19.2 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΗ ιστορία και σημασία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου

Η ιστορία και σημασία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου


Της Καλλιόπης Μπεκίρη,

Η πρώτη μορφή ίδρυσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου προήλθε μέσω της Συνθήκης των Παρισίων. Η εν λόγω συνθήκη υπογράφηκε στις 18 Απριλίου του 1951 από το Βέλγιο, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Λουξεμβούργο, καθώς και τις Κάτω Χώρες και είχε ισχύ διαρκείας 50 ετών (1952-2002). Αφορούσε, κυρίως, την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.). Με τη συνθήκη αυτήν, πάντως, διασφαλιζόταν ευρύτερα η ειρήνη και οι ομαλές σχέσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και, δευτερευόντως, επιτυγχανόταν η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς, που θα διαχειριζόταν τον άνθρακα και τον χάλυβα, θεμελιώδεις ύλες της πολεμικής βιομηχανίας. 

Η Ε.Κ.Α.Χ., λοιπόν, αποτέλεσε αρωγό ως προς την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Δκαστηρίου, καθώς στην ίδια Συνθήκη συμπεριλαμβανόταν και η διάταξη για την ίδρυση του εν λόγω δικαστηρίου. Στο πλαίσιο αυτό, το δικαστήριο ξεκίνησε λειτουργώντας ως θεσμικό όργανο της Κοινότητας, το οποίο ήταν υπεύθυνο και αρμόδιο για τη διασφάλιση της νόμιμης λειτουργίας και εκτέλεσης των διατάξεων του νέου αυτού πολιτικού μορφώματος. Στη συνέχεια, από το 1958 και έπειτα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Δ.Ε.Κ.Α.Χ.) μετονομάστηκε σε Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ρώμης, που έλαβε χώρα στις 25 Μαρτίου 1957. 

Η μετονομασία αυτή εξέφρασε, επί της ουσίας, την ανάγκη επέκτασης των αρμοδιοτήτων του δικαστηρίου και σε άλλους τομείς, πέρα από τις πρώτες ύλες της πολεμικής βιομηχανίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η αλλαγή αυτή σκιαγράφησε με έναν πιο εμφανή τρόπο τις νέες υποχρεώσεις του φορέα αυτού, που θα πραγματευόταν πλέον περιπτώσεις και υποθέσεις με έναν πιο ευρύ ευρωπαϊκό χαρακτήρα. Πιο συγκεκριμένα, μετά τη μετονομασία του σε Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ο φορέας αυτός ασχολήθηκε με τον τομέα των εμπορικών συναλλαγών, με τον εργασιακό τομέα, με την ελευθερία του «συνέρχεσθαι» και «συνεταιρίζεσθαι» εντός της Ε.Ε., με το περιβάλλον, καθώς και με πολλούς ακόμα τομείς. Επίσης, απέκτησε και νομικές – διοικητικές αρμοδιότητες, που αφορούσαν το δικαίωμα λήξης και εφαρμογής αποφάσεων στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. 

Πηγή εικόνας: Flickr / Δικαιώματα χρήσης: Cédric

Θα μπορούσε να διατυπωθεί πως το σημαντικότερο επίτευγμα του Δ.Ε.Κ., από το 1958 και έπειτα, ήταν το γεγονός ότι, μετά από μια σειρά αποφάσεων που πάρθηκαν από τον εν λόγω φορέα, διαμορφώθηκε μια πρώιμη μορφή της ευρωπαϊκής νομολογίας και του ευρύτερου ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου. Επομένως, το Δ.Ε.Κ. αποτέλεσε τον κύριο λόγο δημιουργίας αυτού του πλαισίου και, συνεπώς, συνέβαλε στη μετεξέλιξη της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.

Στη συνέχεια, το 1999, με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ, πραγματοποιήθηκαν σημαντικές αλλαγές στον ρόλο του Δ.Ε.Κ. Ειδικότερα, ο ρόλος του αναβαθμίστηκε σημαντικά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενισχύθηκε αρκετά, καταλαμβάνοντας περισσότερες υποχρεώσεις και δικαιώματα ως προς την επιβολή εξουσίας και νόμων, καθώς επεκτάθηκε, πλέον, και στον οικονομικό τομέα. Επιπλέον, η Συνθήκη αυτή διεύρυνε ακόμα περισσότερο τις αρμοδιότητες του Δ.Ε.Κ., το οποίο, τη δεδομένη στιγμή, ασχολούνταν, επίσης, με τον τομέα της υγείας, αλλά και με κοινωνικά-αστικά ζητήματα. Αυτές οι τροπολογίες, τις οποίες επέφερε η Συνθήκη του Άμστερνταμ, διευκόλυναν τον τρόπο λειτουργίας της Ε.Ε. και αποτέλεσαν τον συνδετικό κρίκο της τελικής σημερινής μορφής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. 

Όσον αφορά, λοιπόν, τη σημερινή μορφή του, μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λισσαβώνας, η οποία διατελέστηκε το 2007 και τέθηκε σε εφαρμογή το 2009, έγινε μετονομασία του Δ.Ε.Κ. σε Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο τέθηκε σε ισχύ μαζί με την ενεργοποίηση της ίδιας της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Έπειτα από αυτήν τη Συνθήκη, τα πολιτικά πράγματα και οι διαδικασίες, εντός της Ε.Ε., τροποποιήθηκαν εκ βαθέων και προς το καλύτερο. Πιο συγκεκριμένα, αναβαθμίστηκε η εξωτερική πολιτική της Ε.Ε. και η διπλωματία, τομείς στους οποίους δεν είχε δοθεί η ανάλογη προσοχή μέχρι τότε. Πραγματοποιήθηκε, επίσης, περαιτέρω ενίσχυση και διεύρυνση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναδιαμορφώθηκε πλήθος θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. και επεκτάθηκε η λειτουργία και η ισχύς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν γένει, σε ακόμα περισσότερους τομείς.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες και μετατροπές, λοιπόν, έχει διαμορφωθεί το σημερινό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο αποτελεί επί της ουσίας τον «προστάτη» του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της ομαλής και εύρυθμης εφαρμογής του. Έχει πανευρωπαϊκή ισχύ και, τέλος, ιστορικά βρίσκεται στην πιο αποτελεσματική και δημοκρατική μορφή του, χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι δεν επιδέχεται περαιτέρω βελτίωση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Court of Justice of the European Union (CJEU), European Union, διαθέσιμο εδώ
  • Court of Justice of the European Union, Encyclopædia Britannica, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Καλλιόπη Μπεκίρη
Καλλιόπη Μπεκίρη
Προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τον τομέα της πολιτικής, αφενός της εγχώριας αφετέρου και της εξωτερικής. Μέρος των ενδιαφερόντων της είναι, επίσης, η ενασχόληση με τη ρητορική, ο εθελοντισμός και η δημιουργική γραφή.