23.4 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΤο ζήτημα της έλλειψης ανταγωνισμού στις αγορές

Το ζήτημα της έλλειψης ανταγωνισμού στις αγορές


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Αναντίρρητα, η ελληνική οικονομία φαίνεται, επιτέλους, να «γυρίζει σελίδα», αφήνοντας πίσω της τα ζοφερά χρόνια της υπερδεκαετής κρίσης χρέους. Εν μέσω μιας περιόδου που χαρακτηρίζεται από υψηλή αβεβαιότητα διεθνώς, ο πήχης για την Ελλάδα έχει τοποθετηθεί υψηλά και οι προοπτικές είναι ιδιαίτερα θετικές. Η πρόοδος που έχει σημειωθεί σε μερικούς τομείς της χώρας είναι γεγονός, δεδομένων και των συνθηκών που έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι μια πραγματικότητα. Μπορεί να μην είναι ακόμη πλήρως εμφανής ο θετικός αντίκτυπος, ωστόσο οι βελτιώσεις πρόκειται να φανούν προσεχώς, ειδικά με το πέρας της τρέχουσας κατάστασης που επικρατεί.

Στον αντίποδα, η εγχώρια οικονομία συνεχίζει να «κουβαλά» ακόμη πολλά προβλήματα και παθογένειες του παρελθόντος, τα οποία αναδύθηκαν και έγιναν πιο έντονα κατά τη διάρκεια της πληθωριστικής κρίσης και των υψηλών επιτοκίων. Η ακρίβεια που καταγράφεται και η συνεχής απώλεια αγοραστικής δύναμης της πλειονότητας των καταναλωτών είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ανταγωνισμού στην αγορά (μεγαλύτερη επιρροή στις τιμές από τις μεγάλες επιχειρήσεις → «πληθωρισμός απληστίας»), της χαμηλής παραγωγικότητας των εργαζομένων και των επιχειρήσεων εν γένει (χαμηλοί μισθοί για τους απασχολούμενους και περιορισμένη κερδοφορία και επέκταση του μεριδίου στην αγορά από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις), καθώς και του μη ανταγωνιστικού φορολογικού συστήματος και της βραδείας απονομής Δικαιοσύνης. Αυτά, προφανώς, είναι μερικά βασικά και γενικοποιημένα προβλήματα που λειτουργούν ως τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.

Ας εστιάσουμε στον ανταγωνισμό, που είναι βασικός παράγοντας της σωστής λειτουργίας των αγορών και αποτελεί απόρροια, μάλιστα, των υπολοίπων παραγόντων η έλλειψή του. Τόσο από τις Αρχές όσο και από το κοινό, έχουν παρατηρηθεί ενδείξεις για παρουσία «καρτέλ» και χειραγώγηση των τιμών. Ζυμαρικά, γάλα, τυριά και απορρυπαντικά αποτελούν κάποια από τα βασικά αγαθά που βρέθηκαν στο στόχαστρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού το περασμένο καλοκαίρι, ξεκινώντας σχετικές έρευνες για άσκηση αθέμιτου ανταγωνισμού από (μεγάλες) επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις αγορές των συγκεκριμένων αγαθών.

Πιο γνωστό και τρανταχτό παράδειγμα αποτελούν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, οι οποίες κατέχουν πάνω από το 90% των καταθέσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ελλάδας. Κατά την οικονομική κρίση, έλαβαν ισχυρή και άνιση κρατική υποστήριξη, συγκριτικά με άλλες τράπεζες και, εν γένει, επιχειρήσεις. Την τρέχουσα περίοδο παρουσιάζουν εντυπωσιακή κερδοφορία με σημαντική βοήθεια από τις υψηλές προμήθειες συναλλαγών και το υπερβολικά διευρυμένο επιτοκιακό περιθώριο, με αποτέλεσμα να προσελκύουν το μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον στην ελληνική αγορά. Οι 4 συστημικές τράπεζες, λοιπόν, είχαν βρεθεί από το 2019 στο στόχαστρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με την κατηγορία για εκ των πρότερον συνεννόηση καθορισμού τιμής σε συγκεκριμένη τραπεζική δραστηριότητα. Τις προηγούμενες ημέρες, κυκλοφόρησε στον Τύπο πως η έρευνα ολοκληρώθηκε, με συμβιβασμό των 4 τραπεζών και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Συγκεκριμένα, η κατηγορούμενη πλευρά θα παραδεχτεί την ενοχή της και θα της επιβληθεί πρόστιμο € 40 εκατ. (και για τις 4 συστημικές τράπεζες, όπως, επίσης, και την Ελληνική Ένωση Τραπεζών για την εμπλοκή της σε χειραγώγηση τιμών).

