Του Θεμιστοκλή Καγκέλη,
Στα Λακωνικά Αποφθέγματα, ο Πλούταρχος μάς εξιστορεί μία μοναδική σκηνή στα χρονικά της αρχαιότητας. Ο Λυκούργος, μέγας νομοθέτης της Αρχαίας Σπάρτης, παρουσιάζεται μία μέρα ενώπιον της Γερουσίας με δύο κουτάβια στα χέρια του. Λέει ότι και τα δύο είναι απ’ τους ίδιους γονείς, αλλά τους χωρίζει μία ειδοποιός διαφορά: Το ένα έζησε μέσα στην άνεση και την πολυτέλεια του σπιτιού του, ενώ το άλλο το έπαιρνε μαζί του για κυνήγι. Εν συνεχεία, τα άφησε κάτω και τοποθέτησε μπροστά τους, αφενός, ένα μπολ με σκυλοτροφή και, αφετέρου, έναν ζωντανό λαγό. Όπως ήταν αναμενόμενο, το καλομαθημένο κουτάβι πήγε, αργά-αργά, στην έτοιμη τροφή, ενώ το εκπαιδευμένο έτρεξε και κατασπάραξε τον λαγό. «Βλέπετε, πολίτες, πόσο διαφορετικοί κατέληξαν αυτοί οι δύο, ενώ είναι από το ίδιο γένος. Να γνωρίζετε, λοιπόν, ότι η άσκηση είναι πιο ισχυρή απ’ τους φυσικούς νόμους για να παράξουν κάλλος και τελειότητα» είπε με στόμφο. Αυτή η ρήση αποτελούσε το επιστέγασμα της θεωρίας του, ότι η ανατροφή παίζει μεγαλύτερο ρόλο απ’ ό,τι η καταγωγή, και σε αυτό ακριβώς βάσισε το όραμά του για τη Σπάρτη. Σήμερα, λοιπόν, θα βουτήξουμε στα χρονικά της Σπάρτης και θα δούμε πως έζησε και τι κατάφερε ο μεγαλύτερος νομοθέτης της πρώιμης ελληνικής αρχαιότητας, ο Λυκούργος.
Αρχικά, πώς ανήλθε ο Λυκούργος στην εξουσία και γιατί ένιωσε την ανάγκη για πολιτειακές αλλαγές; Βρισκόμαστε στη Σπάρτη του 7ου αι., δηλαδή σε μία έκταση τριπλάσια περίπου τις Αττικής, όπου κοχλάζει μία κοινωνική κρίση, λόγω εξεγέρσεων στη Μεσσηνία έναντι των γαιοκτητικών ευγενών. Προκειμένου, λοιπόν, να σωθεί η αριστοκρατία, ανέκυψε επιτακτική ανάγκη να αντικατασταθούν τα γρανάζια της Λακεδαιμονίου Πολιτείας, μέσω μίας μεγάλης ψευδο-συνταγματικής μεταρρύθμισης, που θα επαναπροσδιόριζε την κοινωνική διαστρωμάτωση του τόπου. Ο Λυκούργος, αδερφός του ενός απ’ τους δύο βασιλείς της Σπάρτης, του Πολυδέκτη, έλαβε το κάλεσμα της εξουσίας όταν εκείνος πέθανε και η πόλη έμεινε χωρίς διάδοχο. Έτσι, ο Λυκούργος επωμίστηκε τα καθήκοντα του βασιλέα και το έκανε στόχο ζωής να σώσει τη Σπάρτη απ’ τη σίγουρη καταστροφή που αχνοφαινόταν στον ορίζοντα.
Στη συνέχεια, μαθαίνει ότι η γυναίκα του Πολυδέκτη είναι έγκυος με αγόρι, πράγμα που σήμαινε ότι, τελικά, υπήρχε εξασφαλισμένος διάδοχος για τη Σπάρτη: Ο Χαρίλαος. Αυτό προκαλεί μεγάλη αναταραχή και κάνει τη σύζυγο του Πολυδέκτη να φοβάται για τη ζωή του γιού της, επειδή πίστευε πως θα τον σκότωνε ο Λυκούργος για να σφετεριστεί εκείνος τον θρόνο. Ακούγοντας μία τέτοια κατηγορία και επιδεικνύοντας βαθιά αξιοπρέπεια και ανδρισμό, ο Λυκούργος παραιτείται αμέσως και φεύγει απ’ τη Σπάρτη μέχρι να ενηλικιωθεί ο Χαρίλαος και να είναι ικανός να κυβερνήσει.

Στα ταξίδια του, ο Λυκούργος έρχεται σε επαφή με διάφορους πολιτισμούς και μελετά τα νομικά τους συστήματα. Μεταξύ άλλων, περνά απ’ την Κρήτη, την Ιωνία, την Ινδία και την Αίγυπτο, όπου τον συναρπάζει ο διαχωρισμός των στρατιωτών από το υπόλοιπο σώμα των πολιτών. Τότε ήταν που τέθηκαν τα θεμέλια της πολιτικής του ιδεολογίας. Ωστόσο, μετά από περίπου μία δεκαετία, ο λαός της Σπάρτης τον ζητούσε πίσω. Η ώρα να επιστρέψει είχε έρθει.
