23.1 C
Athens
Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΤα «Ποιήματα της Θάλασσας» και ο ρόλος του υδάτινου στοιχείου στην Ελληνική...

Τα «Ποιήματα της Θάλασσας» και ο ρόλος του υδάτινου στοιχείου στην Ελληνική Λογοτεχνία


Της Χιόνας Οικονομάκη, 

Η «ανεμελιά» του ελληνικού καλοκαιριού, αλλά και η πρυτανεύουσα θέση της θάλασσας μέσα σε αυτό είναι κάτι το αδιαμφισβήτητο, ενώ ο ρόλος που έχει διαδραματίσει, εν γένει, το υδάτινο στοιχείο στην ιστορία του ελληνισμού είναι καθοριστικός. Από τον ομηρικό Οδυσσέα και τις περιπετειώδεις περιπλανήσεις του στη θάλασσα, οι οποίες τον εφοδίασαν με πείρα και σοφία, μέχρι την αντίστοιχη καβαφική πρόσληψη και την «αρχαιότητα της γεωγραφίας» του Νίκου Καρούζου, η θάλασσα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής λογοτεχνίας. Μία θεματική προσφιλέστατη με ισχυρή δυναμική που έχει αποτελέσει σημείο πραγμάτευσης εκατοντάδων ποιημάτων, κάθε φορά διανθισμένη με εναλλακτικά συμβολιστικά στοιχεία και σαφώς εμπλουτισμένη με τη βιωματική εμπειρία του εκάστοτε δημιουργού. Η πρόσληψη των ποιημάτων, βέβαια, βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη, ούσα επίσης συνδεδεμένη με τις δικές του προσλαμβάνουσες.

Ο λόγος για τον οποίο η θάλασσα είναι μία τόσο δημοφιλής θεματολογική εκλογή των λογοτεχνών είναι απλός: Ο ελληνικός λαός είναι ένας κατ’ εξοχήν «θαλασσινός» λαός, ενώ πολλές από τις κοσμοϊστορικές στιγμές των Ελλήνων είναι συνδεδεμένες με το υδάτινο στοιχείο. Επιπλέον, η ελευθεριακή «ανεμελιά» του ελληνικού καλοκαιριού, ο μουσικός ήχος που δημιουργείται από τον παφλασμό των κυμάτων και η οικεία σε όλους μας θαλασσινή αλμύρα είναι χαρακτηριστικά που ξυπνούν βαθύτερες μνήμες, μας «ταξιδεύουν» και μας οδηγούν σε μονοπάτια πιο στοχαστικά. Η Ελλάδα, από την αρχή της ύπαρξής της μέχρι σήμερα δεν έχει πάψει να «γεννά» ναυτικούς και ποιητές, διαπλέκοντας αρμονικά αυτούς τους όρους και μετουσιώνοντάς τους σε μία πολιτιστική πραγματικότητα που μεταγγίζεται από γενιά σε γενιά εδώ και πολλούς αιώνες.

Πηγή και Δικαιώματα Χρήσης Εικόνας: Pixabay

Άλλοτε αντικατοπτρίζοντας τον θάνατο και άλλοτε την αθανασία, την ελπίδα ή τη νοσταλγία, την αβεβαιότητα ή και τη σιγουριά, η θάλασσα αποτελεί ένα διαχρονικό σημείο ενδιαφέροντος που έχουν πραγματευτεί ελάσσονες και μείζονες λογοτέχνες, ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο και τη δική του προσωπική οπτική. Ενδεικτικά, ταυτίζοντάς την με τον έρωτα ο Κώστας Βάρναλης, στο έργο του Να σ’ αγναντεύω θάλασσα, εκφράζει μία αγάπη κάπως «μοιρολατρική» για το θαλασσινό νερό, έναν θαυμασμό και μία επιθυμία ενδυνάμωσης της σχέσης του μαζί της. «Έτσι να στέκω θάλασσα, παντοτινέ έρωτά μου/ με μάτια να σε χαίρομαι θολά/ και να ‘ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου/ πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά» θα γράψει στο εν λόγω ποίημά του, επισημαίνοντας τη διαχρονικότητα της σχέσης ανθρώπου και θάλασσας, μία διαχρονικότητα που απλώνεται στους αιώνες και διέπει την ιστορία του ελληνισμού, ενώ παράλληλα η θέαση του απέραντου γαλάζιου είναι ικανή να απαλλάξει τον άνθρωπο από οποιονδήποτε προβληματισμό ενδέχεται να τον ταλανίζει.

Ο σπουδαίος Οδυσσέας Ελύτης, επίσης αναφερόμενος στο θέμα της θάλασσας, θα γράψει: «Χρόνους και χρόνους κολυμπάω/Πού ‘ν’ η αγάπη για να πάω;/Έφαγε η θάλασσα τον βράχο/Κι έμεινε το νησί μονάχο». Στίχοι λιτοί και φαινομενικά απλοϊκοί που, όμως, αναδεικνύουν την επικινδυνότητα της θάλασσας η οποία δεν διαφαίνεται εύκολα κάτω από το πέπλο της ανέμελης αγνότητας που της έχει αποδοθεί. Η μοναχικότητα που εδώ φαίνεται να βρίσκεται σε συνάρτηση με τη θαλασσινή ηρεμία, είναι απόρροια μίας πράξης ανώφελης και μίας αναζήτησης ατέρμονης, αλλά μάταιης που στόχο είχε την εύρεση της αγάπης και της συντροφικότητας, την επίτευξη της ολοκλήρωσης.

