19.7 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΕπισκόπηση γύρω από ζητήματα ρατσισμού και το φεμινιστικό κίνημα

Επισκόπηση γύρω από ζητήματα ρατσισμού και το φεμινιστικό κίνημα


Της Μαρίας Κλειδή,

Για να δημιουργηθεί ένα κίνημα, σίγουρα κάτι υπάρχει για να εκφράσει, κάτι περιορισμένο, κατατρεγμένο, μία πλευρά αναγκαία, ίσως και αυτονόητη, που για χρόνια δε βρίσκει πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθεί, όπως η φύση της τής ορίζει.

Η πλειοψηφία των κοινωνικών κινημάτων, που έχουν συσταθεί μέσα στους αιώνες, αποτελούν οργανωμένα πλέον ξεσπάσματα, που έχουν προκληθεί από την πίεση που ασκείται σε ομάδες ανθρώπων από είδη ρατσισμού, ενεργητικών ή παθητικών και επιβάλλονται σε οτιδήποτε δυσνόητο και αποκλίνον από τις εκάστοτε κανονιστικές συνθήκες. Τα κανονιστικά συστήματα, οι κανόνες πάνω στους οποίους είναι δομημένα τα κοινωνικά σύνολα, φυσικά, δεν προϋπάρχουν. Τα τελευταία είναι απόρροια επιλογών, που στοχεύουν στην καλύτερη λειτουργία και εκμετάλλευση των κοινωνιών και την εξαγωγή του μέγιστου κέρδους μέσα από αυτές. Βέβαια, για να εκδηλωθεί ρατσισμός πάνω σε μία ομάδα ανθρώπων, μία ιδεολογία ή πίστη, πρώτα πρέπει αυτή να οριστεί ως κατώτερη, και θα οριστεί ως τέτοια από τη στιγμή, που δεν συμβαδίζει με το κέρδος του επιβαλλόμενου κανονιστικού προτύπου που υπερισχύει. Από την άλλη, μπορεί να οριστεί ως κατώτερη, διότι ακριβώς η συνθήκη αυτή βοηθά το σύστημα να αποκτήσει μεγαλύτερο κέρδος.

Με γνώμονα αυτό το κέρδος, σφαγιάστηκαν όλοι οι ιθαγενείς της Αμερικής, ώστε να γίνει εφικτή η εκμετάλλευση των εδαφών στα οποία διέμεναν και αντιμετωπίζονταν ρατσιστικά ως κατώτεροι πολιτισμικά λαοί. Η επιβολή κυριαρχίας μέσω της επίδειξης δύναμης είναι μία, αν όχι η πιο βασική, αρχή της εκδήλωσης του ρατσισμού. Η κυριαρχία και η εξουσία πάνω σε σύνολα ανθρώπων προσφέρει τη δύναμη για τον ορισμό των κανόνων, βάση των οποίων επιτρέπεται να λειτουργούν τα σύνολα αυτά, που, συνήθως, στόχο έχουν την παραγωγή του μέγιστου κέρδους. Τι ορίζεται, όμως, ως κέρδος; Κάποτε, κέρδος μπορεί να σήμαινε ένα γεύμα ή μία στέγη για τη νύχτα. Αργότερα, τα υλικά αγαθά, τα πολύτιμα πετράδια και τα περίτεχνα αντικείμενα, μέχρι να φτάσουμε στα χρήματα. Κάποια ποσότητα των χρημάτων, μπορεί να εξισωθεί με όλα τα παραπάνω και να τα υπερνικήσει στις περισσότερες περιπτώσεις, να τα αγοράσει, και να αγοράσει όχι μόνο υλικά αγαθά, αλλά έθιμα, αξίες, τρόπους και συμπεριφορές, όχι από άψυχα μόνο αντικείμενα, αλλά από αντικειμενικοποιημένους ανθρώπους.

