16.4 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δικαίωμα αναπαραγωγής του έργου

Το δικαίωμα αναπαραγωγής του έργου


Της Δήμητρας Ιωακείμοβιτς,

Το ελληνικό Σύνταγμα προστατεύει την πνευματική ιδιοκτησία με τις διατάξεις που κατοχυρώνουν τα ατομικά δικαιώματα. Συγκεκριμένα, το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος αναφέρεται στον σεβασμό και στην προστασία της αξίας της προσωπικότητας του ανθρώπου. Η διάταξη αυτή, παρά το γεγονός ότι παραθέτει έναν γενικό κανόνα, άξιο προστασίας από την Πολιτεία, λειτουργεί ως υπόδειγμα για την περαιτέρω έννομη προστασία του δικαιώματος επί του ονόματος και των προϊόντων διανοίας, αφού αποτελούν προέκταση της προσωπικότητας του ανθρώπου.

Επιπλέον, ο δημιουργός ενός πνευματικού έργου προστατεύεται από το άρθρο 5 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος, το οποίο θίγει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου και κατοχυρώνει την προσωπική ελευθερία ως απαραβίαστο αγαθό σε συνδυασμό με το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος, με το οποίο διαφυλάσσεται η ελεύθερη προαγωγή και ανάπτυξη της τέχνης. Ωστόσο, η σημαντικότερη διάταξη που αφορά στο θεσμό της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι εκείνη του άρθρου 17 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία εξασφαλίζει την κυριαρχία του δημιουργού επί του έργου του, δεν ταυτίζεται, όμως, με την κυριότητα του Αστικού Κώδικα, καθώς είναι, σαφώς, ευρύτερη, περιλαμβάνοντας κάθε περιουσιακής φύσεως δικαιώματα. Επικρατέστερη πηγή του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι ο Ν. 2121/1993, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί έως και σήμερα.

Πηγή εικόνας: pexels.com/ Δικαιώματα χρήσης: katrin bolovtsova

Από το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας πηγάζουν ορισμένα δικαιώματα με σκοπό την προστασία του δημιουργού και του έργου του. Το δικαίωμα της αναπαραγωγής αποτελεί το θεμέλιο του περιουσιακού δικαιώματος του δημιουργού. Εγκαθιδρύει μία από τις σπουδαιότερες εξουσίες του ιδίου, όσον αφορά την οικονομική εκμετάλλευση του έργου του. Είναι ένα απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται πρωτότυπα, χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις. Σύμφωνα με το δικαίωμα αναπαραγωγής, ο δημιουργός έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να απαγορεύει ή να επιτρέπει την εγγραφή του έργου του με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο επιθυμεί. Ως αναπαραγωγή νοείται η δημιουργία ενός ή περισσότερων αντιγράφων ολόκληρου του έργου ή ενός μέρους του. Αυτό επιτυγχάνεται συνήθως με την υλική ενσωμάτωση του έργου μέσω εγγραφής, καθιστώντας το προσβάσιμο στις ανθρώπινες αισθήσεις είτε άμεσα, στην περίπτωση ενός βιβλίου, είτε έμμεσα, στην περίπτωση τεχνικών συσκευών, όπως κείμενο αντλούμενο από μια ψηφιακή βάση δεδομένων.

Κάθε μορφή ενσώματης εκμετάλλευσης στηρίζεται στην εξουσία αναπαραγωγής. Ως εγγραφή νοείται η αποτύπωση του πρωτότυπου έργου σε υλικό φορέα. Η εξουσία της πρώτης εγγραφής είναι μία και αποτελεί αποκλειστικό δικαίωμα του δημιουργού, αφού το έργο υπάρχει, ακόμη και πριν ενσωματωθεί σε κάποιον υλικό φορέα (“fixation”). Κάθε άλλη μεταγενέστερη ενσωμάτωση συνιστά αναπαραγωγή. Σύμφωνα με τον Ν. 2121/1993 η αναπαραγωγή διακρίνεται σε άμεση και έμμεση. Ειδικότερα, άμεση αναπαραγωγή υπάρχει στην περίπτωση που το έργο πολλαπλασιάζεται στον ίδιο υλικό φορέα με εκείνον της αρχικής εγγραφής, χωρίς την ενδιάμεση παρέμβαση άλλου σταδίου. Αντίθετα, η έμμεση αναπαραγωγή συνίσταται στην προηγούμενη εκμετάλλευση του έργου, όπως η εγγραφή ραδιοφωνικώς μεταδοθέντος δίσκου.

