32.6 C
Athens
Δευτέρα, 21 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήΠολιτισμός«Και εγω για μένα»: Όταν η ζωή σε αναγκάζει να την αντικρύσεις

«Και εγω για μένα»: Όταν η ζωή σε αναγκάζει να την αντικρύσεις


Της Ευτέρπης Κομνηνού,

«Κοίταξε, οι μόνοι καθρέπτες που θέλω να υπάρχουν είναι εσύ για μένα και εγώ για σένα… και εγώ για μένα..»

Το «Και εγώ για μένα» είναι βραβευμένη ταινία μικρού μήκους του 2009 σε σκηνοθεσία του Τζώρτζη Γρηγοράκη με πρωταγωνιστή τον Βαγγέλη Μουρίκη, ενώ συμμετέχουν και άλλοι γνωστοί ηθοποιοί που έχουν αγαπηθεί πολύ από το ελληνικό κοινό, όπως ο Μηνάς Χατζησάββας. Η ταινία αφηγείται τη ζωή ενός αναπήρου, ο οποίος έχασε τα δύο του χέρια μέχρι και το σημείο των αγκώνων ύστερα από εργατικό ατύχημα. Στην ταινία διαφαίνονται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην καθημερινότητα του, αλλά και οι τρόποι με τους οποίους αυτός τις ξεπερνά. Παράλληλα, αναδεικνύονται και οι αλλαγές στον τρόπο που τον αντιλαμβάνεται ο κοινωνικός του περίγυρος μετά το ατύχημα αναδεικνύοντας το θέμα του κοινωνικού ρατσισμού.

Από την πλευρά των εργοδοτών του, αλλά και των πεθερικών του, η αντιμετώπιση αλλάζει ριζικά. Τον μεταχειρίζονται και τον αντιλαμβάνονται διαφορετικά από ότι πριν το ατύχημα. Τον θεωρούν ως λιγότερο ικανό να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τις προσδοκίες τους. Από την μία μεριά, ο εργοδότης κρίνει ότι είναι ακατάλληλος για την θέση εργασίας που ζητά λόγω της αναπηρίας του με την αιτιολογία ότι δεν επιθυμεί να έχει την ευθύνη που συνεπάγεται η περίπτωση ενός ατόμου με περιορισμένη κινητικότητα.

Από την άλλη, ο πατέρας της συντρόφου του αλλάζει ολοκληρωτικά τη στάση του απέναντι του, τον αντιμετωπίζει υποτιμητικά, θεωρώντας τον πλέον «λίγο» για την κόρη του, καθότι αντιλαμβάνεται την αύξηση των αναγκών του ως ένα επιπλέον βάρος και πρόβλημα για αυτήν. Γίνεται αντιληπτό ότι στη σκέψη του, διακατέχει μεγαλύτερη αξιακή σημασία η κατά το δυνατόν μεγαλύτερη άνεση ή απουσία προβλημάτων από ότι κάποια άλλα συστατικά στοιχεία μιας ευτυχισμένης ζωής. Αυτά τα άλλα στοιχεία τονίζονται με τρόπο διακριτικό, αλλά έντονο και συγκινησιακό στη διάρκεια της ταινίας. Επιλέγονται εικόνες ονειρικά πλασμένες, σκηνές με όμορφες συναντήσεις με φίλους στην πλοκή, καθώς και στοργικοί διάλογοι ανάμεσα στο ζευγάρι, που συνθέτουν μια άλλη πραγματικότητα από αυτή που αναγνωρίζει ο πεθερός του ως «καλή ζωή».

