17.2 C
Athens
Σάββατο, 27 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΕυρώπηΑνατιμώντας το ιστορικό των σχέσεων Ελλάδας - Βουλγαρίας

Ανατιμώντας το ιστορικό των σχέσεων Ελλάδας – Βουλγαρίας


Του Γιάννη Αρμύρα,

Οι σχέσεις της Ελλάδας με τη Βουλγαρία αναφέρονται στις διμερείς σχέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας. Μετά την πτώση του κομμουνισμού στη γείτονα χώρα και, ειδικότερα, μετά την είσοδο της Βουλγαρίας στο ΝΑΤΟ το 2004, στην οποία η Ελλάδα ήταν ένθερμος υποστηρικτής, οι σχέσεις, η συνεργασία και το εμπόριο μεταξύ των δυο χώρων αναπτύχθηκαν ραγδαία. Οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις, όμως, δεν ήταν πάντα άριστες. Αν κάποιος κοιτάξει το ιστορικό υπόβαθρο των σχέσεων, γρήγορα θα καταλάβει ότι οι δύο χώρες, συχνά, ήταν σε αντίπαλα στρατόπεδα από τους Βυζαντινούς χρόνους ακόμα.

Οι πρώτες επαφές έγιναν μεταξύ των Βυζαντινών και των Πρωτοβούλγαρων, τον 7ο αιώνα. Οι τελευταίοι, λαός πολεμικός και ημινομαδικός, κατάφεραν να προκαλέσουν έντονο προβληματισμό στους Βυζαντινούς με την άφιξη τους στα Βαλκάνια. Ο ανταγωνισμός τους με το Βυζάντιο έχει τη βάση του, από τη δική τους πλευρά, στο απώτερο πολεμικό τους παρελθόν, που προϋπήρχε από την εποχή που ακόμη βρίσκονταν στην περιοχή του Βόλγα, στη σημερινή Ρωσία. Όσον αφορά την καταγωγή τους, υπάρχουν πολλές απόψεις διάφορων ιστορικών. Ορισμένοι ερευνητές λένε ότι οι εθνοτικές τους ρίζες μπορούν να εντοπιστούν στα βουνά της Κεντρικής Ασίας, ενώ άλλοι στην προαναφερόμενη περιοχή του Βόλγα. Περί το 678 μ.Χ., ο Χάνος Ασπαρούχ κατέκτησε τη Μικρά Σκυθία, ανοίγοντας πρόσβαση στη Μοισία και ίδρυσε την Παραδουνάβια Βουλγαρία, την Πρώτη Βουλγαρική Αυτοκρατορία, όπου οι Πρωτοβούλγαροι καθίσταντο πολιτική και στρατιωτική ελίτ. Ακολούθως, συγχωνεύτηκαν με τον υπάρχοντα βυζαντινό πληθυσμό, καθώς και με προηγουμένως εγκατεστημένες σλαβικές φυλές, και τελικά σλαβικοποιήθηκαν, σχηματίζοντας, έτσι, τους προγόνους των σύγχρονων Βουλγάρων.

Στους Βυζαντινούς οφείλεται, ακόμη, ο εκχριστιανισμός των Βουλγάρων. Συγκεκριμένα, το 863 μ.Χ. οι Βυζαντινοί, υπό τον Μιχαήλ Γ΄, εισέβαλαν στη Βουλγαρία, υποπτευόμενοι ότι ο Χάνος Μπόρις Α΄ ετοιμαζόταν να δεχθεί τον καθολικισμό. Με την είδηση της εισβολής, ο Μπόρις άρχισε διαπραγματεύσεις με το Βυζάντιο για ειρήνη. Οι Βυζαντινοί επέστρεψαν μερικά εδάφη στη Μακεδονία, με μόνη τους απαίτηση να δεχθεί τον Χριστιανισμό από την Κωνσταντινούπολη και όχι από τη Ρώμη, δηλαδή η Βουλγαρική Αυτοκρατορία να δεχθεί την Ορθοδοξία. Ο Μπόρις συμφώνησε και βαπτίσθηκε τον Σεπτέμβριο του 865 μ.Χ., παίρνοντας το όνομα του αναδόχου του, Βυζαντινού Αυτοκράτορα Μιχαήλ, με αποτέλεσμα να γίνει Μπόρις-Μιχαήλ.

