17.6 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο έγκλημα του βιασμού μέσα από την πρόσφατη υπόθεση του Κολωνού

Το έγκλημα του βιασμού μέσα από την πρόσφατη υπόθεση του Κολωνού


Του Νίκου Αντωνάκη,

Η δυσώδης υπόθεση του Κολωνού, που απασχόλησε έντονα και δικαιολογημένα την κοινή γνώμη, άνοιξε για πολλοστή φορά το ζήτημα της συναίνεσης του ανηλίκου σε γενετήσια πράξη και κατέδειξε την άστοχη νομοτεχνική διατύπωση του άρθρου 336 (βιασμός) του Ποινικού Κώδικα. Η αμφιλεγόμενη εισαγγελική πρόταση αναφορικά με την αθώωση ενός από τους βασικούς κατηγορουμένους λόγω αμφιβολιών για το έγκλημα του βιασμού ανηλίκου (άρθρο 336 παρ. 3 ΠΚ) προκάλεσε σύγχυση και προβληματισμό τόσο σε νομικούς κύκλους όσο και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.

Πριν, όμως, περάσει κανείς σε διατύπωση νομικής άποψης αναφορικά με την εισαγγελική πρόταση, είναι αναγκαίο να ανατρέξει στα θεμελιωτικά-οντολογικά στοιχεία του εγκλήματος του βιασμού και να τα ορίσει. Ο βιασμός, λοιπόν, όπως τυποποιείται στο άρθρο 336 του Ποινικού Κώδικα, εμπεριέχει δύο βασικούς τρόπους τέλεσης: τη σωματική βία ή την απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας, που συνοδεύονται φυσικά από την τέλεση μιας γενετήσιας πράξης με το θύμα. Ως σωματική βία, θεωρείται η άσκηση υλικής επενέργειας πάνω στο θύμα με στόχο την κάμψη της αντίστασής του, ενώ περιλαμβάνεται εδώ, ορθώς, και η περιαγωγή του με ενέργεια του δράστη σε κατάσταση αναισθησίας ή ανικανότητας για αντίσταση με υπνωτικά ή ναρκωτικά ή άλλα ανάλογα μέσα (άρθρο 13 περίπτωση δ’ του Ποινικού Κώδικα), ενώ η απειλή μπορεί να στρέφεται είτε κατά του ίδιου του παθόντος είτε και κατά τρίτου, αρκεί να μπορεί στην τελευταία αυτή περίπτωση να επηρεαστεί η αντίθετη βούληση του πρώτου.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: Anemone123

Ήδη εξαρχής διαφαίνεται ότι ο νομοθέτης τυποποιώντας τη βαριά αυτή μορφή εγκλήματος δεν ενδιαφέρεται για την απουσία της συγκατάθεσης του θύματος, αλλά συγκεκριμένα για την άσκηση βίας ή απειλής επάνω σε αυτό. Αντίθετα, η έλλειψη συναίνεσης του θύματος, όταν τελείται γενετήσια πράξη χωρίς σωματική βία ή απειλή, συνιστά, κακώς, «ελαφρότερη» μορφή βιασμού και επισύρει ποινή κάθειρξης 5-10 ετών, σε αντίθεση με τη βασική του μορφή που απειλείται με ποινή κάθειρξης 10-20 ετών!

Στο σημείο αυτό εντοπίζονται τα πρώτα προβλήματα της νομοθετικής αυτής επιλογής. Ένα πρώτο ερώτημα αφορά την περίπτωση της ψυχολογικής βίας: από τη στιγμή που δεν εντάσσεται στη στενή έννοια της σωματικής βίας, αναγκαστικά μεταπίπτει στην ελαφρότερη μορφή βιασμού (άρθρο 336 παρ. 3 ΠΚ), ενώ ορισμένες φορές οι συνέπειές της ως προς την κάμψη της βούλησης του θύματος είναι σοβαρότερες σε σχέση με την άσκηση υλικής βίας. Έτσι, αν ο Α σήμερα εξαναγκάσει τη Β να προβεί σε συνουσία μαζί του απειλώντας την ότι αν δεν το κάνει θα δημοσιοποιήσει τις προσωπικές της φωτογραφίες ερωτικού περιεχομένου που η τελευταία μοιράστηκε μαζί του (άσκηση ψυχολογικής βίας), παίρνει από το νομοθέτη ένα μερικό «συγχωροχάρτι» και η πράξη του εντάσσεται στη μορφή του βιασμού του άρθρου 336 παρ. 3 ΠΚ, αφού, πάντως, δεν μπορεί να μιλήσει κανείς εδώ για άσκηση σωματικής βίας ή διατύπωση απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας εκ μέρους του Α σε βάρος της Β.

Παρομοίως, οι πιέσεις που δεχόταν η 12χρονη στην υπόθεση του Κολωνού για να συνευρίσκεται με τους πελάτες που της σύστηνε ένας από τους βασικούς κατηγορουμένους μόνο (και δύσκολα) ως έλλειψη συναίνεσης θα μπορούσαν να ερμηνευθούν, παρόλο που η απαξία εδώ της εγκληματικής δράσης, όπως και στο προηγούμενο παράδειγμα, εμφανίζεται αρκετά βαρύτερη σε σχέση με την ενδεχόμενη άσκηση σωματικής βίας (π.χ. γροθιά). Το ψυχολογικό τραύμα θεωρείται από τον νομοθέτη κατώτερο του σωματικού, ενώ κατά κανόνα συμβαίνει το αντίστροφο.

