19.1 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ δράση του βασιλιά Κωνσταντίνου στην εξορία (Α΄ Μέρος: Ιούνιος-Αύγουστος 1917)

Η δράση του βασιλιά Κωνσταντίνου στην εξορία (Α΄ Μέρος: Ιούνιος-Αύγουστος 1917)


Του Στέλιου Καραγεώργη,

Μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Ιούλιο του 1914, μόνιμη πεποίθηση του βασιλιά Κωσταντίνου ήταν πως η τελική νίκη θα άνηκε στη Γερμανία, και όχι στην Αντάντ. Αντιλαμβανόμενος, όμως, την ευπρόσβλητη θέση της Ελλάδας από θάλασσα, υποστήριξε τη διαρκή ουδετερότητά της. Κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, είχε συνεχή επικοινωνία με το Βερολίνο, ώστε η χώρα να παραμείνει ουδέτερη. Τελικά, στις αρχές Ιουνίου του 1917, υπό την πίεση των Συμμάχων θα εγκαταλείψει την Ελλάδα, μη παραιτούμενος τυπικά, αφήνοντας τον γιο του πρίγκιπα Αλέξανδρο ως τοποτηρητή του θρόνου του. Παράλληλα, θα λάβει την εμπιστευτική υπόσχεση από τους Αγγλογάλλους ότι μπορεί να επανέλθει μετά το πέρας του πολέμου, αν το επιθυμούσε ο ελληνικός λαός. Αμέσως μετά την απομάκρυνση του βασιλιά, οι ανταντικές δυνάμεις θα επαναφέρουν στην πρωθυπουργία της χώρας, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος θα ξεκινήσει την προετοιμασία για συμμετοχή της ενωμένης πλέον Ελλάδας στον Μεγάλο Πόλεμο.

Η ελληνική βασιλική οικογένεια, μαζί με τον στενό κύκλο του άνακτα, θα αναχωρήσουν με το ελληνικό ατμόπλοιο «Σφακτηρία», έχοντας ως προορισμό την Ιταλία, αρνούμενοι να επιβιβασθούν σε πολεμικό της Αντάντ. Από εκεί, θα φτάσουν σιδηροδρομικώς στο Λουγκάνο, όπου παραλίγο να πέσουν θύματα λιντσαρίσματος από βενιζελικούς. Τελικά, θα εγκατασταθούν στο Σεν Μόριτζ της ουδέτερης Ελβετίας. Τις ίδιες ημέρες, θα δημοσιευτεί από το βενιζελικό καθεστώς στην Ελλάδα η «Λευκή Βίβλος», η οποία περιείχε διπλωματικά έγγραφα, που ενοχοποιούσαν την εξωτερική πολιτική του βασιλιά κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού. Αμέσως, ο εξόριστος βασιλιάς εξέδωσε ανακοίνωση, που εξέφραζε τη λύπη του, δηλώντας πως η αλήθεια είχε μεταβληθεί στα εν λόγω διπλωματικά έγγραφα. Οφείλουμε να σημειώσουμε πως η σύγχρονη έρευνα αποδεικνύει ότι το περιεχόμενο της «Λευκής Βίβλου» ήταν όντως παραποιημένο.

Φωτογραφία του Γεωργίου Στρέιτ. Πηγή εικόνας: argolikivivliothiki.gr

Στην εξορία είχαν συνοδέψει τον βασιλιά οι στενοί του συνεργάτες, Γεώργιος Στρέιτ, πρώην Υπουργός Εξωτερικών και Νικόλαος Θεοτόκης πρώην πρεσβευτής της Ελλάδας στο Βερολίνο. Και οι δυο τους ευελπιστούσαν ότι σύντομα θα ξεσπούσε αντεπανάσταση στην Ελλάδα εναντίον του Βενιζέλου, από τα πιστά βασιλικά στρατεύματα στην Πελοπόννησο, και θα άνοιγε ο δρόμος για την παλινόρθωσή του μονάρχη. Στα μέσα Ιουλίου, ο Στρέιτ που είχε γίνει πρώτος τη τάξει Υπουργός της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης θα έρθει σε μια πρώτη επαφή με τον γραμματέα της γερμανικής αποστολής στη Βέρνη. Ο Στρέιτ δήλωσε στον συνομιλητή του, ότι ο βασιλιάς δεν θα επεδίωκε τη δημιουργία μιας Ελλάδας με εκτεταμένα σύνορα εις βάρος των συμμάχων της Γερμανίας, Βουλγαρίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον πόλεμο, ούτε θα προσπαθούσε να επανακτήσει τα απολεσθέντα εδάφη.

Επιχειρώντας να συνοψίσουμε τους στόχους του βασιλιά και της αυλής του, κατά την παραμονή τους στην εξορία, καταλήγουμε στο εξής σχήμα: Αρχικά παρεμπόδιση των εργασιών της «Βουλής των Λαζάρων», από τον βασιλεύοντα Αλέξανδρο σε συνεργασία με τους αντιβενιζελικούς βουλευτές. Κατά δεύτερον υποκίνηση στασιαστικών κινημάτων στο στρατό, ώστε να αποτύγχανε η επιστράτευση του Βενιζέλου. Αυτά τα δύο θα ματαίωναν την ελληνική συμμετοχή στον πόλεμο, και έτσι θα ακολουθούσε η εκδίωξη του Κρητικού πολιτικού, με εξέγερση του ελληνικού λαού και ταυτόχρονη γερμανοβουλγαρική επίθεση στο βορρά. Σε αυτή την πρώτη φάση της εξορίας, η επικοινωνία με τον πρίγκιπα Αλέξανδρο ήταν δύσκολη, και γινόταν κυρίως μέσω της αλληλογραφίας της πριγκίπισσας Βεατρίκης της Ισπανίας, όπου εκείνο το διάστημα βρισκόταν στην Ελβετία.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στα χρόνια της συνεργασίας τους. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Ο Βενιζέλος, όταν επέστρεψε στην Αθήνα, απέφυγε να κηρύξει τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις, εφόσον η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης το είχε ήδη πράξει τον Νοέμβριο του 1916. Αυτή, η πρωτοφανής συνθήκη επέτρεπε στο Βερολίνο να μην μπει επίσημα σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ελλάδα. Σε αυτό το σημείο αξίζει να εξετάσουμε τις μεταπολεμικές σκέψεις της Γερμανίας για τα Βαλκάνια. Αυτές, περιελάμβαναν μια μεγάλη Βουλγαρία, μια διευρυμένη εδαφικά Σερβία, οικονομικά εξαρτώμενη από την Αυστροουγγαρία, μια Ρουμανία οικονομικό δορυφόρο των Γερμανών και διαμελισμό της Αλβανίας αναμεσά σε Αυστροουγγαρία και Ελλάδα, με εγκατάσταση γερμανικής ναυτική βάσης στον Αυλώνα.

Η εκθρόνιση του βασιλιά Κωνσταντίνου χαροποίησε τη Βουλγαρία, η οποία έθεσε ως άμεσο στόχο της την αποκήρυξη των δεσμεύσεων, που είχε αναλάβει η Γερμανία έναντι του βασιλιά, η οποία θα νομιμοποιούσε την κατάληψη της ανατολικής Μακεδονίας από τους Βουλγάρους. Τον Οκτώβριο του 1915, ως αντάλλαγμα για την ευμενή ουδετερότητα της Ελλάδας, η Γερμανία είχε αναγνωρίσει την εδαφική της ακεραιότητα συμπεριλαμβανομένων των νησιών του Αιγαίου, και είχε υποσχεθεί μεταπολεμικά εδαφικά κέρδη σε Βόρεια Ήπειρο και στον θύλακα Δοϊράνης-Γευγελής. Αργότερα, όταν οι Βούλγαροι εισέβαλαν στην ανατολική Μακεδονία, οι Κεντρικές Αυτοκρατορίες είχαν διαβεβαιώσει την ελληνική κυβέρνηση, πως η χώρα θα αποζημιωνόταν και τα καταληφθέντα εδάφη θα εκκενώνονταν μετά τον πόλεμο. Ωστόσο, το Βερολίνο είχε συμφωνήσει με τη Σόφια, πως αν η Ελλάδα επιτιθόταν αναίτια, οι Βούλγαροι μπορούσαν να προσαρτήσουν όσα εδάφη είχαν απωλέσει κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Για τους παραπάνω λόγους, η Βουλγαρία επιθυμούσε την αναγνώριση του εμπόλεμου με την Ελλάδα, από μέρους των συμμάχων της, και την άμεση πολεμική κινητοποίηση εναντίον της, προτού ο Βενιζέλος αναδιοργανώσει αξιόμαχο στρατό. Στις 31 Ιουλίου, ύστερα από έντονες βουλγαρικές πιέσεις, Βερολίνο και Βιέννη θα αποδεχτούν την προσάρτηση της ανατολικής Μακεδονίας από τη Βουλγαρία, αναγνωρίζοντας το εμπόλεμό της με την Ελλάδα, αλλά όχι των ίδιων.

Στις 4 Αυγούστου, ο Στρέιτ με υπόμνημά του προς τους Γερμανούς παρουσίαζε τα γεγονότα της τελευταίας τριετίας. Στο εσωτερικό του υπομνήματος υπογράμμιζε τις «θυσίες» που είχε κάνει ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, μεταξύ των οποίων να εγκαταλείψει τον θρόνο του, ώστε να παραμείνει η Ελλάδα σε ουδετερότητα προς όφελος της Γερμανίας, υποδεικνύοντας με κομψότητα ότι ο εξόριστος μονάρχης όφειλε να ανταμειφθεί για τη στάση του. Η εγκατάσταση της βασιλικής οικογένειας στην Ελβετία, διευκόλυνε τους Γερμανούς να υπεκφεύγουν σε διάφορα παρόμοια αιτήματα του κύκλου του βασιλιά στο μέλλον.

Οι συμμαχικοί συνασπισμοί του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πηγή εικόνας: slideplayer.gr

Στα μέσα Αυγούστου, οι στόχοι του εξόριστου βασιλιά κοινοποιήθηκαν στο Υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας, από τον Θεοτόκη. Πέρα από μια αναλυτική έκθεση σχετικά με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, που είχε αιτηθεί η Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση της Αυστροουγγαρίας, παρουσιαζόταν το σχέδιο δράσης προς επιστροφή του βασιλιά στην Ελλάδα. Αυτό, προέβλεπε τη γερμανοβουλγαρική επίθεση εναντίον των Συμμάχων στη Μακεδονία, την εκδίωξη του Βενιζέλου και την τελική αποκατάσταση του νόμιμου αρχηγού του κράτους. Ειδικότερα, στην επίθεση εναντίον της βενιζελικής Ελλάδας θα έπαιρνε μέρος και ο ίδιος ο βασιλιάς επικεφαλής του Δ΄ Σώματος Στρατού, που βρισκόταν «αιχμάλωτο» στο Γκέρλιτς της Γερμανίας από το 1916. Έτσι, η όλη επιχείρηση θα είχε τη μορφή απελευθερωτικού αγώνα εναντίον του Βενιζέλου και της Αντάντ και θα προκαλούσε ταυτόχρονη λαϊκή εξέγερση εναντίον του βενιζελικού καθεστώτος. Το ίδιο διάστημα, είχαν σταλεί οδηγίες στον βασιλεύοντα Αλέξανδρο να τηρεί αδιάλλακτη στάση απέναντι στον Βενιζέλο, ώστε να συνδράμει στην έναρξη της αντεπανάστασης.

Το μνημόνιο του βασιλιά θα παραμείνει αναπάντητο για δυο μήνες, καθώς πλέον τα συμμαχικά συμφέροντα της Γερμανίας δεν εξυπηρετούνταν με τον Κωνσταντίνο στον θρόνο των Ελλήνων. Οι Γερμανοί που είχαν αναγνωρίσει την προσάρτηση της ανατολικής Μακεδονίας από τη Βουλγαρία δεν μπορούσαν πλέον να εγγυηθούν την ακεραιότητα του ελληνικού βασιλείου, που συνεπαγόταν η παλινόρθωση του βασιλιά. Το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών και η στρατιωτική ηγεσία συμφώνησαν ότι η σημασία της Βουλγαρίας στην περιοχή των Βαλκανίων ήταν δεσπόζουσα για τη γερμανική πολιτική, και υποστήριξαν ότι μια επίθεση εναντίον της βενιζελικής Ελλάδας σε αυτή τη φάση του πολέμου θα ήταν πρώιμη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ιωαννίδης, Ιωάννης Ε. (1935), Κωνσταντίνος ΙΒ΄, τμ. Β΄, Αθήνα: Εκδόσεις Γκοβόστη.
  • Λεονταρίτης, Γεώργιος Β. (2005), Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, 1917-1918, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Συλλογικό έργο (1978), Ιστορία του ελληνικού έθνους, τμ. ΙΕ΄, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από το Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου. Έχει λάβει επιμόρφωση στην διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων, και στις σχέσεις του ελληνισμού με την Δύση. Είναι γνώστης της αγγλικής και τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία, του 19ου και 20ου αιώνα.