28 C
Athens
Παρασκευή, 13 Ιουνίου, 2025
ΑρχικήΙστορίαΣτρατόπεδο Παύλου Μελά: Εκεί όπου το χώμα θυμάται και οι άνθρωποι ξεχνούν

Στρατόπεδο Παύλου Μελά: Εκεί όπου το χώμα θυμάται και οι άνθρωποι ξεχνούν


Της Ράνιας Μουστάκα,

Υπάρχουν τόποι που δεν είναι απλώς σημεία στον χάρτη. Είναι πληγές, που είτε τις κλείνεις, είτε τις κουβαλάς. Έτσι, και το Στρατόπεδο Παύλου Μελά δεν είναι μνημείο, ούτε απλή ενθύμηση, αλλά είναι ερώτηση. Και η απάντηση που δίνουμε σήμερα, θα κρίνει αν είμαστε ακόμη άνθρωποι ή απλώς πολίτες του τίποτα.

Η ιστορία του Στρατοπέδου δεν ξεκινά με αίμα, αλλά με κανονιοφόρους και με βεγγαλικά της εξουσίας. Στα τέλη του 19ου αιώνα, συγκεκριμένα το 1891, όταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία ακόμη διαφέντευε τη Μακεδονία, χτίστηκε το συγκρότημα των στρατώνων με δωρεά της Σαφιγιέ Χανούμ. Στόχος: Η στρατιωτική κυριαρχία. Στο χώρο του στρατοπέδου, λίγα χρόνια αργότερα, το 1903-1904, χτίστηκε το τζαμί του Λεμπέτ, οθωμανικό τέμενος, που μαρτυρά την πολυπολιτισμική και πολυεθνική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης εκείνης της εποχής.

Ακολούθως, με την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, στις 26 Οκτωβρίου του 1912, οι στρατώνες περιήλθαν στην κυριότητα του ελληνικού κράτους και ονοματοδοτήθηκαν προς τιμήν του Παύλου Μελά, εθνικού συμβόλου μιας άλλης εποχής, που επίσης σημάδεψε τη μοίρα της περιοχής. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τη χρονική περίοδο 1915 – 1917, οι στρατώνες χρησιμοποιήθηκαν από τη γαλλική συμμαχική στρατιά, στοιχείο που υπογραμμίζει τη στρατηγική σημασία της περιοχής.

Το Στρατόπεδο Παύλου Μελά, ωστόσο, δεν υπήρξε ποτέ μονοδιάστατος στρατιωτικός χώρος. Το 1922, με τη λαίλαπα της Μικρασιατικής Καταστροφής, μετατράπηκε σε προσφυγικό σταθμό, υποδεχόμενο ανθρώπους ρακένδυτους, που είχαν αφήσει πίσω τους έναν ολόκληρο κόσμο. Σύμφωνα με τα αρχεία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, πάνω από 50.000 πρόσφυγες πέρασαν από τους στρατώνες. Εκεί όπου άλλοτε στρατοπέδευαν ιππείς, τώρα στεγάζονταν ζωές ακρωτηριασμένες. Οι προσφυγικοί συνοικισμοί του Λεμπέτ, του Καραϊσίν και της Νεάπολης αναπτύχθηκαν γύρω από το στρατόπεδο, με τις παράγκες να γίνονται ο πρώτος τόπος αντίστασης στον θάνατο και την λήθη. Έτσι, γεννήθηκε και η Σταυρούπολη, φτωχική και περήφανη, μέσα από τα συντρίμμια, με τον αέρα της να πλέκει μνήμες, παιδικά κλάματα και γλώσσες του Πόντου, της Ιωνίας, της Ανατολίας.