Πηγή εικόνας: newside.gr

Ένα δεύτερο πρόβλημα αφορά στην παροχή της συναίνεσης εκ μέρους ενός ανηλίκου σε γενετήσια πράξη. Εδώ απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή: το ζήτημα της ικανότητας προς συναίνεση που αφορά το θύμα δεν πρέπει να μπερδεύεται με το ζήτημα του καταλογισμού που αφορά κατά κανόνα μόνο τον δράστη του εγκλήματος. Έτσι, ακόμα και δύο δεκατετράχρονα μπορούν τυπικά να συναινέσουν σε μία μεταξύ τους γενετήσια πράξη, παρόλο που θεωρούνται ακαταλόγιστα κατά το ποινικό δίκαιο της χώρας μας (άρθρο 126 παρ. 1 ΠΚ). Κατά συνέπεια, το ζήτημα της δυνατότητας ή μη προς παροχή έγκυρης συγκατάθεσης προς γενετήσια πράξη θα πρέπει κάθε φορά να κρίνεται in concreto με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε περίπτωσης και ιδίως την προσωπικότητα και πνευματική ωριμότητα του ανηλίκου, που μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο. Σε περίπτωση, πάντως, αρνητικής απάντησης, εφόσον δηλαδή διαπιστωθεί ότι ο υπό κρίση ανήλικος δεν ήταν σε θέση να δώσει έγκυρη συναίνεση, τότε στοιχειοθετείται το έγκλημα του βιασμού του άρθρου 336 παρ. 3 ΠΚ, εφόσον, βεβαίως, υπάρχει και αντίστοιχη υποκειμενική επικάλυψή του (δόλος) εκ μέρους του δράστη. Στην περίπτωση αυτή, μάλιστα, γίνεται ορθώς δεκτό στη θεωρία ότι η αντικειμενική υπόσταση του βιασμού πληρείται ακόμη και αν η γενετήσια πράξη ενεργήθηκε και από τρίτο άτομο σε σχέση με αυτό που άσκησε τη βία ή την απειλή ή που πάντως αγνόησε την αντίθετη διαγνώσιμη βούληση του θύματος.

Αναλογικά, στην περίπτωση της 12χρονης, ο βιασμός δίχως συναίνεση (άρθρο 336 παρ. 3 ΠΚ) θα μπορούσε να χρεωθεί στον βασικό κατηγορούμενο και δίχως να τελεί αυτός κάθε φορά τη συνουσία μαζί της, αρκεί, πάντως, να τελείται η τελευταία από κάποιον «πελάτη» της, ενώ οι τελευταίοι τυπικά θα μπορούσαν να τιμωρηθούν για γενετήσια πράξη με ανήλικη έναντι αμοιβής (άρθρο 351Α ΠΚ) είτε και για βιασμό κατά συναυτουργία, εφόσον κάλυπταν και αυτοί με δόλο την έλλειψη συναίνεσης της 12χρονης και είχαν κοινό δόλο (αληθινή κατ’ ιδέα συρροή). Και όλα αυτά ανεξάρτητα από τον βιασμό ανηλίκου, ο οποίος, κατά τα στοιχεία της δικογραφίας, πραγματώθηκε από τον βασικό κατηγορούμενο υπό την απειλή όπλων και που επισύρει τη βαρύτατη ποινή της ισόβιας καθείρξεως (με εκτιτέα τα 20 έτη), σύμφωνα με τις διατυπώσεις του άρθρου 336 παρ. 3 ΠΚ.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: geralt

Φυσικά, αφετηρία για τη διαπίστωση της έλλειψης συναίνεσης εκ μέρους του 12χρονου κοριτσιού αποτελεί η «ώριμη» σκέψη ότι δεν είχε επιλέξει μία «συγκεκριμένη στάση ζωής για να επιβιώσει», όπως ακούστηκε, δυστυχώς, από συνήγορο της υπεράσπισης των κατηγορουμένων, και ότι έπεσε θύμα άρρωστων και εγκληματικών διαθέσεων ανθρώπων που δε δίστασαν να εκμεταλλευτούν ένα παιδί στην πιο αγνή του ηλικία για την ικανοποίηση των γενετήσιων διαστροφών τους. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η απόρριψη του ισχυρισμού του βασικού κατηγορουμένου πως είχε τάχα «ερωτική σχέση» με το θύμα, υπερασπιστική θέση που βασικά διατυπώθηκε για να «τινάξει» το έγκλημα του βιασμού στον αέρα.

Με την υιοθέτηση των σκέψεων αυτών και συνεκτιμώντας και άλλα στοιχεία από το περιβάλλον του μικρού κοριτσιού (εκβιασμοί, οικονομικές δυσχέρειες κ.ο.κ.), εύλογα μπορεί να εκτιμηθεί και να διαπιστωθεί από το δικαστήριο η έλλειψη συναίνεσης του πρώτου στην τέλεση των γενετήσιων πράξεων με τους «πελάτες» της. Με τη λύση αυτή, εξάλλου, (δηλαδή με τη «χρέωση» πρόσθετων βιασμών στο πρόσωπο του βασικού κατηγορουμένου, τόσους που αντιστοιχούν στα άρρωστα «ραντεβού» που κανόνιζε στο μικρό κορίτσι) εξισορροπείται η νομική ορθότητα με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Ας δούμε, λοιπόν, τι μέλλει γενέσθαι στο Εφετείο…


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Ελισάβετ Συμεωνίδου – Καστανίδου, Εγκλήματα κατά προσωπικών αγαθών, 5η έκδοση, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2023

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Αντωνάκης
Νίκος Αντωνάκης
Φοιτητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Του αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο επιδιώκει την ανάγνωση συγγραμμάτων και μελετών με σκοπό την περαιτέρω εξειδίκευσή του στους κλάδους αυτούς.