22.6 C
Athens
Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο φαινόμενο της αίρεσης και οι απεικονίσεις των αιρετικών στη Βυζαντινή τέχνη

Το φαινόμενο της αίρεσης και οι απεικονίσεις των αιρετικών στη Βυζαντινή τέχνη


Του Γιάννη Μάρκελλου,

Η πολυπλοκότητα του όρου «αίρεση» δεν είναι μόνο ένα φαινόμενο που συχνά πυκνά λέγεται και γράφεται την σήμερον ημέρα, αλλά αναδεικνύει και διάφορες πτυχές αυτού του φαινομένου. Δεν θα πρέπει να παραλειφθούν και οι εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες, οι οποίες έπαιξαν και παίζουν καταλυτικό ρόλο στην εννοιολογική θεώρηση του όρου αίρεση. Οι στρογγυλές τράπεζες Βυζαντινών σπουδών, έρχονταν αντιμέτωπες με την μελέτη των αιρετικών, αλλά δεν έχουν πλήρως αποκρυσταλλώσει τη δράση και κυρίως την παρουσία του αιρετικού. Μια πρώτη προσέγγιση αυτού του φαινομένου πραγματοποιήθηκε από τον Christopher Walter, ο οποίος βρισκόταν αντιμέτωπος με μια σειρά από ερωτήματα. Ο Walter μετά από μία ενδελεχή μελέτη των υπαρχόντων πηγών κατέληξε στο συμπέρασμα, αν πράγματι οι αιρετικοί είναι άνθρωποι που εμπαίζουν μια θεολογική συζήτηση, κατώτεροι των περιστάσεων ή και ακόμα δαιμονοπαρμένοι που εμμένουν σθεναρά στις κίβδηλες απόψεις τους. Προς επίρρωση των παραπάνω, η Βυζαντινή τέχνη αποτύπωνε τους αιρετικούς σε στάση ταπείνωσης έμπροσθεν της Ορθόδοξης διδασκαλίας, που δεν χωράει αμφιβολίες ως προς τα δόγματα της.

Οι αιρετικοί ήκμασαν κατά τον 11ο αιώνα, και έκτοτε αποτελούσαν μια ζώσα πραγματικότητα στην Βυζαντινή κοινωνία. Βέβαια, όπως προείπαμε, το φαινόμενο των αιρετικών μέχρι και προσφάτως ήταν διακείμενο του δαίμονα της λήθης, αφού το επιστημονικό κοινό δεν είχε δώσει εναργή αποσαφήνιση αυτής της πραγματικότητας. Εύκολη ήταν η αναγνώριση του αιρετικού όταν συνοδευόταν από κάποια επιγραφή που μαρτυρούσε τον αιρεσιάρχη ή την ονομασία της αίρεσης. Από την άλλη πλευρά, κατέστη δυσκολότερη η αποκρυστάλλωση του αιρετικού όταν δεν συνοδευόταν από κάποια επιγραφή, που να δίνει περισσότερες πληροφορίες.

Τοιχογραφία από τη μονή Μεγίστης Λαύρας. Πηγή εικόνας: scontent.fath5-1.fna.fbcdn.net

Οι αιρετικοί στιγμάτισαν την εκκλησιαστική ιστορία σε μεγάλο βαθμό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πάτησε πάνω ουσιαστικά, εκμεταλλευόμενη πλήρως την δυνατότητα που της έδινε η βυζαντινή εικονογραφία. Η Βυζαντινή τέχνη υιοθέτησε διάφορες πτυχές της εκκλησιαστικής ζωής, με σωτηριολογικό κατά βάση χαρακτήρα. Αυτό συνέβαινε, διότι οι αιρετικοί αποτελούσαν μια ύπουλη νόσο που προκαλεί αρτηριοσκλήρωση, προκειμένου ο άνθρωπος να ενωθεί με τον Θεό. Δεδομένων αυτών των καταστάσεων, υπήρξαν εικονογραφικά θέματα, όπως, επί παραδείγματι, η Δευτέρα Παρουσία, οι Οικουμενικές Σύνοδοι, οι οποίες καταδίκαζαν τις αιρέσεις και οι βίοι Αγίων.

Η Εκκλησία, έτσι όπως παραδόθηκε από την διδασκαλία των Αποστόλων, αποτελεί το κέντρο της ζωής κάθε Χριστιανού. Οι αιρετικοί, όντας αποκομμένοι από τη ζώσα πραγματικότητα της Εκκλησίας, εικονίζονται κατά βάση εκτός Εκκλησίας και κατ’ επέκταση αμαυρωμένοι, αφού έχουν χάσει την αγάπη του Θεού και βρίσκονται στην κόλαση. Αυτό διαφαίνεται ξεκάθαρα και στην Βυζαντινή εικονογραφία. Στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος, υπάρχει μια τοιχογραφία, η οποία με ιδιαίτερο εύγλωττο τρόπο μιλάει και έχει πολλά να μας πει. Εικονίζεται η σκηνή της κοινωνίας του Αντιχρίστου στην Δευτέρα Παρουσία. Σε αυτήν την σκηνή, οι μορφές προσκυνούν το δισκοπότηρο που προσφέρει ο Αντίχριστος και μόνο αυτό, ότι δηλαδή οι διαβολεμένοι άνθρωποι που υποκλίνονται στις διαβολικές δυνάμεις, δηλώνει καταφανέστατα ότι πρόκειται για αιρετικούς.

Η Εκκλησία ήρθε αντιμέτωπη με πολλές αιρέσεις, που προκάλεσαν «φλεγμονή» στην ορθή μετάδοση της διδασκαλίας της. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως ένα μυστικό σώμα, προσβλέπει όχι στην προσωπική σωτηρία, αλλά στη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους ως οντολογικού γεγονότος. Προς επίρρωση τούτου, στον Ιερό ναό Αγίου Αθανασίου στο Αρμπανάσι της Βουλγαρίας (1726), εικονίζεται ο Αντίχριστος να παίρνει την θέση των κληρικών και να κοινωνεί αιρεσιάρχες. Αυτό δήλωνε πλήρη αποκοπή από το σώμα της εκκλησίας και πλήρους υποταγής στις διαβολικές δυνάμεις. Έτσι, η Βυζαντινή τέχνη βρίσκει τους αιρετικούς να φορούν τα κατεξοχήν μοναχικά και επισκοπικά ενδύματα, κάτι το οποίο αποτελεί και μια πράξη που επισύρει ποινές, αλλά και μια πράξη ιδιαιτέρως ατιμωτική. Αν κάνεις δει την τοιχογραφία με μεγαλύτερη προσοχή, θα διαπιστώσει πως έξω από τον ποταμό υπάρχει ένας αιρετικός, ο οποίος κουβαλάει στις πλάτες του τον Άρειο (δηλώνεται και η επιγραφή αριοc), ο οποίος φαίνεται να μην υπολογίζει τα δόγματα της Εκκλησίας και να πηγαίνει προς τον αιρετικό, προκειμένου να τον κοινωνήσει.

Τοιχογραφία από ναό της Βουλγαρίας. Πηγή εικόνας: scontent.fath5-1.fna.fbcdn.net

Οι αιρετικοί αποτελούν, ακόμη, ένα αίνιγμα προς μελέτη εις βάθος. Αυτό συμβαίνει δια του λόγου κατά τον οποίο η έλλειψη πηγών καθιστά αδύνατη την συνολική μας γνώση. Το ίδιο δυστυχώς συμβαίνει και στην τέχνη, καθότι υπήρχε η προσπάθεια πλήρους διαστρέβλωσης και έτσι έχει διεισδύσει πολύ ο υποκειμενικός χαρακτήρας, αγνοώντας την αντικειμενικότητα. Επί παραδείγματι, από την Αγία Γραφή αποκρυσταλλώσαμε πλήρη εικόνα για τους Μαθητές του Χριστού, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με τους αιρετικούς. Αυτό σημαίνει πως ο ζωγράφος κάθε δεδομένη στιγμή βρισκόταν αντιμέτωπος με πολλά διλλήματα, αφού θα έπρεπε κατά κύριο λόγο να λειτουργήσει αυτοτελώς να επιστρατεύσει την φαντασία του, όπως σημειώνει ο Ιωάννης Σιώπης.

Ο 20ος αιώνας υπήρξε ο αιώνας κατά τον οποίο η μελέτη των αιρέσεων συστηματοποιήθηκε από την έρευνα, έγινε, δηλαδή, επιστημονικό πεδίο. Για την μελέτη των αιρέσεων ως επιστημονικό κλάδο ασχολήθηκε ο ιστορικός θετικισμός. Όλοι συνέτειναν στο γεγονός ότι το αναφυόμενο ζήτημα των αιρέσεων ήταν απαύγασμα των αιρετικών στην διάθεση των να επανερμηνεύσουν και να επαναπροσεγγίσουν την θεώρηση της χριστιανικής ζωής. Οι κύριες αιρέσεις της Βυζαντινής περιόδου ήταν ο Γνωστικισμός, ο Μανιχαϊσμός, ο Αρειανισμός, ο Νεστοριανισμός, ο Μονοθελητισμός, ο Παυλικιανισμός και οι Εικονομάχοι.