Περαιτέρω, η αναπαραγωγή διακρίνεται σε μόνιμη και προσωρινή. Γενικότερα, μόνιμη είναι η αναπαραγωγή, όταν παράγονται σταθερά αντίτυπα σε συγκεκριμένους υλικούς φορείς με οποιαδήποτε μορφή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μόνιμης αναπαραγωγής είναι το uploading και το downloading, δηλαδή η ανάρτηση στοιχείων στον υπολογιστή και αντίστοιχα η λήψη αυτών. Εντούτοις, προσωρινή αναπαραγωγή είναι νοητή μόνο σε ψηφιακό επίπεδο, δηλαδή όταν παράγονται έργα με τη μορφή ψηφιακών αντιγράφων που δεν έχουν ως στόχο τη μόνιμη αναπαραγωγή του έργου, αλλά τη δημιουργία προσωρινού αντιγράφου, ήτοι τη δημιουργία ψηφιακών αντιγράφων στην ενεργή μνήμη του υπολογιστή (μνήμη RAM). Συνηθέστερη περίπτωση προσωρινής αναπαραγωγής είναι το browsing, δηλαδή η αναζήτηση δεδομένων στο διαδίκτυο, με την οποία καθίστανται οι πληροφορίες, που είναι διαθέσιμες στους ισοτόπους, εύκαιρες για προσωρινή χρήση και μελέτη.

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Τελευταία διάκριση είναι εκείνη που διαχωρίζει την αναπαραγωγή του έργου σε ολική και μερική. Η εν λόγω διάκριση βασίζεται στο γεγονός ότι ο νομοθέτης επιτρέπει την αναπαραγωγή του έργου «εν όλω ή εν μέρει». Επομένως, ολική είναι αυτή που αναφέρεται στην ολότητα του έργου, ενώ μερική εκείνη που αφορά μόνο ένα μέρος του και όχι ολόκληρο το έργο. Αυτό προϋποθέτει όλο το μέρος που επρόκειτο να παραχθεί να έχει αυτοτελή χαρακτήρα και να επιδέχεται διαχωρισμό από το υπόλοιπο έργο, χωρίς να αναιρείται η πρωτοτυπία του και η οικονομική του εκμετάλλευση. Σε κάθε, βέβαια, περίπτωση βασική προϋπόθεση είναι η συναίνεση του δημιουργού.

Αδιαμφισβήτητα, το κάθε πνευματικό δημιούργημα αποτελεί μία έκφανση της προσωπικότητας του ατόμου και λόγω αυτού αποτελεί αγαθό χρήζον ύψιστης προστασίας. Παρόλα αυτά, δεν παύει να παραμένει προϊόν πολιτιστικής προόδου και καλλιτεχνικής αξίας. Λόγω αυτού, αφενός οφείλει να διατηρηθεί στην ατομική σφαίρα του δημιουργού και στην κυριαρχία του, αφετέρου είναι σημαντικό να κοινοποιηθεί και πέρα από τον ίδιο, ώστε το έντονο ηθικοκοινωνικό στοιχείο που εμπεριέχει το κάθε έργο ξεχωριστά να μην περιορίζεται. Συνεπώς, ο νομοθέτης ανέλαβε να ρυθμίσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα – δημιουργού και κοινού – που επιθυμεί να αποκτήσει πρόσβαση στο έργο του. Έτσι, έχουν θεσπιστεί ορισμένοι περιορισμοί μέσω ειδικών και γενικών διατάξεων. Πιο συγκεκριμένα, οι ειδικές διατάξεις αφορούν αποκλειστικά νόμιμα δημοσιευμένα έργα, δηλαδή έργα, τα οποία είναι προσιτά στο κοινό, φυσικά με την άδεια του δημιουργού, και εισάγουν όρια ως προς την αναπαραγωγή του έργου, υπό την έννοια ότι ορίζουν πότε το έργο μπορεί να διατεθεί για δημόσια ή ιδιωτική χρήση.

