19.4 C
Athens
Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΜείωσε ο καπιταλισμός την ακραία φτώχεια;

Μείωσε ο καπιταλισμός την ακραία φτώχεια;


Της Γεωργίας Παγιαβλά,

Στο παρακάτω άρθρο, παρουσιάζουμε τα βασικά σημεία της μελέτης των Sullivan και Hickel (2023), που εκτιμούν τους ισχυρισμούς ότι, πριν από τον 19ο αιώνα, περίπου το 90% του ανθρώπινου πληθυσμού ζούσε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας (που ορίζεται ως η αδυναμία πρόσβασης σε βασικά αγαθά) και ότι η παγκόσμια ανθρώπινη ευημερία άρχισε να βελτιώνεται μόνο με την άνοδο του καπιταλισμού. Αυτό το αφήγημα βασίζεται στο γράφημα που αναπτύχθηκε, για πρώτη φορά, από τον Martin Ravallion (2016), χρησιμοποιώντας ιστορικά δεδομένα, που αντλήθηκαν από μια εργασία των Bourguignon & Morrisson (2002) και, έκτοτε, πήρε τεράστια δημοσιότητα (Γράφημα 1). Άλλοι συγγραφείς έχουν αξιοποιήσει αυτό το γράφημα, για να υποστηρίξουν ότι ο βιομηχανικός καπιταλισμός ξεκίνησε τη μεγάλη απόδραση από την παγκόσμια φτώχεια τον 19ο αιώνα, ισχυρισμοί που φαίνονται να έρχονται σε αντίθεση με πάνω από έναν αιώνα κριτικής μελέτης για τον καπιταλισμό και την ανθρώπινη ευημερία (Marx, 1867; Luxemburg, 1913; Amin, 1976; Wallerstein, 1983; Federici, 2004; Patnaik & Patnaik, 2017; Hitchcock & McClure, 2021).

Γράφημα 1: Ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού, που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, όπως απεικονίζεται από τον Pinker (2018). Πηγή: Sullivan & Hickel (2023)

Η εικόνα δίνει την εντύπωση ότι το 90% της ανθρωπότητας βρισκόταν σε «ακραία φτώχεια», πριν από το 1800, δηλαδή, ζούσε με λιγότερο από το ισοδύναμο των $1,90 την ημέρα (2011 PPP), ένα όριο που συνδέεται με ακραία ελλείμματα θερμίδων και θρεπτικών συστατικών και με αδυναμία πρόσβασης σε βασικά αγαθά.

Οι Sullivan και Hickel (2023) επισημαίνουν ότι στο συγκεκριμένο γράφημα κρύβονται ορισμένα προβλήματα. Πρώτον, βασίζεται σε δύο διαφορετικά είδη δεδομένων. Για την περίοδο μετά το 1980, βασίζεται στις Εθνικές Έρευνες Δειγματοληψίας των νοικοκυριών, οι οποίες καταγράφουν τα εισοδήματα, καθώς και ορισμένα μη εμπορεύσιμα αγαθά, που προέρχονται από δραστηριότητες διαβίωσης και συστήματα κοινωνικής πρόνοιας. Ενώ, για την περίοδο πριν το 1980, βασίζεται σε εκτιμήσεις ιστορικών στοιχείων για το Α.Ε.Π. από Στατιστικές των Εθνικών Λογαριασμών και αυτό είναι προβληματικό, διότι το Α.Ε.Π. δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη του τις μη εμπορευματικές μορφές παροχής. Ως συνέπεια, χρησιμοποιεί τους ρυθμούς αύξησης του κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. ως υποκατάστατο των μεταβολών στην κατανάλωση των νοικοκυριών με την πάροδο του χρόνου, υποθέτοντας ότι οι δύο αυτοί ρυθμοί κινούνται μαζί, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από την εμπειρική βιβλιογραφία.

Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι το γράφημα εξαρτάται από το όριο φτώχειας της Παγκόσμιας Τράπεζας των $1,90 ανά ημέρα, ένα μέτρο που έχει δεχθεί αρκετή κριτική. Επιστήμονες της οικονομικής ιστορίας έχουν αναπτύξει μια εναλλακτική προσέγγιση, χρησιμοποιώντας δεδομένα τιμών για να υπολογίσουν ένα όριο φτώχειας βασικών αναγκών (Basic Needs Poverty Line-BNPL), το οποίο αφορά την κατανάλωση 2.100 θερμίδων την ημέρα, 50 γραμμάρια πρωτεΐνης, 34 γραμμάρια λίπους και διάφορες βιταμίνες και μέταλλα, όλα από τα φθηνότερα διαθέσιμα τρόφιμα, επιπλέον ορισμένων μη διατροφικών ειδών, όπως ένδυση, στέγαση, καύσιμα και φωτισμός. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα, που προκύπτουν από τη μεθοδολογία του ορίου φτώχεια των $1,90 ανά μέρα και του ορίου φτώχειας βασικών αναγκών, παρατηρείται σημαντική απόκλιση.

Ένα τρίτο και τελευταίο πρόβλημα του γραφήματος, είναι ότι ξεκινάει από το 1820, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία εγκαθιδρύθηκε στα τέλη του 15ου και στις αρχές του 16ου αιώνα (Wallerstein, 1974; Frank, 1978; Braudel, 1981; Moore, 2003; Federici, 2004). Με άλλα λόγια, παραγράφονται περισσότερα από 300 χρόνια ιστορίας. Θέλοντας να διαπιστώσουν αν ο καπιταλισμός μείωσε, τελικά, την ακραία φτώχεια, λαμβάνοντας υπόψη και αυτά τα τρία προβλήματα που κρύβει, αξιοποιούν τρεις δείκτες ευημερίας (πραγματικοί μισθοί, ανθρώπινο ύψος και θνησιμότητα) για πέντε περιοχές του κόσμου (Ευρώπη, Λατινική Αμερική, υποσαχάρια Αφρική, Νότια Ασία και Κίνα), περίπου από τον 16ο αιώνα και μετά.

Πηγή εικόνας: ih1.redbubble.net

Από το Γράφημα 2, εξάγονται τρία βασικά συμπεράσματα, που αν και αφορά την περίπτωση της Ευρώπης, τα αντίστοιχα διαγράμματα για τις υπόλοιπες περιοχές, που παρουσιάζουν στη μελέτη τους, έχουν παρόμοιες τάσεις. Πρώτον, η ακραία φτώχεια δεν ήταν μια φυσική κατάσταση και είναι απίθανο το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού να ζούσε σε συνθήκες ακραίας φτώχειας πριν από την άνοδο του καπιταλισμού. Ιστορικά, οι ανειδίκευτοι αστικοί εργάτες και στις πέντε περιοχές είχαν μισθούς αρκετά υψηλούς, ώστε να συντηρούν μια τετραμελή οικογένεια πάνω από το όριο της φτώχειας, δουλεύοντας 250 ημέρες ή 12 μήνες τον χρόνο. Η ακραία φτώχεια φαίνεται να εμφανίζεται, κυρίως, σε περιόδους σοβαρής κοινωνικής και οικονομικής δυσπραγίας, όπως οι λιμοί, οι πόλεμοι και η θεσμοθετημένη αποστέρηση, ιδίως κατά την αποικιοκρατία. Αντί να είναι η φυσική κατάσταση της ανθρωπότητας, η ακραία φτώχεια είναι σύμπτωμα κοινωνικής εξάρθρωσης και εκτοπισμού.

