32.1 C
Athens
Πέμπτη, 17 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαH εθνοκάθαρση στον πόλεμο της Βοσνίας (1992-1995): Πολιτικά αίτια, στρατηγικές βίας και...

H εθνοκάθαρση στον πόλεμο της Βοσνίας (1992-1995): Πολιτικά αίτια, στρατηγικές βίας και συνέπειες (Α’ Μέρος)


Της Χαράς Γρίβα,

Ο πόλεμος της Βοσνίας (1992–1995) ήταν μια από τις πιο αιματηρές και τραυματικές συγκρούσεις που συντελέστηκαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η «εθνοκάθαρση», που υπέστησαν οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι, είναι μια οργανωμένη στρατηγική μαζικών απελάσεων, βασανιστηρίων, βιασμών και δολοφονιών με στόχο τη δημιουργία εθνοτικά ομοιογενών περιοχών, χωρίς να είναι απαραίτητη η εξαφάνιση μεγάλων εθνοτικών ομάδων. Πρόκειται για μία πρόσφατη έννοια στο κοινωνικό λεξιλόγιο, καθώς εμφανίστηκε στα μισά του 20ου αιώνα και κορυφώθηκε η χρήση της, στην διάρκεια των πολέμων των πρώην μελών της Γιουγκοσλαβίας. Το αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής ήταν η σφαγή της Σρεμπρένιτσα, όπου περισσότεροι από 8.000 Βόσνιοι μουσουλμάνοι άνδρες και αγόρια εκτελέστηκαν από δυνάμεις της Δημοκρατίας της Σέρπσκα (Republika Srpska — ξεχωριστή κρατική οντότητα από τη Δημοκρατία της Σερβίας) υπό τις διαταγές του στρατηγού Ράτκο Μλάντιτς.

Η πολυεθνική σύνθεση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ήταν για δεκαετίες ένα εύθραυστο αλλά λειτουργικό κοινωνικό σύστημα. Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, Σέρβοι και Κροάτες συνυπήρχαν —συχνά με εντάσεις, αλλά και με κοινές αναφορές— μέσα σε ένα υπερεθνικό γιουγκοσλαβικό πλαίσιο. Με τη μετάβαση από το σοσιαλιστικό κράτος στον εθνικιστικό κατακερματισμό, η θρησκευτική και εθνική ταυτότητα απέκτησε πολιτικό και στρατηγικό ρόλο: έγινε το πρόσχημα για διεκδικήσεις και αποκλεισμούς μέσω της βίας. Καθώς η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε, η πολιτική νομιμοποίηση μεταφέρθηκε από το ομοσπονδιακό στο επίπεδο των επιμέρους δημοκρατιών. Σε αυτό το πλαίσιο, ο εθνικισμός λειτούργησε ως ένα νέο μοντέλο νομιμοποίησης, με τις ελίτ να ενισχύουν τις εθνοτικές διαφορές προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα ελέγχου της κυβέρνησης και της κοινωνίας.

Χάρτης της πρώην Γιουγκοσλαβίας της CIA του 1993. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Η πολιτική των εθνοτικών ταυτοτήτων καλλιεργήθηκε ενεργά από την πολιτική ηγεσία. Η σερβική πολιτική ρητορική προώθησε την ιδέα της «σερβικής ενότητας», δηλαδή τη δημιουργία ενός κράτους που θα περιλάμβανε όλους τους Σέρβους της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Αυτό, ωστόσο, θα συνεπαγόταν την αμφισβήτηση των συνόρων της Βοσνίας και το αίτημα για απόσχιση των σερβικών περιοχών και την ενσωμάτωσή τους σε ένα νέο κράτος υπό σερβική κυριαρχία. Από την άλλη πλευρά, οι Κροάτες της Βοσνίας —υπό την πολιτική καθοδήγηση και μερικές φορές σιωπηρή υποκίνηση του Ζάγκρεμπ— πρότειναν τη δική τους ιδέα για «κροατική αυτονομία» σε περιοχές με κροατική πλειοψηφία, οδηγώντας σταδιακά σε μια de facto τριχοτόμηση της χώρας. Οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι δεν είχαν ούτε μητρικό κράτος ούτε δομημένο στρατιωτικό μηχανισμό στην αρχή του πολέμου, βρέθηκαν στο επίκεντρο της σύγκρουσης. Ήταν γεγονός πως οι Βόσνιοι ήταν μία μικρή ομάδα συγκριτικά με τους Σέρβους στα ανατολικά και τους Κροάτες στα δυτικά. Τόσο η πληθυσμιακή αυτή διαφορά, όσο και ο ρόλος της θρησκείας (οι Βόσνιοι ήταν στην πλειοψηφία τους μουσουλμάνοι, οι Σέρβοι ορθόδοξοι και οι Κροάτες καθολικοί), δυσχέραιναν την επιλογή της συνεργασίας και της ειρήνης των τριών αυτών ομάδων.

