18.8 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαEconomics Explained: Η διαφορά μεταξύ οικονομικού και λογιστικού κέρδους

Economics Explained: Η διαφορά μεταξύ οικονομικού και λογιστικού κέρδους


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Τα Οικονομικά αποτελούν ένα τομέα βαθιάς αντιπαράθεσης, ιδίως σε πολιτικό επίπεδο. Σε μεγάλο βαθμό, δεν υπάρχουν αντικειμενικές απόψεις στα Οικονομικά, καθώς αποτελούν κομμάτι των Κοινωνικών Επιστημών, γεγονός που έχει επιτρέψει να διαμορφωθούν ποικίλες προσεγγίσεις και Σχολές Σκέψης, σχετικά με τα ζητήματα που αναλύονται και εξετάζονται μέσω αυτής τη επιστήμης.

Η υποκειμενικότητα που χαρακτηρίζει τα Οικονομικά έχει οδηγήσει πολλές φορές σε παρανοήσεις εννοιών, αλλά και καταστάσεων, καθώς αρκετές φορές τα άτομα –ηθελημένα ή μη– πράττουν και σκέπτονται μυωπικά. Ωστόσο, αρκετές φορές προκαλείται ευρεία σύγχυση στο ευρύ κοινό, το οποίο είναι ευάλωτο και εκτεθειμένο στους λαοπλάνους, ως απόρροια του οικονομικού αναλφαβητισμού που το χαρακτηρίζει, δυστυχώς. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η σύγχυση που δημιουργείται μεταξύ της οικονομικής μεγέθυνσης και της (πραγματικής) ανάπτυξης σε μια οικονομία, όπως, επίσης και μεταξύ του Α.Ε.Π. και του εθνικoύ εισοδήματος, αφού το Α.Ε.Π. αποτελεί δείκτη που δεν περιλαμβάνει τις εξωτερικότητες των οικονομικών δραστηριοτήτων και επιλογών που τα αποτελέσματά τους φαίνονται μελλοντικά. Βέβαια, συνήθως η μία από τις δύο έννοιες που συγχέονται αποτελεί μια πιο αφηρημένη, αλλά ουσιαστικότερη, μορφή της άλλης, γι’ αυτό συχνά παρουσιάζεται αυτό το μπέρδεμα.

Στο παρόν άρθρο, θα διαχωρίσουμε τις δύο βασικές έννοιες του κέρδους. Θα προσπαθήσουμε, δηλαδή, να εξηγήσουμε τις διαφορές ανάμεσα στο οικονομικό και το λογιστικό κέρδος, οι όροι των οποίων πολλές φορές ταυτίζονται λανθασμένα, ενώ ορίζονται διαφορετικά από τους οικονομολόγους.

Αρχικά, είναι σημαντικό να ειπωθεί πως το κέρδος είναι ένα κύριο και ευρέως διαδεδομένο χρηματοοικονομικό μέγεθος, που μας βοηθά σε μεγάλο βαθμό να αξιολογήσουμε τη βιωσιμότητα μιας εταιρείες –είτε στο παρόν είτε ιστορικά– και να εκτιμήσουμε τις προοπτικές της.

Ακούγοντας τον όρο «κέρδος», ο περισσότερος κόσμος σκέφτεται το αποτέλεσμα/εισόδημα που βγαίνει από την αφαίρεση των (πραγματοποιθέντων) δαπανών από τα έσοδα που παρήγαγε μια επιχείρηση. Ωστόσο, οι δαπάνες που μας έρχονται στον νου αποτελούν μόνο τις ρητές ή αλλιώς άμεσες δαπάνες που έχει η επιχείρηση. Τότε, όμως, αναφερόμαστε στο λογιστικό κέρδος, δηλαδή το καθαρό εισόδημα (ή τελικό αποτέλεσμα) μιας επιχείρησης ή, για να το γενικοποιήσουμε, μιας οικονομικής μονάδας. Είναι το κέρδος που αποκτάται μετά την αφαίρεση διαφόρων δαπανών και εξόδων από τα συνολικά έσοδα ή τις συνολικές πωλήσεις, όπως ορίζεται από τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές, και εμφανίζεται στις οικονομικές καταστάσεις της επιχείρησης, σε αντίθεση με το οικονομικό κέρδος που είναι, κυρίως, για εσωτερική χρήση στην επιχείρηση. Ρητές δαπάνες αποτελούν τα κόστη εργασίας, η αγορά αποθεμάτων και πρώτων υλών, τα κόστη μεταφοράς, παραγωγής, marketing κ.λπ.

Όταν αναφερόμαστε στο οικονομικό κέρδος, πρέπει να συμπεριλάβουμε και το τεκμαρτό/έμμεσο/«σιωπηρό» κόστος, δηλαδή το κόστος ευκαιρίας της αμέσως καλύτερης διαθέσιμης εναλλακτικής επιλογής. Όταν οι οικονομολόγοι αναφέρονται στο «κόστος ευκαιρίας» ενός πόρου, εννοούν την αξία της επόμενης υψηλότερης αξίας εναλλακτικής χρήσης αυτού του πόρου. Εάν, για παράδειγμα, ξοδεύετε χρόνο και χρήματα πηγαίνοντας σε μια ταινία, δεν μπορείτε να περάσετε αυτόν τον χρόνο στο σπίτι διαβάζοντας ένα βιβλίο και δεν μπορείτε να ξοδέψετε τα χρήματα σε οτιδήποτε άλλο. Εάν η επόμενη καλύτερη εναλλακτική σας από το να δείτε την ταινία είναι η ανάγνωση του βιβλίου, τότε το κόστος ευκαιρίας για να δείτε την ταινία είναι τα χρήματα που ξοδεύετε συν την ευχαρίστηση (χρησιμότητα) που χάνετε με το να μην διαβάσετε το βιβλίο.

Αντίστοιχα για μια επιχείρηση, παραδείγματος χάριν, το έμμεσο κόστος θα μπορούσε να είναι η αγοραία τιμή για την οποία θα μπορούσε να πουλήσει έναν φυσικό πόρο έναντι της χρήσης αυτού του πόρου. Άλλη περίπτωση είναι το κόστος ευκαιρίας που δημιουργείται από την εναλλακτική επιλογή να κάνει outsourcing ένα μέρος της παραγωγικής διαδικασίας, αντί να την πραγματοποιεί η ίδια. Επίσης, οι επιχειρήσεις χρησιμοποιήσουν το οικονομικό κέρδος για να καθορίσουν εάν θα εισέλθουν ή θα παραμείνουν σε μια συγκεκριμένη αγορά.

Το οικονομικό κέρδος είναι περισσότερο ένας θεωρητικός υπολογισμός που βασίζεται σε εναλλακτικές ενέργειες που θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί. Το λογιστικό κέρδος, από την άλλη πλευρά, υπολογίζει τι πραγματικά συνέβη, με βάση τα μετρήσιμα αποτελέσματα για μια περίοδο. Το οικονομικό κέρδος δείχνει, επίσης, πόσο αποτελεσματικά λειτουργεί μια επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον αποτελεσματικά κατανέμει τους πόρους της.

Πηγή εικόνας: rawpixel.com / Freepik

Τώρα, αφού κάναμε τον διαχωρισμό αυτόν, πάμε να ξεδιαλύνουμε μια ακόμα σύγχυση που παρατηρείται στα Οικονομικά. Σύμφωνα με τη θεωρία, σε μια ανταγωνιστική αγορά το οικονομικό κέρδος τείνει προς το μηδέν. Βάσει της θεωρίας, στον τέλειο ανταγωνισμό (μια μορφή αγοράς που δεν εφαρμόζεται στην πραγματικότητα) οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν για να υπεραποδόσουν έναντι των υπολοίπων στην αγορά. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως στην πραγματικότητα δεν είναι πραγματικά κερδοφόρες. Μόνο όταν το λογιστικό κέρδος ισούται με το μηδέν η επιχείρηση βρίσκεται στο λεγόμενο «νεκρό» σημείο (έσοδα = έξοδα) και όταν το λογιστικό κέρδος είναι αρνητικό παρουσιάζονται πραγματικές ζημίες (έσοδα < έξοδα).

Όταν το οικονομικό κέρδος είναι ίσο με το μηδέν, τότε ονομάζεται «κανονικό κέρδος» (normal profit). Ανταγωνιστικές εταιρείες των οποίων τα συνολικά έξοδα καλύπτονται από τα συνολικά τους έσοδα καταλήγουν να αποκομίζουν μηδενικό οικονομικό κέρδος, δηλαδή η επιχείρηση παράγει επαρκή έσοδα για να καλύψει το συνολικό κόστος παραγωγής και να παραμείνει ανταγωνιστική στον αντίστοιχο κλάδο της. Αν το οικονομικό κέρδος περάσει σε αρνητικό επίπεδο, αυτό σημαίνει πως δεν συμφέρει, πλέον, την επιχείρηση να δραστηριοποιείται στον κλάδο, καθώς υπάρχουν αποδοτικότερες εναλλακτικές. Η αποζημίωση, δηλαδή, που λαμβάνει για την παραμονή της στον κλάδο είναι μεγαλύτερη από το κόστος ευκαιρίας που χάνει, χρησιμοποιώντας τους πόρους για την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών. Ωστόσο, μια επιχείρηση έχει ζημίες εάν η αποζημίωσή της είναι χαμηλότερη από το κόστος ευκαιρίας που χάνεται για την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών.

Συνεπώς, με τα οικονομικά κέρδη υπολογίζεται η διαφορά μεταξύ της τρέχουσας επιχειρηματικής ή επενδυτικής επιλογής μιας επιχείρησης (ή εν γένει μιας οικονομικής μονάδας), έναντι της αμέσως καλύτερης διαθέσιμης εναλλακτικής. Άρα, αν τα οικονομικά κέρδη βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος για μια επιχείρηση, μπορεί να παρουσιάζει λογιστικό κέρδος και, μάλιστα, υψηλό.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.