Οι ανειδίκευτοι εργάτες σε όλη την Ευρώπη φαίνεται ότι ήταν σε θέση να συντηρήσουν μια τετραμελή οικογένεια πάνω από το όριο της ακραίας φτώχειας και μπορούσαν να αγοράσουν αγαθά αξίας άνω των $1,90. Η ακραία φτώχεια δεν ήταν μια φυσιολογική κατάσταση ούτε στη Λατινική Αμερική. Οι εργάτες στο Μεξικό κέρδιζαν περισσότερο από το διπλάσιο του ορίου της φτώχειας τον 18ο αιώνα, ενώ οι εργάτες στη Βολιβία και τη Χιλή προσέγγιζαν παρόμοια επίπεδα. Στην πραγματικότητα, οι εργάτες της Αργεντινής απολάμβαναν μισθούς έως και 9 φορές υψηλότερους από το όριο της φτώχειας. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζει η Αφρική και η Νότια Ασία, καθώς, πριν από την αποικιοκρατία, ο πραγματικός μισθός ήταν, γενικά, υψηλότερος από το όριο της ακραίας φτώχειας, όπως και η Κίνα, πριν την ένταξή της στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.

Το δεύτερο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι ότι η άνοδος του καπιταλισμού συνέπεσε με την επιδείνωση της ανθρώπινης ευημερίας. Σε κάθε μία από τις πέντε περιοχές που μελετήθηκε, η ενσωμάτωση στο καπιταλιστικό παγκόσμιο σύστημα συνδέθηκε με μείωση των μισθών κάτω από τα όρια του βιοπορισμού, επιδείνωση του ανθρώπινου ύψους και σημαντική αύξηση της πρόωρης θνησιμότητας.

Τα στοιχεία για τους μισθούς της Ευρώπης αποκαλύπτουν ότι η άνοδος του καπιταλισμού, αντί να επιφέρει πρόοδο κατά της φτώχειας, συνδέθηκε με μείωση της ανθρώπινης ευημερίας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Χαρακτηριστικά, μετά τις εξεγέρσεις των αγροτών και των εργατών τον 14ο αιώνα, οι μισθοί αυξήθηκαν (δηλαδή σε $4,33, που αναπαρίσταται με διακεκομμένη γραμμή στο Γράφημα 2), αλλά κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα οι μισθοί έπεσαν κατακόρυφα, ιδίως στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, η οποία αποβιομηχανοποιήθηκε και περιορίστηκε σε προμηθευτή πρώτων υλών για τους Άγγλους και Ολλανδούς κατασκευαστές. Για το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής περιφέρειας, η μείωση της φτώχειας άρχισε αργότερα και, στην πραγματικότητα, μόνο στην άνθιση που παρατηρήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Γράφημα 2. Πηγή εικόνας: Syllivan & Hickel (2023)

Το ύψος των ανδρών έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η πρόσβαση σε προϊόντα ικανοποίησης βασικών αναγκών στην Ευρώπη μειώθηκε αισθητά με την άνοδο του καπιταλισμού, καθώς οι Ευρωπαίοι που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1850 ήταν σημαντικά κοντύτεροι από τους Γερμανούς και τους Πολωνούς του 16ου αιώνα. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη θνησιμότητα, στη δεκαετία του 1400, η Ευρώπη γνώρισε μόνο 13 χρονιές λιμού, εκ των οποίων μόνο οι τρεις συνέβησαν σε πολλές περιοχές. Ωστόσο, καθώς αναπτύχθηκε ο καπιταλισμός, η Δυτική Ευρώπη εισήλθε σε μια περίοδο ενδημικής μαζικής πείνας, με τον 17ο αιώνα να σημειώνει 61 λιμούς, 31 από τους οποίους συνέβησαν σε πολλές περιοχές.

Το τρίτο και τελευταίο συμπέρασμα που καταλήγουν είναι ότι στις βασικές περιοχές της βορειοδυτικής Ευρώπης, τα πρότυπα ευημερίας άρχισαν να βελτιώνονται τη δεκαετία του 1880, τέσσερις αιώνες μετά την εμφάνιση του καπιταλισμού. Στην περιφέρεια και την ημιπεριφέρεια, η πρόοδος άρχισε στα μέσα του 20ού αιώνα. Τα στοιχεία που εξετάζονται υποδηλώνουν ότι, όπου η φτώχεια μειώθηκε δεν ήταν λόγω του καπιταλισμού, αλλά των προοδευτικών κοινωνικών κινήσεων και δημόσιων πολιτικών, που προέκυψαν στα μέσα του 20ού αιώνα.

