Της Αριάδνης – Παναγιώτας Φατσή,
Η κακοποίηση των ζώων αποτελεί δείγμα γενικότερης βίαιης ή ελεγκτικής συμπεριφοράς, που είναι πιθανόν να επεκτείνεται σε ανθρώπους, ιδιαίτερα σε ευάλωτα άτομα, όπως οι γυναίκες και τα παιδιά. Πολυάριθμες ψυχολογικές και εγκληματολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι βλάπτουν τα ζώα, συχνά δεν έχουν ενσυναίσθηση και χρησιμοποιούν τη βία ως μέσο διεκδίκησης της εξουσίας τους — χαρακτηριστικά που υπάρχουν και στους ενδοοικογενειακούς κακοποιητές. Από αυτό το δεδομένο και μια πραγματική δημοσιογραφική έρευνα γεννήθηκε το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα.

Πρόκειται για το μυθιστόρημα Τα σκυλιά του πολέμου του Θοδωρή Χονδρόγιαννου, που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Brainfood/Οξύ τον περασμένο Φεβρουάριο. Ο συγγραφέας είναι δημοσιογράφος, γεννημένος το 1992, και με σπουδές στη Νομική Αθηνών. Ο ίδιος μιλάει Αγγλικά, Ιταλικά, Γερμανικά και Ρωσικά, ενώ μέσα από την έρευνά του έχει καλύψει ένα ευρύ πεδίο ζητημάτων, όπως η ναυτιλία, η υπεραλίευση, το περιβάλλον, οι υποκλοπές, αλλά και διάφορες θρησκείες, όπως η Σαϊεντολογία, οι Μορμόνοι και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το παρόν μυθιστόρημα είναι το δεύτερό του βιβλίο.
Το μυθιστόρημα ακολουθεί την πορεία του συνταξιοδοτημένου επιθεωρητή Μαρκ Κόνελι, ο οποίος παρά το γεγονός ότι έχει φτάσει στο τέλος της καριέρας του μετά από μια ιδιαίτερα επιτυχημένη πορεία, αισθάνεται ότι υπάρχει κάτι το οποίο δεν έχει κάνει ακόμη. Μέσα από τις υποθέσεις που είχε αναλάβει, ο ίδιος παρατήρησε ότι οι άνθρωποι που σχετίζονται με τις κυνομαχίες και το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων είναι πιθανό να είναι ένοχοι για κακοποίηση γυναικών. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο Μαρκ παρά το γεγονός ότι δεν έχει την υποχρέωση να ασχοληθεί με αυτό το ζήτημα, αποφασίζει να αναλάβει δράση για να κλείσει τους λογαριασμούς του με το παρελθόν. Ο ίδιος θεωρεί ότι αφού ξέρει κάτι που μπορεί να τον οδηγήσει στο να σώσει άλλους, οφείλει να αγωνιστεί για αυτό κι έτσι, ξεκινά μια νέα περιπέτεια.
Μέσα από τη νέα αποστολή που αναλαμβάνει ο Μαρκ Κόνελι, γνωρίζουμε έναν ιδιαίτερα σκληρό και αμείλικτο κόσμο, αυτόν των ελληνικών εγκληματικών οργανώσεων. Από αυτόν, άλλωστε, ξεκίνησε και η έρευνα που οδήγησε στη συγγραφή του βιβλίου, και μάλιστα από τον άγνωστο στο ευρύ κοινό κόσμο των κυνομαχιών. Το εμπόριο όπλων και η απάνθρωπη μεταχείριση των ζώων που εκτρέφονται για τις κυνομαχίες παρουσιάζονται στο βιβλίο με γλαφυρό τόνο, συχνά φέρνοντας τον αναγνώστη αντιμέτωπο με βίαιες σκηνές, οι οποίες όμως αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα. Σε αυτό το βιβλίο, τον Μαρκ πλαισιώνουν πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι: αδίστακτοι εγκληματίες, έντιμοι, αλλά και ανέντιμοι αστυνομικοί, πληροφοριοδότες, δημοσιογράφοι, αλλά και κακοποιημένα άτομα, που βρίσκουν το θάρρος να καταγγείλουν τους κακοποιητές τους. Μέσα από τις ιστορίες τους, που εμπλέκονται η μία με την άλλη, φαίνεται το φάσμα της βίας, που επηρεάζει όχι μόνο τα ζώα, αλλά και τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες ανθρώπων, σε έναν κόσμο που φτιάχτηκε από τους άνδρες και κυριαρχείται από αυτούς.

Ο χαρακτήρας του Μαρκ είναι βασισμένος σε ένα πραγματικό πρόσωπο, αλλά αυτό δεν είναι το πιο σημαντικό στοιχείο σχετικά με αυτόν. Ο ήρωας του μυθιστορήματος έρχεται σε πλήρη αντίστιξη με τις κακοποιητικές ανδρικές μορφές που σχετίζονται με το έγκλημα και τη βία, διότι ο ίδιος μάχεται ενάντια σε ένα σύστημα καλά εδραιωμένο, που βασίζεται στη σιωπή είτε των θυμάτων ή των ανθρώπων που συμπράττουν με τις εγκληματικές δραστηριότητες. Μαζί με αυτόν, γυναίκες, όπως η Άννα και η Αντιγόνη, βρίσκουν τη δύναμη να βοηθήσουν στην έρευνά του, βρίσκοντας μια έστω μερική λύτρωση στο σκοτεινό τους παρελθόν.
Το συγκεκριμένο βιβλίο προτείνεται για τους αναγνώστες που αγαπούν τα αστυνομικά μυθιστορήματα και τις έρευνες για αληθινά εγκλήματα, αλλά όχι μόνο για αυτούς. Πρόκειται για μια ιστορία που μπορεί να διαβαστεί με ενδιαφέρον από τον καθένα, ευαισθητοποιώντας στο μεταξύ τον αναγνώστη για τη σύνδεση ανάμεσα στις διάφορες μορφές κακοποίησης. Μέσα από τον θαρραλέο χαρακτήρα του Μαρκ και των συνεργατών του, αλλά και την αναμέτρησή τους με ένα σύστημα πολύ μεγαλύτερο από τους ίδιους, ίσως και ο καθένας από εμάς να έρθει πιο κοντά στο να αγωνιστεί εναντίον της καταπίεσης και της βίας στη δική του ζωή.