24 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΕλληνική οικονομία: Προοπτικές για έναν νέο «μεγα-κύκλο» ανάπτυξης

Ελληνική οικονομία: Προοπτικές για έναν νέο «μεγα-κύκλο» ανάπτυξης


Της Αναστασίας Μπουραντά,

Η ισχυρή ανάκαμψη της Ελλάδας μέσα στο 2022 με την υπεραπόδοση των περισσότερων μακροοικονομικών δεικτών, έναντι των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης, δεν πέρασε απαρατήρητη από τα ξένα μέσα ενημέρωσης, όπως είναι ο Economist, ο οποίος αναφέρθηκε σε “success story”. Παράλληλα, όλοι σχεδόν οι οίκοι αξιολόγησης και οι επενδυτικές τράπεζες δημοσιεύουν θετικές εκθέσεις για την ελληνική οικονομία και αγορά, με τις προοπτικές να παραμένουν αμείωτα αισιόδοξες για το μέλλον, παρά το αβέβαιο διεθνές κλίμα και το περιβάλλον υψηλών επιτοκίων.

Οι ξένοι αναλυτές κάνουν αναφορά πως η εγχώρια οικονομίας μας εισέρχεται στον τρίτο “economic megacycle” στη σύγχρονη ιστορία της και συγκεκριμένα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίοι διαμορφώθηκαν σε σημαντικό βαθμό από τις πολιτικές επιλογές που εφαρμόστηκαν, σύμφωνα με τη βρετανική πολυεθνική τράπεζα Barclays.

Ο πρώτος “megacycle” σημειώθηκε ανάμεσα στο 1950 και το 1970, με τη δεκαετία του ’60, μάλιστα, να χαρακτηρίζεται από πολλούς ως το «ελληνικό οικονομικό θαύμα». Αρχικά, η Ελλάδα, βγαίνοντας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον μεσοπολεμικό λιμό και τον αιματηρό Εμφύλιο Πόλεμο και έχοντας χάσει μεγάλο μέρος του (νεανικού) πληθυσμού της, υπέστη τεράστια οικονομική ύφεση, όπως είναι λογικό, η οποία επέφερε τεράστια υποβάθμιση του ποιοτικού επιπέδου διαβίωσης.

Με το πέρας, όμως, των δυσμενών αυτών περιόδων και έχοντας βρεθεί στη «σωστή πλευρά της ιστορίας», η ελληνική οικονομία κατάφερε να επιτύχει ανάκαμψη, πάντα με τη στήριξη από το Σχέδιο Μάρσαλ, των πακέτων διάσωσης και της εξωτερικής εποπτείας. Συγχρόνως, οι βιομηχανικές και συναλλαγματικές πολιτικές που ασκήθηκαν, οι οποίες ήταν προστατευτικού χαρακτήρα, βάσει της τάσης που υπήρχε στην οικονομική πολιτική εκείνη την εποχή, διαμόρφωσαν μια ταχεία ανάκαμψη.

Να σημειωθεί πως στην περίπτωση της Ελλάδας, ήδη από πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η κατάσταση στην οικονομία ήταν δύσκολη, καθώς είχε παρουσιάσει σημαντική οικονομική συρρίκνωση, με τον Πόλεμο να τη βρίσκει ιδιαίτερα ευάλωτη. Συνεπώς, η ανάπτυξη που επήλθε μετέπειτα θεωρήθηκε από τους οικονομολόγους ως ένα εντυπωσιακό «άλμα», καθώς μέχρι τη δεκαετία του ’70 η Ελλάδα κατάφερε να αποκτήσει κάποια στοιχεία μιας ανεπτυγμένης καπιταλιστικής οικονομίας δυτικού τύπου. Ωστόσο, αυτή η ισχυρή ανάπτυξη ανακόπηκε, λόγω της πολιτικής αστάθειας που επικράτησε και των αδύναμων δημοκρατικών θεσμών, με αποτέλεσμα να επέλθει Δικτατορία στη χώρα.

Πηγή εικόνας: bankingnews.gr

Ο δεύτερος “economic megacycle” για την ελληνική οικονομία καταγράφηκε μετά την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών και, εννοείται, έπειτα από το πέρας του στασιμοπληθωρισμού και των πετρελαϊκών κρίσεων, που τάραξαν την παγκόσμια οικονομία κατά τη δεκαετία του ’70. Ωστόσο, εκείνη τη δεκαετία ξεκίνησε η αποβιομηχάνιση της χώρας, με τον εμπορικό τομέα να αναδύεται και να επικρατεί στο μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας. Μετέπειτα, η ανάπτυξη κλιμακώθηκε ραγδαία, όταν οι Κυβερνήσεις άσκησαν πολιτικές που στόχευαν στην επιτάχυνση της ένταξης της χώρας στην Ε.Ε.

Η εισαγωγή των διαρθρωτικών ταμείων από την Ε.Ε., η υποτίμηση της δραχμής, οι μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές και οι πολιτικές σύγκλισης λειτούργησαν τονωτικά. Μετά από ένα διακεκομμένο ξεκίνημα στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η ελληνική οικονομία απέκτησε σημαντική δυναμική μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, το 1992, και μέχρι το 2008 το μερίδιό της στη γερμανική οικονομία είχε υπερπενταπλασιαστεί.

