18 C
Athens
Δευτέρα, 29 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠώς επέρχεται η παύση της πληρεξουσιότητας;

Πώς επέρχεται η παύση της πληρεξουσιότητας;


Της Κωνσταντίνας Λάμπου,

Για να πραγματοποιηθεί η αντιπροσώπευση, είναι απαραίτητη η εξουσία αντιπροσωπεύσεως, που καθίσταται εφικτή μέσα από τη δικαιοπραξία της πληρεξουσιότητας. Μάλιστα, και η ίδια η εξουσία προς αντιπροσώπευση ονομάζεται πληρεξουσιότητα. Έτσι λέγεται και η ίδια η εκούσια αντιπροσώπευση. Βέβαια, όπως όλες οι δικαιοπραξίες, έτσι και αυτή παύει με κάποιους τρόπους, όπως είναι οι γενικοί λόγοι για τους οποίους σταματάει κάθε έννομη σχέση.

Ένας τέτοιος λόγος είναι η πάροδος προθεσμίας, σε περίπτωση που είχε χορηγηθεί για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αν δεν υπήρχε χρονικός περιορισμός παραμένει ως έχει, μέχρι να επέλθει το γεγονός της παύσης. Η πληρεξουσιότητα, όμως, παύει και εξαιτίας διάφορων άλλων λόγων, όπως είναι η ανάκληση της πληρεξουσιότητας που επέρχεται με μονομερή απευθυντέα δήλωση προς τον πληρεξούσιο ή τρίτο. Βέβαια, η ανάκληση χρειάζεται να γίνει μόνο προς τον τρίτον, σε περίπτωση που η χορήγηση έγινε προς αυτόν, κατά το άρθρο 221 του Αστικού Κώδικα.

Με τον ίδιο τρόπο έχουν τα γεγονότα, αν οι τρίτοι έμαθαν για τη χορηγηθείσα εξουσία στον πληρεξούσιο, με ανακοίνωση ξεχωριστή, όπως είναι η επίδειξη πληρεξουσίου εγγράφου. Όταν ο τρίτος, πιστεύει δικαιολογημένα στην παρουσία πληρεξουσιότητας, είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρχει προστασία ως προς τον ίδιο και για να επιτευχθεί αυτό, είναι παρούσα η απαίτηση ανάκλησης, με αντίθετη δήλωση ή ανακοίνωση προς τον τρίτο. Με το άρθρο 221 ΑΚ, κατοχυρώνεται φαινόμενη πληρεξουσιότητα, διαφορετικά η δικαιοπραξία που έχει το πληρεξούσιο, εφαρμόζεται απέναντι στον καλόπιστο τρίτο.

Πηγή εικόνας: pexels.com, Δικαιώματα Χρήσης: Sora Shimazaki

Αν η πληρεξουσιότητα, παρέχεται με δημόσια γνωστοποίηση, κατά τη νομολογία, είναι απαραίτητο η ανάκληση, προκειμένου να πραγματοποιείται έναντι όλων, να γίνει με τον ίδιο τρόπο. Από την άλλη, ο αντιπροσωπευόμενος απαλλάσσεται από την παράλειψη αυτής απέναντι στον πληρεξούσιο ή τρίτο και μόνο έναντι αυτών, καθώς σε αυτούς έχει απευθυνθεί και γνωστοποιηθεί η δήλωση ανακλήσεως. Όσον αφορά τον τύπο της πληρεξουσιότητας, κατά κανόνα είναι άτυπη. Η ανάκληση δε αυτής, συμβολαιογραφικά, γίνεται μόνο με την προϋπόθεση, πως χορηγήθηκε εξ αρχής με συμβολαιογραφικό τύπο.

Εν ολίγοις, η ανάκληση είναι άτυπη και το συμβόλαιο, είναι η εξαίρεση αυτής, δηλαδή υποβάλλεται σε τύπο, αν αφορούσε από την αρχή, συμβολαιογραφική πληρεξουσιότητα, χωρίς να έχει σημασία, αν οριζόταν από το νόμο ή όχι. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί, πως μέσω της εγκ. 67547/47, υπάρχει επιβολή υποχρέωσης, σχετικά με τους συμβολαιογράφους που έχουν ως έργο την ανάκληση, να προβαίνουν σε ειδοποίηση του συμβολαιογράφου σύνταξης και ο ίδιος με τη σειρά του, θα προχωράει σε σημείωση στο πληρεξούσιο και στα έγγραφα.

