17.5 C
Athens
Πέμπτη, 7 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΟ Ντοστογιέφσκι, «Ο Παίχτης» κι ο εθισμός του στον τζόγο

Ο Ντοστογιέφσκι, «Ο Παίχτης» κι ο εθισμός του στον τζόγο


Του Δημήτρη Μπουτσικάρη,

«[…] «Ποντάρισε! Ποντάρισε! Δεν είναι δικά σου τα λεφτά!» έβαλα τα είκοσι φιορίνια. Η μπίλια γύρισε για πολλή ώρα πάνω στο δίσκο, και στο τέλος έφτασε στις οδοντωτές άκρες του. Η γιαγιά έμεινε ασάλευτη, έσφιξε το μπράτσο μου, και -πλοπ! «Ζερό!» φώναξε ο κρουπιέρης.

«Ορίστε, βλέπεις;» φώναξε η γιαγιά γυρίζοντας προς το μέρος μου […]».

Ο Παίκτης είναι μια μικρή νουβέλα γραμμένη από τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, το 1866. Η ιστορία μιλάει για την ακολουθία ενός αποστράτου στρατιωτικού του τσαρικού στρατού, μέσα από την αφήγηση ενός δασκάλου που βρίσκεται κι αυτός στην υπηρεσία του Στρατηγού. Η ιστορία τοποθετείται σε μια φανταστική γερμανική πόλη, το Ρουλέτενμπουργκ, κι όλοι περιστρέφονται γύρω από τη ρουλέτα… όπως η μπίλια μέσα σε αυτή.

Πηγή εικόνας: Wikipedia

Ο Παίκτης αποτελεί έργο σ’ ένα μεγάλο βαθμό απόρροια της ζωής του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα και κατά επέκταση, αυτοβιογραφικό. Κι όχι μόνο γράφτηκε ως αποτέλεσμα έμπνευσης, αλλά κι ως έργο το οποίο έπρεπε να ολοκληρωθεί σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ως όρο για αποπληρωμή χρεών. Αλλά ας πάρουμε το πράγμα από την αρχή. Ο Ντοστογιέφσκι ήρθε σε πρώτη επαφή με τη ρουλέτα το 1863, στην πόλη του Βισμπάντεν της Ρηνανίας. Έκτοτε, μέχρι και το 1871, θα συχνάζει σε πολλά καζίνο της Γερμανίας και της Ελβετίας, όπου θα είναι το αποκορύφωμα του εθισμού του στα τυχερά παιχνίδια. Ο θάνατος της πρώτης γυναίκας του και του αδερφού του το 1864, σε συνδυασμό με την οικονομική χρεοκοπία, τον αναγκάζουν να εγκαταλείψει τη Ρωσία για την Ευρώπη για να γλυτώσει από τους πιστωτές. Όμως, ο εθισμός του θα δυναμώσει, ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα κερδίσει αρκετά χρήματα ώστε να ορθοποδήσει.

Μέσα σε αυτήν την περίοδο θα γράψει κι άλλα τέσσερα από τα κορυφαία έργα του, όπως, Οι Σημειώσεις από το υπόγειο (1864), το Έγκλημα και Τιμωρία (1866), Ο Ηλίθιος (1868) κι Οι Δαιμονισμένοι (1871). Ο Παίκτης, όμως, θα γραφτεί ταχύτατα λόγω συγκεκριμένης συμφωνίας με τον εκδότη του, Στελόφσκι, λόγω χρεών στο καζίνο. Δηλαδή, θα έπρεπε να παραδοθεί το χειρόγραφο μέχρι την 1η Νοεμβρίου 1866, ένα διάστημα ενός μήνα, διαφορετικά σε μη τήρηση της συμφωνίας ο εκδότης του θα αποκτούσε την αποκλειστικότητα των πνευματικών δικαιωμάτων των προηγούμενων έργων του Ντοστογιέφσκι. Τότε, ο συγγραφέας άφησε στην άκρη τη δουλειά του για το Έγκλημα και Τιμωρία και καταπιάστηκε με ένα θέμα τόσο οικείο σε αυτόν. Υπαγόρευσε εξ ολοκλήρου την ιστορία στη στενογράφο του, 19χρονη Άννα Σνίτκινα, και με τη βοήθειά της η νουβέλα ολοκληρώθηκε στην ώρα της. Αργότερα, η Άννα έγινε η δεύτερη γυναίκα του. Το 1871, με την ολοκλήρωση των Δαιμονισμένων, θα κόψει τον τζόγο και θα επιστρέψει πίσω στη Ρωσία.

