18.2 C
Athens
Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠολιτική επικοινωνία και Προσωπικά Δεδομένα: ΣτΕ Δ’ Τμήμα 1343 – 1345/2022

Πολιτική επικοινωνία και Προσωπικά Δεδομένα: ΣτΕ Δ’ Τμήμα 1343 – 1345/2022


Του Παναγιώτη Βασιλείου,

Οι εκλογές του 2023 πλησιάζουν και σύντομα οι υποψήφιοι βουλευτές θα αρχίσουν τις προσπάθειες για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη και την ψήφο των εκλογέων. Τα όπλα στην προεκλογική φαρέτρα τους για την προώθηση της υποψηφιότητάς τους πολλά. Ένα από αυτά, όμως, η αποστολή μηνυμάτων SMS, η οποία απασχόλησε την νομολογία του ΣτΕ πρόσφατα με αφορμή την επιβολή προστίμου 3.500 ευρώ από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) στους υποψήφιους βουλευτές Θεόδωρο Φορτσάκη, Δημήτρη Κούβελα και Ιωάννα Καλαντζάκου, ύστερα από τέσσερις καταγγελίες πολιτών για λήψη αζήτητης επικοινωνίας μέσω σύντομων μηνυμάτων SMS για την προβολή της υποψηφιότητάς τους στις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019.

Oι καταγγέλλοντες δεν είχαν σχέση με τους υποψηφίους βουλευτές, οι οποίοι, κληθέντες σε ακρόαση, υποστήριξαν ότι η αποστολή μηνυμάτων σε πρόσωπα που δεν ήταν προγραμματισμένο να λάβουν επικοινωνία πολιτικού χαρακτήρα οφείλεται σε ανθρώπινο λάθος, διότι κατά τη μαζική αποστολή περιλήφθηκαν και κάποιοι τηλεφωνικοί αριθμοί από την προσωπική ατζέντα του, η οποία περιλαμβάνει αρκετές χιλιάδες επαφές λόγω των θέσεων ευθύνης που κατείχε κατά καιρούς.

Η ΑΠΔΠΧ προέβη στην επιβολή του προστίμου βασιζόμενη στο άρθρο 11 του Ν. 3471/2006 σε συνδυασμό με την οδηγία 1/2010 της ίδιας της Αρχής «σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων προς το σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας». Η ΑΠΔΠ προέβη στην κρίση πως ο υποψήφιος βουλευτής κατέστη υπεύθυνος επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων μετά τη λήψη και επεξεργασία τους.

Πηγή Εικόνας: metodikigoro.gr

Η Αρχή θεώρησε πως βάσει του άρθρου 11 του Ν. 3471/2006:

  1. Έπρεπε να υπάρχει προηγούμενη συγκατάθεση των πολιτών ως υποκειμένων των δεδομένων, εφόσον δεν είχαν αντληθεί στο πλαίσιο προηγούμενης παρόμοιας επαφής.
  2. Θα έπρεπε να υπάρχει δυνατότητα για έκφραση του δικαιώματος αντίρρησης επικοινωνίας με τρόπο εύκολο και σαφή.

Εν αντιθέσει με αυτά, οι υποψήφιοι βουλευτές, που λόγω της δικηγορικής τους ιδιότητας θεωρήθηκε πως είχαν γνώση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, φαίνεται να άντλησαν τα προσωπικά δεδομένα στο πλαίσιο επαγγελματικής σχέσης μη συναφούς με πολιτική δραστηριότητα του υποψηφίου και να μην σεβάστηκαν το δικαίωμα εναντίωσης σε πολιτική επικοινωνία. Οι υποψήφιοι βουλευτές αμφισβήτησαν τη νομιμότητα του προστίμου, ασκώντας αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ. Βασικός προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης ήταν η εξομοίωση από την Αρχή της πολιτικής επικοινωνίας με την πολιτική δραστηριότητα.