Στην περίπτωση ενός προσυμφώνου, όπου η πληρεξουσιότητα χορηγείται συμβατικά, ως επακόλουθο θα ανακαλείται και συμβατικά, κατά τον Άρειο Πάγο, όμως για τη συγκεκριμένη θέση υπάρχουν και ορισμένες αμφιβολίες. Ευλογοφανές, επίσης είναι πως η πληρεξουσιότητα ανακαλείται σύμφωνα με βούληση πάντοτε, καθώς γενικά ανακαλείται ελεύθερα, επειδή ακολουθεί το συμφέρον του πληρεξουσιοδότη και αυξάνει το πεδίο όπου δρα. Ούτως ή άλλως, έχει τις βάσεις του σε μια σχέση εμπιστοσύνης και το πιο αρμόδιο άτομο, για να κρίνει το κατά πόσο διατηρείται αυτούσια η συγκεκριμένη εμπιστοσύνη, είναι ο πληρεξουσιοδότης. Συνεπώς, η ανάκληση έχει λόγους να δικαιολογείται.

Άξιο είναι να αναφερθεί, πως με το να ανακαλείται η πληρεξουσιότητα, δεν παρουσιάζεται κάποια αλλαγή στην εσωτερική σχέση. Δεν υπάρχει αντίρρηση βέβαια, στο γεγονός πως σε περιπτώσεις αδικαιολόγητης ανάκλησης, πιθανώς να αποτελούν σημαντική αιτία για τον πληρεξούσιο, ώστε να προβεί σε λύση της εσωτερικής σχέσης.

Η καθ’ υποκατάσταση πληρεξουσιότητα, με δεδομένο το γεγονός ότι διακρίνεται σε γνήσια καθ’ υποκατάσταση πληρεξουσιότητα και σε απλή μεταπληρεξουσιότητα του αρχικού πληρεξουσίου, ανακαλείται με έναν κάπως περίπλοκο τρόπο. Υπό την έννοια αυτή, ο αρχικός πληρεξούσιος συνήθως, δεν δικαιούται ανάκλησης, σε αντίθεση με την απλή μεταπληρεξουσιότητα, την οποία μπορεί να ανακαλέσει. Όσον αφορά, τον πληρεξουσιοδότη που ανακάλεσε την αρχική πληρεξουσιότητα, δεν συνανακαλεί την μεταπληρεξουσιότητα με τρόπο αυτόματο, αλλά αντιθέτως είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει σε χωριστή ανάκληση.

Πηγή εικόνας: pexels.com, Δικαιώματα Χρήσης: Tara Winstead

Καταληκτικά, αν και δεν υπάρχει συχνή πρόβλεψη, σωστά γίνεται δεκτό πως είναι εφικτή η μονομερής παραίτηση του πληρεξουσίου από την εξουσία αντιπροσώπευσης. Τέτοια θεμελίωση υπάρχει στη νομική φύση της εξουσίας αντιπροσώπευσης ως δικαιώματος, ενώ κάνει αισθητή την παρουσία της και στην αρχή της αυτονομίας της βούλησης.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Παντελίδου Δ. Καλλιρρόη, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2016
  • Η παύση της πληρεξουσιότητας, auth.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Λάμπου
Κωνσταντίνα Λάμπου
Γεννήθηκε το 2002 στη Ναύπακτο και σήμερα είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Γνωρίζει Αγγλικά και Γαλλικά, ενώ έχει πάρει μέρος σε διάφορα συνέδρια προσομοίωσης διεθνών και εθνικών οργανισμών. Της αρέσει να ασχολείται με τον εθελοντισμό, για αυτό και είναι ενεργό μέλος σε διάφορες φοιτητικές οργανώσεις. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με την ανάγνωση βιβλίων και παρακολουθεί σχετικά σεμινάρια με τον τομέα των σπουδών της. Η αρθρογραφία για αυτήν αποτελεί νέο εγχείρημα.