Πηγή εικόνας: imdb.com

Στην υποτίμηση του Αντώνη, παρεμβαίνει η πεθερά του για να υπερασπιστεί με τον δικό της τρόπο το ζευγάρι χρησιμοποιώντας το εξής επιχείρημα: οι άνθρωποι που βρίσκονται σε σχέσεις εμφανίζουν δυναμικές αλληλοεξάρτησης μεταξύ τους ακόμη και αν εκ πρώτης όψεως δεν έχουν προφανείς λόγους που να δικαιολογούν την ανάγκη για παραπάνω φροντίδα. Δεν είναι φαινόμενο που περιορίζεται στη δική τους περίπτωση, όπου ο Αντώνης έχει ανάγκη τη βοήθεια της συντρόφου του για να φέρει εις πέρας την καθημερινότητα του. Αστειευόμενη επισημαίνει στον σύζυγο της το πόσο εξαρτάται και αυτός από την ίδια για να έχει ένα πιάτο φαΐ το μεσημέρι, θέλοντας να του δείξει ότι και αυτοί εξαρτώνται ο ένας από τον άλλον, χωρίς αυτό να αποτελεί πρόβλημα για αυτούς: αυτή ζει σαν «μαγείρισσα» και «νοσοκόμα» για εκείνον, παρότι ο ίδιος είναι αρτιμελής. Έτσι, με περίσσεια καλοσύνη και εξυπνάδα, καταρρίπτει το επιχείρημα του ότι η ζωή της κόρης τους θα γινόταν κάτι ξένο, ανεπιθύμητο, φορτικό προς τον καθώς πρέπει τρόπο ζωής που αυτός υποστηρίζει —και που νομίζει ότι έχει σε αντιδιαστολή με εκείνη. «Μα καλά πως μπορεί ένας τέτοιος άνθρωπος να σε αγκαλιάζει;», λέει ο πατέρας. Σε μια έντονη σκηνή εκείνη του δείχνει το πως, παίρνοντας τον αγκαλιά. Και εκείνος δεν μπορεί παρά να ταραχτεί σαν να μην τον έχουν αγκαλιάσει καιρό…

Ο ίδιος τα αντιμετωπίζει όλα αυτά καλοπροαίρετα και με μια γλυκιά δόση αυτοσαρκασμού, που απαλύνει τις καρδιές των γύρω του.

Μεγάλο βάρος και σημασία αποδίδεται στην σχέση με την σύντροφο του, μια σχέση που μοιάζει σαν να μην έχει αλλάξει καθόλου μετά το ατύχημα. Η σύντροφος του τον κοιτάζει και τον αγκαλιάζει με το ίδιο βλέμμα που ξεχειλίζει από αγάπη, δεν διακρίνεται στο βλέμμα της καμία λύπηση παρά μόνο έρωτας και θαυμασμός για τον άνθρωπο που έχει δίπλα της και για τον οποίο είναι εκεί, ψυχή και σώματι, στήριγμα—βράχος για να ακουμπήσει, όπως είναι και εκείνος για εκείνη (σαν αντικρυστοί καθρέπτες, «εγώ για εσένα και εσύ για εμένα»). Ο ίδιος δεν φαντάζει ούτε θλιμμένος ούτε και παραιτημένος, όπως περιμένουν οι άλλοι να είναι ένας άνθρωπος που έχει ατυχήσει τόσο στη ζωή του. Φαίνεται να προκύπτει ως φυσική σκέψη σε κάποιους που επιδεικνύουν ηττοπάθεια μπροστά σε πολύ μικρότερα θεωρητικά προβλήματα η στάση του Αντώνη, ώστε απορούν και εκπλήσσονται. Συχνά θυμώνουν, γιατί τους υποχρεώνει έμμεσα σε μια αναθεώρηση των πιστεύω τους και σε ένα είδος ξεβολέματος από τις δικαιολογίες που έχουν χτίσει σαν οχυρά για να αποφύγουν την ευθύνη που έχουν για την εξέλιξη της ζωής τους και για τα δικά τους προβλήματα.

Πηγή εικόνας: imdb.com

Ο Αντώνης, πρωτού μπει στη θέση του αναπήρου, είχε επίσης έναν οριακά υποτιμητικό τρόπο θέασης των αναπήρων, θεωρώντας πως το να έρθει κανείς σε αυτή την κατάσταση είναι ότι χειρότερο μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο, που δεν σηκώνει άλλη λύση παρά την αυτοκτονία. Μα μόλις μπήκε στη θέση αυτή, προσγειώθηκε στην πραγματικότητα του ότι η ζωή δεν τελειώνει στην απώλεια της αρτιμέλειας, ιδιαίτερα εφόσον κανείς διαθέτει κάτι πολύ σημαντικό: αγάπη στη ζωή του και για τη ζωή του. Επέλεξε, λοιπόν, να προχωρήσει με όσα του είχαν απομείνει. Που αξιακά ήταν τεράστια.

Ο ίδιος λέει: «Η σκέψη [της αυτοκτονίας] μου έφυγε, όπως είχε έρθει, έγινε ένα κλικ. Ο Αριστοτέλης το λέει βούληση, ο Χριστός πίστη, ο άλλος το λέει ριζικό, εγώ το λέω στα *******μου όλα».