Η πολιτικοποίηση της ταυτότητας, και ιδίως η χρήση των μέσων ενημέρωσης για την καλλιέργεια φόβου, ήταν καθοριστική. Η σερβική τηλεόραση μετέδιδε εικόνες φερόμενων εξτρεμιστικών ισλαμικών επιθέσεων, ενώ η κροατική πλευρά επικεντρώθηκε στον φόβο της δημιουργίας και εξάπλωσης μιας «σερβοκρατίας». Αυτές οι αφηγήσεις οδήγησαν σε μια μαζική ψυχολογική προετοιμασία για την αποδοχή της βίας και της εθνοκάθαρσης ως «αναγκαίο κακό». Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, μέχρι τα μέσα του 1993 σχεδόν το 60% του συνολικού πληθυσμού της Βοσνίας είχε ήδη εκτοπιστεί από τα σπίτια του, με τους Βόσνιους Μουσουλμάνους να αποτελούν το 80% των εκτοπισμένων και τα δύο τρίτα των θυμάτων δολοφονίας ή βιασμού. Αυτά τα στοιχεία καταδεικνύουν την κατεύθυνση της βίας προς μια κυρίως εθνοθρησκευτική ομάδα — γεγονός που ενίσχυσε την κατηγορία της γενοκτονίας.

Η εθνοκάθαρση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, κατά τα έτη 1992–1995, ήταν μια μεθοδική στρατηγική, ενορχηστρωμένη από πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες, με κύριο στόχο τη βίαιη απομάκρυνση, εξόντωση ή εκφοβισμό εθνοτικών ομάδων από περιοχές στρατηγικής σημασίας. Στόχος ήταν η δημιουργία εθνικά ομοιογενών ζωνών, κυρίως υπέρ των Σέρβων της Δημοκρατίας της Σέρπσκα, αλλά και —σε μικρότερο βαθμό— των Κροατών της Ερζεγοβίνης-Βοσνίας. Με άλλα λόγια, ακολούθησαν μια «πολιτική ταυτότητας» για να υποστηρίξουν και να εφαρμόσουν τα ιδανικά τους.

Ειρηνοφύλακες του ΟΗΕ συλλέγουν πτώματα από το Αχμίτσι της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης τον Απρίλιο του 1993. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε ο ΟΗΕ και παρουσιάστηκαν σε διεθνή δικαστήρια και επίσημες εκθέσεις, τουλάχιστον 100.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, ενώ πάνω από 2 εκατομμύρια εκτοπίστηκαν βίαια από τα σπίτια τους. Οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι αποτελούσαν το 66–70% των θυμάτων εθνοκάθαρσης, η οποία οδήγησε στην δικαστική αναγνώριση του εγκλήματος ως γενοκτονίας, κυρίως στην περίπτωση της Σρεμπρένιτσα.

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) απέδειξε ότι η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία των Σερβοβόσνιων —με επικεφαλής τους Ράντοβαν Κάρατζιτς και Ράτκο Μλάντιτς— είχε οργανώσει ένα σχέδιο για τον έλεγχο περιοχών μέσω της απομάκρυνσης των μη Σέρβων. Αυτό το σχέδιο εφαρμόστηκε με την υποστήριξη και την ανοχή του καθεστώτος Μιλόσεβιτς στη Σερβία. 

Στατιστικά στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR – United Nations High Commissioner for Refugees) και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έδειξαν ότι στο αποκορύφωμα του πολέμου (1993–1994) πάνω από 60.000 γυναίκες έπεσαν θύματα συστηματικού βιασμού, κυρίως μουσουλμάνες. Υπήρχαν πάνω από 300 στρατόπεδα συγκέντρωσης (όπως το Omarska και το Keraterm), όπου οι κρατούμενοι κρατούνταν σε απάνθρωπες συνθήκες. Υπήρξαν επίσης χιλιάδες καταστροφές βοσνιακών πολιτιστικών και θρησκευτικών μνημείων, ειδικά σε περιοχές της Ανατολικής Βοσνίας και τέλος η αναλογία νεκρών πολιτών προς νεκρούς στρατιώτες ήταν εννέα προς ένα.

Η χρήση αυτών των εγκληματικών μέσων δεν ήταν απλώς συνέπεια του πολέμου, αλλά αναπόσπαστο μέρος ενός πολιτικού σχεδίου. Η στρατηγική της εθνοκάθαρσης ήταν ένα εργαλείο της νέας «πολιτικής μηχανικής» για την ανασύσταση της Βοσνίας σε ξεχωριστές και αμιγώς εθνοτικές οντότητες, η οποία στην πράξη οδήγησε στην de facto διχοτόμηση της χώρας, παρά την επίσημη ύπαρξή της ως ενιαίου κράτους μετά το Dayton. 


ENΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Chandler, D. (2000), Bosnia Faking Democracy After Dayton (2nd ed.), Pluto Press
  • Mulaj, K. (2005), On Bosnia’s Borders and Ethnic Cleansing: Internal and External Factors, Nationalism and Ethnic Politics, 11(1), Routledge
  • Skjelsbæk, I. (2006), Victim and Survivor: Narrated Social Identities of Women Who Experienced Rape During the War in Bosnia-Herzegovina, Feminism & Psychology
  • Wiinikka – Lydon J, (2013). Ethnic Cleansing as Religious Practice: Religion, Ethnicity, and Political Conflict in Bosnia During the War, Journal of Inter-religious Dialogue

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χαρά Γρίβα
Χαρά Γρίβα
Γεννήθηκε στην Καρδίτσα το 2002 και τα τελευταία χρόνια ζει στη Θεσσαλονίκη, ούσα απόφοιτη του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχοντας κλίση στα μαθήματα πολιτικής ιστορίας, η μελέτη και ανάλυση ιστορικών γεγονότων καθιστά πιο εύκολη την κατανόηση και την ερμηνεία της κοινωνίας από πολιτική σκοπιά. Γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά, ενώ στον ελεύθερό της χρόνο προτιμά να ακούει μουσική και να διαβάζει βιβλία σχετικά με την επιστήμη της.