16.8 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΔικανική Βιολογία: Το DNA ως εργαλείο εξιχνίασης του εγκλήματος

Δικανική Βιολογία: Το DNA ως εργαλείο εξιχνίασης του εγκλήματος


Της Κωνσταντίνας Ζαμπουρίδου, 

Για πολλά χρόνια στην ελληνική τηλεόραση, πρωταγωνιστούσαν και κατείχαν την –σχεδόν απόλυτη– πλειοψηφία οι αστυνομικές σειρές. Σε αυτές πάντα υπήρχε ο συνήθης «τρελός» επιστήμονας, που έκανε τις απαραίτητες αναλύσεις στα δείγματα που συνέλεγαν οι αστυνομικοί, από τους τόπους των εγκλημάτων. Αυτοί, λοιπόν, οι επιστήμονες ασχολούνταν με τη δικανική επιστήμη και, πιο συγκεκριμένα, ήταν αυτοί που ανέλυαν τα βιολογικά δείγματα με τη δικανική (εγκληματολογική) βιολογία.

Η δικανική βιολογία είναι η εφαρμογή της βιολογίας για τη σύνδεση ενός ατόμου (είτε υπόπτου, είτε θύματος), σε μία τοποθεσία με ένα αντικείμενο ή ένα άλλο άτομο, με σκοπό την επίλυση της υπόθεσης και την εύρεση του εγκληματία. Είναι λογικό, λοιπόν, να αποτελεί ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για τις εγκληματολογικές έρευνες, καθώς παρέχει αδιαμφισβήτητα δεδομένα, που μπορούν να διαλευκάνουν την πλοκή της εκάστοτε υπόθεσης.

Φυσικά, σήμερα χρησιμοποιούνται τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμοί και τεχνικές για την ταυτοποίηση των δειγμάτων, με βάση το γενετικό υλικό που συλλέγεται. Όμως, δεν γινόταν πάντα έτσι.

Πηγή Εικόνας: Rodolfo Clix/pexels.com

Η πρώτη μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη μερική ταυτοποίηση δειγμάτων ήταν βασισμένη στα αντιγόνα. Σαν πρώτος πολυμορφικός δείκτης αντιγόνου ήταν οι ομάδες αίματος, σύμφωνα με το σύστημα ΑΒΟ, περίπου το 1920. Μπορούσαν, δηλαδή, οι επιστήμονες να αποκλείσουν έναν ύποπτο, πολύ απλά, επειδή η ομάδα αίματός του δεν ήταν συμβατή με αυτή που είχε βρεθεί στον τόπο του εγκλήματος, γεγονός πολύ βοηθητικό για την εποχή. Δυστυχώς, όμως, αυτή η μέθοδος δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον πραγματικά ένοχο, παρά μόνο να αποκλείσει κάποιους, αφού δύο άτομα μπορεί συμπτωματικά να έχουν την ίδια ομάδα αίματος.

Λόγω των περιορισμών της μεθόδου αυτής, ο επόμενος πολυμορφικός δείκτης που χρησιμοποιήθηκε ήταν οι πρωτεΐνες αντί για τα αντιγόνα. Αρχικά, είχαν αναφερθεί μερικοί πολυμορφισμοί στις πρωτεΐνες του πλάσματος και στα ένζυμα των ερυθροκυττάρων. Μέχρι το 1980, όμως, περίπου εκατό πρωτεϊνικοί πολυμορφισμοί είχαν ανακαλυφθεί και οι επιστήμονες τους χρησιμοποιούσαν, σε συνδυασμό με τις ομάδες αίματος, για τον περιορισμό των ενόχων. Παρόλο που αυτή η χρήση και των δύο μεθόδων επέφερε πολύ καλύτερα αποτελέσματα, μεγάλες εξελίξεις θα λάμβαναν χώρα στο πεδίο της βιολογίας.