Το Μαντείο των Δελφών ήταν η πρώτη του στάση –αποφασισμένος να εφαρμόσει τις γνώσεις του επάνω στο πολίτευμα της Σπάρτης, έπρεπε να είναι σίγουρος πως έκανε το σωστό. Πήγε, λοιπόν, στην Πυθία, η οποία του έβγαλε χρησμό πως «όποιος λαός ακολουθήσει τους νόμους σου, θα γίνει ο σπουδαιότερος όλων». Αυτή η βεβαίωση ήταν το κίνητρο που ήθελε για να προχωρήσει στη Σπάρτη. Αφότου έφτασε, επισκέφθηκε κάθε άρχοντα για να κερδίσει την εύνοιά του και να προτείνει μεταρρυθμίσεις. Η υποδοχή του λαού ήταν μεγαλειώδης και χαρμόσυνη, μιας και τον έβλεπαν ως τον σωτήρα που θα έβγαζε την πόλη τους απ’ τον πολιτικό βούρκο στον οποίο βρισκόταν. Ο Λυκούργος, όμως, δε γύρευε κανένα αξίωμα στη Σπάρτη –αυτό που ήθελε ήταν, απλώς, να έχει την άτυπη θέση ενός μεταρρυθμιστή / νομοθέτη με έμμεση πολιτική επιρροή. Έτσι κι έγινε.
Πέφτει αμέσως στη δουλειά και καταστρώνει ένα νέο «σύνταγμα»: Τη «Μεγάλη Ρήτρα». Η Μεγάλη Ρήτρα ήταν το magnum opus του νομοθέτη. Συνδύαζε με μεγάλη λεπτομέρεια ό,τι είχε μάθει στα ταξίδια του ο Λυκούργος και κάθε της λέξη στόχευε να επιλύσει καθένα από τα πάθη της Λακεδαιμονίου Πολιτείας. Ωστόσο, είχε μία ιδιαιτερότητα: Δεν ήταν κείμενη νομοθεσία και άρα δε μπορούμε να πούμε πως αποτελούσε σύνταγμα. Ήταν εξ ολοκλήρου προφορική, όφειλε να τη ξέρει και να την ακολουθεί κατά γράμμα κάθε Σπαρτιάτης, και περνούσε από γενιά σε γενιά. Αυτό συνέβαινε, γιατί ο Λυκούργος πίστευε πως έτσι οι νόμοι θα βρίσκονται (κυριολεκτικά) μέσα σε κάθε πολίτη και δε θα είναι απλά γραμμένοι σε κάποιο «κουρελόχαρτο», όπως ο ίδιος έλεγε. Τί άλλαζε, όμως η Μεγάλη Ρήτρα;
Πάνω απ’ όλα, η Ρήτρα κήρυσσε την ευνομία, ένα μια έννοια άγνωστη για τον αρχαίο κόσμο. Η ευνομία σήμαινε την απόλυτη κυριαρχία του νόμου και την υποταγή του ατόμου στο θεσπισμένο προς το συμφέρον της κοινότητας κανόνα. Με απλά λόγια, ευνομία σήμαινε πειθαρχία. Επίσης, με το «σύνταγμα» του Λυκούργου, οι Σπαρτιάτες (ευγενείς και μη) ονομάζονται πλέον Όμοιοι, πράγμα που διέλυσε αρχικά την αριστοκρατία και την ενσωμάτωσε μέσα στις τάξεις των απλών πολιτών. Επίσης, ο Λυκούργος κατήργησε την ατομική ιδιοκτησία του εδάφους και εγκαθίδρυσε την έννοια του κλήρου. Κλήρος ήταν το αγροτεμάχιο που ανήκε στην πολιτεία. Όλη η Σπάρτη διαιρέθηκε σε 8000 κλήρους (όσοι και οι πολίτες), με ίση παραγωγικότητα, οι οποίοι κατανεμήθηκαν στους πολίτες. Αυτά τα τεμάχια γης ήταν αναπαλλοτρίωτα, δηλαδή απαγορεύονταν οι αγοραπωλησίες τους μεταξύ ιδιωτών, μεταβιβάζονταν μέσω κληρονομικής διαδοχής και η μόνη οικονομική δραστηριότητα που επιτρεπόταν επί αυτών ήταν η εκμετάλλευσή τους απ’ τους είλωτες. Θα μιλήσουμε γι αυτούς παρακάτω.

