Της Έφης Σταμοπούλου,
Δεν είναι τυχαίο που ο 5ος αιώνας έχει χαρακτηριστεί «χρυσός αιώνας» για τον ελληνικό πολιτισμό. Τόσο ο 5ος όσο και ο 4ος αιώνας, ήταν η περίοδος της άνθησης, της ανάπτυξης, της δημιουργικότητας και των επιτευγμάτων στις ιδέες και τις τέχνες. Χρονικά η κλασική εποχή ξεκινάει μετά την απόκρουση του περσικού κινδύνου (480-479 π.Χ.) και ολοκληρώνεται τον επόμενο αιώνα με τον θάνατο του Μέγα Αλεξάνδρου (323 π.Χ.). Εκπρόσωπος του κλασικού ελληνικού πολιτισμού ήταν η Αθήνα λόγω της κοινωνικοπολιτικής ωρίμανσης, της καλλιτεχνικής της ανάπτυξης και παραγωγής. Επομένως, πολλές πληροφορίες αντλούνται από αυτή την πόλη, δίχως βέβαια να παραγκωνίζεται η συμβολή και των υπόλοιπων πόλεων.
Η κλασική τέχνη φτάνει στο απόγειό της τόσο στην γλυπτική, την κεραμική και τη ζωγραφική, όσο και στην αρχιτεκτονική. Εστιάζοντας στο πρώτο σκέλος, οι καλλιτέχνες της εποχής επιδίωξαν να βελτιώσουν τις τεχνοτροπίες τους, να ξεφύγουν από τις ανατολίζουσες επιρροές που κυριάρχησαν κυρίως στον ελλαδικό χώρο της πρώιμης αρχαϊκής εποχής, υιοθετώντας σταδιακά κάτι πιο φυσιοκρατικό, ρεαλιστικό. Επίσης, προσπάθησαν να αναπτύξουν και να εμπλουτίσουν τη διακόσμηση της κεραμικής αντλώντας θέματα από την καθημερινότητα και τη μυθολογία. Με άλλα λόγια, οι καλλιτέχνες δεν εφησυχάστηκαν, ούτε περιορίστηκαν στα πρότυπα της αρχαϊκής τέχνης. Επιζήτησαν την εξέλιξη, την τελειότητα, το ιδανικό και το ρεαλιστικό υπερβαίνοντας τα μέχρι τότε επιτεύγματά τους.
Αν και όλες οι μορφές τέχνης είχαν εξελιχθεί καλλιτεχνικά, η γλυπτική ίσως ήταν αυτή που σημείωσε τη μεγαλύτερη πρόοδο και εξέλιξη. Χάρη στα σωζόμενα ρωμαϊκά αντίγραφα που κάλυψαν ένα μεγάλο κενό της κλασικής γλυπτικής μπορεί να μελετηθεί σήμερα η κλασική τέχνη. Συγκεκριμένα, από τα αυστηρά αρχαϊκά πρότυπα της μετωπικότητας και της ακαμψίας, οι καλλιτέχνες πέρασαν στον αυστηρό κι αργότερα στον πλούσιο ρυθμό. Ήδη από τα πρώιμα κλασικά χρόνια στόχος του γλύπτη ήταν η φυσιοκρατική απόδοση των μυών και της στάσης με μεγαλύτερη ελευθερία στην κίνηση. Ο «παις του Κριτίου» θεωρείται αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του αυστηρού ρυθμού. Το αγόρι παρουσιάζεται όρθιο και γυμνό να στηρίζεται με το αριστερό σκέλος, δείχνοντάς το τεντωμένο, ενώ το δεξί είναι λυγισμένο προτάσσοντας το γόνατο, τεχνική γνωστή και ως χιασμός. Η εξέλιξη της τέχνης διαφαίνεται και στις γυναικείες μορφές, με την παρουσία ακόμα πιο έντονων πτυχώσεων στα ενδύματά τους με σταδιακή προσπάθεια ρεαλιστικής απόδοσης τους. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του ίδιου ρυθμού είναι ένα ανάγλυφο από την Ακρόπολη, η «Σκεπτόμενη Αθηνά», έργο με κίνηση και πλαστικότητα, λύγισμα των άνω και κάτω άκρων. Στο ίδιο έργο η Αθηνά αποδίδεται με σκυμμένο κεφάλι εκφράζοντας εσωτερικότητα και περισυλλογή.

Προς τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. εφαρμόστηκε ένας άλλος ρυθμός, ο πλούσιος, ο οποίος είχε στόχο την ακόμα πιο ρεαλιστική απόδοση του ενδύματος και της μυολογίας. Στη Νίκη του Παιωνίου, παρά τις σοβαρές φθορές, το ένδυμά της αποδίδεται με εντυπωσιακό τρόπο με τις πτυχώσεις και την αέρινη διάθεση. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα κάτω άκρα της κατά την υποτιθέμενη προσγείωσή της στην γη. Η επιδίωξη της ρεαλιστικής απεικόνισης έγινε εντονότερη τον 4ο αιώνα π.Χ. Η εφαρμογή των δύο παραπάνω ρυθμών -αυστηρού και πλούσιου- συνεχίστηκε και εξελίχθηκε. Δύο διάσημα αγάλματα της εποχής αυτής ήταν η «Αφροδίτη του Πραξιτέλη» και «το σύμπλεγμα Ειρήνης και Πλούτου» του Κηφισόδοτου.