Πηγή εικόνας: Freepik

Δύο είναι τα βασικά συμπεράσματα που αναδύονται από τις παραπάνω περιπτώσεις, ιδίως στον τραπεζικό κλάδο. Πρώτον, παρουσιάζεται μεγάλη καθυστέρηση στους ελέγχους για αθέμιτο ανταγωνισμό, χειραγώγηση τιμών και παράνομη σύμπραξη επιχειρήσεων, λόγω της μεγάλης γραφειοκρατίας και της αναποτελεσματικότητας των κρατικών μηχανισμών και φορέων. Δεύτερον, παρατηρείται έντονα η απουσία ενός ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού.

Όπως προαναφέρθηκε, ο ανταγωνισμός είναι ο βασικότερος παράγοντας για την όσο γίνεται πιο ομαλή λειτουργία μιας αγοράς, στα πλαίσια ενός καπιταλιστικού συστήματος. Ο περιορισμός της ανάπτυξης του ανταγωνισμού και της οικονομικής και επιχειρηματικής ελευθερίας είναι αυτά που υπονομεύουν τον ίδιο τον καπιταλισμό και δημιουργούν τα λεγόμενα «αγκάθια» του. Η ειδική μεταχείριση (είτε άμεσα είτε έμμεσα) είναι αυτή που παραβιάζει τα δικαιώματα και τα προνόμια των υπόλοιπων οικονομικών μονάδων. Ακόμα και από τις παρεμβάσεις του κράτους στο διασυνοριακό εμπόριο, με σκοπό την «προστασία» της εθνικής οικονομίας, συνήθως ευνοούν συγκεκριμένους κλάδους και ομάδες και δεν λειτουργούν ωφελιμιστικά. Ουσιαστικά, η κριτική που γίνεται αφορά τη μορφή ενός «παρεοκρατικού καπιταλισμού», αλλά και την αναποτελεσματικότητα κράτους να εξασφαλίσει την ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών, να προστατέψει την ιδιωτική περιουσία και να διασφαλίσει την ελεύθερη επιχειρηματικότητα (υπό την προϋπόθεση ότι η οποιαδήποτε ενέργεια δεν γίνεται εις βάρος άλλου/-ων).

Ο ανταγωνισμός, λοιπόν, είναι αυτός που κάνει, κατά κύριο λόγο, το καπιταλιστικό σύστημα δυναμικό και αποτελεσματικό. Ωθεί τους παραγωγούς/επιχειρηματίες να καινοτομούν συνεχώς και να βελτιώνουν τις παραγωγικές διαδικασίες και, κατ’ επέκταση, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που προσφέρουν σε ανταγωνιστικές τιμές. Ο ρόλος του κράτος πρέπει απλά να ασκεί τα πιο απαραίτητα καθήκοντα ρύθμισης και εποπτείας, αμβλύνοντας, παράλληλα, τα περιττά εμπόδια στις οικονομικές δραστηριότητες. Με λίγα λόγια, οι κυβερνητικές πολιτικές πρέπει να περιοριστούν στα απολύτως απαραίτητα. Διότι, αυτό που έχει αποδειχθεί με τα χρόνια είναι πως ελάχιστες ήταν οι κρατικές παρεμβάσεις και ενέργειες/δραστηριότητες που ήταν όντως ωφελιμιστικές.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.