19.2 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΖητήματα μη ανταπόκρισης της παροχής στη σύμβαση και τον νόμο στην πώληση

Ζητήματα μη ανταπόκρισης της παροχής στη σύμβαση και τον νόμο στην πώληση


Του Νίκου Αντωνάκη,

Στην πώληση, που αποτελεί το πρότυπο κάθε αμφοτεροβαρούς συμβάσεως, οι συμβαλλόμενοι (πωλητής και αγοραστής) ανταλλάσσουν μεταξύ τους δύο παροχές: ο πωλητής το πράγμα, είτε κινητό είτε ακίνητο, ή το δικαίωμα και ο αγοραστής το τίμημα για την απόκτηση της αντιπαροχής που δικαιούται. Και ενώ και η μη ή η μη εμπρόθεσμη καταβολή του τιμήματος γεννά ευθύνη του αγοραστή κατά τις διατάξεις του Γενικού Ενοχικού Δικαίου (ΑΚ 330 επ., ΑΚ 374 επ.) λόγω πλημμελούς εκπληρώσεως ή υπερημερίας, γίνεται φανερό ότι αυτό που ρυθμίζει κατεξοχήν το δίκαιο της πώλησης είναι η παροχή του πωλητή. Ειδικότερα, η κυριότητα του αντικειμένου αυτής πρέπει να μεταβιβάζεται στον αγοραστή χωρίς νομικά ελαττώματα (ΑΚ 514, 516, 537) και η κατοχή του χωρίς πραγματικά ελαττώματα και με τις συνομολογημένες ιδιότητες που πρέπει να τη συνοδεύουν (ΑΚ 535, 547). Γενικότερα, ο πωλητής πρέπει να παραδώσει πράγμα (ή δικαίωμα, όπου και εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της πωλήσεως) που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της συμβάσεως και του νόμου (νέες ΑΚ 535Α, 535Β, 536).

Με τις νέες διατάξεις ΑΚ 535 και 535Β εισήχθησαν στον Αστικό Κώδικα δύο μακροσκελείς κατάλογοι ρυθμίσεων: πρόκειται για τα χαρακτηριστικά που πρέπει να φέρει το αντικείμενο της παροχής του πωλητή ούτως ώστε να ανταποκρίνεται στη σύμβαση του με τον αγοραστή (υποκειμενικές απαιτήσεις ανταπόκρισης, ΑΚ 535Α) αφενός και τον νόμο (αντικειμενικές απαιτήσεις ανταπόκρισης, ΑΚ 535Β) αφετέρου. Επί των καινοτομιών αυτών λεκτέα τα εξής: Με τη μεταρρύθμιση αυτή διαφαίνεται η προσπάθεια του νομοθέτη να ενισχύσει την έννομη θέση του αγοραστή σε περιπτώσεις ελαττωματικότητας του πράγματος που αγοράζει, προσπάθεια η οποία γίνεται εμφανής και στις νέες ρυθμίσεις που επιμηκύνουν τον χρόνο παραγραφής επί ελλείψεως ανταπόκρισης (νέες ΑΚ 554 και επόμενες).

Ωστόσο, ανακύπτουν ορισμένα προβλήματα: Ποια είναι η σχέση των υποκειμενικών και των αντικειμενικών απαιτήσεων ανταπόκρισης; Το ζήτημα γίνεται αντιληπτό με ένα απλό παράδειγμα: Ο αγοραστής Α επιθυμεί να αγοράσει από τον πωλητή Π ένα χαλασμένο ψυγείο προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για παλιοσίδερα. Συνεπώς, ο Π, κατά τη σύμβαση, οφείλει να παραδώσει πράγματι ένα χαλασμένο ψυγείο, ειδάλλως δεν εκπληρώνει προσηκόντως την παροχή του. Παρόλα αυτά, κατά την ΑΚ 535Β περίπτωση πρώτη, το πράγμα που μεταβιβάζει ο πωλητής πρέπει να είναι «κατάλληλο για τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιούνται συνήθως πράγματα της ίδιας κατηγορίας».

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα Χρήσης: Mohamed_hassan

Έτσι, ένα ψυγείο, για να ανταποκρίνεται στην ΑΚ 535Β πρέπει να είναι κατάλληλο να συντηρεί τρόφιμα και ποτά, όχι να είναι χαλασμένο. Ανακύπτει έτσι το εύλογο ερώτημα, αν κατά την ίδια στιγμή το ψυγείο μπορεί να ανταποκρίνεται στη σύμβαση του Α με τον Π, όχι όμως στον νόμο. Το θέμα επιλύεται με μία άποψη που γινόταν δεκτή και υπό το παλαιό καθεστώς, ότι δηλαδή οι υποκειμενικές απαιτήσεις ανταπόκρισης πάντοτε θα έχουν το προβάδισμα έναντι των αντικειμενικών. Εξάλλου, αυτό ανταποκρίνεται και στην αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας (ΑΚ 361). Με άλλα λόγια, η ΑΚ 535Β εξασφαλίζει ένα minimum προστασίας για τον αγοραστή, ο οποίος είναι ελεύθερος να συμφωνήσει διαφορετικά με τον αντισυμβαλλόμενο του, πωλητή. Άρα, στην περίπτωση που μας απασχολεί, το χαλασμένο ψυγείο δεν είναι ελαττωματικό. Θα ήταν ελαττωματικό αν λειτουργούσε κανονικά, καθώς δεν θα ανταποκρινόταν στη σύμβαση Α και Π (ΑΚ 535Α) και θα επέσυρε την αντίστοιχη ευθύνη του τελευταίου (ΑΚ 539 και επόμενες διατάξεις).

Ένα άλλο ζήτημα που ανακύπτει είναι η περίπτωση της μερικής εκπλήρωσης από την πλευρά του πωλητή: Υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, το πρόβλημα αντιμετωπιζόταν με την εφαρμογή των διατάξεων του Γενικού Ενοχικού για τη μερική αδυναμία της παροχής (ΑΚ 337). Πλέον, η μερική εκπλήρωση εξομοιώνεται με μη ανταπόκριση του πράγματος στη σύμβαση (ΑΚ 535Α περίπτωση πρώτη) και γεννά ευθύνη του πωλητή κατά τις ΑΚ 539 και επόμενες, με συνέπεια ο αγοραστής να δικαιούται σε διόρθωση, αντικατάσταση, υπαναχώρηση και/ή αποζημίωση. Πάντως, επισημαίνεται ότι στην περίπτωση αυτή, προτιμότερο είναι να τύχουν εφαρμογής οι γενικοί κανόνες για τη μερική αδυναμία παροχής οι οποίοι θα εφαρμοστούν είτε ευθέως είτε αναλογικά. Εξάλλου, ήδη τα ελαττώματα ποσότητας και οι παροχές aliud συνιστούν μη ανταπόκριση και όχι πλημμελή εκπλήρωση (ΑΚ 535Α περίπτωση πρώτη). Τέλος, αξιοσημείωτη είναι και η αναφορά στις διατάξεις αυτές της υποχρέωσης του πωλητή να παράσχει στον αγοραστή τις πληροφορίες και οδηγίες που είναι «εύλογο να αναμένει», η παράβαση της οποίας συνιστούσε παλαιότερα αθέτηση παρεπόμενης (ΑΚ 288) και όχι κύριας υποχρέωσης και γεννούσε την αντίστοιχη ευθύνη του πωλητή σε αποζημίωση κατά τις ΑΚ 330 και 288. Κατά τα λοιπά, οι νέες ρυθμίσεις των ΑΚ 535Α και 535Β δεν δημιουργούν ιδιαίτερα ζητήματα στην ερμηνεία και την εφαρμογή τους.

Πάντως, και με τις καινούριες διατάξεις, η σημασία των πραγματικών ελαττωμάτων και των συνομολογημένων ιδιοτήτων παραμένει αδιαμφισβήτητη. «Πραγματικό ελάττωμα» συνιστά κάθε απόκλιση της φυσικής ιδιοσυστασίας του αντικειμένου της παροχής του πωλητή προς το χειρότερο από το συμφωνηθέν (τα ελαττώματα αυτά καλύπτονται πλέον σε μεγάλο βαθμό από την ΑΚ 535Α). Για παράδειγμα, παράδοση αυτοκινήτου με χαλασμένα φρένα, δυσλειτουργικού μηχανήματος, ακινήτου μικρότερων διαστάσεων από τις αναγραφόμενες στο συμβόλαιο κ.ο.κ. «Συνομολογημένη ιδιότητα» συνιστά η ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει μία ορισμένη ιδιότητα στην οποία ο αγοραστής αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα και ότι ο πωλητής υπόσχεται την ύπαρξή της και αναλαμβάνει την ευθύνη της ανυπαρξίας της αντικειμενικά. Η πρακτική διαφοροποίηση των δύο εννοιών έγκειται στο ότι η ευθύνη του πωλητή σε αποζημίωση επί πραγματικού ελαττώματος διαμορφώνεται σε πταισματική, ενώ επί ελλείψεως συνομολογημένης ιδιότητας, σε αντικειμενική (ΑΚ 547). Γενικότερα η ευθύνη του πωλητή σε περίπτωση ελλείψεως ανταπόκρισης, με εξαίρεση την αξίωση του αγοραστή σε αποζημίωση, διαμορφώνεται σε γνήσια αντικειμενική (ΑΚ 539).

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα Χρήσης: OpenClipart-Vectors

Τέλος, είναι αυτονόητο ότι, για να ανταποκρίνεται η παροχή του πωλητή πλήρως στον νόμο υπό ευρεία έννοια, πρέπει να παραδίδεται χωρίς νομικά ελαττώματα που αφορούν στην κυριότητά της (ΑΚ 514, 516). Απλώς, επειδή τα νομικά ελαττώματα (με εξαίρεση το ιδιότυπο ελάττωμα της ΑΚ 537) αντιμετωπίζονται με προσφυγή στις διατάξεις του Γενικού Ενοχικού (ΑΚ 516), δεν γεννούν ευθύνη του πωλητή κατά την ΑΚ 542. Πάντως, το χάσμα αυτό μεταξύ νομικών και πραγματικών ελαττωμάτων επικρίνεται από τη θεωρία και υποστηρίζεται η ενοποίηση της ευθύνης του πωλητή και της παραγραφής των αξιώσεων του αγοραστή, όπως και στο γερμανικό δίκαιο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Κορνηλάκης Πάνος, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2023, σ. 85-349


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Αντωνάκης
Νίκος Αντωνάκης
Φοιτητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Του αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο επιδιώκει την ανάγνωση συγγραμμάτων και μελετών με σκοπό την περαιτέρω εξειδίκευσή του στους κλάδους αυτούς.