17.5 C
Athens
Τρίτη, 30 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΑρχαία Ελληνικά: Παρωχημένη γνώση ή απαύγασμα της εθνικής μας ταυτότητας;

Αρχαία Ελληνικά: Παρωχημένη γνώση ή απαύγασμα της εθνικής μας ταυτότητας;


Της Πέγκυς Παναγοπούλου,

«Γιατί να μαθαίνουμε αρχαία ελληνικά;», «σε τι μας χρησιμεύει μια «νεκρή;» γλώσσα;» και, τέλος πάντων, «γιατί να μην βάζουμε έναν απλό τόνο και να παιδεύουμε (το ήδη ταλαιπωρημένο) μυαλό μας, για να ξεχωρίσουμε πότε χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε περισπωμένη, οξεία ή/και πνεύματα;». Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται συχνά στους φιλολόγους (και όχι μόνο) τόσο από τους μαθητές τους, όσο και εμμέσως από την επικρατούσα στη σύγχρονη κοινωνία αντίληψη περί απλουστευτικής και φυγόπονης προσέγγισης των πάντων.

Πρόσφατα, υπέπεσε στην αντίληψή μου ένα σχόλιο κάτω από μια δημοσίευση σελίδας με φιλολογικό περιεχόμενο σε πασίγνωστη πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο ανέφερε (παραθέτω αυτολεξεί): «Η ελληνική είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που οι λέξεις της χρειάζονται τόνο, λες και απευθύνεται σε έναν εντελώς χαζό λαό». Να σημειωθεί δε ότι το εν λόγω σχόλιο ήταν γραμμένο χωρίς τόνους. Με τον συντάκτη του σχολίου, προσωπικά, συγκλίνω μόνο στη διαπίστωση περί «χαζομάρας» που διακρίνει τον ελληνικό λαό, η οποία δεν έγκειται βέβαια στο γεγονός του τονισμού των λέξεων, αλλά στο πόσο επιπόλαια «ξεπετάμε» τις λέξεις, τα νοήματα και, συνακόλουθα, την ίδια μας την ταυτότητα.

Πέρα, όμως, από τη συγκεκριμένη αφορμή, δεν είναι λίγοι αυτοί που προβάλλουν ως επιχείρημα για την απλούστευση ή και την κατάργηση του τονισμού το ότι ούτε οι αρχαίοι τόνιζαν τις λέξεις. Ο ισχυρισμός αυτός είναι προφανές ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει σοβαρό επιχείρημα, καθώς είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την προσωδία, το φωνολογικό αυτό φαινόμενο με το οποίο άλλοτε ξεχώριζαν το φωνήεν που ήθελαν μέσα στη λέξη και άλλοτε έκαναν τα φωνήεντα να φαίνονται ενιαία και αυξομείωναν την ένταση της φωνής τους, ανάλογα με τη λέξη ή φράση στην οποία ήθελαν να δώσουν έμφαση. Η μουσικότητα και, συνάμα, η σαφήνεια που προσέθετε αυτό το σχήμα στην έκφραση των νοημάτων αντικαθιστούσε επάξια τον τονισμό με την έννοια που κατανοείται σήμερα.

Πηγή Εικόνας: kathimerini.gr

Μέσα σε όλες αυτές τις αντιλήψεις, λοιπόν, που επικρατούν, πώς είναι δυνατόν να «πεισθεί» κάποιος –και κυρίως οι μαθητές που έρχονται σε επαφή με τα Αρχαία με την είσοδό τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση– για την αξία της αρχαίας ελληνικής και γενικότερα των κλασικών σπουδών; Κρίνεται αναγκαίο, όχι να κατανοήσει κανείς γιατί είναι απαραίτητο να ξέρει αρχαία ελληνικά –ως άλλη μια χρησιμοθηρική γνώση–, αλλά να βιώσει εμπειρικά την πολυτιμότητά τους. Τα αρχαία ελληνικά δεν είναι απλά τίτλος ενός ακόμη «ανούσιου» μαθήματος που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα σπουδών, είναι η μητρική μας γλώσσα. Είναι ίσως το μοναδικό παράδειγμα γλώσσας με αδιάκοπη ιστορική συνέχεια.

Η σημασία της αρχαίας ελληνικής είναι κεφαλαιώδης για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Αξιοσημείωτο και καταδεικτικό της (επιεικέστατα χαρακτηριζόμενης) «χαζομάρας» του λαού μας είναι ότι, ενώ μαθητές και φοιτητές παγκοσμίως που εντρυφούν στις κλασικές σπουδές διδάσκονται από το πρωτότυπο την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία, οι Έλληνες αγκομαχούμε να ξεχωρίσουμε τα βραχέα από τα μακρόχρονα φωνήεντα. Τον δε Όμηρο τον έχουμε στο μυαλό μας μέσα από τα «εύληπτα παραμυθάκια» του, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια (τέτοια εντύπωση έχουμε για τα δύο αυτά μεγαλειώδη Έπη!), ενώ όσον αφορά τους κορυφαίους Αριστοτέλη, Πλάτωνα, Θουκυδίδη και λοιπούς, ας είναι καλά τα αποφθέγματα που κυκλοφορούν σωρηδόν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διαφορετικά ούτε ακουστά δεν θα τους είχαμε.

Το προοίμιο της Ιλιάδας στο πρωτότυπο κείμενο. Πηγή Εικόνας: luoghinoncomuni.altervista.org

Στον διακαή πόθο των απανταχού μυστών της αρχαίας ελληνικής για επαφή με τα πρωτογενή δημιουργήματά της, εμείς αντιτάσσουμε εμμονικά μια στυφή μετάφραση. Χωρίς τις «αρχοντικές» αρχαιοελληνικές καταλήξεις των επιθέτων και των ρημάτων, χωρίς τη μεγαλόπρεπη κυματιστή γραμμή της περισπωμένης, χωρίς ψιλές και δασείες, αφήνοντας τα γράμματα έρμαια, μοναχικά και ακάλυπτα. Αφήνοντας εν τέλει απροστάτευτη και την εθνική μας συνείδηση. Γιατί ένας λαός που απαρνιέται τη γλώσσα του, απαρνιέται τις ίδιες του τις ρίζες και συνακόλουθα, τον εαυτό του. Δεν δικαιολογείται ο λαός που έθεσε τη λυδία λίθο για την ανάπτυξη του παγκόσμιου πολιτισμού να είναι γλωσσικά «ξέπνοος». Όπως είχε επισημάνει με σαρκαστική χροιά ο Κορνήλιος Καστοριάδης: «Ο πολιτισμός είναι εμπειρία και επαφή με το πρωτότυπο. Το πρωτογενές υλικό είναι αυτό που εν τέλει κρίνει την αξία της εμπειρίας. Από μετάφραση; Πολύ ωραία! Τότε γιατί θέλουμε τα πρωτότυπα γλυπτά του Παρθενώνα και δε μας αρκεί η μετάφρασή τους σε γύψινα αντίγραφα;»

Τα αρχαία ελληνικά, λοιπόν, δεν είναι άλλη μια «νεκρή» γλώσσα, ένα ακόμη ασθενικό και ευπρόσβλητο στοιχείο που γίνεται παίγνιο στα χέρια των δημοτικιστών. Είναι η ζωοποιός δύναμη του ελληνικού πνεύματος! Η αποπομπή τους από το ιδεολογικό οικοδόμημα των νεοελλήνων συνιστά μιθριδατισμό στο δηλητήριο του «πολέμου». Ενός διαφορετικού πολέμου, δίχως όπλα και συστήματα μαζικής καταστροφής, που όμως αποσαθρώνει αργά και σταθερά την εθνική αυτοσυνειδησία μας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Γιατί μαθαίνουμε Αρχαία Ελληνικά;, in.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Ποια η σημασία των Αρχαίων Ελληνικών;, odeg.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Η αναγκαιότητα της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών, filologikos-istotopos.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Γιατί χρειάζονται τα αρχαία ελληνικά;,  kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Πέγκυ Παναγοπούλου
Πέγκυ Παναγοπούλου
Γεννήθηκε το 2003 στην Κόρινθο και μεγάλωσε στο Άργος Αργολίδας. Είναι δευτεροετής φοιτήτρια του Τμήματος Νομικής στο ΔΠΘ. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει βιβλία και ασχολείται με θέματα Φιλοσοφίας, Ιστορίας, καθώς και με την επικαιρότητα, ενώ λατρεύει την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.