Της Μαριάνθης Κοκοράκη,
To έργο «Ο Αγών μου» του Χίτλερ, γραμμένο από τον ίδιο κατά την διάρκεια της φυλάκισής του το 1924, αποτελεί το πιο γνωστό και δημοφιλές ναζιστικό κείμενο, ενώ παράλληλα, αποτελεί από τα πιο αμφιλεγόμενα και επικίνδυνα πολιτικά κείμενα του 20ου αιώνα. Το έργο αυτό, είναι πολλά περισσότερα από ένα απλό αφήγημα. Το συγκεκριμένο βιβλίο λειτουργεί ως ιδεολογικό μανιφέστο του ναζιστικού κινήματος και περιγράφει με απόλυτη σαφήνεια τις απόψεις και τις ιδεολογικές αντιλήψεις του συγγραφέα, οι οποίες, λίγο αργότερα μετατράπηκαν σε πολιτική δράση με τραγικές συνέπειες για την Ευρώπη και την ανθρωπότητα. Η ιστορική μελέτη του «Αγών μου», δεν αποσκοπεί στην αναπαραγωγή της προπαγάνδας του, αλλά στην κατανόηση των μηχανισμών, με τους οποίους ένα τέτοιο έργο συνέβαλε στην άνοδο του ναζισμού και στην διαμόρφωση της πιο σκοτεινής περιόδου του 20ου αιώνα.
Όταν άρχισε ο Χίτλερ να γράφει το έργο αυτό, βρισκόταν μέσα στις φυλακές του Landsberg, αφού καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία. Ο ίδιος προσπάθησε να ανατρέψει την δημοκρατία της Γερμανίας, τον Νοέμβριο του 1923, στο Πραξικόπημα της Μπυραρίας. Αν και το πραξικόπημα απέτυχε θεωρητικά και πρακτικά, ο Χίτλερ χρησιμοποίησε την αίθουσα του δικαστηρίου κατά την διάρκεια της δίκης του, προκειμένου να διαδώσει τη ναζιστική προπαγάνδα. Και ενώ ήταν σχετικά άγνωστος στο κοινό, ξαφνικά απέκτησε φήμη παγκόσμιας εμβέλειας. Παρόλα αυτά, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης πέντε ετών, την οποία εξέτισε σε λιγότερο από εννέα μήνες.
Παρόλο που η πολιτική του πορεία παρέμενε στάσιμη, ο ίδιος πίστευε πως η έκδοση του έργου του, θα του επέφερε πολλά κέρδη και θα του χρησίμευε ως μέσο προπαγάνδας για να προωθήσει τις ριζοσπαστικές του ιδεολογίες και να επιτεθεί σε εκείνους που πίστευε ότι πρόδιδαν τον ίδιο και την χώρα του.

Αρχικά, ο Χίτλερ σκόπευε να τιτλοφορήσει το βιβλίο του «4 ½ Χρόνια Αγώνας κατά του Ψεύδους, της Βλακείας και της Δειλίας» όμως, το βιβλίο πήρε και επίσημα τον τίτλο «Ο Αγών μου». Ο πρώτος τόμος εκδόθηκε στις 18 Ιουλίου 1925 από τον εκδοτικό οίκο του Ναζιστικού Κόμματος, τον Franz Eher Verlag, ενώ ο δεύτερος τόμος κυκλοφόρησε την επόμενη χρονιά. Το καλοκαίρι του 1928, ο Χίτλερ συνέγραψε ένα δεύτερο βιβλίο, στο οποίο ανέπτυσσε περαιτέρω τις ιδέες του για τη διεθνή πολιτική. Ωστόσο, το έργο αυτό, δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. Το χειρόγραφο του βιβλίου βρέθηκε το 1958, στα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ, ανάμεσα σε έναν τεράστιο όγκο εγγράφων που είχαν κατασχεθεί από τους Αμερικανούς μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το βιβλίο «Ο Αγών μου» δεν έγινε αμέσως εμπορική επιτυχία. Η πρώτη έκδοση, που αριθμούσε 10.000 αντίτυπα, πουλήθηκε σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που οδήγησε σε δεύτερη έκδοση. Ωστόσο, στη συνέχεια οι πωλήσεις άρχισαν να πέφτουν γρήγορα. Η κατάσταση άλλαξε ριζικά το 1930, όταν το Ναζιστικό Κόμμα κατέγραψε σημαντική άνοδο στις βουλευτικές εκλογές. Το 1928, οι Ναζί είχαν μόλις 12 έδρες στο Ράιχσταγκ, από περίπου 500 συνολικά. Το 1930, οι έδρες τους αυξήθηκαν σε 107, και το καλοκαίρι του 1932 έφτασαν τις 230, κατακτώντας την πρώτη θέση σε κοινοβουλευτική δύναμη. Η άνοδος αυτή είχε αντίκτυπο και στις πωλήσεις του βιβλίου, που αυξήθηκαν εντυπωσιακά. Μέχρι το τέλος του 1932, είχαν διατεθεί περίπου 230.000 αντίτυπα. Μετά την ανάληψη της καγκελαρίας από τον Χίτλερ στις 30 Ιανουαρίου 1933, η ζήτηση για το «Ο Αγών μου» εκτοξεύτηκε, και ο ίδιος απέκτησε τεράστια περιουσία. Μέσα σε εκείνη τη χρονιά και μόνο, πωλήθηκαν πάνω από 850.000 αντίτυπα. Ο εκδοτικός οίκος του Ναζιστικού Κόμματος εφάρμοσε μια επιθετική εμπορική πολιτική, ενθαρρύνοντας —και σε πολλές περιπτώσεις πιέζοντας— το κοινό, τα γερμανικά ιδρύματα και τις ναζιστικές οργανώσεις να αγοράζουν το βιβλίο.
Η προπαγανδιστική μηχανή του καθεστώτος συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδειξη του Χίτλερ από απλό στρατιώτη και πολιτικό, σε αλάνθαστη και σχεδόν θεϊκή μορφή, κάτι που ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τις πωλήσεις του έργου. Μέχρι το τέλος του 1944, είχαν εκδοθεί πάνω από 12 εκατομμύρια αντίτυπα, με τη μεγάλη πλειονότητα να κυκλοφορεί μετά το 1939. Για να ενισχυθεί περαιτέρω η κυκλοφορία, ο ναζιστικός εκδοτικός οίκος δημιούργησε ειδικές και επετειακές εκδόσεις του βιβλίου — μεταξύ αυτών και σε γραφή μπράιγ, αλλά και εκδόσεις αφιερωμένες σε νεόνυμφους ή στα 50ά γενέθλια του Χίτλερ το 1939. Επιπλέον, επιτράπηκε η μετάφραση του βιβλίου σε πολλές γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των αγγλικών.
Μετά την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας τον Μάιο του 1945, οι Συμμαχικές Δυνάμεις ξεκίνησαν μια οργανωμένη προσπάθεια εκκαθάρισης της ναζιστικής προπαγάνδας. Αφαίρεσαν βιβλία, χάρτες, ταινίες, αγάλματα, σημαίες και σύμβολα από δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους — όπως βιβλιοθήκες, πανεπιστήμια, καταστήματα, κυβερνητικά κτίρια και δρόμους. Σύμφωνα με τις συμφωνίες που είχαν επιτευχθεί στις διασκέψεις της Γιάλτας και του Πότσνταμ, στόχος ήταν να εξαλειφθεί ο ναζισμός και ο μιλιταρισμός, ώστε η Γερμανία να μετατραπεί σε μια ειρηνική, δημοκρατική κοινωνία.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, οι Σύμμαχοι απαγόρευσαν την κυκλοφορία του «Ο Αγών μου» και άλλων παρόμοιων ναζιστικών έργων, ενώ παράλληλα απαγόρευσαν και την επανέκδοσή τους. Αργότερα, οι αμερικανικές αρχές μεταβίβασαν τα πνευματικά δικαιώματα του βιβλίου στην κυβέρνηση της Βαυαρίας, η οποία τα χρησιμοποίησε για να αποτρέψει νέες εκδόσεις, τόσο εντός Γερμανίας, όσο και στο εξωτερικό —με εξαίρεση τις αγγλικές μεταφράσεις. Παρ’ όλες τις προσπάθειες, δεν κατάφερε ποτέ να σταματήσει εντελώς την ανατύπωση του βιβλίου, το οποίο συνέχισε να κυκλοφορεί σε πολλές γλώσσες, τόσο έντυπα, όσο και διαδικτυακά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- O Aγών μου, encyclopedia.ushmm.org, διαθέσιμο εδώ
- «Ο Αγών μου», sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ
-
Τα μυστικά του: Ο Αγών μου, το απαγορευμένο βιβλίο που άλλαξε τον κόσμο, akako.gr, διαθέσιμο εδώ