Πηγή εικόνας: dimosiografia.com

Στα πλαίσια της «καλής» λειτουργίας των κοινωνιών και της μέγιστης απόδοσης κέρδους, τοποθετήθηκε και η θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία. Η θέση των γυναικών στο δυτικό κόσμο, μέχρι και πριν λίγες δεκαετίες, οριζόταν στα πλαίσια της φροντίδας της οικίας και των παιδιών. Αυτή κατοχυρώθηκε από μία μερίδα του κοινωνικού συνόλου, που διέθεταν προνόμια δύναμης, τα οποία τους επέτρεπαν να ασκούν την εξουσία τους πάνω σε κατώτερες κοινωνικές ομάδες. Η θέση της γυναίκας δεν υπήρξε τυχαία, τοποθετήθηκε στην κοινωνία με τρόπους, ώστε να μη διαταράσσει την έκρυθμη λειτουργία της κανονικότητας του συστήματος, και να προσφέρει σε αυτό μέσα από την παθητική της θέση και όχι ενεργητικά, όπως προτρέπονταν να κάνουν οι άνδρες. Οι ικανότητες των γυναικών κρίθηκαν ανεπαρκείς, από πολύ νωρίς, ως προς την άσκηση μορφών πολιτικής εξουσίας, όπως και ανεπαρκής κρίθηκε η ικανότητα να εκλέγουν τους διαχειριστές τους, όταν επικρατούσαν πλαίσια δημοκρατικής άσκησης της εξουσίας, πιο συγκεκριμένα, στο αρχαίο αθηναϊκό σύστημα του 5ου π.Χ. αιώνα.

Στην αρχαιότητα, οι ίδιες οι γυναίκες, αλλά και ο γυναικείος οργανισμός, αποτελούσε μυστήριο για τον ανδρικό πληθυσμό. Οι αρχαίοι Έλληνες, ένιωθαν δέος στη θέαση ενός πλάσματος που ματώνει χωρίς να πεθαίνει. Ο φόβος απέναντι στο θηλυκό φύλο μπορεί να οδήγησε, άλλοτε στη λατρεία του και, άλλοτε, στον περιορισμό και τον ρατσισμό απέναντί του. Αργότερα, στη μεσαιωνική εποχή, η γυναίκα του δυτικού κόσμου βίωνε τεράστιο περιορισμό, σε συνδυασμό με τη γενικότερη επικράτηση βίαιων πρακτικών, προς νουθεσία των συνόλων απέναντι στις επιταγές του συστήματος, που τότε είχε έντονα θρησκευτικό χαρακτήρα. Επιπρόσθετα, την περίοδο που προαναφέρθηκε, αλλά και αργότερα, μέχρι τον 19ο αιώνα, υποστηρίχθηκε ότι η πλειοψηφία των μορφών ψυχολογικών ασθενειών αφορούσαν στο θηλυκό στοιχείο. Ως αποκορύφωμα, κάθε παρατήρηση της διαδικασίας της αναπαραγωγής οδηγούσε τους άνδρες επιστήμονες στο συμπέρασμα, ότι η συμβολή των γυναικών σε αυτή είναι μικρή ή και μηδαμινή, άποψη που διατηρούσε την ισχύ της για αιώνες. Συμπεράσματα επιστημόνων τον 17ο αιώνα υποστήριζαν ότι παρατηρούσαν τη σχίση του σπερματοζωαρίου και την απελευθέρωση του «μικρού ανθρωπάκου» που κουβαλά.

Πηγή εικόνας: maxmag.gr

Αυτή η λογική της παθητικής και περιορισμένης συνεισφοράς του θηλυκού γένους απέναντι στη γονιμοποίηση συνεχίστηκε μέχρι και το 1883, όταν ο Βέλγος ζωολόγος, Βαν Μπένεντεν, μελέτησε τις διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα σε ένα γονιμοποιημένο ωάριο. Ακόμα, όμως, και μετά το συμπέρασμα του ισότιμου ρόλου των δύο φύλων στην αναπαραγωγή, η κατάσταση δεν άλλαξε ιδιαίτερα. Για τις γυναίκες, είχε υιοθετηθεί ένας παθητικός και εσωστρεφής κοινωνικός ρόλος. Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο το φαινόμενο οι γυναίκες να εκδηλώνουν –σε ορισμένες περιπτώσεις– ακραίες συμπεριφορές, και να περιορίζονται ακόμη περισσότερο μέσα στα στενά όρια του σπιτιού, να καταθλίβονται από την ανικανότητα με την οποία τις έχει βαφτίσει η κοινωνία, και να βιώνουν πλήθος αρνητικών συναισθημάτων, μη μπορώντας να ανακαλύψουν την προσωπική τους ταυτότητα και μοναδικότητα μέσα από την ελεύθερη αλληλεπίδραση. Η γυναίκα βιώνει τον ρατσισμό μέσα από την αντικειμενοποίησή της και με την τοποθέτησή της στην κοινωνία, ως ένα άβουλο γρανάζι του συστήματος, με την απαγόρευση του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου της, της κίνησης, της ελεύθερης έκφρασης και συμπεριφοράς της.

