20.2 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΧρηματιστήριο Αθηνών: Άνοδος σε σαθρά θεμέλια;

Χρηματιστήριο Αθηνών: Άνοδος σε σαθρά θεμέλια;


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Φέτος, στα χρηματιστήρια διεθνώς επικρατεί μια αμφίρροπη κατάσταση, η οποία γίνεται όλο και πιο έντονη τελευταία, καθώς αμφισβητείται η ορθότητα του επιφαινόμενου “bull market” που καταγράφεται από την αρχή του έτους. Για να αντιληφθούμε λίγο καλύτερα τη σημερινή κατάσταση, θα πρέπει γυρίσουμε, ξανά, πίσω στο ζοφερό για τις αγορές (και όχι μόνο) 2022…

Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, η πληθωριστική κρίση διαφαινόταν πως θα ξεσπάσει προσεχώς ήδη από το καλοκαίρι του 2021, με απαρχή τον ενεργειακό τομέα. Από τον Αύγουστο του 2021 είχαν αρχίσει και κυκλοφορούσαν στα Μ.Μ.Ε. προειδοποιήσεις για ραγδαίες αυξήσεις στο ρεύμα, το πετρέλαιο και άλλα ενεργειακά προϊόντα, ως αποτέλεσμα του ανοίγματος των οικονομιών, μετά τα lockdowns, που οδήγησε σε μια απότομη άνοδο της ζήτησης (μία από τους δύο κινητήριους μοχλούς της διαμόρφωσης των τιμών) και της «λιμνάζουσας» ρευστότητας που είχαν διοχετεύσει Κεντρικές Τράπεζες και Κυβερνήσεις, μέσω των πολιτικών οικονομικής «χαλάρωσης», με σκοπό να μετριαστεί η ύφεση και να επανέλθει ταχέως η ανάπτυξη.

Με τον πληθωρισμό, λοιπόν, να κλιμακώνεται σταδιακά και τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες (από το «αλαλούμ» που επέφεραν τα lockdowns παγκοσμίως) να έχουν ξεκινήσει ήδη να προκαλούν σημαντικά προβλήματα στην προσφορά, τον Φλεβάρη του 2022 η Ρωσία εισβάλει στην ανατολική Ουκρανία, έπειτα από χρόνιες οξυνόμενες γεωπολιτικές εντάσεις που σημειώνονταν στην περιοχή. Η ενεργειακή κρίση, που βρισκόταν ακόμη σε πρώιμο στάδιο, επιταχύνθηκε και κορυφώθηκε, ωθώντας σε διψήφια ποσοστά τον πληθωρισμό και συμπαρασύροντας τις τιμές πολλών αγαθών σε υψηλά επίπεδα, ειδικά σε στρεβλωμένες και σημαντικά ατελώς ανταγωνιστικές αγορές (π.χ. ολιγοπωλιακές).

Με τις Κεντρικές Τράπεζες να αντιλαμβάνονται πως ο πληθωρισμός δεν ήταν ένα πρόσκαιρο φαινόμενο, έπειτα από την επικίνδυνη άνοδο του δομικού και του υποκείμενου πληθωρισμού, έστω και καθυστερημένα προχωρούν σε επιθετική νομισματική «σύσφιξη». Αυτή η αλλαγή πολιτικής προκάλεσε έντονα σοκ στις αγορές διεθνώς, καθώς, ξαφνικά, αυξήθηκε το κόστος δανεισμού και, παράλληλα, προεξοφλούνταν η ενδεχόμενη ύφεση που θα επέφερε ο πιστωτικός περιορισμός στις αγορές.

Ενώ το 2022 έκλεισαν τα περισσότερα χρηματιστήρια με βαριές απώλειες (πλην του ελληνικού, στο οποίο είχαν αναζωπυρωθεί οι προοπτικές για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδα σύντομα), αποδείχθηκε πως οι οικονομίες ήταν πιο ανθεκτικές από το αναμενόμενο. Παράλληλα, ο ήπιος χειμώνας σε συνδυασμό με τις πολιτικές συγκέντρωσης αποθεμάτων φυσικού αερίου και εύρεσης νέων πηγών ενέργειας αρκετά άμεσα, μετρίασε την ενεργειακή κρίση και προκάλεσε πτώση στις τιμές των ενεργειακών προϊόντων. Σημαντικός ήταν και ο ρόλος των Κυβερνήσεων, με τα υπερβολικά μέτρα στήριξης που συνέχισαν να δίνουν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια. Ωστόσο, αυτή η επεκτατική πολιτική αντιστάθμιζε τις επιπτώσεις της νομισματικής «σύσφιξης», με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται το πρόβλημα του πληθωρισμού, πόροι διανεμήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν αναποτελεσματικά (άμεσα ή έμμεσα) και τα χρέη εκτινάχθηκαν.

Καθώς, λοιπόν, τα χρηματιστήρια κατά το 2023 κάλυψαν ή περιόρισαν τις περσυνές τους απώλειες (παρουσιάζοντας μια «βουτιά» τον Μάρτιο, λόγω της τραπεζικής κρίσης), κινούμενα κόντρα στους στόχους των Κεντρικών Τραπεζών, έχουμε φτάσει αυτή τη στιγμή να συζητάμε για «φούσκες». Οι προοπτικές έχουν αλλάξει σημαντικά, καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια στενεύουν σε υπερχρεωμένες οικονομίες και αναμένεται, πλέον, πως τα επιτόκια θα παραμείνουν για περισσότερο καιρό σε υψηλά επίπεδα, αυξάνοντας τον κίνδυνο (βαριάς) ύφεσης. Απόρροια αυτού, σύμφωνα με την Bank of America, είναι το «μεγαλύτερο sell-off» μετοχών από τον περασμένο Δεκέμβριο. Ειδικότερα, βάσει στοιχείων από την EPFR Global, την εβδομάδα έως τις 20 Σεπτεμβρίου τα διεθνή equity funds είχαν εκροές $ 16,9 δις, ενώ, παράλληλα, οι ρευστοποιήσεις στη Γηραιά Ήπειρο έφτασαν σε υψηλά 28 εβδομάδων.

Η ανοδική τάση στις μετοχές έχει αρχίσει και αμβλύνεται σημαντικά μετά τον Ιούλιο και φαίνεται πως έπεται συνέχεια… Σημείο καμπής για τις αγορές θα αποτελέσει το τέλος του κύκλου των αυξήσεων των επιτοκίων, το οποίο πλησιάζει μαζί με το 2024. Το επίπεδο της ανάπτυξης (ύφεσης), σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, θα καθορίσει το ενδεχόμενο, αλλά και το μέγεθος της διόρθωσης που θα επέλθει. Το γεγονός ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν αποφύγει την ύφεση έχει τονώσει της αγοράς από την αρχή του 2023, αλλά για πόσο θα συμβαίνει αυτό σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων;

Τα παραπάνω αναφέρθηκαν για να κατανοηθεί η ευρύτερη κατάσταση στις διεθνείς αγορές, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό επηρεάζουν την ελληνική, παρότι έχει διαγράψει σημαντικά μια πιο αυτόνομη πορεία φέτος, λόγω των εγχώριων (θετικών και αρνητικών) καταλυτών της.

Η διακύμανση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών τον τελευταίο μήνα. Πηγή εικόνας: tradingeconomics.com

Στο Χρηματιστήριο Αθηνών, λοιπόν, έπειτα από τις αναταράξεις του Μαρτίου (καθαρά εξωγενούς χαρακτήρα) και του πολιτικού ρίσκου μέχρι τη διεξαγωγή των Βουλευτικών Εκλογών, οι δείκτες διεύρυναν τα κέρδη τους από την αρχή του έτους, ώσπου στα μισά του καλοκαιριού, ειδικά και μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων των εισηγμένων, έπεσαν οι ρυθμοί και καταγράφηκαν διορθώσεις. Λίγο η καλοκαιρινή ραστώνη, λίγο η έλλειψη εγχώριας ειδησεογραφίας, οι επενδυτές έγιναν επιφυλακτικοί εν αναμονή της αξιολόγησης από την DBRS (της πρώτης από επίσημο οίκο μετά το καλοκαίρι).

Σήμερα, λοιπόν, η επενδυτική βαθμίδα έχει ανακτηθεί από δύο ανεπίσημους οίκους (I&R και Scope) και από έναν «επίσημο» (DBRS). Επίσης, στην τελευταία της αξιολόγηση η Moody’s μας αναβάθμισε εις διπλούν, θέτοντάς μας ένα «σκαλοπάτι» πιο κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, μαζί με τη Fitch και τη S&P. Οι εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία και τις περισσότερες εισηγμένες παραμένουν θετικές, καθώς αναμένεται ενίσχυση των επενδύσεων και της κατανάλωσης, με βασικό αρωγό το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και (μικρή) βελτίωση των εξαγωγών. Η μεταρρυθμιστική «ατζέντα» και οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχει θέσει η Κυβέρνηση, σε γενικές γραμμές, αποτιμώνται θετικά από την αγορά και τους αναλυτές. Ωστόσο, τον Σεπτέμβρη, το Χρηματιστήριο Αθηνών βρέθηκε με σημαντικές απώλειες, παρά τις θετικές εξελίξεις.

Πολλοί το απέδωσαν στο φαινόμενο του «αγόρασε στη φήμη, πούλα στην είδηση», άλλοι έδωσαν μεγαλύτερη βαρύτητα σε ρευστοποιήσεις θέσεων που πραγματοποίησαν κινεζικά funds τόσο στην ελληνική όσο και στην παγκόσμια αγορά. Επικράτησε σε μεγάλο βαθμό, επίσης, και το σενάριο της κυβερνητικής φθοράς και των ατοπημάτων στην αρχή της δεύτερης θητείας, καθώς και οι τεράστιες καταστροφές στον πρωτογενή τομέα του κάμπου της Θεσσαλίας. Όλα αυτά έπαιξαν τον ρόλο τους στην πρόσφατη «βουτιά» των δεικτών, αποτέλεσαν αφορμή για τη διόρθωση του καταγράφηκε. Ωστόσο, δεν ήταν αρκετά για να δικαιολογήσουν την πτώση του Σεπτεμβρίου. Ήδη οι πιέσεις από την ενίσχυση του πολιτικού ρίσκου και του φόβου για την επίπτωση στο Α.Ε.Π. και τα δημοσιονομικά από τις καταστροφές σχεδόν εξαλείφθηκαν, έπειτα από την ανακοίνωση της ευρωπαϊκής αρωγής.

Που οφείλεται, λοιπόν, αυτή η αρνητική εξέλιξη; Πολύ απλά, οι επενδυτές δεν γίνεται να μην δουν τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Η οικονομία της Ελλάδας ακόμη βρίσκεται σε στάδια εξυγίανσης. Το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τα δημοσιονομικά περιθώρια να είναι σημαντικά περιορισμένα και «κόκκινα» δάνεια να συνεχίζουν να αποτελούν βασικό «αγκάθι». Γραφειοκρατία, κωλυσιεργίες στο δικαστικό σύστημα, σποραδικές προσπάθειες για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, καθώς και το μη μισθολογικό κόστος πρόσληψης εργαζομένων αποτελούν μερικά από τα βασικά εμπόδια τους εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης. Άξιο αναφοράς είναι και οι παθογένειες του Χρηματιστηρίου Αθηνών, που απωθούν τους ενδιαφερόμενους επενδυτές.

Όλα τα παραπάνω κάνουν ευάλωτη την ελληνική οικονομία απέναντι σε διεθνείς αναταράξεις. Ο κίνδυνος αντιστροφής της επενδυτικής βαθμίδας, με λίγα λόγια, είναι υπαρκτός και τον έχουν επισημάνει οι ίδιοι οι οίκοι αξιολόγησης. Σε περίπτωση παγκόσμιας ύφεσης, η οποία γίνεται όλο και πιο πιθανό σενάριο, με τα χέρια Κεντρικών Τραπεζών και Κυβερνήσεων να είναι «δεμένα», η ελληνική οικονομία θα γίνει αρκετά ασταθής.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • BofA: Πώς φτάσαμε στο πιο μεγάλο ξεπούλημα των χρηματιστηρίων φέτος, naftemporiki.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Λέει αλήθεια η Moody’s;, capital.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Η ψυχρολουσία του investment grade, οι ζαλισμένοι αγοραστές και οι τράπεζες, businessdaily.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.