Σε μια σειρά από γράμματα προς κοντινούς του ανθρώπους, ο Ντοστογιέφσκι παρουσιάζει τη σχέση του με τα τυχερά παιχνίδια. Στην πρώτη επιστολή, γραμμένη για τη Βαρβάρα Δημητρίγεβνα, αδερφή της πρώτης του γυναίκας, την 1η Σεπτεμβρίου 1863, αναφέρει: «[…] Έριξα μια καλή ματιά στους τζογαδόρους. Υπήρχαν αρκετές εκατοντάδες από αυτούς που έβαζαν τα πονταρίσματά τους εκεί και, σας δίνω τον λόγο μου, δεν ήταν περισσότεροι από δύο από αυτούς που ήξεραν πώς να παίζουν. Όλοι έχαναν και τις φανέλες τους, γιατί δεν ήξεραν πώς να παίξουν. […] Παρακαλώ μην νομίζετε ότι, στη χαρά μου που δεν έχω χάσει, επιδεικνύομαι λέγοντας ότι κατέχω το μυστικό του πώς να κερδίζω αντί να χάνω. Ξέρω πραγματικά το μυστικό […]».

Πηγή εικόνας: Wikipedia

Σε γράμμα του προς τον αδερφό του Μιχαήλ στις 20 Σεπτεμβρίου 1863, σε ένα ταξίδι του στο Τορίνο, εξηγεί με περισσότερες λεπτομέρειες τα ποσά που έχανε: «Επιτρέψτε μου να σας πω, αγαπητέ μου Μίσα… ότι στο Βισμπάντεν επινόησα ένα σύστημα παιχνιδιού το οποίο δοκίμασα και κέρδισα 10.000 φράγκα (39.254 σε δολάρια). Αλλά το επόμενο πρωί μέσα στον ενθουσιασμό μου δεν κατάφερα να συνεχίσω στο σύστημά μου κι έχασα αμέσως. […] Πήρα τα τελευταία χρήματα που είχα κι επέστρεψα να παίξω. Ξεκίνησα με τέσσερα ναπολεόνια (314 σε δολάρια) και κέρδισα 35 ναπολεόνια (2.748$) μέσα σε μισή ώρα. Αυτή η εκπληκτική τύχη με ενθουσίασε, και ρίσκαρα αυτά τα 35 ναπολεόνια κι έχασα και τα 35. […]»

Σε γράμμα του προς τον περίφημο Ρώσο λογοτέχνη Ιβάν Τουργκένιεφ στις 15 Αυγούστου 1865, ο Ντοστογιέφσκι ζητάει δανεικά, ώστε να αποπληρώσει τα χρέη του: «Νιώθω απεχθής και ντρέπομαι που σας ενοχλώ με τις υποθέσεις μου. Αλλά πραγματικά δεν έχω κανέναν άλλον αυτή τη στιγμή στον οποίο μπορώ να απευθυνθώ […] Σας ζητώ, ως ένα ανθρώπινο όν προς ένα άλλο ανθρώπινο όν, 100 τάληρα (thaler) (1.488 $). […] Αισθάνομαι φρικτά μέσα μου, νόμιζα ότι θα ήταν χειρότερα, και, κυρίως, ντρέπομαι που σας ενόχλησα, αλλά τι να κάνεις όταν πνίγεσαι;»

Ο εθισμός του, ωστόσο, άρχισε να καταλαγιάζει μέχρι το 1871 και σε γράμμα της ίδιας χρονιάς, στις 28 Απριλίου προς τη δεύτερη γυναίκα του Άννα Σνίτκινα Ντοστογιέφσκαγια, γράφει: «Τώρα Άννα, μπορείς να με πιστέψεις ή όχι, αλλά σου ορκίζομαι ότι δεν έχω κανένα σκοπό να συνεχίσω τον τζόγο! […]»

Τόσα αριστουργήματα γραμμένα σε μια περίοδο, όπου τα έσοδα πήγαιναν στο μαύρο, στο κόκκινο… ή στο ζερό!


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ο Παίχτης, 2006, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι σε μτφ Όλγας Αγγελίδη, Αθήνα: Εκδ. Γράμματα
  • Fyodor Dostoyevsky, roulettestar.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Μπουτσικάρης
Δημήτρης Μπουτσικάρης
Γεννήθηκε το 2000 στην Αθήνα και σπούδασε στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Ασχολείται με την μουσική, είναι σκακιστής και έπαιζε στον Ε.Ε.Σ.Κ., ενώ το μεγάλο του πάθος είναι το σινεμά. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να βλέπει ταινίες και να διαβάζει κάποιο κλασικό βιβλίο λογοτεχνίας.