Το Στρατόπεδο Παύλου Μελά. Πηγή εικόνας: iapopsi.gr

Όταν οι σβάστικες σκέπασαν τον ουρανό της Ελλάδας, το 1941, το στρατόπεδο πέρασε στη σκοτεινότερη σελίδα της ιστορίας του. Τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς, ο διοικητής της στρατιωτικής διοίκησης Θεσσαλονίκης-Αιγαίου, Κουρτ φον Κρέντσκι, διέταξε τη δημιουργία στρατοπέδου συγκέντρωσης, στο πλαίσιο εφαρμογής της διαταγής εξιλέωσης Sühnebefehl (888/41) του επικεφαλής της Βέρμαχτ για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, Βίλχελμ Λιστ. Σύμφωνα με αυτή, για κάθε νεκρό Γερμανό στρατιώτη έπρεπε να πυροβοληθούν 50 έως 100 κομμουνιστές, πράξη που αποτύπωσε την απάνθρωπη λογική των κατακτητών. Αντιστασιακοί, εργάτες, φοιτητές, δάσκαλοι, Εβραίοι, Έλληνες, Ιταλοί, Αλβανοί, Σέρβοι, Ρώσοι, Πολωνοί, Γάλλοι αιχμάλωτοι. Εκατοντάδες ψυχές εκτελέστηκαν. Οι μάντρες κουβαλούν ακόμη τις σφαίρες που τίναξαν κορμιά στον αέρα και κάθε πέτρα αντηχεί σαν αντίλαλος εκείνης της ύστατης κραυγής.

Το 1941, γερμανικά στρατεύματα κατοχής κατέλαβαν το στρατόπεδο, όπου αρχικά κρατούνταν 278 άτομα που συνελήφθησαν στις 5 Ιουλίου 1941, κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων κατά της ελληνικής αντίστασης. Οι φύλακες, οι γιατροί, οι νοσοκόμες και οι μάγειρες του στρατοπέδου ήταν Έλληνες, ενώ η διοίκηση ήταν ελληνική, όμως υπό αυστηρή γερμανική επιτήρηση, κάτι πρωτοφανές για τις κατεχόμενες χώρες.

Οι εκτελέσεις ξεκίνησαν από τις 17 Δεκεμβρίου 1941. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές πράξεις βίας ήταν η εκτέλεση δώδεκα κρατουμένων στις 27 Δεκεμβρίου 1941, ως αντίποινα για σαμποτάζ στο σιδηροδρομικό δίκτυο και την ανατίναξη της οικίας του στενού συνεργάτη των Γερμανών, Γεώργιου Πούλου. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 1944, η τραγική συμμετοχή Ελλήνων συνεργατών, όπως τα τάγματα ασφαλείας με επικεφαλής τον Αντώνη Δάγκουλα και το Εθελοντικό Τάγμα του Γιώργου Πούλου, καθώς και η Ειδική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης με διοικητή τον Νικόλαο Ιωάννου, οδήγησαν σε συνεχή εισροή κρατουμένων και εκτελέσεων.

Η πιο φρικτή ημέρα του στρατοπέδου καταγράφεται στις 6 Ιουνίου 1944. Εκείνη τη μέρα, 101 ψυχές χάθηκαν από τις σφαίρες των ναζί, ως πράξη εκδίκησης για σαμποτάζ του ΕΛΑΣ, λίγο πριν από την απόβαση στη Νορμανδία. Οι πηγές αναφέρουν, μάλιστα, ότι τα πτώματα έμειναν για μέρες σε ανοικτή έκθεση, ως «μαθήμα πειθαρχίας» Η βαρβαρότητα, για άλλη μια φορά, φορούσε στολή και μιλούσε για «τάξη» και «πειθαρχεία». Το στρατόπεδο έγινε σιωπηλό σφαγείο. Η τελευταία εκτέλεση πραγματοποιήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1944, ενώ το στρατόπεδο απελευθερώθηκε στις 21 Οκτωβρίου 1944, λίγες μέρες πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.

To Στρατόπεδο Παύλου Μελά. Πηγή εικόνας: kleioculture.gr

Παρόλα αυτά, αξιοσημείωτα είναι και τα παράδοξα γεγονότα μέσα στο στρατόπεδο, όπου, παρά την κόλαση της κρατικής βίας, οργανώνονταν αγώνες πάλης και θεατρικές παραστάσεις. Ακόμα και η δωρεά από τον διαβόητο Μαξ Μέρτεν, που θεωρείται ο κύριος υπεύθυνος της γενοκτονίας των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη, παραμένει μία σκοτεινή και αντιφατική πινελιά στη διαχείριση της ιστορίας αυτού του τόπου.

Μετά την Απελευθέρωση, χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τον ΕΛΑΣ, κατόπιν από τον Εθνικό Στρατό, και σταδιακά εγκαταλείφθηκε. Έως και το κοντινό 2005, λειτουργούσε ως στρατιωτική εγκατάσταση. Η μνήμη, όπως συχνά συμβαίνει στην Ελλάδα, θάφτηκε κάτω από τη ρουτίνα, την αδιαφορία και τη σιωπή.