Όσον αφορά την ιδιωτική χρήση, το ζήτημα ρυθμίζεται από το άρθρο 18 του Ν. 2121/1993. Βάσει αυτού, επιτρέπεται κατ’ αρχήν η αναπαραγωγή ενός έργου χωρίς την άδεια του δημιουργού για ιδιωτική χρήση. Ωστόσο, εάν συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις, ο δημιουργός δικαιούται εύλογη αποζημίωση, όπως αυτή ορίζεται από τον νόμο, βάσει ποσοστών επί του έργου. Συγκεκριμένα, η αναπαραγωγή έργων διά τεχνικών μέσων απαιτεί αμοιβή του δημιουργού. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Ν.2121/1993 επιτρέπεται η παράθεση σύντομων αποσπασμάτων ενός έργου, χωρίς την άδεια του δημιουργού και χωρίς αμοιβή, προς υποστήριξη της γνώμης εκείνου που χρησιμοποιεί το απόσπασμα, υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι δεν αντίκειται στα χρηστά ήθη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρήση αποσπασμάτων από συγγράμματα με σκοπό την κριτική τους ή βιβλιοπαρουσίαση.

Περαιτέρω, είναι επιτρεπτή η αναπαραγωγή μικρών τμημάτων δημοσιευμένων έργων, εφόσον η χρήση τους προορίζεται για εκπαιδευτικούς σκοπούς, ήτοι η ένταξή τους σε σχολικά ανθολόγια. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ν. 2121/1993 επιτρέπεται η αναπαραγωγή και η διάδοση έργου στο κοινό δια των μέσων μαζικής ενημέρωσης, όταν αυτά γίνονται αντιληπτά μέσω των αισθήσεων κατά τη διάρκεια ειδήσεων ή παρόμοιου γεγονότος, και λόγω αυτού έρχονται στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Στην εν λόγω περίπτωση, βασική προϋπόθεση συνιστά η ένδειξη της πηγής και του ονόματος του δημιουργού επί του έργου που αναπαράγεται, προκειμένου να διασφαλιστεί ο σεβασμός προς τον δημιουργό και το δικαίωμα αναγνώρισής του.

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Είναι γεγονός ότι αυτές οι νέες συνθήκες θέτουν κινδύνους για το δικαίωμα αναπαραγωγής και αποτελούν σημαντική απειλή για την πνευματική ιδιοκτησία. Δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου οι κανόνες δικαίου μπορούν εύκολα να παρακαμφθούν, με αποτέλεσμα οι δημιουργοί να μην λαμβάνουν την κατάλληλη αναγνώριση για το έργο τους και αποθαρρύνονται για περαιτέρω δημιουργία. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, ιδιαίτερα η ευρεία χρήση του διαδικτύου, έχουν άμεσο και συνεχή αντίκτυπο στα δικαιώματα και τους περιορισμούς της αναπαραγωγής. Αυτές οι νέες συνθήκες προσφέρουν καινοτόμες ευκαιρίες για τη διάδοση της γνώσης, των πληροφοριών και του πολιτισμού.

Εν κατακλείδι, κρίνεται σκόπιμο να προσαρμόζεται συνεχώς η έννοια της αναπαραγωγής και να θεσπίζονται νέοι περιορισμοί προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρήση καινοτόμων τεχνολογικών μεθόδων. Ως εκ τούτου, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για συνεχή μεταρρύθμιση της νομοθεσίας περί πνευματικής ιδιοκτησίας για προσαρμογή σε αυτές τις νέες συνθήκες. Στόχος είναι η θέσπιση εύλογων περιορισμών και, τελικά, η προστασία των συμφερόντων των πνευματικών δημιουργών και των δικαιούχων συγγενικών δικαιωμάτων. Αυτό θα διασφαλίσει ότι υπάρχει κίνητρο για συνεχή δημιουργία, πρόοδο και πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κωνσταντίνος Χριστοδούλου, Δίκαιο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2023
  • Μιχαήλ-Θεόδωρος Μαρίνος, Πνευματική Ιδιοκτησία, 2η Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2004

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δήμητρα Ιωακείμοβιτς
Δήμητρα Ιωακείμοβιτς
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 2004 και κατοικεί στην Αθήνα. Είναι δευτεροετής φοιτήτρια στη Νομική του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Κάνει πρακτική σε δικηγορική εταιρεία και στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να τον αξιοποιεί διαβάζοντας για την επικαιρότητα και την πολιτική.