Ας πάμε σε ένα παράδειγμα δύσκολα αμφισβητήσιμο, αυτό της φύσης, όπου, στην περίπτωση των θηλαστικών, η περίοδος της γονιμοποίησης γίνεται μία διαδικασία εντυπωσιασμού των θηλυκών από τα αρσενικά μέσα από επιδείξεις δύναμης, συνεχόμενης διεκδίκησης και προσέγγισης. Στο τέλος, το θηλυκό επιλέγει το σύντροφό του μέσα από ένα πλήθος αρσενικών που το διεκδικούν. Επιπλέον, το θηλυκό είναι ικανή κυνηγός και προστάτης σε πολλές περιπτώσεις αιλουροειδών. Είδη πτηνών προσπαθούν να εντυπωσιάσουν τη θηλυκιά υποψήφια, με κινήσεις που μοιάζουν με χορό. Στην περίπτωση των αραχνοειδών και των εντόμων, η φυσική υπεροχή των θηλυκών είναι εμφανής, σε πολλές περιπτώσεις, από το κατά πολύ μεγαλύτερο σώμα του θηλυκού. Τα αλογάκια της Παναγίας και κάποια είδη αραχνών, αφού γονιμοποιηθούν από το αρσενικό, το κατασπαράζουν μετά την πράξη της αναπαραγωγής. Πόσο απομακρυσμένο και αλλότριο μπορεί να δεσπόζει το ανθρώπινο γένος από αυτή τη συνθήκη; Σίγουρα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πότε ακριβώς ορίστηκε το πλαίσιο στο οποίο το θηλυκό ορίζεται ως παθητικό, τόσο απέναντι στην αναπαραγωγική πρακτική, όσο και σχετικά με την κοινωνική ζωή, ούτε το πώς εκφράζονταν οι σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων στις απαρχές της δημιουργίας των κοινωνιών. Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι η συνεργασία των δύο φύλων, προκειμένου να αναπαραχθούν.

Το πρώτο “slut walk” στο Τορόντο. Δικαιώματα χρήσης: Anton Bielousov. Πηγή εικόνας: beaconbroadside.com

Η πορεία της ανθρώπινης κοινωνικής ζωής, όπως διαμορφώνεται τουλάχιστον τα τελευταία 4.000 χρόνια, δείχνει ότι η θέση της γυναίκας έχει οριστεί ως παθητική, με συγκεκριμένες αρμοδιότητες και περιορισμένες ελευθερίες. Με τη ζύμωση των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών προς μία κατεύθυνση πιο φιλελεύθερη και ανθρωποκεντρική για τον λαό, γενικότερα από τον 18ο αιώνα και έπειτα, στην οποία συνέβαλε ο Διαφωτισμός και άρχισε να διαμορφώνει η Γαλλική Επανάσταση με τη μορφή διεκδικήσεων, οι γυναίκες οδηγήθηκαν σε αγώνες που σχετίζονταν με το ρόλο τους μέσα στην κοινωνία. Το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογικές διαδικασίες και, στη συνέχεια, η συμπερίληψή τους σε θέσεις πολιτικής ευθύνης και η ανάδειξη των άνισων σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων στο οικιακό και στο κοινωνικό περιβάλλον ήταν από τις πρώτες διεκδικήσεις του λεγόμενου «πρώτου κύματος φεμινισμού». Στη συνέχεια, οι διεκδικήσεις επεκτάθηκαν με αγώνες για αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος και την απελευθέρωσή τους από την ακούσια μητρότητα. Φυσικά, συνήθειες αιώνων δεν δύναται να αναδιαμορφωθούν μέσα σε λίγα χρόνια, ούτε να αλλάξει η κοινωνική αντίληψη από τα θεμέλιά της.

