35.7 C
Athens
Τρίτη, 8 Ιουλίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΣυνθήκη του Λονδίνου: Η υπογραφή της Ανεξαρτησίας

Συνθήκη του Λονδίνου: Η υπογραφή της Ανεξαρτησίας


Της Αντωνίας Αποστόλου,

Η Ελληνική Επανάσταση είχε ήδη ξεσπάσει με το πνεύμα της ελευθερίας να διέπει όλους τους Έλληνες. Προσπαθώντας να ξεφύγουν και να απελευθερωθούν από τον οθωμανικό ζυγό, οι Έλληνες πολεμούσαν με αυταπάρνηση προκειμένου να αναπνεύσουν ελεύθερο κι απελευθερωμένο αέρα. 

Με τη Συνθήκη του Λονδίνου, η οποία υπογράφτηκε στις 6 Ιουλίου του 1827, η επιθυμία αυτή έλαβε σάρκα και οστά. Υπογράφτηκε στο Λονδίνο από εκπροσώπους της βρετανικής κυβέρνησης και των διπλωματικών αποστολών της Γαλλίας και της Ρωσίας, καλώντας τον Σουλτάνο Μαχμούντ Β’ να αναγνωρίσει την ελληνική επικράτεια ως ανεξάρτητο κράτος. 

Επιπλέον, η Συνθήκη αποζητούσε την κατάπαυση του πυρός, τον τερματισμό των εχθροπραξιών και από τις δύο πλευρές, αλλά και την αποκατάσταση της ανθρωπιστικής κρίσης που είχε εδραιωθεί στην Ελλάδα. Δεν έλειπε η απόσυρση των στρατευμάτων της Τουρκίας και της Αιγύπτου, η επανέναρξη των εμπορικών σχέσεων ανάμεσα σε αυτές τις χώρες, και εννοείται, η ύπαρξη ανακωχής. Στην σύναψη της εν λόγω Συνθήκης, έπαιξε ζωτικής σημασίας ρόλο, ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών, κι από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο του 1827, ο Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, Τζορτζ Κάνινγκ.

Το άνοιγμα του Κάνινγκ προς της Ρωσία μπόρεσε να σπάσει τον πάγο που είχε δημιουργηθεί το προηγούμενο διάστημα ανάμεσα στις δύο αυτές χώρες. Θεωρούσε ότι η συνεργασία της Αγγλίας και της Ρωσίας για το ελληνικό ζήτημα θα ήταν εξαιρετικά ωφέλιμη, ώστε να διατηρηθεί ο έλεγχος στην περιοχή, μέχρι κάποιο σημείο. Ο ίδιος δεν φοβόταν το ξέσπασμα ενός νέου πολέμου ανάμεσα στην Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αν και δεν επιθυμούσε ιδιαίτερα να συμβεί. Την ίδια στιγμή, δεν φοβόταν και για την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας, αρκεί αυτό να συνέβαινε με την συμβολή της χώρας του. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία εξέλαβε ως διπλωματική νίκη την έναρξη επαφών με την Βρετανία. 

Πίνακας όπου απεικονίζεται η ναυμαχία του Ναυαρίνου. Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Με την άνοδο του Νικολάου Α’ στον τσαρικό θρόνο, οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο χώρες επικεντρώθηκαν στο ελληνικό ζήτημα και στην κατάπαυση του πυρός σε αυτήν. Άλλωστε, οι ακρότητες που διέπραττε ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο είχαν λάβει πολύ μεγάλες διαστάσεις και στην διαδικασία της αναγνώρισης της Ελλάδας ως ανεξάρτητο κράτος.

