Της Ξένης Φλώρου,
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) αποτελεί έναν μοναδικό θεσμικό χώρο που στοχεύει στην ειρηνική συνύπαρξη, την οικονομική συνεργασία και την κοινωνική συνοχή μεταξύ των κρατών-μελών της. Μέσα από ένα σύνθετο νομικό και θεσμικό πλαίσιο, η Ένωση προάγει την αμοιβαία συνεργασία και τον σεβασμό μεταξύ των χωρών, εξασφαλίζοντας την επίτευξη κοινών στόχων που αφορούν την ευημερία, την ασφάλεια και την ανάπτυξη των κρατών-μελών. Σε αυτό το άρθρο, εξετάζονται οι βασικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία της Ένωσης, οι οποίες όχι μόνο διασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα του ενωσιακού δικαίου αλλά και ενισχύουν την ενωσιακή ολοκλήρωση και την ανάπτυξη μιας σταθερής και συνεκτικής κοινότητας.
H αρχή της καλόπιστης συνεργασίας αποτελεί θεμέλιο του συστήματος της Ένωσης και επιβάλλει υποχρεώσεις συνεργασίας όχι μόνο στα κράτη-μέλη αλλά και στα ίδια τα ενωσιακά όργανα. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 3 της ΣΕΕ, «η Ένωση και τα κράτη-μέλη εκπληρώνουν τα εκ των Συνθηκών καθήκοντα βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας συνεργασίας. Τα κράτη-μέλη λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο ικανό να διασφαλίσει την εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Συνθήκες ή προκύπτουν από πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Τα κράτη-μέλη διευκολύνουν την Ένωση στην εκπλήρωση της αποστολής της και απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της Ένωσης».

Με άλλα λόγια τα κράτη-μέλη έχουν υποχρέωση να συνεργάζονται μεταξύ τους και να υποστηρίζουν τα όργανα της Ένωσης. Ταυτόχρονα, τα τελευταία έχουν και αυτά υποχρέωση συνεργασίας αλλά και παροχής συνδρομής στα κράτη-μέλη. Στόχος της διάταξης αυτής είναι η αποτελεσματικότητα του ενωσιακού δικαίου και η εκπλήρωση των σκοπών της Ένωσης. Πρόκειται για μια γενική υποχρέωση που εξειδικεύεται βάσει άλλων διατάξεων και τυγχάνει εφαρμογής σε ό,τι αφορά τη δράση της ένωσης. Μόνο κατ’ εξαίρεση θα μπορούσε αυτή η διάταξη να χρησιμοποιηθεί ως θεμέλιο προσφυγής ενός ιδιώτη κατά ενός άλλου κράτους μέλους, δεδομένου ότι κανονικά λειτουργεί ως συμπληρωματικό επιχείρημα σε περιπτώσεις παραβίασης άλλων υποχρεώσεων από κράτη-μέλη.
Εκτός από την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, μία ακόμη θεμελιώδης αρχή της Ένωσης είναι η αρχή των δοτών αρμοδιοτήτων (άρθρα 4, παρ.1 και 5, παρ.1 του ΣΕΕ). Σύμφωνα με αυτήν, η Ένωση διαθέτει μόνο εκείνες τις αρμοδιότητες που της έχουν παραχωρηθεί από τα κράτη μέλη, χωρίς να κατέχει γενικό τεκμήριο αρμοδιότητας. Οι αρμοδιότητες της Ένωσης είναι επομένως δοτές. Ουσιαστικά, όσες δεν έχουν ανατεθεί σε αυτήν ανήκουν στα κράτη-μέλη. Επιπλέον, προβλέπεται δικαστικός έλεγχος για την τήρηση της αρχής αυτής, με συνέπεια την ακύρωση της πράξης της Ένωσης σε περίπτωση παράβασης.
Μία ακόμη ουσιώδης αρχή που διέπει τη λειτουργία της Ε.Ε. είναι η αρχή της επικουρικότητας, η οποία εφαρμόζεται αποκλειστικά στους τομείς όπου η Ένωση διαθέτει συντρέχουσα αρμοδιότητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η νομοθετική αρμοδιότητα ανήκει τόσο στην Ένωση όσο και στα κράτη-μέλη, σε αντίθεση με τους τομείς αποκλειστικής αρμοδιότητας. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η παρέμβαση της Ένωσης επιτρέπεται μόνον, όταν οι σκοποί της δεν μπορούν να επιτευχθούν αποκλειστικά από τα κράτη-μέλη, γεγονός που καθιστά απαραίτητη τη δράση της Ένωσης. Όπως και η αρχή των δοτών αρμοδιοτήτων, η αρχή της επικουρικότητας αποτελεί δεσμευτικό κανόνα και μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση των πράξεων της Ένωσης σε περίπτωση παραβίασής της.

Επιπροσθέτως, βασική αρχή της λειτουργίας της ένωσης αποτελεί αναμφίβολα η αρχή της αναλογικότητας. Σύμφωνα με αυτήν, κάθε μέτρο που θεσπίζεται πρέπει να είναι τόσο πρόσφορο, δηλαδή κατάλληλο για την επίτευξη του προβλεπόμενου στόχου, όσο και αναγκαίο, με την έννοια ότι θα πρέπει να επιφέρει την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση. Κατ’ ουσίαν, τα μέτρα της Ένωσης απαγορεύεται να υπερβαίνουν τα απολύτως αναγκαία για την επίτευξη των στόχων της. Κάθε τέτοιο μέτρο υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, ο οποίος εξετάζεται σε τρία στάδια: κατά πρώτον αξιολογείται κατά πόσο το μέτρο είναι κατάλληλο για την επίτευξη του στόχου. Στη συνέχεια, εξετάζεται αν υπάρχει κάποια λιγότερο επαχθής αλλά εξίσου αποτελεσματική εναλλακτική λύση και τέλος, διαπιστώνεται η αναλογικότητα εν στενή εννοία, δηλαδή αν υπάρχει αναλογία μεταξύ του επιδιωκόμενου σκοπού και της προσβολής του έννομου αγαθού.
Συμπερασματικά, οι αρχές της καλόπιστης συνεργασίας, των δοτών αρμοδιοτήτων, της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αποτελούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα από αυτές τις αρχές διασφαλίζεται η σωστή εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου και η ορθή κατανομή των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στην Ένωση και τα κράτη-μέλη της. Η αυστηρή τήρηση και ο έλεγχος αυτών των αρχών ενισχύουν την αποτελεσματικότητα και συνοχή, δίνοντας τη δυνατότητα στην Ένωση να ανταπεξέλθει στις σημερινές προκλήσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Χριστιανός Βασίλειος, Παπαδοπούλου Ρεβέκκα, Περάκης Εμμανουήλ, Εισαγωγή στο Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021