Της Ελένης Μήτσιου,
Η στάση του σώματος δύναται να αποκαλύψει πολυάριθμες πτυχές της ψυχοσύνθεσης του ατόμου, αλλά και της ψυχολογικής του κατάστασης τη δεδομένη χρονική στιγμή. Ίσως να έχεις παρατηρήσει πως οι δυναμικοί και επιβλητικοί ομιλητές, έχοντας εμπιστοσύνη στο έργο και τον εαυτό τους, παρουσιάζονται ευθυτενείς, ενώ αντιθέτως, ένα απογοητευμένο ακροατήριο κατακλυσμένο από ανία και περίσσειες πληροφορίες, θα εμφανίσει νευρικότητα ως προς τις κινήσεις του, ενώ η στάση του σώματός τους θα διαφέρει κατά πολύ από εκεί του ομιλητή, γέρνοντας προς τα πίσω ή προς τα εμπρός, αποκαλύπτοντας, άθελά τους, την κούραση και την αγανάκτησή τους αντίστοιχα.
Επομένως, δεν προκαλεί εντύπωση πως οι παραπάνω πληροφορίες αξιοποιούνται, εκτός από τα άτομα μεμονωμένα στις καθημερινές τους αλληλεπιδράσεις, και από διάφορες κατηγορίες επαγγελματιών και επιστημόνων, συμπεριλαμβάνοντας τους αστυνομικούς ανακριτές και τους ψυχολόγους. Κατ΄ επέκταση, για τους ορθοπεδικούς και τους ιατρούς γενικότερα, η στάση του σώματος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της κλινικής εξέτασης, συγκεκριμένα της επισκόπησης, συμβάλλοντας στη διάγνωση των ασθενών. Έτσι, από «το έμπειρο μάτι» ενός ικανού και καταρτισμένου ορθοπεδικού καθίσταται απίθανο να αγνοηθεί η ιδιαίτερη στάση του σώματος των ασθενών οι οποίοι εμφανίζουν λόρδωση!

Γενικές πληροφορίες για την ανατομία της σπονδυλικής στήλης και τη λόρδωση
Λόγω της εντόπισης της συγκεκριμένης παθολογίας στη σπονδυλική στήλη, μια σύντομη προσέγγιση της ανατομίας της καθίσταται παραπάνω από κατατοπιστική. Συγκεκριμένα, η σπονδυλική στήλη αποτελεί μια οστική δομή η οποία στηρίζει το ανθρώπινο σώμα, συμβάλλει στη βάδιση, στην κίνηση και προστατεύει τον νωτιαίο μυελό. Αποτελείται από τους ομώνυμους σπόνδυλους (οστά) και από τους μεσοσπονδύλιους δίσκους οι οποίοι λειτουργούν ως «τα μαξιλαράκια» ή αλλιώς «τα αμορτισέρ» των σπονδύλων απορροφώντας τους κραδασμούς και συμβάλλοντας στην κίνηση. Επιπλέον, μέρος της σπονδυλικής στήλης αποτελεί ένα σύνολο αρθρώσεων, μαλακών μορίων, νεύρων, αλλά και ο νωτιαίος μυελός, εντοπιζόμενος στον νωτιαίο σωλήνα.
Οι τριάντα τρεις σπόνδυλοι χωρίζονται στις πέντε μοίρες την αυχενική, τη θωρακική, την οσφυϊκή, την ιερή και την κοκκυγική μοίρα. Επιπλέον, φυσιολογική κυρτότητα (καμπύλη) εμφανίζει η αυχενική (1η) και η οσφυϊκή (3η) μοίρα κοιλιακώς (προσθίως), ενώ αντίστοιχα, για τη θωρακική (2η) και την ιερή (4η) μοίρα παρατηρείται φυσιολογικά κύρτωση ραχιαία (οπισθίως).
Επομένως, φυσιολογικά αναμένουμε να παρατηρήσουμε την παραπάνω πρόσθια «καμπυλότητα» στην αυχενική και την οσφυϊκή μοίρα, η οποία ονομάζεται λόρδωση και χαρακτηρίζεται από ένα συγκεκριμένο εύρος τιμών. Για την αυχενική, το εύρος κυμαίνεται από 30 έως 40 μοίρες, ενώ για τη οσφυϊκή, η κυρτότητα κυμαίνεται μεταξύ 40 έως 60 μοιρών. Η ύπαρξη της λόρδωσης δε διατηρήθηκε εξελικτικά ως ένα τυχαίο χαρακτηριστικό της σπονδυλικής στήλης, εντούτοις, φέρει τον δικό της λειτουργικό ρόλο, συμβάλλοντας στην κίνηση και τη διατήρηση της στάσης του σώματος. Ωστόσο, όταν η καμπυλότητα αποκλίνει από τις προαναφερθείσες φυσιολογικές τιμές, μεταβάλλει τη στάση του σώματος και τότε, αναφερόμαστε στην παθολογική κατάσταση της λόρδωσης.
Διαφοροποίηση της λόρδωσης από την κύφωση και τη σκολίωση
Στις πιο γνωστές παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες αφορούν τα κυρτώματα της σπονδυλικής στήλης, κατατάσσονται η λόρδωση, η σκολίωση και η κύφωση. Η διαφοροποίηση τους, λοιπόν, προκύπτει αφενός από τη μοίρα της σπονδυλικής στήλης στην οποία παρουσιάζονται και αφετέρου από την κατεύθυνση ως προς την οποία προκύπτει η διαφοροποίηση του κυρτώματος. Όπως προαναφέρθηκε, η λόρδωση επηρεάζει την αυχενική και την οσφυϊκή μοίρα αυξάνοντας κοιλιακά (προσθίως) το αντίστοιχο κύρτωμα. Από την άλλη, η σκολίωση εμφανίζεται συχνότερα στα παιδιά και τους εφήβους και «καμπυλώνει» πλαγίως και «περιστρέφει» την σπονδυλική στήλη. Τέλος, στην περίπτωση της κύφωσης παρατηρείται παθολογική ραχιαία (οπίσθια) αύξηση του κυρτώματος της θωρακικής μοίρας. Η όψη των ασθενών με κύφωση παρουσιάζεται εξαιρετικά αναγνωρίσιμη, εξαιτίας της λεγόμενης «καμπούρας» στον κορμό τους, με τους ώμους να εμφανίζονται στρογγυλεμένοι.

Ποιους αφορά και πώς επηρεάζει το σώμα;
Η λόρδωση μπορεί να εμφανιστεί στον καθένα, ωστόσο, τα παιδιά τα οποία εμφανίζουν απότομη ανάπτυξη παρουσιάζονται πιο επιρρεπή. Επίσης, την κατηγορία συμπληρώνουν οι έγκυες γυναίκες και οι ενήλικες άνω των πενήντα ετών.
Η επίδρασής της στο σώμα πρωταρχικά σχετίζεται με την εντόπισή της:
- Η λόρδωση της αυχενικής μοίρας (αυχενική λόρδωση) ωθεί τον αυχένα προσθίως και κατ΄επέκταση προκύπτει απόκλιση από τη φυσιολογική θέση και τη γενικότερη ανατομία του. Σε σπάνιες και ακραίες περιπτώσεις επηρεάζει την κινητικότητα του αυχένα, ακόμη και την κατάποση ή την ομιλία.
- Η λόρδωση της οσφυϊκής μοίρας (οσφυϊκή λόρδωση) μετατοπίζει τους γοφούς και την πύελο (λεκάνη), ωθώντας την άνω κοιλία προσθίως, ενώ οι γλουτοί μετατοπίζονται οπισθίως συγκριτικά με τη φυσιολογική εντόπισή τους. Επίσης, σε ύπτια κατάκλιση του ασθενούς (όταν ξαπλώνει ανάσκελα), η οσφυϊκή χώρα (χονδρικώς, η μέση) παρουσιάζει αυξημένη απόσταση από την επιφάνεια στήριξης (παραδείγματος χάρη από το εξεταστικό κρεβάτι του ιατρείου). Στα προχωρημένα περιστατικά, ο ασθενής χάνει μέρος του ελέγχου της ουροδόχου κύστεως και του αντίστοιχου τμήματος του γαστρεντερικού.
Ως μια γενική εικόνα των προχωρημένων περιστατικών, η κίνηση του αυχένα και της οσφυϊκής μοίρας καθίσταται δυσχερής έως και αδύνατη.
Συμπτώματα και αίτια
Ορισμένοι ασθενείς δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα μέχρι να πραγματοποιηθεί η διάγνωση, ωστόσο, αλλαγές στη στάση του σώματος είναι εξαιρετικά σύνηθες να παρατηρηθούν, ακόμα και από τους οικείους του ασθενούς. Συγκεκριμένα, η κεφαλή και ο αυχένας προβάλλουν προς τα εμπρός, ομοίως και οι γοφοί, ενώ οι γλουτοί παρουσιάζουν έντονη προβολή οπισθίως, η οποία αποκλίνει από τη φυσιολογική. Σχετικά με τα συμπτώματα, τα οποία ενδεχομένως να δυσκολέψουν και να θορυβήσουν τον ασθενή, αφορούν τους πόνους στις περιοχές της λόρδωσης και τη δυσκολία στην κίνηση, η οποία προηγουμένως δεν εμφανιζόταν.
Περνώντας στην αιτιολογία της, συνήθως πρόκειται για μια ιδιοπαθή κατάσταση (χωρίς γνωστά παθολογικά αίτια), όπως σε περιπτώσεις λόρδωσης σε παιδιά, αλλά δύναται να εντοπιστεί και σε ασθενείς με εκτεταμένη θωρακική κύφωση. Ωστόσο, στην ιατρική βιβλιογραφία παρουσιάζεται μια λίστα παθολογικών καταστάσεων οι οποίες συμβάλλουν στην εμφάνιση της λόρδωσης. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται η σπονδυλολίσθηση, η αχονδροπλασία, η οστεοπόρωση, το οστεοσάρκωμα, η μυϊκή δυστροφία και η κύφωση.

Διάγνωση και θεραπεία
Με στόχο τη διάγνωση της λόρδωσης οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης θα προβούν σε φυσική εξέταση του ασθενούς. Η στάση του σώματος αλλά και οι πληροφορίες τις οποίες παρέχει η κλινική εξέταση της σπονδυλικής στήλης θα συμβάλλουν στη διαδικασία, ενώ ο βαθμός κινητικότητας και ευλυγισίας του κυρτώματος θα καθορίσει την αναγκαιότητα και τον βαθμό της επακόλουθης παρέμβασης. Επιπροσθέτως, η πιθανή διερεύνηση κι άλλων παθήσεων, όπως η κύφωση και η σκολίωση, παρουσιάζονται εξαιρετικά βοηθητικές, ίσως και απαιτούμενες, για τη διάγνωση ορισμένων ασθενών, ενώ οι απεικονιστικές εξετάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ακτινογραφιών, της μαγνητικής και της αξονικής τομογραφίας θα δώσουν μια σαφέστερη εικόνα της κατάστασης.
Σχετικά με την αντιμετώπιση της λόρδωσης, βασικό παράγοντα αποτελεί η εντόπισή της και η εμφάνιση ή η απουσία των συμπτωμάτων. Η πλειοψηφία των ασθενών δε χρήζει κάποιας εξειδικευμένης αντιμετώπισης, εντούτοις, σε περίπτωση πόνου στον αυχένα ή στην οσφυϊκή περιοχή ενδέχεται να συνταγογραφηθούν μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, όπως η ασπιρίνη και η ιβουπροφαίνη, ενώ η ενδυνάμωση των αντίστοιχων μυών και οι διατάσεις θα δράσουν καταλυτικά. Σημειώνεται πως κατάλληλη συζήτηση με τον θεράποντα ιατρό χρήζει να λάβει χώρα σε περίπτωση λήψης μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για διάστημα μεγαλύτερο των δέκα ημερών.
Η παρακολούθηση συνίσταται να είναι συνεχής, ώστε να διερευνάται η εξέλιξή της. Σε σοβαρότερες καταστάσεις ή σε περίπτωση επιδείνωσης, μερικές πιο δραστικές και παρεμβατικές προσεγγίσεις αποτελούν οι φυσιοθεραπείες, η χρήση αντιλορδωτικού κηδεμόνα (νάρθηκα) προσαρμοσμένου στον ασθενή, ενώ την πιο παρεμβατική μέθοδο αποτελεί η χειρουργική προσέγγιση. Τέλος, πρόληψη δεν υφίσταται, καθώς η πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι ιδιοπαθείς, ωστόσο, η καλή φυσική κατάσταση και η ενδυνάμωση του κορμού συμβάλλουν αξιοσημείωτα.
Συμπερασματικά, η καλή στάση του σώματος δεν αποτελεί αποκλειστικά αναπόσπαστο κομμάτι της εξωτερικής μας εμφάνισης. Το αντίκτυπο και η αιτιολογία πίσω από την όψη της, προσφέρουν εξαιρετικά χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την φυσική κατάσταση και τη λειτουργία του μυοσκελετικού συστήματός μας. Η λόρδωση, αν και χαρακτηρίζει τη σπονδυλική στήλη, στις περιπτώσεις όπου ξεπερνά τα φυσιολογικά όρια, μεταπίπτει σε παθολογία. Ακόμη, η διατήρηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής βελτιώνει την υγεία παροδικά, ενώ ταυτοχρόνως, αποτελεί «παρακαταθήκη» για τους μελλοντικούς εαυτούς μας. Τέλος, όπως ίσως να αποκαλύπτουν οι επιπτώσεις των δυσλειτουργιών της, η σπονδυλική στήλη δεν αποτελεί μια ακόμη δομή του ανθρώπινου σώματος, αλλά αντιθέτως, στηρίζει ένα αξιοσημείωτο μέρος του σωματικού βάρους και… της ποιότητας ζωής μας!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- A Beginner’s Guide to Reading Body Language, Healthline, διαθέσιμο εδώ
- Spine Structure and Function, Cleveland Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Lordosis (Swayback), Cleveland Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Kyphosis, Cleveland Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Κύφωση Ενηλίκων, Ορθοπαιδικός Χειρουργός Σπονδυλικής Στήλης Κωνσταντίνος Σταραντζής, διαθέσιμο εδώ