Στις 4 Ιουλίου του 1826, είχε υπογραφτεί το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης, σύμφωνα με το οποίο, η Ελλάδα θα γινόταν φόρου υποτελές στο σουλτανικό κράτος. Το πρωτόκολλο δεν προέβλεπε την διάταξη για την αναγνώριση κάποιων συνόρων της Ελλάδας, αλλά ούτε και για την τύχη των σημαντικών για τον έλεγχο της περιοχής φρουρίων της. Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης δεν είχε προσφέρει κάποιο άμεσο αποτέλεσμα στην επίλυση του ελληνικού ζητήματος. Υπήρξε εν πολλοίς, ένα ανεπαρκές μέτρο εκ μέρους των Δυνάμεων που ήρθε αργά, καθότι οι Έλληνες δεν διέθεταν πολλές αντοχές ακόμα για τη συνέχιση του αγώνα τους για την ελευθερία τους. Μετά τη σύναψη του πρωτοκόλλου, βασική προτεραιότητα του Κάνινγκ ήταν η συμμετοχή της Γαλλίας στη διμερή βρετανο-ρωσική συνεργασία στο ελληνικό ζήτημα και η μετατροπή της υπάρχουσας συμφωνίας σε συνθήκη. Στις 6 Ιουλίου 1827, ο Κάνινγκ, έχοντας πλέον καταλάβει την θέση του πρωθυπουργού, κατάφερε να επιτύχει τον στόχο του.

Η Συνθήκη του Λονδίνου βασιζόταν σε έναν μεγάλο βαθμό στους όρους που περιείχε και το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης που είχε υπογραφτεί το 1826. Η Ελλάδα προοριζόταν να είναι ένα αυτόνομο κράτος, φόρου υποτελές στον σουλτάνο. Τα σύνορα του ελληνικού κράτους θα ορίζονταν έπειτα από διαπραγματεύσεις που θα γίνονταν ανάμεσα στις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις μαζί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τους Έλληνες.

Σε αντίθεση με το κείμενο του 1826, η συνθήκη προέβλεπε ότι η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία θα απαιτούσαν από τους Έλληνες και τους Οθωμανούς να αποδεχθούν τους όρους της ανακωχής. Αν η Πύλη δεν αποδεχόταν την «πρόταση» για ανακωχή εντός ενός μήνα, οι Δυνάμεις είχαν δικαίωμα να αποστείλουν πρόξενους στην Ελλάδα, γεγονός που θα σήμαινε και τη διπλωματική αναγνώριση της ελληνικής κυβέρνησης. Πέραν τούτου, η συνθήκη όριζε πως, αν μία από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές δεν αποδεχόταν την ανακωχή, οι Δυνάμεις θα εμπόδιζαν τη συνέχιση των εχθροπραξιών, χωρίς όμως να λάβουν μέρος σε αυτές.

Σημαντική, επίσης, αποδείχθηκε η ρητή πρόβλεψη πως, αν η Τουρκία αρνηθεί να συμμορφωθεί στις υποδείξεις που έδωσαν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, θα λαμβάνονταν μέτρα, ώστε οι όροι της Συνθήκης να επιβληθούν σε αυτήν. Η προσθήκη αυτή μπήκε ύστερα από πολλές ευρωπαϊκές εκκλήσεις που ο σουλτάνος ή ο Ιμπραήμ αψήφησαν επιδεικτικά. Και θα αποδεικνυόταν καθοριστική λίγους μήνες μετά, στέλνοντας ναυτικές δυνάμεις στην Πελοπόννησο και οδηγώντας στη ναυμαχία του Ναυαρίνου. Ακόμα, ειδικό μέρος της Συνθήκης σκόπευε να χαλιναγωγήσει τις επιθετικές διαθέσεις της Ρωσίας έναντι της Οθωμανικής Πύλης.


ENΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Σαν σήμερα: 6 Ιουλίου 1827 – Η Συνθήκη του Λονδίνου, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
  • ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 6 Ιουλίου 1827: Η Συνθήκη του Λονδίνου για την ανεξαρτησία της Ελλάδας, military-history.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αντωνία Αποστόλου, Αρχισυντάκτρια Κοινωνικών Θεμάτων
Αντωνία Αποστόλου, Αρχισυντάκτρια Κοινωνικών Θεμάτων
Γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη το 2004 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όντας πλέον προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να διαβάζει βιβλία φιλοσοφικού χαρακτήρα και να βλέπει ταινίες. Γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά.