Της Νάγιας Καστρενοπούλου,
Πρόσφατα, κοιτώντας τον εαυτό μου στον καθρέφτη, αναρωτήθηκα: «Τι άλλαξε όλα αυτά τα χρόνια;» Ήμουν —και είμαι— το ζωντανό παράδειγμα της λεγόμενης «γενιάς του άγχους». Αγχωμένη για το παρόν, φοβισμένη για το μέλλον, χωρίς να ξέρω τι μου επιφυλάσσει η επόμενη μέρα.
Αλλά τι είναι, τελικά, αυτή η γενιά του άγχους;
Ο όρος —ή όπως λέγεται στα αγγλικά, “Generation of Anxiety”— χρησιμοποιείται για να περιγράψει τους νέους των τελευταίων δεκαετιών, κυρίως τους Millennials (γεννημένοι περίπου το 1981–1996) και την Generation Z (1997–2012). Μια γενιά που μεγάλωσε μέσα σε διαρκή πίεση, αβεβαιότητα και ψυχολογική αστάθεια, σε βαθμό που οι προηγούμενες γενιές δύσκολα μπορούν να κατανοήσουν. Οι διαφορές ανάμεσα στη «γενιά του άγχους» (Millennials & Gen Z) και τις προηγούμενες γενιές (όπως οι Baby Boomers και η Generation X) είναι πολυεπίπεδες και σχετίζονται με το κοινωνικό, οικονομικό και τεχνολογικό περιβάλλον, στο οποίο μεγάλωσαν και ζουν. Οι προηγούμενες γενιές, όπως οι Baby Boomers και η Generation X, μεγάλωσαν με σχετική σταθερότητα, πίστη στους θεσμούς, προοπτική επαγγελματικής ασφάλειας και πιο παραδοσιακές αξίες. Αντίθετα, οι Millennials και η Generation Z, η λεγόμενη «γενιά του άγχους», μεγάλωσαν μέσα σε διαρκείς κρίσεις, τεχνολογική υπερδιέγερση και κοινωνική πίεση, βιώνοντας βαθύτερη αβεβαιότητα και ψυχολογική αστάθεια.

Οι νέοι του σήμερα καλούνται να διαχειριστούν πολλαπλά ανοικτά μέτωπα. Ζούμε σε μια εποχή όπου η οικονομική αβεβαιότητα εντείνεται συνεχώς: η εργασιακή επισφάλεια κυριαρχεί, και όταν προσπαθούν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα προς μια αυτόνομη και αυτάρκη ζωή, έρχονται αντιμέτωποι με έναν σκληρό συνδυασμό υψηλού κόστους στέγασης και χαμηλών μισθών, ένας συνδυασμός που καθιστά την ανεξαρτησία σχεδόν ανέφικτη. Ακολούθως, η υπερσύνδεση των νέων μπορεί να εντείνει το άγχος και τη νοητική τους κόπωση. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρείται εθισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με το φαινόμενο του FOMO (Fear Of Missing Out) να διεισδύει όλο και πιο βαθιά στην καθημερινότητά τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που όλοι μας πιάνουμε τον εαυτό μας να καταφεύγει στο κινητό, παγιδευμένος στην πληροφοριακή υπερφόρτωση και την τοξική σύγκριση. Με τον όρο «τοξική σύγκριση» εννοούμε μια βλαβερή διαδικασία σύγκρισης με τους άλλους, που δεν οδηγεί σε προσωπική ανάπτυξη αλλά σε ζήλια, αυτοϋποτίμηση και ψυχική φθορά.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο που συναντάται ιδιαίτερα έντονα στα social media, όπου η προβολή «τέλειων» ζωών δημιουργεί πίεση και συναισθηματική ανασφάλεια. Επιπλέον, οι πολιτικές και περιβαλλοντικές κρίσεις δημιουργούν ένα συνεχές αίσθημα αβεβαιότητας και ανασφάλειας στη γενιά του άγχους, ενισχύοντας τον φόβο για το μέλλον και την αίσθηση ότι έχουν περιορισμένο έλεγχο στη ζωή τους. Παράλληλα, αυτές οι κρίσεις αυξάνουν το ψυχολογικό βάρος και την πίεση, επιδεινώνοντας τα ήδη υψηλά επίπεδα άγχους και αγωνίας που βιώνουν. Συνολικά, η γενιά του άγχους καλείται να αντιμετωπίσει πολύπλευρες προκλήσεις σε έναν κόσμο γεμάτο αβεβαιότητες και πιέσεις, όπου η οικονομική ανασφάλεια, η τεχνολογική υπερδιέγερση και οι παγκόσμιες κρίσεις διαμορφώνουν ένα περιβάλλον που δοκιμάζει όχι μόνο τις δυνατότητές τους, αλλά και την ψυχική τους ανθεκτικότητα. Η αναγνώριση και η κατανόηση αυτών των παραγόντων είναι το πρώτο βήμα για να δημιουργηθούν υποστηρικτικοί μηχανισμοί που θα βοηθήσουν τους νέους να βρουν ισορροπία, ελπίδα και προοπτική.
Πρόσφατα βρέθηκα σε μια συζήτηση ιατρικού ενδιαφέροντος, και αυτό που κράτησα με εξέπληξε αρνητικά. Παρατηρείται όλο και πιο έντονη αύξηση ψυχικών νοσημάτων σε νεότερες ηλικιακές ομάδες. Οι εισαγωγές σε μονάδες ψυχικής υγείας νέων ατόμων αυξάνονται ραγδαία, με διαγνώσεις κατάθλιψης, άγχους και κρίσεων πανικού να πολλαπλασιάζονται. Ζούμε σε μια εποχή όπου έχει κανονικοποιηθεί η εξουθένωση, μια «burnout culture» η οποία με μαθηματική ακρίβεια μας οδηγεί στην αυτοκαταστροφή. Αγαπητέ αναγνώστη, σε καλώ να αναρωτηθείς πόσες φορές μέσα στη μέρα σε έχει επισκεφθεί το αίσθημα της μοναξιάς και πόσο συχνά χάνεις την κοινωνική σου εμπιστοσύνη. Μήπως ήρθε η ώρα να κάνουμε την αλλαγή;

Αντιμετωπίζοντας όλα αυτά τα ψυχικά βάρη, η αναζήτηση βοήθειας μέσα από τη ψυχοθεραπεία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό βήμα για την ανακούφιση και την κατανόηση των συναισθημάτων μας. Παράλληλα, οι τεχνικές διαλογισμού και ενσυνειδητότητας μας βοηθούν να βρούμε εσωτερική γαλήνη και να αποφορτίσουμε το μυαλό από το άγχος της καθημερινότητας. Όπως μου είπε ένας πολύ δικός μου άνθρωπος, «η ζωή δεν χρειάζεται να είναι τέλεια, αλλά όμορφα μέτρια» και μόλις το κατανοήσουμε αυτό, θα ζήσουμε πιο ελεύθεροι, απελευθερωμένοι από τα δεσμά της υπερβολικής πίεσης και της ανασφάλειας.
Η γενιά του άγχους δεν μένει παθητική απέναντι στις πιέσεις και τις προκλήσεις που βιώνει· αντιθέτως, αντιδρά μέσα από κινήματα που αναζητούν ισορροπία και ουσία στη ζωή. Το κίνημα του «quiet quitting» αποτυπώνει την ανάγκη για δουλειά με νόημα, όπου η επιτυχία επαναπροσδιορίζεται όχι με βάση τα υλικά κριτήρια, αλλά μέσα από την αυθεντικότητα, την απλότητα και τη συνειδητή επιλογή τρόπου ζωής. Η ψηφιακή αποτοξίνωση κερδίζει έδαφος ως μέσο απελευθέρωσης από την πληροφοριακή υπερφόρτωση, ενώ η ανάγκη για αληθινή, δια ζώσης επικοινωνία και συνδιαλλαγή υπογραμμίζει την επιθυμία για ουσιαστική σύνδεση σε έναν ολοένα πιο αποξενωμένο κόσμο.
Η γενιά μου δεν είναι απλώς μια σειρά αριθμών ή στατιστικών. Είναι φλόγα που καίγεται μέσα σε έναν άνεμο αναταράξεων, μια φωνή που παλεύει να ακουστεί μέσα στον θόρυβο της σύγχρονης εποχής. Δεν είμαστε αδύναμοι ούτε χαμένοι· είμαστε άνθρωποι οι οποίοι βιώνουν την πίεση μιας αδικαιολόγητης βαρύτητας, αλλά δεν την αφήνουμε να μας καταπιεί. Στο βάθος αυτής της σκοτεινιάς, υπάρχει μια σπίθα— η σπίθα της συνειδητότητας που μας καλεί να σταθούμε όρθιοι, να αγκαλιάσουμε τη συλλογικότητα και να νιώσουμε την ενσυναίσθηση όχι μόνο για τους άλλους, αλλά και για τον ίδιο μας τον εαυτό. Μόνο έτσι, με αληθινή παρουσία και καρδιά ανοιχτή, θα μπορέσουμε να ξαναβρούμε τη γαλήνη και την ελευθερία που τόσο μας αξίζουν. Και τότε, η γενιά του άγχους θα γίνει γενιά της ελπίδας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Is Quiet Quitting Real?, gallup.com, διαθέσιμο εδώ
- Ηλιαδάκης Α. (2023), Η ψηφιακή αποτοξίνωση και η ψυχική υγεία των νέων: Μια ανασκόπηση, Περιοδικό Ψυχικής Υγείας