Και έτσι, φτάνουμε στο σήμερα. Στο Στρατόπεδο Παύλου Μελά, στον τόπο του εγκλεισμού, των βασανιστηρίων και της εκτέλεσης, τα στεφάνια κατατίθενται με ρυθμό μηχανικό, σχεδόν αμήχανο. Στέκονται εκεί, σιωπηλά και φρόνιμα, όπως θα ήθελαν και οι δήμιοι: Aθώα, άκακα, απολιτικά. Δεν ξεριζώνουν τη λήθη· την επιβεβαιώνουν. Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, σε άλλες εποχές, πολλοί απ’ όσους τιμούν σήμερα τους νεκρούς, θα είχαν κυνηγήσει τους ζωντανούς. Θα είχαν καταγγείλει, θα είχαν υποδείξει, θα είχαν συνεργήσει. Τώρα, απλώς παίζουν τον ρόλο τους μπροστά στις κάμερες.

Την ίδια στιγμή, έξω απ’ τον περίβολο του μνημείου, η προσφυγική γειτονιά της Σταυρούπολης – των ξεριζωμένων του ’22 και των εκτελεσμένων του ’44 – μοιάζει να απαρνείται τον ίδιο της τον πυρήνα. Τον τόπο των ανθρώπων που κάποτε ήρθαν διωγμένοι απ’ τις πατρίδες τους, των ίδιων που έστησαν σπίτια απ’ το τίποτα και μετέτρεψαν τον πόνο σε κοινότητα. Σήμερα, η ίδια περιοχή διώχνει τους πρόσφυγες του καιρού μας, περιφράσσει, αποκλείει, σωπαίνει. Η κοινωνία που γεννήθηκε από την εξορία, κοιτά με καχυποψία τον ξένο· αυτή η αντίφαση δεν είναι αμηχανία, είναι συνενοχή.

Και στα σχολεία της περιοχής, στις αυλές όπου όφειλε να κατοικεί η γνώση και η συνείδηση, φυτεύεται το ζιζάνιο του φασισμού. Εκεί, όπου ο λόγος της Αντίστασης θα έπρεπε να διδάσκεται, επιστρέφει ο εθνικιστικός παραλογισμός ως ταυτότητα. Μαθητές οργανώνονται σε ομάδες επιβολής, σηκώνουν σύμβολα μίσους, τρομοκρατούν, αναπαριστούν την πιο σκοτεινή ιστορική μας περίοδο, όχι ως παρελθόν, αλλά ως επιλογή. Δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο· είναι αντανάκλαση όσων ανεχτήκαμε.

Το Στρατόπεδο Παύλου Μελά δεν είναι ένα ακίνητο πολιτιστικής κληρονομιάς· είναι ένα κάτοπτρο. Όχι για να καθρεφτίσουμε την αυταρέσκεια, αλλά για να αναμετρηθούμε με το ποιοι είμαστε. Αν δεν προστατεύουμε σήμερα τους κυνηγημένους, αν δεν διδάσκουμε στα παιδιά μας τι σημαίνει ελευθερία, αν δεν στεκόμαστε απέναντι στην αδικία με την ίδια πυγμή που στάθηκαν εκείνοι που εκτελέστηκαν στους τοίχους του στρατοπέδου, τότε δεν έχουμε τίποτα να τιμήσουμε.


ENΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Λεωνίδας Γιασημακόπουλος (2001), Το Ναζιστικό Στρατόπεδο Παύλου Μελά Θεσσαλονίκης 1941-1944, εκδ. Παρατηρητής
  • Ιστορικοί Τόποι, pavlosmelas.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Κατάδυση στην άγνωστη ιστορία του στρατοπέδου Παύλου Μελά: Περισσότερες από 600 εκτελέσεις επί Κατοχής, topontiki.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ράνια Μουστάκα
Ράνια Μουστάκα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει έκτοτε. Σπουδάζει Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με παράλληλες σπουδές στο Marketing .Έχει συμμετάσχει σε πληθώρα πολιτικών και κοινωνικών συνεδρίων και σεμιναρίων. Αγαπά τα ταξίδια, τις ξένες γλώσσες και τα βιβλία, ιδιαίτερα αυτά της Κοινωνιολογίας, της Ιστορίας, της Πολιτικής και της Φιλοσοφίας.