Ένα από τα πιο σημαντικά αγάλματα στην χαλκοπλαστική του 5ου αιώνα π.Χ. είναι «ο Ηνίοχος των Δελφών». Πρόκειται για ένα σωζόμενο τμήμα χάλκινου συμπλέγματος αποτελούμενο από τον ηνίοχο, το τέθριππο άρμα και ενός υπηρέτη. Η πλαστικότητα του χαλκού διαφαίνεται στο ένδυμα με τις έντονες πτυχώσεις αλλά και στα χαρακτηριστικά του προσώπου. Το βλέμμα του ηνιόχου είναι καθηλωτικό αποτυπώνοντας στην έκφρασή του στην στιγμή της νίκης, την ικανοποίηση. Ένα ακόμα χάλκινο άγαλμα του 5ου αιώνα π.Χ. με εντονότερη κινησιολογία είναι ο «θεός του Αρτεμισίου», ο οποίος παρουσιάζεται με έντονο διασκελισμό. Σε μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό αποδόθηκε σε θεϊκή εικόνα είτε του Δία να εκσφενδονίζει κεραυνό, είτε του Ποσειδώνα να εκτοξεύει την τρίαινά του με το δεξί του χέρι, ενώ τεντώνει το αριστερό.
Στην ύστερη κλασική εποχή, δύο σημαντικά έργα χαλκοπλαστικής, με διατήρηση της κινησιολογίας, είναι το Παιδί του Μαραθώνα, το οποίο πρεσβεύει την πραξιτέλεια ευλυγισία του σώματος με εφαρμογή του σχήματος S και ο Έφηβος των Αντικυθήρων. Ο Έφηβος των Αντικυθήρων παρουσιάζει μία νεαρή, όρθια, γυμνή και γυμνασμένη ανδρική μορφή σε στάση χιασμού, contrapposto που θυμίζει αρκετά το Παιδί του Μαραθώνα.
Στην κεραμική της κλασικής περιόδου εξακολουθούν να υπάρχουν κυρίως: ο ερυθρόμορφος ρυθμός και τα λευκά αγγεία. Θέματα αντλούνται από τον κόσμο της μυθολογίας και της καθημερινής ζωής, όπως γιορτές, πομπές και θυσίες. Στην πρώτη περίπτωση, μια ενδιαφέρουσα σκηνή είναι ο φόνος των Νιοβιδών με προσπάθεια απεικόνισης εξωτερικού χώρου, βάθους και απόστασης, ενώ στην δεύτερη περίπτωση είναι η κύλικα του Δούρι, στην οποία παρουσιάζεται σκηνή σχολείου εν ώρα διάφορων μαθημάτων, δύο παραδείγματα με σύνθεση πολυπρόσωπων σκηνών. Τα λευκά αγγεία και ειδικότερα οι αττικές λήκυθοι είχαν τελετουργική και ταφική χρήση με πολύχρωμες παραστάσεις και σκηνές είτε με την απεικόνιση των ίδιων των νεκρών, είτε γενικά από τον κάτω κόσμο.

Τέλος, σε αντίθεση με τις παραπάνω μορφές τέχνης, η ζωγραφική έχει διασωθεί αποσπασματικά, καθώς έχουν σωθεί ελάχιστα πρωτότυπα έργα, τα οποία είτε αποδόθηκαν σε ξύλινους πίνακες με αποτέλεσμα ο χρόνος να τα σαπίσει, είτε σε κτήρια, τα οποία κατέρρευσαν. Ένας ζωγραφικός πίνακας που βρέθηκε στον Πιτσά Κορινθίας, έχει διασωθεί και αποτελεί εύρημα υψηλής αξίας πρόκειται για έναν ενεπίγραφο πίνακα που παρουσιάζει πομπή θυσίας στις Νύμφες. Επιπλέον, ο τάφος του Βουτηχτή, σύμφωνα με τον Πλάντζο, είναι το μοναδικό έργο ελληνικής παραστατικής ζωγραφικής του 5ου αι. π.Χ. που έχει διασωθεί. Στο εσωτερικό του τάφου παρουσιάζονται επίσης σκηνές συμποσίου. Οι μορφές έχουν αποδοθεί με βάση την τετραχρωμία, με καθαρά περιγράμματα, μισάνοιχτα στόματα και ερυθρωπή έμφαση στις παρειές.
Η κλασική τέχνη, με την επιδίωξη της τελειότητας και την έμφαση στο ρεαλιστικό και στο ιδανικό, αποτελεί καλλιτεχνικό επίτευγμα της εποχής, αλλά και αντανάκλαση μιας βαθύτερης πολιτισμικής ωρίμανσης. Ο άνθρωπος δεν απεικονίζεται πλέον μόνο ως σώμα, αλλά και ως ψυχή, με κίνηση, έκφραση και εσωτερικότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Boardman J., Ελληνική πλαστική: Κλασική περίοδος, Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2002.
- Rolley C., Η ελληνική γλυπτική, Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 2015.
- Πλάντζος Δ., Ελληνική τέχνη και αρχαιολογία: 1200-30 π.Χ., Εκδόσεις Καπόν, Αθήνα, 2016.