23.4 C
Athens
Δευτέρα, 14 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ κρίση της Volkswagen και οι προεκτάσεις στη γερμανική οικονομία

Η κρίση της Volkswagen και οι προεκτάσεις στη γερμανική οικονομία


Της Μαριάννας Φελουκατζή,

Στις αρχές του μήνα, ο όμιλος Volkswagen (VW), που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ομώνυμη εταιρία, την Audi, τη SEAT, τη Lamborghini και τόσα άλλα μοντέλα αγαπητά στον κόσμο, ανακοίνωσε πως πιθανώς θα κλείσει δύο εργοστάσιό του στη Γερμανία, μια πρωτοφανή απόφαση στα σχεδόν 90 χρόνια λειτουργίας του. Η απόφαση αυτή εντάσσεται στο γενικότερο σχέδιο περιορισμού των δαπανών που ακολουθείται τον τελευταίο χρόνο. Πρόκειται για ανακοίνωση που δέχτηκε αυστηρότατη κριτική από τα εργατικά συνδικάτα και η οποία θα θέσει, όπως φαίνεται, τέλος στη Συμφωνία Προστασίας Απασχόλησης του 1994, που θεσπίστηκε με σκοπό την προστασία του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Ο Arno Antlitz, Οικονομικός Διευθυντής της VW, μία από τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες του κόσμου, με συνολικά 136 εργοστάσια και 670.000 εργαζόμενους παγκοσμίως, δήλωσε πως «εδώ και κάποιο διάστημα (ο όμιλος) ξοδεύει περισσότερα στη μάρκα από όσα κερδίζει». Αναλυτικότερα, οι ετήσιες πωλήσεις αυτοκινήτων στη Γηραιά Ήπειρο μειώθηκαν αισθητά μετά την πανδημία και δεν αναμένεται να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα. Ο Όμιλος υπολογίζεται πως θα συνεχίσει να κατέχει περίπου το ένα τέταρτο της ευρωπαϊκής αγοράς, τουτέστιν η παραγωγή θα αφορά περί τα 500.000 οχήματα λιγότερα κάθε χρόνο. Αυτό, σύμφωνα με τον Antlitz, αντιστοιχεί περίπου στην παραγωγή δύο εργοστασίων.

Ο ίδιος τονίζει πως η κατάσταση αυτή «δεν έχει να κάνει με τα προϊόντα μας ή με τις κακές επιδόσεις των πωλήσεων, απλώς η αγορά δεν υπάρχει πια». Συγκεκριμένα, η VW φαίνεται να αποτυγχάνει να συμβαδίσει με τους διεθνείς ρυθμούς, οι οποίοι επιβάλλουν τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση, ενώ, παράλληλα, λυγίζει υπό τον διεθνή ανταγωνισμό. Η Ασία και ειδικότερα η Κίνα αποτελούσαν επί σειρά ετών μεγάλο μέρος των εξαγωγών του Ομίλου. Πλέον, η Κίνα όχι μόνο σταματάει να κατέχει αυτόν τον ρόλο, αλλά μετατρέπεται η ίδια σε κύριο προμηθευτή οχημάτων της Ασίας. Ο λόγος για τη BYD, μιας κινεζικής πολυεθνικής που κατασκευάζει ηλεκτροκίνητα και υβριδικά οχήματα και η οποία αποτελεί ανερχόμενο ανταγωνιστή ακόμα και στον χώρο της Ευρώπης.

Τι σημαίνει, όμως, αυτό για τη γερμανική οικονομία εν γένει; Μπορεί να μεταμορφωθεί από εξαγωγέας αυτοκινήτων σε μία υπερδύναμη της καθαρής ενέργειας, διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στα chip και τις μπαταρίες; Οι ανησυχίες είναι πολλές, όσες και οι αντικρουόμενες μεταξύ τους απόψεις. Κάποιοι θα κατηγορήσουν την εταιρεία για λάθος χειρισμούς, άλλοι θα υποστηρίξουν πως φταίει η κυβέρνηση, ενώ κάποιοι θα εξηγήσουν πως από καθαρά οικονομικής άποψης δεν υπάρχει λόγος να συνεχιστεί η -ακριβή- παραγωγή εντός των γερμανικών συνόρων.