Το βάπτισμα του Μπόρις. Πηγή και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: Radio Bulgaria / Κοινό Κτήμα.

Ο τίτλος «Χάνος» (ο οποίος συναντιέται κυρίως στις Τουρκικές φυλές) καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον τίτλο «Κνιάζ» (δηλαδή πρίγκιπας). Η αιτία, όμως, για τον προσηλυτισμό στο Χριστιανισμό δεν ήταν η Βυζαντινή εισβολή. Στην πραγματικότητα, ο Βούλγαρος ηγέτης ήταν διορατικός και προέβλεπε ότι η εισαγωγή μιας μόνο θρησκείας θα ολοκλήρωνε την ενοποίηση του αναδυόμενου βουλγαρικού έθνους, που ήταν ακόμη διαιρεμένο σε θρησκευτική βάση, έχοντας αρκετούς Βούλγαρους που ήταν προσηλωμένοι στην Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ άλλοι στον σλαβικό παγανισμό. Από την άλλη πλευρά, οι Βυζαντινοί, με τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων, είχαν ως σκοπό την αργή απορρόφηση της Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, μετατρέποντας τη σε ένα κράτος-δορυφόρο. Ο Βούλγαρος ηγέτης το ήξερε αυτό και στράφηκε στη Δύση, εκδηλώνοντας την επιθυμία του για την δημιουργία μίας αυτόνομης εκκλησίας. Ο Πάπας δε δέχθηκε, με αποτέλεσμα να ψυχράνουν οι σχέσεις των δύο πλευρών, όπως και η αλλαγή της στάσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας προς τη Βουλγαρική.

Το 870 μ.Χ. η Βουλγαρική εκκλησία κέρδισε αυτονομία και το 893 μ.Χ. η εκκλησιαστική σλαβονική γλώσσα έγινε η τρίτη επίσημη γλώσσα που αναγνωρίστηκε από την Κωνσταντινούπολη και τη Ρώμη. Πριν την αυτονομία της εκκλησίας, λύθηκε ένα μεγάλο θέμα που προβλημάτιζε τον Βούλγαρο πρίγκιπα, δηλαδή την δημιουργία ενός ξεχωριστού αλφαβήτου για την σλαβονική γλώσσα. Μεταξύ του 860 μ.Χ. και του 863 μ.Χ., οι Βυζαντινοί μοναχοί ελληνικής καταγωγής, οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, δημιούργησαν το γλαγολιτικό αλφάβητο, το πρώτο σλαβικό αλφάβητο, μετά από εντολή του Βυζαντινού Αυτοκράτορα, με σκοπό την προσηλύτιση της Μεγάλης Μοραβίας (ιστορικής περιοχής στο ανατολικό τμήμα της Τσεχίας) στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό.

Στα τέλη του 10ου αιώνα, οι σχέσεις μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών είχαν επιδεινωθεί ραγδαία. Το Βυζάντιο, τότε, έκανε σχέδια για το πως ακριβώς θα καταφέρει να επιβληθεί στη Βουλγαρική Αυτοκρατορία. Για λίγα χρόνια, η περιοχή της Βουλγαρίας ήταν σε Βυζαντινά χέρια, μέχρι τη μεγάλη αντεπίθεση των Βουλγάρων, οι οποίοι είχαν ως αρχηγούς τους τέσσερις αδελφούς, Δαυίδ, Μωυσή, Αρών και Σαμουήλ, της δυναστείας των Κομετοπούλων. Ο Σαμουήλ κατάφερε να συγκεντρώσει όλη την εξουσία και με αρκετές εκστρατείες κατάφερε να επεκτείνει τη Βουλγαρική Αυτοκρατορία μέχρι τη Θεσσαλία και την Ήπειρο. Μέσα στα επόμενα χρόνια ακολούθησαν αρκετοί πόλεμοι, οι οποίοι είχαν ως αποτέλεσμα την κατάρρευση του πρώτου βουλγαρικού κράτους και την υπαγωγή της βουλγαρικής εκκλησίας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Οι Βούλγαροι κατάφεραν, μετά από περίπου έναν αιώνα, να δημιουργήσουν ξανά αυτοκρατορία. Η Δεύτερη Βουλγαρική Αυτοκρατορία δημιουργήθηκε το 1185 και κατακτήθηκε στα τέλη του 14ου αιώνα από τους Οθωμανούς, κάτι που σήμανε την έναρξη της τουρκοκρατίας για τους Βούλγαρους και τον τερματισμό των Βυζαντινο-βουλγαρικών σχέσεων. Η Βουλγαρία και η Ελλάδα παρέμειναν υπό Οθωμανική κατοχή για περίπου πέντε αιώνες. Τον 19ο αιώνα, οι Βούλγαροι ξεκίνησαν τον αγώνα τους για την αποκατάσταση της ανεξάρτητης βουλγαρικής εκκλησίας. Η εκκλησία αποκαταστάθηκε το 1872, όμως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο ήταν ενάντια στην ανεξαρτησία της βουλγαρικής εκκλησίας, τελικά την αναγνώρισε το 1945. Στις αρχές του επόμενου αιώνα, το 1908, ιδρύθηκαν οι  σύγχρονες διπλωματικές σχέσεις της Ελλάδας με την Βουλγαρία, αν και αρχικά χαρακτηρίζονταν ως εχθρικές. Σε όλα τα μεγάλα πολεμικά γεγονότα του προηγούμενου αιώνα, τα δύο κράτη ήταν σε αντίπαλες παρατάξεις. Ο λόγος ήταν η επιμονή της Βουλγαρίας για την επίτευξη της «Μεγάλης Βουλγαρίας», που θεωρητικά συμπεριλαμβάνει ολόκληρη τη Βόρεια Ελλάδα.

Η Βουλγαρία του Αγίου Στεφάνου. Δημιουργός και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: Пакко / Wikimedia Commons.

Με τον όρο «Μεγάλη Βουλγαρία» χαρακτηρίζονται τα εδάφη που κέρδισε η Βουλγαρία με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Τότε, η έκταση της χώρας έφτανε από τη Βόρεια Ντόμπρουτζα της Ρουμανίας μέχρι την Κορύτσα της Αλβανίας και την Καστοριά. Η επιθυμία των Βουλγάρων για την εκπλήρωση της Μεγάλης Βουλγαρίας βρήκε αντιμέτωπους τους Έλληνες. Το 1904 ξεκίνησε ο αγώνας για τη Μακεδονία, στον οποίο ανεπίσημα βγήκαν νικητές οι Έλληνες, δηλαδή το Μακεδονικό Κομιτάτο. Οι δυο χώρες βρέθηκαν αντιμέτωπες και στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο. Αργότερα, ξανασυγκρούστηκαν στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο οι Βούλγαροι ηττήθηκαν και με τη συνθήκη του Νεϊγύ έχασαν τη Δυτική Θράκη που είχαν κατακτήσει. Λίγα χρόνια αργότερα, η Βουλγαρία συγκρούστηκε ξανά με την Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Βουλγαρικές δυνάμεις, που βρισκόντουσαν στο πλευρό της Ναζιστικής Γερμανίας και της Φασιστικής Ιταλίας, εισήλθαν επίσημα σε ελληνικό έδαφος στις 20 Απριλίου 1941, χωρίς η Βουλγαρία να έχει, τυπικά, κηρύξει τον πόλεμο στην Ελλάδα και χωρίς να έχουν διακοπεί οι διπλωματικές τους σχέσεις. Τότε, ξεκίνησε η Βουλγαρική κατοχή της Ελλάδας, που διήρκησε τρία χρόνια και έληξε με την οριστική αποχώρηση των στρατευμάτων στις 26 Οκτωβρίου 1944.

Μετά τον Β’ Π.Π., οι σχέσεις των δύο χωρών βελτιώθηκαν σημαντικά. Με την πτώση του κομμουνισμού στη Βουλγαρία, η Ελλάδα αμέσως έγινε θερμός υποστηρικτής της ένταξης της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Από τότε που η Βουλγαρία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ, τον Μάιο του 2004, οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις έχουν αναπτυχθεί σε όλους τους τομείς, με το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών να περιγράφει τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών ως «εξαιρετικές». Φέτος, η Βουλγαρία ήταν η τιμώμενη χώρα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Συνήθως, τιμώμενες χώρες γίνονται αυτές με ισχυρή οικονομία και επενδυτικό ενδιαφέρον στην Ελλάδα. Η επιλογή της Βουλγαρίας μόνο τυχαία δεν είναι. Η Βουλγαρία είναι, σήμερα, η πιο κοντινή και φιλική με την Ελλάδα χώρα στο εν εξελίξει γεωπολιτικό παιχνίδι της ευρύτερης περιοχής.

Λόγοι για το «σφιχτό δέσιμο» των δύο χώρων είναι η ρωσική επεκτατικότητα και οι βλέψεις της Τουρκίας στην Μαύρη Θάλασσα και στο Αιγαίο. Πλέον, οι δύο χώρες συνεργάζονται σε όλα τα επίπεδα. Η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στη Βουλγαρία και ένας από τους σημαντικότερους εταίρους του βουλγαρικού κράτους. Ελληνικές επιχειρήσεις όλο και ανοίγονται στη Βουλγαρία. Επιπροσθέτως, αρκετοί Έλληνες επιλέγουν τη γείτονα χώρα ως προορισμό σπουδών. Οι Έλληνες κατακτούν την πρώτη θέση στην κατηγορία αλλοδαπών φοιτητών της Βουλγαρίας, αποτελώντας κάτι παραπάνω από το ένα τέταρτο των ξένων φοιτητών. Κλείνοντας, όσον αφορά την εκπαιδευτική συνεργασία, Έλληνες και Βούλγαροι πανεπιστημιακοί δημιούργησαν τον Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύλλογο Σόφιας, που βοηθά Βούλγαρους φοιτητές να  μάθουν την ελληνική γλώσσα. Το μέλλον της σχέσης των δυο χωρών χαρακτηρίζεται από αίσιους παροντικούς οιωνούς.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • H (πολύ) στενή σχέση Ελλάδας – Βουλγαρίας, Η Καθημερινή, διαθέσιμο εδώ
  • Historians and Histories: Relations between Bulgaria and Byzantium, διαθέσιμο εδώ
  • Bulgaria and Greece are an example of how the problems of the past can be overcome in the Balkans and strategic relations can be built, said President Rumen Radev, Bulgarian News Agency (BTA), διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιάννης Αρμύρας
Γιάννης Αρμύρας
Γεννήθηκε στην Καβάλα. Από μικρός ανέπτυξε αγάπη για την Ιστορία και τις ξένες γλώσσες. Αυτή η αγάπη τον ώθησε στο να μάθει εξολοκλήρου βουλγάρικα, σέρβικα/κροάτικα, ρώσικα και σλαβομακεδονικά. Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Σλαβικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Φιλιππούπολης. Τα ενδιαφέροντά του είναι οι ξένες γλώσσες, η ιστορία και ο αθλητισμός, όπως και η πολιτική.