Η ταινία δείχνει εντέχνως πως ο άνθρωπος αυτός μπορεί να ήταν ανάπηρος σωματικά, όμως δεν ήταν συναισθηματικά ανάπηρος(!). Η ταινία θέτει προβληματισμούς για το τι εν τέλει συνεπάγονται οι έννοιες της αρτιμέλειας και της αναπηρίας. Περνάει το πολύ όμορφο μήνυμα, πως ένας ανάπηρος άνθρωπος, που συναισθηματικά είναι αρτιμελής, μπορεί να έχει ένα πολύ καλό επίπεδο ζωής, συχνά απείρως καλύτερο από ότι ενός φαινομενικά αρτιμελή ανθρώπου. Διότι η σοβαρή κακοτυχία δεν είναι η βλάβη στο σώμα, άλλα το θόλωμα του νου με, ίσως και με συμπλέγματα, με μίση, κακές προθέσεις, απωθημένα, καθώς και μια ζωή αποκομμένη από τον εαυτό, τα συναισθήματα και την αγάπη. Σίγουρα δε είναι περισσότερο «κακομοίρης» από έναν άνθρωπο που έχει ξεχάσει να αγαπά και να τον αγαπούν. Από έναν άνθρωπο που έχει χάσει την «ψυχή» και το πάθος για τη ζωή, την ικανότητα να διακρίνει τις στιγμές που δίνουν νόημα στα όσα ζει, την ικανότητα να χαμογελά και να αγαπά παρά τα χαστούκια που δέχεται από την ζωή.

Είναι πολύτιμο πράγμα να αγαπάς και να σε αγαπούν. Η ταινία μας δείχνει πως, όπως ένα αρνητικό γεγονός, έχει τη δυνατότητα να επισκιάσει τα πάντα, έτσι και οι στιγμές που επιτρέπουν στον άνθρωπο να αγαπά και να αγαπιέται έχουν την ικανότητα να φωτίσουν τα πάντα. Το πραγματικό πρόβλημα και εκεί που χάνεται όντως η μάχη είναι όταν παύουμε να ζούμε, όντας σωματικά αρτιμελής. Όταν πεθαίνουμε στη ζωή. Και πότε γίνεται αυτό; Όχι όταν χάνουμε μέλη του σώματος (που σίγουρα μας στερούν πολλά) μα όταν χάνουμε τον εαυτό μας, την ψυχή μας, την ικανότητα να αγαπάμε. Όταν χάνεται η αγάπη από τη ζωή μας.

Πηγή εικόνας: imdb.com

Η ταινία κλείνει με μια ανατριχιαστική σκηνή με ένα ζεϊμπέκικο στο τραγούδι Φεύγω—Χωρίζω του Πασχάλη Τερζή, μια σκηνή όπου ο χορός παρότι χωρίς χέρια είναι το ίδιο η και παραπάνω συνταρακτικός, γιατί αποπνέει ζωή σε όλο της το πάθος και το μεγαλείο, δημιουργώντας ένα πολύ γλυκό κλείσιμο στην ιστορία. Και μετά, ακολουθούν νότες γεμάτες τρυφερότητα και μια δόση ανακούφισης στο πιάνο, οι οποίες δίνουν τους τίτλους τέλους σε μία ταινία που αν μη τι άλλο εξελίσσεται σαν ένα όνειρο, ξεκινώντας από έναν εφιάλτη.

«Σου έδωσα την ψυχή μου και το σώμα, σε έντυσα με του ερωτά το χρώμα, μα εσύ μου έφερες μονάχα συμφορά, για αυτό σου λέω γεια χαρά»

Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αυτοί οι στίχοι εκφράζουν την απάντηση του σε όσα του έφερε η ζωή. Και η απάντηση του αυτή είναι αποστομωτική.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • “Και εγώ για μένα”, youtube.com, διαθέσιμο εδώ.
  • “Και εγώ για μένα”, imdb.com, διαθέσιμο εδώ.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ευτέρπη Κομνηνού
Ευτέρπη Κομνηνού
Γεννήθηκε το 2004, μεγάλωσε στην Πρέβεζα και τώρα σπουδάζει στην Θεσσαλονίκη στο τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας του ΑΠΘ. Αγαπά και ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις τέχνες ιδιαίτερα αυτές της μουσικής και του κινηματογράφου. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει για αντικείμενα κάθε λογής που θεωρεί ό,τι την αφορούν, ακούει και παίζει μουσική, ασχολείται με την γυμναστική, την γιόγκα, το αέριαλ και το pole. Απολαμβάνει το μοίρασμα και την επικοινωνία και βρίσκει την αρθρογραφία ως έναν ιδιαίτερο και όμορφο τρόπο να το πετύχει.