Βέβαια, μέχρι το τέλος αυτού του δεύτερου μεγάλου κύκλου, η Ελλάδα είχε δημιουργήσει σημαντικές ανισορροπίες. Εξαρτώμενη από τον αυξανόμενο κρατικό δανεισμό και την εξωτερική χρηματοδότηση, λειτουργώντας σε μη ανταγωνιστικά επίπεδα κόστους και καταναλώνοντας ένα τεράστιο ποσοστό του δυνητικού εισοδήματός της, ενώ, παράλληλα, δεν είχε διαμορφωθεί ένα αναπτυξιακό μοντέλο μακρόπνοου ορίζοντα, οδηγηθήκαμε στην ύφεση της περιόδου μετά το 2010, με την κατάσταση να συνεχίζει να είναι επίφοβη μέχρι σήμερα.

Πηγή εικόνας: reuters.com / Φωτογράφος και Δικαιώματα χρήσης: Tony Gentile / REUTERS

Επιστρέφοντας στο σήμερα, πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έχει εκ νέου την ευκαιρία για έναν τρίτο “economic megacycle” με τρεις βασικές δυναμικές:

Σύμφωνα με άρθρο του Robin Wigglesworth στους Financial Times, στον τομέα των υπηρεσιών αυξάνονται όλο και περισσότερο οι συναλλαγές στον κόσμο και η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να δημιουργήσει ένα διεθνώς ανταγωνιστικό τομέα, για πρώτη φορά στη μεταπολεμική περίοδο. Στην Ελλάδα, οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν το 75-80% του Α.Ε.Π. και ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανότερο να γίνει ανταγωνιστική σε τομείς όπου διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα (τουρισμός, ακίνητα, μεταφορές, πληροφορική, καθαρή ενέργεια, υγεία), παρά στην οικοδόμηση μιας νέας αυτοκινητοβιομηχανίας.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στο σύνολό της (ενεργειακή ασφάλεια, ενεργειακή μετάβαση, κινεζικός και αμερικανικός προστατευτισμός) μειώνουν την εστίαση στις ενδοευρωπαϊκές δημοσιονομικές τριβές και φέρνουν μια νέα εστίαση στις κοινές πολιτικές για την αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων, γεγονός που ευνοεί την Ελλάδα, αφού αποτελεί ακόμη έναν αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να παραλείπουμε ότι οι χαμηλή ποιότητα των θεσμών στη χώρα μας αποτελεί και θα συνεχίσει να αποτελεί σημαντικό «αγκάθι» για την ανάπτυξη.

Πηγή εικόνας: ft.com / Δικαιώματα χρήσης: Barclays

Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως οι άμεσες ξένες επενδύσεις, τόσο στη μεταποίηση όσο και στις υπηρεσίες, έχουν αυξηθεί τα τελευταία δύο χρόνια. Είναι σαφές ότι η Ελλάδα είναι περισσότερο προσανατολισμένη στις Α.Ξ.Ε. απ’ ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν, καθώς πρόκειται να συνεισφέρουν στην ταχύτητα της ανάπτυξης. Η διατήρηση αυτής της δυναμικής θα είναι το κλειδί για να εισέλθει και πάλι η οικονομία σε έναν πολυετή megacycle υψηλής ανάπτυξης. Ως γνωστών από την οικονομική επιστήμη, οι οικονομίες που διαθέτουν χαμηλό κεφάλαια –και άρα βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης–, αν συγκεντρώσουν αρκετά κεφάλαια από το εξωτερικό για επενδύσεις, μπορούν να επιτύχουν ισχυρή επίπεδα ανάπτυξης, μέχρι να μπουν στο “club” των ανεπτυγμένων κρατών. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει η Ελλάδα να διαμορφώσει ένα κατάλληλο υπόβαθρο για μελλοντική ανάπτυξη τεχνογνωσίας και επαρκής κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού, διότι τα υψηλά περιθώρια ισχυρής ανάπτυξης με την εισροή απλά νέων κεφαλαίων είναι πεπερασμένα.

Η εμπιστοσύνη της αγοράς, μέχρι τώρα, αποτελεί ένδειξη φιλικών προς τους επενδυτές πολιτικών. Επομένως, δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί οίκοι αξιολόγησης περιμένουν το αποτέλεσμα των εκλογών και τον αντίκτυπό του στην πολιτική σταθερότητα και τη μεταρρυθμιστική κατεύθυνση, προτού αναβαθμίσουν το ελληνικό αξιόγραφο. Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί πως τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Η ελληνική οικονομία διαθέτει δυνητικά τις προοπτικές για μια ισχυρή πραγματική ανάπτυξη με διατηρήσιμα χαρακτηριστικά. Ωστόσο, μην ξεχνάμε ότι η υστέρηση σε ποιότητα των θεσμών, ανταγωνιστικότητα, υποδομές λειτουργούν ως τροχοπέδες σε αυτή την υπέρβαση που προσπαθεί να κάνει η χώρα μας. Επιπλέον, για πολύ κόσμο, όπως τους απλούς μισθωτούς, δεν έχει φανεί ακόμη σχεδόν καμία ιδιαίτερη διαφορά στο βιοτικό τους επίπεδο. Τα εισοδήματα συνεχίζουν να είναι πολύ χαμηλότερα από ό,τι ήταν το 2010 και το προσδόκιμο ζωής έχει μειωθεί.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • The Greek MEGACYCLE, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • Barclays: Αρχίζει ο τρίτος ιστορικός mega-κύκλος για την Ελλάδα – Ποιες επενδύσεις θα πρωταγωνιστήσουν, moneyreview.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Το Οικονομικό Μέλλον της Ελλάδας | Greekonomics, youtube.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Μπουραντά
Αναστασία Μπουραντά
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2004. Είναι πρωτοετής φοιτήτρια στο τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό, κυρίως όμως με την κολύμβηση, ενώ παράλληλα της αρέσουν οι παραδοσιακοί χοροί.