29.6 C
Athens
Παρασκευή, 18 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι πηγές του Διεθνούς Επενδυτικού Δικαίου

Οι πηγές του Διεθνούς Επενδυτικού Δικαίου


Της Κωνσταντίνας Μερλέμη, 

Το Διεθνές Επενδυτικό Δίκαιο (ΔΕΔ) αποτελεί τμήμα του ευρύτερου Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου. Σε γενικές γραμμές, ρυθμίζει τις σχέσεις του κράτους υποδοχής και του ξένου επενδυτή, και φροντίζει ζητήματα σχετικά με την ίδια την επένδυση. Στόχος του είναι να εξασφαλίσει ασφάλεια δικαίου και προβλεψιμότητα, ώστε αυτές να ανατυχθούν σε ένα περιβάλλον βιώσιμο και προστατευτικό. Όταν κάνουμε λόγο για «πηγές» διεθνούς επενδυτικού δικαίου, εννοούμε τον νομικό χώρο από τον οποίο αντλούμε τους δικαιικούς κανόνες, οι οποίοι θα ρυθμίσουν τις εκάστοτε σχέσεις και περιπτώσεις που σχετίζονται με ζητήματα ξένων επενδύσεων.

Οι πηγές του καταρχήν ταυτίζονται με αυτές του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου (ΔΔΔ). Αναλυτικότερα, περιλαμβάνουν το διεθνές έθιμο, το οποίο συνίσταται στη σταθερή και ομοιόμορφη πρακτική με συνείδηση δικαίου. Χαρακτηριστικά, μέσω της «νομολογίας» των Επενδυτικών Διαιτητικών Δικαστηρίων, έχουν θεμελιωθεί πολλές ρήτρες παροχής ουσιαστικής προστασίας των επενδυτών. Η ρήτρα FET (Fair and Equitable Treatment), η απαγόρευση της απαλλοτρίωσης (άμεσης και έμμεσης) της περιουσίας των επενδυτών, η ρήτρα πλήρους προστασίας και ασφάλειας είναι μόνο μερικές περιπτώσεις επενδυτικού εθιμικού δικαίου.

Οι διεθνείς επενδυτικές συμβάσεις, είτε πολυμερείς είτε συνηθέστερα διμερείς είναι μία ακόμα πηγή. Τα κράτη τις συνάπτουν μεταξύ τους ώστε να ρυθμίσουν βασικά ζητήματα προστασίας του επενδυτή και της επένδυσής του. Η συνήθης δομή προβλέπει την παράθεση των ορισμών των όρων «επενδυτής» και «επένδυση», τη ρύθμιση του χρονικού και τοπικού πεδίου εφαρμογής καθώς και τη συμπερίληψη ρητρών. Στις τελευταίες, εντάσσεται και η ρήτρα διαιτησίας (αφορά τη δικονομική προστασία του επενδυτή), βάσει της οποίας, μία επενδυτική διαφορά μπορεί να παραπεμφθεί όχι με βάση τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου σε κάποιο εθνικό δικαστήριο, αλλά να παραμείνει εντός του διεθνούς forum. Έτσι, κι εφόσον θεμελιωθεί συναίνεση μεταξύ των δύο αντίδικων μερών, την επίλυση της διαφοράς αναλαμβάνει κάποιο ad hoc διαιτητικό δικαστήριο ή κάποιος αρμόδιος παγκόσμιος φορέας, όπως το Διεθνές Κέντρο Επίλυσης Διαφορών του ICSID.

Όμοια, πηγή δικαίου αποτελούν και οι γενικές αρχές του δημοσίου διεθνούς δικαίου, ενώ σημαντικό ρόλο -αν και δεν αποτελούν «πηγή δικαίου» με την αυστηρή έννοια του όρου- διαδραματίζουν οι αποφάσεις διαιτητικών δικαστηρίων αλλά και διδάγματα σημαντικών επιστημόνων.

Πηγή Εικόνας: freepik.com / Δικαιώματα χρήσης: pch_vector

Αν και οι πηγές του Επενδυτικού Δικαίου συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με αυτές του ΔΔΔ, εντούτοις, δεν είναι οι μοναδικές. Κι αυτό συμβαίνει καθώς, ναι μεν το Διεθνές Επενδυτικό Δίκαιο «είναι» Δημόσιο Διεθνές, παρόλα αυτά έχει την ιδιαιτερότητα του κεντρικού ρόλου που διαδραματίζει ένας ιδιώτης, ο επενδυτής. Στο «συμβατικό» ΔΔΔ μόνο τα κράτη και οι διεθνείς οργανισμοί είναι υποκείμενα δικαίου, ενώ ο ιδιώτης είναι σχεδόν ανύπαρκτος, δε μπορεί ο ίδιος να στραφεί κατά κράτους, εισάγοντας τη διαφορά ενώπιον διεθνούς δικαστηρίου. Αυτό δεν ισχύει στο ΔΕΔ καθώς μπορεί -και είναι συχνό- ο ιδιώτης επενδυτής να στραφεί κατά του κράτους υποδοχής.

Επομένως, πηγή δικαίου αποτελεί υπό προϋποθέσεις και το εθνικό δίκαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της παραπομπής (renvoi). Δυνάμει της τελευταίας, το επιληφθέν διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να εφαρμόσει το εθνικό δίκαιο ως law κι όχι απλώς ως fact. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα είναι σε θέση όχι απλώς να το αντιμετωπίσει ως πραγματικό γεγονός, αλλά να το ερμηνεύσει. Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο το στάδιο κατά το οποίο το διαιτητικό δικαστήριο ελέγχει την ιθαγένεια του επενδυτή, βάσει εθνικής νομοθεσίας.

Τέλος, πηγή αποτελούν και συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ του κράτους υποδοχής και του ίδιου του ξένου επενδυτή. Αυτές μπορεί να ρυθμίζουν ειδικότερα ζητήματα προστασίας της επένδυσης, να περιλαμβάνουν ρήτρες κ.ά. Το κυριότερο με το οποίο συνήθως συμφωνείται με αυτές είναι η υπαγωγή μίας διαφοράς σε καθεστώς διαιτητικής επίλυσής της, ενώ παράλληλα μπορεί να προβλέπεται το forum ειδικότερα (πχ ICSID).

Το διεθνές επενδυτικό δίκαιο συγκροτεί, λοιπόν, έναν ιδιότυπο κλάδο δικαίου, όπου η στενή αλληλεπίδραση ιδιώτη και κράτους δημιουργεί την ανάγκη για ένα περισσότερο ευέλικτο σύστημα πηγών. Κι αυτός είναι ένας από τους τρόπους, με τους οποίους εξασφαλίζεται η λειτουργικότητα και η προσαρμοστικότητα του δικαίου στον μεταβαλλόμενο διεθνή οικονομικό χώρο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Γκλαβίνης, Π. Διεθνές οικονομικό Δίκαιο, 1η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2009

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Μερλέμη
Κωνσταντίνα Μερλέμη
Γεννήθηκε στην Θήβα, όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στην Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο Τμήμα της Νομικής. Γνωρίζει Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά και Ρώσικα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό, την εκμάθηση κινεζικών και την ανάγνωση βιβλίων.