Του Τάσου Μοσχονά,
Λιθουανία. Μια μικρή χώρα της Βαλτικής, με μόλις 2,8 εκατομμύρια κατοίκους, 31 μόλις ετών ως σύγχρονο ανεξάρτητο κράτος. Γεμάτη με ατελείωτα δάση και καταπράσινες πόλεις, η Λιθουανία δεν αποτελεί τον κλασικό ταξιδιωτικό προορισμό, ούτε και μια χώρα που συζητείται συχνά σε κύκλους, παρά τη φρενήρη της ανάπτυξη, που την έχει καταστήσει μια από τις πιο σύγχρονες και τεχνολογικά προηγμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Αυτό που γνωρίζουν, όμως, οι περισσότεροι, ακόμα και αν δεν έχουν καμία άλλη πληροφορία γι’ αυτήν, είναι ένα πράγμα· το πάθος των κατοίκων της για το μπάσκετ.
Με αφορμή το φετινό Ευρωμπάσκετ, στο οποίο η ομάδα της Λιθουανίας προβληματίζει με την απόδοσή της τους εκατομμύρια φανατικούς της οπαδούς, ας δούμε γιατί αυτή η μικρή χώρα της Βαλτικής έχει χτίσει μια ισχυρή «μπασκετική» κουλτούρα, που κινείται και χτίζεται γύρω από την πλέον παρακμάζουσα –μα πάντα έμπειρη, ταλαντούχα και απειλητική– εθνική της ομάδα.
Στη Λιθουανία, το μπάσκετ δε θα ήταν υπερβολή να λέγαμε πως έχει αποκτήσει μια διάσταση θρησκείας. Δεν χρειάζεται να δούμε μακριά. Ένας αγώνας της Εθνικής Λιθουανίας καθιστά ξεκάθαρο το πάθος ολόκληρης της χώρας για το άθλημα, με χιλιάδες οπαδούς στα χρώματα της σημαίας —πράσινο, κίτρινο και κόκκινο– να δημιουργούν πάντα μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα στο γήπεδο. Ανεξαρτήτως του χαρακτήρα και της σημαντικότητας του παιχνιδιού, το μπάσκετ φαίνεται να ενοποιεί τη χώρα και να υπερβαίνει το χαρακτήρα ενός απλού σπορ.
Και πράγματι, για τους Λιθουανούς το μπάσκετ έχει μια σημασία διαφορετική σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Ούσα μια χώρα με περίπλοκη πρόσφατη ιστορία, βασισμένη στην καταπίεση και στην υποταγή στη βούληση ανώτερων δυνάμεων, μπορεί να πει κανείς πως στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας της χώρας, τη δεκαετία του ‘90, μετά την πεντηκονταετή κατοχή της από τη Σοβιετική Ένωση, το μπάσκετ συμβόλισε την απελευθέρωση, την νέα ταυτότητα της χώρας μετά από δεκαετίες παραμέλησης.
Το μπάσκετ εμφανίστηκε στη χώρα ήδη από τη δεκαετία του ‘20, στα πρώτα χρόνια της Λιθουανικής ανεξαρτησίας. Μετά από μια διακριτική πρώιμη ανάπτυξη του αθλήματος στη χώρα, η δημοτικότητα του εκτοξεύεται και η μικρή αυτή χώρα καταφέρνει να κατακτήσει το χρυσό στα Ευρωπαϊκά κύπελλα του 1937 και 1939. Έναν χρόνο μετά, όμως, η Βαλτική χώρα έμελλε να ζήσει τον εφιάλτη. Αρχικά, με τη μορφή της ναζιστικής κατοχής που έμελλε να ακολουθηθεί από το σοβιετικό καθεστώς, το οποίο στην αρχή εμφανίστηκε ως απελευθερωτής της χώρας από το ναζιστικό ζυγό, εν τέλει όμως, επέβαλε τις δικές του αυταρχικές βουλές και πραγματική εξουσία στη χώρα για πάνω από 50 χρόνια μέχρι το 1990.
Στα δύσκολα χρόνια αυτά, στα οποία χιλιάδες Λιθουανοί διώχθηκαν για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, και ειδικά στα σταλινικά χρόνια με το καθεστώς τρόμου που επέβαλλε η Ρωσία, η χώρα βρήκε κάποιο διέξοδο στο μπάσκετ και στην ανάπτυξή του. