Της Ανδριάνας Γιάτσιου,
Ως Κρητικό Ζήτημα, ορίζεται ο αγώνας για απελευθέρωση και ανεξαρτητοποίηση της νήσου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το 1830 μέχρι το 1913. Το Κρητικό Ζήτημα αποτελούσε μέρος του Ανατολικού Ζητήματος και πρωτοεμφανίστηκε το 1830, μετά την Ελληνική Επανάσταση, όταν προσδιορίστηκαν τα σύνορα της Ελληνικής Πολιτείας. Το νεοσυσταθέν κράτος δε συμπεριλάμβανε τη Μεγαλόνησο, παρά τη συμμετοχή της στον απελευθερωτικό αγώνα και τις θυσίες που υπέστη. Μετά από πολλούς αγώνες, η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε το Μάιο του 1913. Ποια ήταν, όμως, η κακοτράχαλη πορεία ως αυτή την ένωση;
Το 1821, με το ξέσπασμα της Επανάστασης, ξεσηκώθηκαν όλες οι περιοχές της σκλαβωμένης Ελλάδας. Η επανάσταση επέτυχε στην Κεντρική Ελλάδα, αλλά πολλές περιοχές, παρά τους αιματηρούς αγώνες, συνέχισαν να ζουν υπό τον τουρκικό ζυγό, συμπεριλαμβανομένης και της Κρήτης. Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, που υπεγράφη το Φεβρουάριο του 1830 από την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία αναγνώρισε, ως βόρεια σύνορα του νεοσυσταθέντος κράτους, τους ποταμούς Αχελώο και Σπερχειό. Όλες οι υπόλοιπες περιοχές θα συνέχιζαν να βρίσκονται υπό την απόλυτη κυριαρχία του Σουλτάνου. Στο μεταξύ, η Κρήτη, για το διάστημα 1830-1840, παραχωρήθηκε από τον Σουλτάνο στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου, Μοχάμετ Αλί, ο οποίος είχε βοηθήσει να καταπνιγεί η επανάσταση στο νησί. Μετά το τέλος της αιγυπτιοκρατίας, είχε αρχίσει να καλλιεργείται στην Κρήτη η ιδέα «του ανεξάρτητου νησιωτικού ελληνικού κράτους», η οποία ιδέα προωθήθηκε από την αγγλική διπλωματία. Οδηγήθηκε, λοιπόν, η μεγαλόνησος σε ακόμα μία επανάσταση, που διήρκησε τρία χρόνια (1866-1869). Η επανάσταση οργανώθηκε από την προσωρινή «Κυβέρνηση του Βουνού», ξεκίνησε από τα Χανιά με την πρώτη χρονιά να ολοκληρώνεται τραγικά, με το Ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου. Η θυσία της Μονής Αρκαδίου μεσουρανεί στις θυσίες που προσέφερε η Κρήτη, με 964 ανθρώπους -ανάμεσα τους 639 γυναικόπαιδα- να θυσιάζονται για την ελευθερία. Αν και η θυσία αυτή ξεσήκωσε τα φιλελληνικά αισθήματα στην Ευρώπη, με τη Συνθήκη των Παρισίων του 1869, οι Μεγάλες Δυνάμεις κατέστησαν σαφή την πρόθεσή τους να εμποδίσουν οποιαδήποτε εξέγερση κατά του Σουλτάνου. Το 1868, ο Σουλτάνος, με σκοπό να κατευνάσει την επανάσταση, παραχώρησε τον Οργανικό Νόμο, ο οποίος έδινε κάποια παραπάνω δικαιώματα στους Έλληνες της Κρήτης. Με το νόμο αυτό, η Κρήτη περνούσε σε καθεστώς ημιαυτονομίας και Χριστιανοί θα διορίζονταν σε διοικητικές θέσεις και σε δικαστήρια.
Το 1878, λόγω έκρυθμης κατάστασης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και λόγω διαρκών παραβάσεων του Οργανικού Νόμου, οι Κρήτες οδηγήθηκαν πάλι σε επανάσταση, αυτή τη φορά παγκρήτια. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, ανάγκασαν την Τουρκία να εφαρμόσει τον Οργανικό Νόμο και τον ίδιο χρόνο υπεγράφη ο Χάρτης της Χαλέπας, στο Συνέδριο του Βερολίνου. Παρόλο που τα πράγματα ξεκινούσαν να βελτιώνονται, η πραγματική επιθυμία των Κρητών ήταν να εκδιώξουν τον βασανιστικό τουρκικό ζυγό και να ενωθούν και πάλι με την Ελλάδα. Προχώρησαν, έτσι, σε επανάσταση το 1889, η οποία κατεπνίγη στο αίμα. Η επανάσταση έδωσε την αφορμή στην Πύλη να ανακαλέσει τα προνόμια του Χάρτη της Χαλέπας. Η περίοδος 1889-1894, χαρακτηρίστηκε, για την Κρήτη, η σκληρότερη όλης της Τουρκοκρατίας, με τους Βαβιζούκους* να προχωρούν σε πρωτόγονες αγριότητες κατά του άμαχου πληθυσμού. Το 1897, με τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο, η Ελλάδα ανακάλεσε τις δυνάμεις της από το νησί και το όνειρο της Ένωσης κατέστη «έπος πτερόεν». Το 1898, μετά από βιαιότητες εξαγριωμένων Τούρκων εις βάρος του άμαχου πληθυσμού, οι Δυνάμεις επενέβησαν, απαγχονίζοντας τους πρωταίτιους του επεισοδίου και απομακρύνοντας τον τουρκικό στρατό από την Κρήτη. Ο πρίγκιπας Γεώργιος έφτασε την 9η Δεκεμβρίου στο νησί, ως εντολοδόχος των Μεγάλων Δυνάμεων και οι Κρήτες κατέθεσαν τα όπλα. Προδιαγραφόταν πια ένα καλύτερο μέλλον για τον ταλαιπωρημένο κρητικό λαό, μετά από 500 χρόνια σκλαβιάς.