Η εξέταση της εν λόγω υπόθεσης θα πρέπει να επικεντρωθεί πρωτίστως στη διάταξη 11 του Ν. 3471/2006. Η διάταξη απαγορεύει την αζήτητη ηλεκτρονική επικοινωνία χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση με σκοπό τη διαφήμιση ή την προώθηση εμπορικών προϊόντων μέσω δημοσίων δικτύων, εφόσον το υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων δεν έχει συγκατατεθεί προηγουμένως. Η αρχή υπήγαγε την πολιτική επικοινωνία στην έννοια της διαφήμισης. Η διασταλτική αυτή προσέγγιση, ωστόσο, βαίνει στο μεταίχμιο των ορίων της διακριτικής ευχέρειας του ερμηνευτή της συγκεκριμένης διάταξης, αν συνυπολογίσουμε ορισμένες θεμελιώδεις αρχές με υπερνομοθετική ισχύ.

Πηγή Εικόνας: rhetor.gr

Πρώτα και πάνω από όλα πρέπει να αναλογιστούμε ορισμένες θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές.

Α) Το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτική ζωή της χώρας και συγκεκριμένα το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. (Άρθρο 5 Παράγραφος 1 του Συντάγματος)

Β) Η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, η οποία αποτελεί έκφραση λαϊκής κυριαρχίας κατά το Άρθρο 52 του Συντάγματος, προϋποθέτει την κατά το δυνατόν πληρέστερη, έγκαιρη και πολύπλευρη ενημέρωση του εκλογικού σώματος, στην οποία, ως αναπόσπαστο στοιχείο του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, περιλαμβάνεται η επικοινωνία του υποψήφιου βουλευτή με τους εκλογείς της οικείας εκλογικής περιφέρειας, προκειμένου να τους ενημερώσει για την υποψηφιότητά του και να προβάλλει τις πολιτικές του θέσεις (Άρθρο 10 ΕΣΔΑ).

Η υπό Β συνδυαστικά συναγόμενη αρχή υποβόσκει και σε άλλες νομοθετικές επιλογές εντός της έννομης τάξης, όπως η διάθεση των εκλογικών καταλόγων κάθε εκλογικής περιφέρειας στους υποψηφίους της (Άρθρο 23 του ΠΔ 26/2012). Επιπλέον, τα δικαιώματα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι (Άρθρο 51 του Συντάγματος), το δικαίωμα στην πληροφόρηση (Άρθρο 5Α του Συντάγματος) και η ελευθερία έκφρασης (Άρθρο 14 παράγραφος 1 του Συντάγματος) δεν μπορούν να ασκηθούν στην πλήρη έκταση τους και ποιοτικά, εφόσον κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου δεν υφίσταται άμεσος δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ εκλογέα και υποψηφίων.

Θα μπορούσαμε, άραγε, να περιορίσουμε αυτή την επικοινωνία, τη συναπτόμενη με την άσκηση αυτών των θεμελιωδών δικαιωμάτων, χάριν της προστασίας των δικαιωμάτων τρίτων προσώπων που τυχόν θίγονται; Σίγουρα ναι. Αλλά και σίγουρα με ειδική διάταξη και όχι διασταλτική ερμηνεία διάταξης νόμου.

Πηγή Εικόνας: ebsco.com

Γ) Η προστασία των προσωπικών δεδομένων βάσει του Άρθρου 9Α του Συντάγματος δεν οδηγεί στην ακραία θέση περί πλήρους απαγόρευσης της επεξεργασίας δεδομένων, όπως συνάγεται και από την τέταρτη αιτιολογική σκέψη του Κανονισμού GDPR. Αντιθέτως, είναι δυνατή η επεξεργασία τους με όρους και προϋποθέσεις και σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΣτΕ και υπό το καθεστώς της οδηγίας 95/46 (προκατόχου του Κανονισμού GDPR) τηρούμενης τουλάχιστον μίας εκ των τριών προϋποθέσεων:

  1. Προηγούμενη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων
  2. Η επεξεργασία να είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τρίτος, εκτός εάν έναντι των συμφερόντων αυτών υπερισχύουν το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Εμβαθύνοντας, μπορούμε να διαπιστώσουμε πως ακόμη και η γενική απαγόρευση επεξεργασίας ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κάμπτεται. Ειδικά στην περίπτωση των αποκαλυπτικών για πολιτικά φρονήματα δεδομένων είναι δυνατή η επεξεργασία τέτοιων δεδομένων:

  1. Όταν η επεξεργασία διενεργείται στο πλαίσιο νομίμων δραστηριοτήτων φορέα με πολιτικό στόχο και αφορά μέλη ή πρώην μέλη του πολιτικού φορέα ή πρόσωπα που έχουν τακτική επικοινωνία με αυτόν.
  2. Όταν η επεξεργασία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο προεκλογικών δραστηριοτήτων από πολιτικά κόμματα, καθώς κατά τον ενωσιακό νομοθέτη, καθώς και με τον συνταγματικό νομοθέτη και την ΕΣΔΑ, τούτο εξυπηρετεί τις ανάγκες λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Από τα ανωτέρω μπορούμε να κατανοήσουμε πως η ερμηνεία αυτή του άρθρου 11 του Ν. 3471/2006 περιορίζει τη δυνατότητα συμμετοχής του υποψηφίου βουλευτή στην πολιτική ζωή της χώρας και το παθητικό εκλογικό δικαίωμα, χωρίς ειδική διάταξη νόμου, δεδομένου και ότι το άρθρο 11 του Ν. 3471/2006 δεν μπορεί να νοηθεί ως τέτοια, αφού απαγορεύει επικοινωνία για λόγους διαφήμισης και εμπορικής προώθησης. Άρα, είναι εσφαλμένη η εφαρμογή του άρθρου αυτού στην προκειμένη περίπτωση.

Επομένως, δεν θίγονται τα προσωπικά δικαιώματα των τεσσάρων καταγγελλόντων από την ενέργεια της αποστολής SMS από τον υποψήφιο βουλευτή και έτσι το Δ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ακύρωσε την πράξη επιβολής του προστίμου. Η απόφαση αυτή του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας δημιουργεί ένα έντονο ερώτημα, που σίγουρα θα μας απασχολήσει και στο άμεσο μέλλον λόγω της επερχόμενης προεκλογικής περιόδου.

Πηγή Εικόνας: typos-i.gr

Αν όχι το άρθρο 11 του νόμου 3471/2006, τότε ποιο είναι το εφαρμοστέο για την οριοθέτηση της πολιτικής επικοινωνίας; Μία αποστροφή, ωστόσο, της απόφασης ίσως δίνει την απάντηση. Αναφέρεται πως:  «η ερμηνεία αυτή δεν θίγει την προστασία των προσωπικών δεδομένων των εμπλεκομένων φυσικών προσώπων, δεδομένου ότι εξακολουθούν να τυγχάνουν εφαρμογής οι γενικές διατάξεις του GDPR, βάσει των οποίων δύναται να κριθεί η νομιμότητα κάθε επεξεργασίας». Επομένως, το Δικαστήριο θεωρεί προφανώς ότι η νομιμότητα της πολιτικής επικοινωνίας θα κριθεί επί τη βάσει των διατάξεων του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (ΕΕ) 2016/679 (GDPR).

Ωστόσο, μας παρέχει και δύο βέβαιες θέσεις: η πολιτική επικοινωνία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξομοιωθεί με τη δραστηριότητα της διαφήμισης ή της εμπορικής προώθησης λόγω της μεγάλης σημασίας της για την ποιοτική απόλαυση και άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ακόμη, ο περιορισμός μιας δραστηριότητας με τόσο σπουδαία συνταγματική λειτουργικότητα δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με ειδική διάταξη και όχι με διασταλτική ερμηνεία άλλης διάταξης. Τέλος, εντύπωση προκαλεί πως η απόφαση δεν αναφέρει ούτε ακροθιγώς την 1/2010 οδηγία της ΑΠΔΠΧ σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων προς το σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 3471 ΦΕΚ Α 133/28.06.2006, διαθέσιμος εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Παναγιώτης Βασιλείου
Παναγιώτης Βασιλείου
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λακωνία. Φοιτά στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενδιαφέρεται κυρίως για το Δημόσιο Δίκαιο και παρακολουθεί εκδηλώσεις σχετικά με το αντικείμενο των σπουδών του. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με την αρθρογραφία, τον αθλητισμό και την ανάγνωση βιβλίων.