Αυτές ήταν κάποιες πρώτες αλλαγές. Στο πρακτικό κομμάτι, και στις βασικότερες μεταρρυθμίσεις, συγκαταλέγονταν τέσσερις βασικοί άξονες. Πρώτον, εγκαθιδρυόταν η απέλλα, δηλαδή η συνέλευση των πολιτών που έλεγχε τις αποφάσεις της Γερουσίας. Πρακτικά, η απέλλα ήταν μία ψευδαίσθηση για τους Ομοίους ότι συμμετέχουν στα κοινά, και ο θεσμός χαρακτηρίσθηκε «παιδαριώδης» απ’ τον Αριστοτέλη. Δεύτερον, εμφανίζεται η Γερουσία, ένα συμβούλιο αποτελούμενο από Γέροντες, δηλαδή την αφρόκρεμα της Σπαρτιατικής κοινωνίας: Σοφούς και καταξιωμένους άνδρες άνω των 60 ετών. Πρακτικά, η Γερουσία ετοίμαζε τα νομοσχέδια της Πολιτείας, εκτελούσε χρέη ποινικού δικαστηρίου και αποτελούσε το προπύργιο συντηρητισμού, προσήλωσης στην παράδοση και συνέχειας της διακυβέρνησης. Τρίτον, η Μεγάλη Ρήτρα φέρνει έναν ακόμα θεσμό, ώστε να ανταγωνιστεί τους δυο βασιλείς και να εκπροσωπηθεί το λαϊκό στοιχείο. Αυτός ο θεσμός ήταν οι έφοροι, εκλεγόμενοι απ’ την απέλλα, οι οποίοι αργότερα απετέλεσαν το μεγαλύτερο τροχοπέδη στην αναβίωση μιας αριστοκρατίας. Και, τέλος, φυσικά, είχαμε τους δυο βασιλιάδες της Σπάρτης, έναν θεσμό που προϋπήρχε του Λυκούργου, οι οποίοι ήταν κυρίως θρησκευτικοί και στρατιωτικοί άρχοντες.
Στα κοινωνικά δρώμενα, μετά τον Λυκούργο, γεννήθηκαν τρεις τάξεις πολιτών. Πάνω απ’ όλους, ήταν οι Όμοιοι, όπως είπαμε, μία τάξη που κατείχε πλήρη και ίσα δικαιώματα, που μπορούσαν να έχουν κλήρο στο όνομά τους και πρακτικά ήταν επαγγελματίες στρατιώτες. Μετά, είχαμε τους περίοικους, εκπροσώπους της μάζας εκείνων που η αριστοκρατία είχε εκδιώξει από εύφορα εδάφη. Στερούνταν πολιτικών δικαιωμάτων και ανελάμβαναν απαυγορευμένες για τους Ομοίους δραστηριότητες, όπως το εμπόριο, τη ναυτιλία και τη βιοτεχική παραγωγή. Και, τέλος, υπήρχαν οι περίφημοι είλωτες. Εθνολογικά και γλωσσικά δε διέφεραν απ’ τους Ομοίους και πρακτικά ήταν δουλοπάροικοι της Πολιτείας που εργάζονταν στους κλήρους. Με καθεστώς κληρότερο απ’ τους περίοικους, φυσικά, στερούνταν δικαιωμάτων και, όντας πολυπληθής μάζα, οι Όμοιοι τους φοβούνταν και τους καταπίεζαν με διάφορα μέσα (π.χ. κάθε χρόνο οι έφοροι κήρυτταν πόλεμο στους είλωτες για να μειώσουν τον αριθμό τους). Μάλιστα, επί Λυκούργου, θεσπίστηκε το FBI της Αρχαίας Σπάρτης, οι Κρυπταίοι, μία μυστική ελίτ νέων, σπουδαγμένων Ομοίων, οι οποίοι περιπολούσαν και σκότωναν είλωτες για σπορ –στόχευαν τους πιο ύποπτους για εξέγερση. Ο θεσμός υπήρξε μεταγενέστερα αντικείμενο σκληρής κριτικής από πολιτικούς και ιστορικούς.
Η εμπειρία της Σπάρτης αποτελεί ένα πολιτικό θαύμα: Μπορεί μέν η πολιτιστική πρόοδος να επιβραδύνθηκε, αλλά ο Λυκούργος έφτιαξε ένα σύστημα που για τέσσερις ολόκληρους αιώνες έκανε την πόλη να μην περάσει ούτε μία κρίση την ίδια στιγμή που η (σχεδόν) δημοκρατική Αθήνα άλλαζε ηγέτες σαν τα πουκάμισα και περνούσε τυραννίδες και καταστροφές. Η Σπάρτη ήταν η παλιά, πέτρινη έπαυλη που έστεκε για αιώνες και η Αθήνα στον αντίποδα, ήταν το προκάτ σπίτι από ξύλα που το έπαιρνε ο αέρας. Έτσι ήταν τα πράγματα. Κλείνουμε με μία χαρακτηρηστική ρήση του στωικού φιλοσόφου Επίκτητου: «Αν θες το σπίτι σου να είναι οργανωμένο, ακολούθα τα λόγια του Λυκούργου. Μην απομονώνεις την πόλη σου με τείχη, αλλά δυνάμωσε τους πολίτες με αρετή».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Σαράντος Ι. Καργάκος (2006), Ιστορία της Αρχαίας Σπάρτης, εκδ. Gutenberg
- Glotz Gustave (2010), Η Ελληνική «Πολις», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
- Schmitt-Pantel Pauline (2018), Αρχαία Ελληνική Ιστορία, εκδ. Gutenberg