Πηγή Εικόνας: pixabay.com/ Δικαιώματα χρήσης: jplenio

«Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό/ στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου/ σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό/ που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν» γράφει αυτή το φορά ο Νίκος Καββαδίας στο ποίημα του με τίτλο «Φάτα Μοργκάνα». Ο ποιητής των ναυτικών και του ανεκπλήρωτου έρωτα, θα γράψει αυτό το βαθύτατα ερωτικό ποίημα, εμπνευσμένος τόσο από το ομώνυμο μετεωρολογικό φαινόμενο, όσο και από τη μυθική Μοργκάνα των Αρθουριανών Κύκλων. Στο προαναφερθέν απόσπασμα, η σαγήνη εξελίσσεται σε ερωτική πράξη, σε μία ένωση σαρκική η οποία με έναν τρόπο ιδιαίτερα αντιφατικό συνδυάζει την αφοσίωση μίας ιεροτελεστίας με την αιδώ που προκύπτει μετά από μία πράξη αμαρτωλή, απαγορευμένη και κατά μία έννοια ανήθικη.

«Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα» θα γράψει ο αγαπημένος Ντίνος Χριστιανόπουλος κάνοντας μία παρομοίωση που εκ πρώτης όψεως φαίνεται αθώα, ίσως και κάπως τετριμμένη. Η συνέχεια, όμως, του ποιήματος θα ανατρέψει τη σχετικά απλουστευμένη πρωταρχική θεώρηση: «Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –/ μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,/ γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,/ ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες». Η θάλασσα, αμέσως μετά, αποκτά μία νότα επικινδυνότητας, ενώ οι βιωματικές αναδρομές του ποιητή θα αναδειχθούν σε μάλλον προειδοποιητικές αναφορές. «Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια/ μόνο και μόνο επειδή πνίγηκαν πεντέξι/ Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα/ Επειδή έχει τρόπους να μας καταπίνει», θα γράψει στη συνέχεια, φτάνοντας την ανατροπή στην κορύφωσή της.

Πηγή Εικόνας: pixabay.com/ Δικαιώματα χρήσης: Leslin_Liu

Από την απλοϊκότητα στην κινδυνολογία και αμέσως μετά στην παρότρυνση της πραγματοποίησης μίας ενέργειας κατόπιν της αποδοχής των ενδεχόμενων δυσμενών συνθηκών που δύνανται να επέλθουν, η θάλασσα του Χριστιανόπουλου είναι μία απόλαυση επικίνδυνη, ένα παραδεδεγμένο «ρίσκο» με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. «Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα/ Χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει», θα καταλήξει ο ποιητής. Θα καταλήξει, σε ένα «επιμύθιο» που προκαλεί συναισθήματα αντιφατικά δημιουργώντας, συγχρόνως, αμφιβολίες αναφορικά με την αξιολογική θεώρηση του ρίσκου, την προτεραιότητα (ή όχι) που δίνεται στην πρόσκαιρη επιθυμία, με το εκάστοτε υποκείμενο να παραγνωρίζει όσα θέτει σε κίνδυνο, όσα εγκαταλείπει και όσα είναι πιθανό να το απειλούν.

Η έννοια της θάλασσας στη λογοτεχνία μίας χώρας που είναι καθορισμένη από τη ναυτική ζωή της και την αίγλη του υδάτινου στοιχείου, είναι εύλογο να κατέχει ξεχωριστή, αν όχι κεντρική, θέση. Ο νοσταλγικός χαρακτήρας που αυτή λαμβάνει και οι αμέτρητες συμβολικές διαστάσεις της αναδεικνύουν τη «θάλασσα» σε μία προσφιλέστατη λογοτεχνική εκλογή, μα κυρίως την καθιερώνουν ως μία πηγή έμπνευσης αστείρευτη με εξέχουσα δυναμική και αναρίθμητες προοπτικές. Φορέας αναμνήσεων, «συνταξιδιώτης» ονείρων, σύμβολο νοσταλγίας που αποσιωπά τις εκκωφαντικές διαστάσεις της απώλειας, μα και ενίοτε σύμβολο ελπίδας που επισημαίνει τη σημαντικότητα της υπομονής και της αταραξίας. Η θάλασσα για τον κάθε αναγνώστη, για τον κάθε λογοτέχνη, για τον κάθε άνθρωπο, είναι φορέας βιωμάτων διαφορετικών που ξυπνά συναισθήματα μοναδικά, ανασύροντας μνήμες, γεννώντας προσδοκίες, συνοδεύοντας αποφάσεις καθοριστικές. Ένας ακρογωνιαίος λίθος της ανθρώπινης ύπαρξης που μετεξελίχθηκε σε κεντρικό πυλώνα της λογοτεχνίας, της σκέψης και του πνεύματος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Η θάλασσα στην νεοελληνική λογοτεχνία, pemptousia.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χιόνα Οικονομάκη
Χιόνα Οικονομάκη
Είναι φοιτήτρια του Τμήματος Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Κατάγεται από τη Μάνη και αγαπάει ιδιαίτερα τον τόπο της και την Ιστορία του. Από μικρή ηλικία της άρεσε η λογοτεχνία και αργότερα η ποίηση. Αγαπημένος της ποιητής είναι ο Ντίνος Χριστιανόπουλος.