Οι Αιρετικοί στην Δευτέρα Παρουσία

Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας χαράχθηκε σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως το πρόσωπο εκείνο, που ενσαρκώνει στον πληρέστατο βαθμό την έννοια του δικαίου και της θεϊκής δικαιοσύνης επί της γης. Αυτό σήμαινε πως ως ο υπεράνω νόμων (solutus legibus) Βυζαντινός Αυτοκράτορας είχε το δικαίωμα όχι μόνο να χαρίζει την δικαιοσύνη, αλλά και επιβάλλει το επιτίμιο στους παραβάτες. Μεταξύ των παραβατών ήταν και οι αιρετικοί. Έτσι, η Δευτέρα Παρουσία, ως η τελική έκφραση της αγάπης του ανθρώπου προς Τον Θεό, αποτελούσε αυτό το εικονογραφικό θέμα μια θεοφανία του Ουρανίου Δικαστηρίου όπου οι άδικοι, οι μη μετανοούντες βρίσκονται μεταξύ των αμαρτωλών στην κόλαση. Εικονογραφικά φαίνονται να κατασπαράζονται μέσα στον πύρινο ποταμό από τον βύθιο δράκοντα όπως ο Προβατάκης σημειώνει στο έργο του «Ο Διάβολος εις την Βυζαντινή τέχνη».

Οι Αιρετικοί στην κόλαση

Αναφέραμε ότι οι αιρετικοί, ως οι παραχαράκτες της αλήθειας, βρίσκονται εν μέσω του πύρινου ποταμού, του οποίου το εικονογραφικό θέμα είναι άρρηκτα συνυφασμένο με τους δαιμονοπαρμένους αιρετικούς στην Βυζαντινή εικονογραφία. Σε πολλά μέρη της Χριστιανοσύνης αυτό το εικονογραφικό θέμα κατέχει σημαντική θέση μέσα στους ναούς, προκειμένου να φανεί πλήρως, ότι η κατάσταση της εσωστρέφειας των αιρετικών είναι η αδυναμία να κατανοήσουν την σωτηριολογική πορεία της Εκκλησίας. Αυτό θεολογικά μεθερμηνεύεται ως μια κατάσταση παράλογη, παρά φύση, σχιζοφρενική, αλλοτριωτική. Όλες αυτές οι παράλογες εκφάνσεις σηματοδοτούν την παρά φύση αλλότρια απομόνωση από την αγάπη του Θεού.

Προς επίρρωση αυτού, δύο παραδείγματα μπορούν να διαγράψουν ακριβώς αυτήν την διαδικασία. Το πρώτο προέρχεται από τον ναό της Santa Maria Assunta. Πρόκειται για ένα ψηφιδωτό, το οποίο παρουσιάζει τους αιρετικούς μέσα στον πύρινο ποταμό να επιπλέουν με άλλους αλλόθρησκους. Το δεύτερο παράδειγμα προέρχεται από τον Κρήτη, στον ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στο Ασφεντηλέ, όπου παρουσιάζονται έξι αιρετικοί που κλόνισαν κατά κυριολεξία την ενότητα της Εκκλησίας. Μην ξεχνούμε, ότι η ενότητα της Εκκλησίας ως σώμα Χριστού μόχθησε πολύ για να το καταφέρει ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή σημειώνει το εξής: «Καθάπερ γαρ το σώμα εν εστίν και μέλη πολλά έχει, πάντα δε τα μέλη του σώματος πολλά όντα εν εστίν σώμα, ούτως και ο Χριστός» (Α’ Κορ. 12,12). Δηλαδή, όλοι μέσα στην Εκκλησία είναι ένα σώμα. Αυτό ήρθε και η Βυζαντινή εικονογραφία να διαγράψει, ότι οι αιρετικοί πράγματι αποτέλεσαν μια πληγή αθεράπευτη που ακόμα καλά κρατεί.

Τοιχογραφία από τη Santa Maria Assunta. Πηγή εικόνας: scontent.fath5-1.fna.fbcdn.net

Εν κατακλείδι, το θέμα των αιρετικών δεν εξαντλείται εδώ. Η Βυζαντινή εικονογραφία όμως παραμένει ως η πιο χειροπιαστή απόδειξη για το πλάτος αυτού του ζωτικού φαινομένου που κατακρεούργησε σε μεγάλο βαθμό την Βυζαντινή κοινωνία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Σιώπης, Ιωάννης (2022), Απεικονίσεις των αιρετικών στη Βυζαντινή Τέχνη, Θεσσαλονίκη: Διατριβή ΑΠΘ, Διαθέσιμο εδώ
  • Κάλλιστος Α’, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (2011), Ψευδοπροφήτες, Μάγοι και Αιρετικοί στο Βυζάντιο κατά τον 14ο αιώνα, Αθήνα: Κανάκης.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιάννης Μάρκελλος
Γιάννης Μάρκελλος
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Κόρινθο. Φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων. Γνωρίζει πολύ καλά Αγγλικά και Γερμανικά, ενώ μαθαίνει Κινέζικα. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται επισταμένως με τη μελέτη των θρησκειών, διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία και μελετά τον Ασιατικό πολιτισμό. Ακόμα, συμμετέχει σε σεμινάρια πολιτισμικής διπλωματίας.