Της Μαρίας Κουλούρη,
Για τους περισσότερους ανθρώπους το ύψιστο «δώρο» είναι η απόκτηση ενός παιδιού, γι’ αυτό μεγαλώνοντας επιθυμούν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια και κάνουν προσπάθειες ως προς αυτό. Κάποιοι, ωστόσο, δεν δύνανται να βρεθούν στη θέση του γονέα για λόγους υγείας και η απόκτηση ενός παιδιού απαιτεί υπέρμετρη προσπάθεια και ψυχικό κάματο. Σε μια τέτοια κατάσταση βρίσκεται ο πρωταγωνιστής του βιβλίου Τασμανία και η σύζυγός του. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.

Την Τασμανία υπογράφει ο συγγραφέας Πάολο Τζορντάνο. Ο Τζορντάνο γεννήθηκε το 1982 στο Τορίνο και σπούδασε θεωρητική φυσική. Ζει στη Ρώμη και είναι διδάκτωρ στη Φυσική των Στοιχειωδών Σωματιδίων. Στο συγγραφικό του έργο μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται οι τίτλοι Η Μοναξιά των πρώτων αριθμών, Το ανθρώπινο σώμα, Το μαύρο και το ασημί και Καταβροχθίζοντας τον ουρανό. Η Τασμανία συμπεριλήφθηκε στη λίστα του The New Yorker με τα καλύτερα βιβλία του 2024.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στις σχετικές με το βιβλίο πληροφορίες. Πρωταγωνιστής του είναι ο Πάολο, ένας δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο οποίος είναι παντρεμένος με τη Λορέντσα. Το ζευγάρι είναι πολύ ερωτευμένο και προσπαθεί να αποκτήσει ένα παιδί εδώ και τρία χρόνια, δίχως όμως επιτυχία. Εν τέλει, μετά από τις πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, η Λορέντσα αποφασίζει να σταματήσει να προσπαθεί, αφού δεν υπάρχουν θετικά αποτελέσματα.
Με αφορμή αυτή την απόφαση της συζύγου του, ο Πάολο έρχεται σε συνεννόηση με τη δουλειά του ώστε να καλύψει τη διάσκεψη για το κλίμα που λαμβάνει χώρα στο Παρίσι, συγκεκριμένα το 2015, ύστερα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο θέατρο Μπατακλάν. Έπειτα από όσα αναλύονται στη διάσκεψη, ο Πάολο αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο, το οποίο ως κεντρικό του θέμα θα έχει τις δύο ατομικές βόμβες που έπεσαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945. Για να πετύχει τον σκοπό του αυτόν, διαβάζει αφηγήσεις και προσωπικές μαρτυρίες πολλών διασωθέντων των βομβιστικών επιθέσεων, καθώς και πολλές συνεντεύξεις.
Τις περισσότερες πληροφορίες τις λαμβάνει από τον διασωθέντα Τερούμι Τανάκα από τον οποίο μαθαίνει πολλά για την επίθεση στο Ναγκασάκι. Οι πληροφορίες αυτές, αναμνήσεις του επιζήσαντα, γεμάτες συντρίμμια, στάχτες, νεκρούς και τραυματίες, περιγράφονται με τόσο παραστατικό τρόπο, που το αναγνωστικό κοινό νιώθει σαν να βιώνει μια περιπλάνηση στα ερείπια του Ναγκασάκι. Αξιοσημείωτη είναι η πληροφορία πως αρχικά είχε επιλεγεί άλλη πόλη για τον βομβαρδισμό, η Κοκούρα, όμως λόγω της έντονης συννεφιάς της 9ης Αυγούστου 1945, επιλέχθηκε τελικά το Ναγκασάκι. Τέλος, ο Πάολο αποφασίζει να πραγματοποιήσει στη Χιροσίμα, ώστε να δει από κοντά τον τόπο της τραγωδίας, ανήμερα της επετείου της 6ης Αυγούστου.
Ο Τζορντάνο καταφέρνει να οδηγήσει τον αναγνώστη στο να αγαπήσει την ειλικρινή θλίψη του έργου του, μια θλίψη που εκφράζεται με έντονο στοχασμό. Ο Πάολο επιδιώκει να βρει διέξοδο από τη δύσκολη πραγματικότητά του σε μια πόλη που προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της, συνδέοντας πολλές και συλλογικές «καταστροφές» με τη δική του.