Ο πρίγκιπας Γεώργιος ορίστηκε Ύπατος Αρμοστής, ανέλαβε επίσημα, από τον ναύαρχο Ποτιέ, τη διοίκηση της Κρήτης και το νησί τέθηκε υπό διεθνή προστασία. Στο μεταξύ, συντάχθηκε το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας και ορκίστηκε η πρώτη Κρητική Κυβέρνηση, με υπουργό Δικαιοσύνης τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως, ο υπερβολικός συντηρητισμός του Συντάγματος, οι υπερεξουσίες που έδινε στον Γεώργιο και η εμμονή του να διαχειρίζεται εκείνος αποκλειστικά το ζήτημα της Ένωσης, οδήγησαν σε κρίση, που κορυφώθηκε με την απόλυση του Βενιζέλου, το 1901. Ο Βενιζέλος, μαζί με τον Κ. Φούμη και τον Κ. Μάνο, σχημάτισαν την Ηνωμένη Αντιπολίτευση και ζητούσαν μεταβολή του Συντάγματος. Η εμφύλια σύγκρουση ήταν πια προ των πυλών. Οι επαναστάτες κατέφυγαν στη φύσει οχυρή θέση του Θερίσου, στα Χανιά. Ο πρίγκιπας έδωσε τριήμερη προθεσμία στον Βενιζέλο και στους επαναστάτες, να καταθέσουν τα όπλα. Μετά τη λήξη της απράκτου και με τη συνδρομή των Μεγάλων Δυνάμεων, επέβαλλε στρατιωτικό νόμο. Στο μεταξύ, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Θεόδωρος Δηλιγιάννης, υπό την πίεση του παλατιού, καυτηρίασε την επανάσταση με σκληρές δηλώσεις. Οι Δυνάμεις, βλέποντας την αδιαλλαξία των επαναστατών να καταθέσουν τα όπλα και φοβούμενοι και πάλι εμφύλια σύρραξη, χορήγησαν γενική αμνηστία, επέτρεψαν στο βασιλιά να διορίζει τον Ύπατο Αρμοστή, αλλά δεν επέτρεψαν την Ένωση με την Ελλάδα. Το νησί τέθηκε στην ουσία sui generis στην ελληνική επαρχία. Ο πρίγκιπας Γεώργιος παραιτήθηκε και στη θέση του διορίστηκε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Από το 1908 μέχρι το 1911 στην Κρήτη, προσωρινά κυβερνητικά σχήματα είχαν την εξουσία. Στο μεταξύ, ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε αναλάβει χρέη Πρωθυπουργού στην Ελλάδα, μετά το Κίνημα στο Γουδί. Το 1911, ο Βενιζέλος, για διπλωματικούς λόγους, αρνήθηκε την είσοδο Κρητών βουλευτών στο ελληνικό κοινοβούλιο, πυροδοτώντας νέα πάθη και μίση, με τους Κρήτες να πιάνουν και πάλι τα όπλα. Η επανάσταση αυτή κατευνάστηκε. Με την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913), ο Βενιζέλος απέστειλε τον φίλο του, Στέφανο Δραγούμη, ως γενικό διοικητή της νήσου (Οκτώβριος 1912). Τον Φεβρουάριο του 1913, αφαιρέθηκαν από το φρούριο της Σούδας οι σημαίες της Τουρκίας και των Μεγάλων Δυνάμεων και στο σημείο τοποθετήθηκε μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή «Τουρκοκρατία εν Κρήτη 1669-1913 ήτοι 267 έτη, 7 μήνες και 7 ημέραι, έτη αγωνίας». Με τη Συνθήκη του Λονδίνου (Μάιος 1913), ο Σουλτάνος παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματά του στην Κρήτη, την οποία και παραχώρησε στις Μεγάλες Δυνάμεις. Με ιδιαίτερη συνθήκη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (Συνθήκη των Αθηνών, 14 Νοεμβρίου 1913), η Κρήτη εντάχθηκε στην ελληνική επικράτεια ως αναπόσπαστο κομμάτι, χωρίς καμία ένσταση από τις Δυνάμεις.
Την 1η Δεκεμβρίου του 1913, κηρύχθηκε επίσημα η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, παρουσία του βασιλιά Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Η ελληνική σημαία υψώθηκε στο ιστορικό φρούριο του Φιρκά.
*Βαβιζούκοι- εξαγριωμένοι άτακτοι Οθωμανοί
Βιβλιογραφία
- Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. ΙΒ’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1975
- Πρίγκιπος Γεωργίου της Ελλάδος, Αναμνήσεις εκ Κρήτης, 1898-1906, Αθήνα 1959
Γεννημένη το 1997, κατάγεται από τα Γρεβενά και διαμένει στη Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ. Κατεύθυνση της είναι η Αρχαιολογία, την οποία αγαπά από μικρό παιδί. Έχει άριστη γνώση αγγλικών και μέτρια γνώση γερμανικών. Στον ελεύθερό της χρόνο, μελετά ιστορία με ιδιαίτερη προτίμηση στη νεότερη και διαβάζει αγγλική λογοτεχνία.