Πηγή εικόνας: Freepik / Δικαιώματα χρήσης: usertrmk

Ανεξάρτητα από την VW, η ηγετική θέση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή οικονομία έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. Η αυτοκινητοβιομηχανία παράγει περίπου το 4% της συνολικής προστιθέμενης αξίας της χώρας, καθώς και ένα 4% ακόμα, εάν συνυπολογιστούν σχετικοί τομείς, όπως οι βιομηχανίες των μετάλλων και των ελαστικών. Παράλληλα, οι υποδομές της χώρας χρήζουν νέων επενδύσεων και η γραφειοκρατία δυσχεραίνει το έργο πληθώρας επιχειρήσεων.

Την ίδια στιγμή, το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου αναμένει μηδενική ανάπτυξη για το τρέχον έτος, αναθεωρώντας την προηγούμενη εκτίμησή του για ανάπτυξη της τάξεως του 0,4%. Οι επενδύσεις είναι ανεπαρκείς, ειδικά στον τομέα της μεταποίησης που αποτελεί το «δυνατό σημείο» της χώρας, ενώ η παραγωγικότητα παραμένει εδώ και σειρά ετών στάσιμη. Η στασιμότητα αυτή πραγματώνεται ως μείωση του διαθέσιμου εγχώριου εργατικού δυναμικού σε ένα ευρύ φάσμα τομέων. Πρόκειται για μια κατάσταση που δεν αναμένεται να μεταβληθεί στο προσεχές μέλλον, λόγω της δημογραφικής κρίσης που πλήττει τη χώρα.

Τέλος, η αύξηση της αγοραστικής δύναμης δεν οδηγεί σε αύξηση της κατανάλωσης, αλλά, αντιθέτως, «σε περισσότερη αποταμίευση, επειδή οι άνθρωποι είναι αναστατωμένοι», εξήγησε ο επικεφαλής των προβλέψεων του Ifo Timo Wollmershäuser. Το ποσοστό αποταμίευσης είναι τώρα 11,3%, σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο δεκαετίας πριν από την πανδημία, που ήταν 10,1%.

Ωστόσο, δεν τίθεται θέμα για κατάρρευση της γερμανικής οικονομίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, εντός των επόμενων δύο χρόνων αναμένεται μια σταδιακή, αλλά σταθερή βελτίωση. Η ηγέτιδα οικονομία της Ευρώπης αντιμετώπισε δυσκολίες λόγω της ενεργειακής κρίσης, της προσπάθειας για μεταστροφή στην «πράσινη» ενέργεια, της γήρανσης του πληθυσμού, της πανδημίας, αλλά και της ανόδου της Κίνας. Η Volkswagen είναι μια μόνο πτυχή του φαινομένου αυτού. Δεν υπάρχει, όμως, αιτία για ανησυχία. Εφόσον γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες και η Γερμανία προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, η οικονομία της θα επανέλθει στην πρότερη κατάστασή της.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • ifo Economic Forecast Autumn 2024: German Economy is Stuck in Crisis, ifo Institute, διαθέσιμο εδώ
  • Γερμανία: Το Ινστιτούτο Ifo βλέπει μηδενική ανάπτυξη το 2024, Money Review, διαθέσιμο εδώ 
  • ‘A very serious situation’: Volkswagen could close plants in Germany for the first time in history, CNN, διαθέσιμο εδώ
  • Tι συμβαίνει με την Volkswagen; Τριγμοί στην Γερμανία, Money Review, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαριάννα Φελουκατζή
Μαριάννα Φελουκατζή
Γεννημένη το 2005 στην Αθήνα, σπουδάζει στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, όπου και ανακάλυψε το ενδιαφέρον της για τον χώρο της οικονομίας. Τον ελεύθερό της χρόνο επιλέγει να τον περνάει συντροφιά με βιβλία, λίγη καλή μουσική και τους ανθρώπους που αγαπάει.