Κλείνοντας, ο καπιταλισμός είναι ένα εξαιρετικά παραγωγικό σύστημα, αλλά είναι επίσης αντιδημοκρατικό, αφού οι αποφάσεις σχετικά με το τι θα παραχθεί και πώς θα χρησιμοποιηθεί το πλεόνασμα καθορίζονται από τους λίγους, που κατέχουν και ελέγχουν τα μέσα παραγωγής. Για το κεφάλαιο, ο σκοπός της παραγωγής δεν είναι πρωτίστως η ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών, όπως θα περιμέναμε σε ένα πιο δημοκρατικό σύστημα, αλλά μάλλον η εξαγωγή και η συσσώρευση κέρδους. Ο καπιταλισμός δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας φτώχειας, αφού η φτώχεια μπορεί να προκύψει από οποιοδήποτε σύστημα, όπου μια κατώτερη τάξη δεν έχει πολιτική και οικονομική δύναμη. Είναι, ωστόσο, σαφές ότι η επέκταση του καπιταλιστικού παγκόσμιου συστήματος προκάλεσε μια δραματική και παρατεταμένη διαδικασία εξαθλίωσης σε μια κλίμακα που δεν έχει προηγούμενο στην καταγεγραμμένη ιστορία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Amin, S. (1976). Unequal Development: An Essay on the Social Formations of Peripheral Capitalism, tr. B. Pearce. Sussex: The Harvester Press
  • Bourguignon, F., & Morrisson, C. (2002). Inequality among World Citizens: 1820– 1992. The American Economic Review, 92(4), 727–744
  • Braudel, F. (1981). Civilization and capitalism: 15th – 18th century, vol. 1, The structures of everyday life, tr. S. Reynolds. London: William Collins Sons & Co.
  • Federici, S. (2004). Caliban and the Witch. Brooklyn: Autonomedia
  • Frank, A. G. (1978). World accumulation: 1492–1789. Basingstoke: Macmillan Press
  • Hitchcock, D., & McClure, J. (2021). Introduction: Poverty in early modern history. In D. Hitchcock & J. McClure (Eds.), The Routledge history of poverty, c.1450-1800 (pp. xvi–xxvii). Routledge
  • Luxemburg, R. (1913). The accumulation of capital: A contribution to an economic explanation of imperialism. Routledge
  • Marx, K. (1867). Capital: A critique of political economy, Volume I: The process of production of capital. Progress Publishers
  • Moore, J. W. (2003). Nature and the transition from feudalism to capitalism. Review (Fernand Braudel Center), 26(2), 97–172
  • Patnaik, U., & Patnaik, P. (2017). A theory of imperialism. New York: Cambridge University Press
  • Ravallion, M. (2016). The economics of poverty: History, measurement, and policy. Oxford University Press
  • Sullivan, D., & Hickel, J. (2023). Capitalism and extreme poverty: A global analysis of real wages, human height, and mortality since the long 16th century. World Development, 161, 106026
  • Wallerstein, I. (1974). The Modern World-System, vol. I, Capitalist Agriculture and the Origins of the European World-Economy in the Sixteenth Century. Academic Press
  • Wallerstein, I. (1983). Historical capitalism with capitalist civilization. London: Verso

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Παγιαβλά
Γεωργία Παγιαβλά
Αποφοίτησε από το Tμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ, παράλληλα, ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Απασχολήθηκε σε μια αστική ΜΚΟ για την Απολιγνιτοποίηση στη Μεγαλόπολη και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο Tμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση Χωρικές Πολιτικές και Ανάπτυξη στην Ευρώπη. Συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, ενώ, συγχρόνως, φοιτά στο προπτυχιακό Τμήμα της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ. Χόμπυ της η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και οι περίπατοι στην Αθήνα.