Κάπως έτσι, φτάσαμε στους πολυμορφισμούς του γενετικού υλικού και την ανάλυσή του, για την –πλέον απόλυτα βέβαιη– ταυτοποίηση των εγκληματιών. Η αλληλούχιση του ανθρώπινου γονιδιώματος ξεκίνησε το 1990 και ολοκληρώθηκε το 2003. Με την ολοκλήρωση αυτής, γνωρίσαμε την αλληλουχία του ανθρώπινου γονιδιώματος και τους πολυμορφισμούς που μπορεί αυτό να φέρει. Επιπλέον, ο συνδυασμός των πολυμορφισμών του DNA και η αλληλουχία του, καθιστά το DNA καθενός ανθρώπου μοναδικό και έτσι ο ένοχος, πλέον, μπορεί να ταυτοποιηθεί γρήγορα και με σχεδόν μηδαμινό ποσοστό λάθους. Μέσω της ανάλυσης του DNA, λοιπόν, τα ποσοστά ταυτοποίησης και δίωξης του πραγματικού δράστη έχουν αυξηθεί δραματικά.

Πηγή Εικόνας: cottonbro studio/pexels.com

Μία ανάλυση DNA, στα πλαίσια της δικανικής βιολογίας, μπορεί να εφάπτεται στην εκδίκαση ποινικών υποθέσεων (δολοφονίες, βιασμοί, ληστείες κ.ά.) ή στην αναγνώριση συγγένειας. Φυσικά, μία ανάλυση έχει υψηλές απαιτήσεις, όπως είναι οι σύγχρονες μέθοδοι και τεχνικές που πρέπει να χρησιμοποιηθούν, οι κατάλληλες οδηγίες για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, η τεκμηρίωση και η στατιστική τους ανάλυση. Πρόκειται για μία εξαιρετικά ευαίσθητη μέθοδο ακόμα και σε κακής ποιότητας βιολογικό υλικό, με πολλές δυνατότητες, όπως η εύρεση φύλου αγνώστου δείγματος ή ακόμα και ο προσδιορισμός αριθμού ατόμων σε μείγματα βιολογικού υλικού. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι αυτή η επιστήμη έχει πολλές δυνατότητες και εφαρμογές σε συνεργασία με την εγκληματολογία.

Συμπερασματικά, η δικανική βιολογία αποτελεί την εφαρμογή της βιολογίας στις εγκληματολογικές έρευνες, με πρώτη ύλη τα βιολογικά δείγματα που συλλέγονται από τους τόπους των εγκλημάτων. Θα λέγαμε ότι είναι μία πρόσφατη εφαρμογή της βιολογίας, καθώς έχει μόλις εκατό χρόνια που χρησιμοποιείται και πλέον εξελίσσεται διαρκώς μαζί με την τεχνολογία και τη βιολογία. Η ανάλυση και η αλληλούχιση του DNA ήταν οι ανακαλύψεις που μεγιστοποίησαν τις δυνατότητες της επιστήμης αυτής και πλέον καθιστούν ένα απολύτως απαραίτητο και αναπόσπαστο κομμάτι της εγκληματολογίας. Μπορεί να αντιληφθεί κανείς τη σημαντικότητα αυτής της επιστήμης, αν αναλογιστεί ότι, χωρίς τη δικανική βιολογία, αμέτρητα εγκλήματα θα είχαν μείνει στις «κρύες» υποθέσεις και πιθανά άλλες τόσες θα είχαν κλείσει με την καταδίκη κάποιου αθώου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Interpol review of forensic biology and forensic DNA typing 2016-2019, Science Direct. Διαθέσιμο εδώ
  • Special Issue “Forensic Genetics and Genomics”, pubmed. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Ζαμπουρίδου
Κωνσταντίνα Ζαμπουρίδου
Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 2002 όπου και μεγάλωσε, μέχρι και το 2020. Πλέον κατοικεί στην Αλεξανδρούπολη, καθώς είναι δευτεροετής φοιτήτρια της Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Απολαμβάνει πολύ τις σπουδές της και αγαπά το αντικείμενό τους, ενώ παράλληλα είναι ιδιωτικός υπάλληλος. Στον ελεύθερό της χρόνο δεν χάνει ευκαιρία να περάσει χρόνο με τους φίλους της, να ακούσει την αγαπημένη της μουσική και να απολαύσει μερικά podcast.