Το δεύτερο φεμινιστικό κύμα είχε τις επιδιώξεις του πρώτου, με ενίσχυση των προσπαθειών για τις σπουδές των γυναικών, μεγάλη νίκη του οποίου υπήρξε το πρόγραμμα σπουδών του Ανοικτού Πανεπιστημίου του Σικάγο, το 1967. Εξίσου σημαντική, ήταν και η στάση των γυναικών στη Μεγάλη Βρετανία, όπου οι εργαζόμενες της εταιρείας Ford, διεκδίκησαν με απεργία ίσες πληρωμές. Βασικότερη διεκδίκηση του δεύτερου Φεμινιστικού κύματος, ήταν η υπεράσπιση των γυναικών απέναντι στη σεξουαλική και οικογενειακή βία. Το τρίτο κύμα, που εμφανίστηκε το 1990, αμφισβήτησε μέρος των αντιλήψεων του προηγούμενου, καθώς αυτό έδινε έμφαση σε λευκές γυναίκες της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Ασχολήθηκε, τόσο με την κοινωνική τάξη όσο και με τη φυλή, και προσπάθησε να αναδείξει την ανάγκη για σεβασμό του γυναικείου σώματος και της γυναικείας σεξουαλικότητας.

Σήμερα, διανύοντας το τέταρτο κύμα φεμινισμού, αντιλαμβανόμαστε ότι η κατάσταση δεν έχει αλλάξει σημαντικά. Παρ’ όλη την ελευθερία, που αμφότερα τα δύο φύλα απολαμβάνουν μέσα σε δημοκρατικά καθεστώτα, ζητήματα ρατσισμού απέναντι στις γυναίκες –και όχι μόνο– εκδηλώνονται με χειμαρρώδη μορφή. Η οικογενειακή και σεξουαλική βία, η συκοφαντία και αποδοκιμασία κάθε προσπάθειας για δικαιοσύνη και ισότητα των γυναικών, τόσο κοινωνικά όσο και θεσμικά, είναι περιστατικά με τα οποία ερχόμαστε σε επαφή, καθημερινά. Συνάμα, η χρόνια πίεση και ο περιορισμός που γνώρισε η θηλυκή φύση στο ανθρώπινο γένος, που εκπροσωπείται πλέον με μεγαλύτερη διαφάνεια και από μερίδα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, έχει οδηγήσει τις ομάδες αυτές σε άλλου είδους συμπεριφορές, σε ακρότητες. Οι δύο πλευρές, που έχουν οριστεί από τη φύση ως αρσενικό και θηλυκό με απόρροια την αναπαραγωγή, τείνουν να εκφράζονται –μεγάλα εξ’ αυτών ποσοστά– μέσα από την πατριαρχική και φεμινιστική αρχή. Η φυσική ένωση έχει καταλήξει να σημαίνει από πολλούς κοινωνικός διαχωρισμός, και τα αποτελέσματα αυτής της συνθήκης κρίνονται μέσα στην κάθε μέρα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Σιμόν ντε Μπωβουάρ (1949), Το δεύτερο φύλο, Εκδόσεις Μεταίχμιο
  • Πρώτο Φεμινιστικό Κύμα: εξισωτικός ή ισονομιστικός φεμινισμός, repository.kallipos.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Φεμινισμός: δεύτερο κύμα – τρίτο κύμα, fylopedia.uoa.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Κλειδή
Μαρία Κλειδή
Γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι απόφοιτη του τμήματος Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος και Νέων Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Πατρών. Αγαπά την επικοινωνία με τους ανθρώπους διότι της δίνει τη δυνατότητα να ακούει και να αφηγείται ιστορίες. Ασχολείται με τον αθλητισμό, με αγαπημένα αθλήματα την ιππασία και το παραδοσιακό Kung Fu με το οποίο ασχολείται μέχρι σήμερα. Αγαπημένα της χόμπι είναι η ζωγραφική, η μεταποίηση παλιών αντικειμένων και το τραγούδι.