electoral College

Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης

Γεννήθηκε το 1992 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπουδάζει Νομική στο ΑΠΘ. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά. Έχει έντονο ενδιαφέρον για την Πολιτική Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και τις διεθνείς σχέσεις. Φιλοδοξεί να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογία. Τέλος, ως χόμπι έχει την ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης
Παναγιώτης Παλαιοκαστρίτης
Γεννήθηκε το 1992 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Σπουδάζει Νομική στο ΑΠΘ. Γνωρίζει άριστα Αγγλικά. Έχει έντονο ενδιαφέρον για την Πολιτική Φιλοσοφία, την Ιστορία, την Κοινωνιολογία και τις διεθνείς σχέσεις. Φιλοδοξεί να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό στην Εγκληματολογία. Τέλος, ως χόμπι έχει την ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες.