20.2 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΙδιωτική πίστη: Συνεχίζεται η επέκταση του μεριδίου των μη τραπεζικών ιδρυμάτων στον...

Ιδιωτική πίστη: Συνεχίζεται η επέκταση του μεριδίου των μη τραπεζικών ιδρυμάτων στον χρηματοπιστωτικό κλάδο


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Η επιθετική νομισματική «σύσφιξη» που ασκούν εδώ και πάνω από έναν χρόνο οι Κεντρικές Τράπεζες των αναπτυγμένων οικονομιών έχει αυξήσει ραγδαία το κόστος δανεισμού και έχει αυστηροποιήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις δανεισμού, με αποτέλεσμα να περιοριστεί, ως έναν βαθμό, η ρευστότητα στην αγορά και να αποκλειστούν από την παραδοσιακή τραπεζική χρηματοδότηση αρκετές μικρές επιχειρήσεις σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα, που η νομισματική πολιτική ήταν πιο χαλαρή.

Το αυξημένο κόστος δανεισμού στρέφει αρκετές επιχειρήσεις της ιδιωτικής αγοράς προς τη δημόσια αγορά, δηλαδή τα χρηματιστήρια, καθώς και αρκετές, ήδη, εισηγμένες τις οδηγεί σε αυξήσεις κεφαλαίου με δημόσια προσφορά, αφού το κόστος της χρηματοδότησης είναι πολύ χαμηλότερο. Ωστόσο, στην πρώτη περίπτωση, πολλές εταιρείες μπορεί να μην τηρούν τις προϋποθέσεις για να εισαχθούν στο χρηματιστήριο, ενώ στη δεύτερη απλά να μην συμφέρει μια αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, διότι μειώνεται η αξία των υφιστάμενων μετοχών των επενδυτών και το ποσοστό συμμετοχής τους στην ιδιοκτησία της εταιρείας (βέβαια, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να τους προσφέρει μεγαλύτερη κεφαλαιακή αξία και μερίσματα, εφόσον η αύξηση του Μ.Κ. δεν γίνεται για λόγους έλλειψης χρηματοοικονομικής φερεγγυότητας, αλλά με σκοπό την αύξηση των επενδύσεων που θα οδηγήσουν σε ενίσχυση της κερδοφορίας).

Συνεπώς, λοιπόν, αυτή η τρέχουσα κατάσταση στον τραπεζικό δανεισμό (και τα χρηματιστήρια που βρίσκονται σε καθεστώς αβεβαιότητας, παρά τη μέχρι τώρα ανοδική τους πορεία) έχει ενισχύσει την αγορά ιδιωτικών πιστώσεων (private credit), με την άνοδο να συνεχίζει ακόμη και στο β’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Μάλιστα, μεγάλα κεφάλαια διαχείρισης εναλλακτικών περιουσιακών στοιχείων (alternative asset managers), όπως για παράδειγμα οι Apollo, KKR και Blackstone, το τελευταίο διάστημα έχουν εστιάσει και στον δανεισμό μεγάλων επιχειρήσεων με ισχυρά θεμελιώδη και χαμηλό πιστωτικό κίνδυνο.

Η συγκεκριμένα αγορά ενισχύθηκε σημαντικά μετά την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008, κυρίως εξαιτίας της υψηλής ρευστότητας που διοχετεύτηκε από τις Κεντρικές Τράπεζες στο μεγαλύτερο μέρος της περασμένης δεκαετίας (και κατά την κρίση του Covid-19), αλλά κατά καιρούς και από τις Κυβερνήσεις. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ήταν το σημείο εκκίνησης του de-banking.

Πηγή εικόνας: vecstock / Freepik

Να σημειωθεί πως παραδοσιακά τέτοιες εταιρείας που δραστηριοποιούνται στην private credit, χρηματοδοτούν μικρότερου βεληνεκούς εταιρείες και υψηλότερου κινδύνου και όχι blue chips. Η μετατόπιση οφείλεται, πρώτον, στο αυξημένο κόστος δανεισμού ακόμα και για τις μεγάλες, φερέγγυες εταιρείες και, δεύτερον, στην αναζήτηση των ιδιωτικών μη τραπεζικών δανειστών για πιο αξιόπιστους δανειολήπτες, που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν εξασφαλίσεις (collaterals) επενδυτικής βαθμίδας, ώστε να αξιοποιήσουν τη λιμνάζουσα ρευστότητα με αποδόσεις (τόκο). Επιπλέον, οι περισσότεροι μεγάλοι όμιλοι ιδιωτικών κεφαλαίων (private equity groups) έχουν αγοράσει ή επενδύσει σε μια ασφαλιστική εταιρεία τα τελευταία πέντε χρόνια, αντλώντας εκατοντάδες δισεκατομμύρια ασφάλιστρα (premiums) για να επενδύσουν. Παράλληλα, η περιορισμένη έως καθόλου ρύθμιση και έλεγχος αυτής της αγοράς από τις Αρχές επέτρεπε να στα μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αναλαμβάνουν υψηλότερους κινδύνους, που τους πρόσφεραν σε αρκετές περιπτώσεις μεγαλύτερες αποδόσεις.

Αυτό μπορεί να αποδειχθεί ελκυστικό για τις εταιρείες που χρειάζονται να αντλήσουν μετρητά, χωρίς να αξιοποιήσουν την αγορά ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας, ιδιαίτερα όταν η έκδοση περισσότερων χρεών σε εταιρικό επίπεδο θα επηρεάσει την πιστοληπτική ικανότητα μιας επιχείρησης. Οι συμφωνίες έχουν πάρει πολλές διαφορετικές μορφές, αλλά συχνά μια εταιρεία μεταφέρει ορισμένα περιουσιακά στοιχεία σε μια θυγατρική ή σε νέο Όχημα Ειδικού Σκοπού (Special Purpose Vehicle). Στη συνέχεια, οι εταιρείες αντλούν προνομιούχα ίδια κεφάλαια ή χρέη έναντι του περιουσιακού στοιχείου, τα οποία φέρνουν μετρητά που η μητρική μπορεί να χρησιμοποιήσει για τη λειτουργία της καθημερινής της δραστηριότητας. Οι οίκοι αξιολόγησης συνήθως αντιμετωπίζουν τις συμφωνίες για προνομιούχες μετοχές πιο ευνοϊκά από τα δάνεια που τρέχουν και συχνά, επειδή τα ίδια κεφάλαια αντλούνται σε Όχημα Ειδικού Σκοπού, η μητρική εταιρεία δεν χρειάζεται να τα αναφέρει στον ισολογισμό της.

Συμπερασματικά, αντιλαμβανόμαστε πως οι συγκυρίες και οι ιδιομορφίες της ιδιωτικής αγοράς (private market) και των ιδιωτικών πιστώσεων ευνόησαν τον συγκεκριμένο τομέα. Μάλιστα, η ιδιωτική αγορά, προς το παρόν, δείχνει ιδιαίτερα άφθαρτη απέναντι στις τελευταίες κρίσης, συμπεριλαμβανομένου του κραχ του 2008, λόγω της μη υποχρεωτικής τακτικής ενημέρωσης των επενδυτών και της δέσμευσης των κεφαλαίων τους. Στον αντίποδα, οι αντιδράσεις των επενδυτών στις δημόσιες αγορές (public markets), όπως τα χρηματιστήρια, είναι πιο άμεσες, αντικατοπτρίζοντας την πραγματικότητα, έστω και με μικρές καθυστερήσεις ή υπερβολές, οι οποίες, ωστόσο, διορθώνονται.

Αυτή τη στιγμή, παρουσιάζεται μια ευρεία άνοδο τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια αγορά κεφαλαίων, παρά τα αυξημένα επιτόκια, την αβεβαιότητα, τη μειωμένη ζήτηση και τις γεωπολιτικές εντάσεις σε διάφορα σημεία του πλανήτη, με επίκεντρο το Ρωσοουκρανικό. Το bull market που πραγματοποιείται από την αρχή του έτους (ή για κάποιους πιο απαισιόδοξους το bear market rally) επιβεβαιώνει πως η ρευστότητα στην αγορά είναι αρκετά μεγάλη και επεκτείνεται. Επιπλέον, η επιφυλακτικότητα των Κεντρικών Τραπεζών απέναντι στην ποσοτική σύσφιξη (quantitative easing) λειτουργεί καταλυτικά σε αυτό, όπως, επίσης, και τα αντανακλαστικά που αναμένεται να επιδείξουν οι νομισματικές αρχές απέναντι σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση της χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής αστάθειας, όπως έκανε τον Οκτώβριο του 2022 η Τράπεζα της Αγγλίας, που με την παρέμβασή της κατεύνασε τις αγορές από τις ανησυχίες που πυροδότησε ο παράλογος προϋπολογισμός της τότε Κυβέρνησης της Liz Truss. Η ακεραιότητα των τραπεζών και των αγορών κρατικών ομολόγων είναι «ιερή» στο σύγχρονο χρηματοδοτικό σύστημα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Private credit finds its next big target: investment-grade debt, ft.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Κωνσταντίνος Γκότσης, Αρχισυντάκτης Οικονομικών
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.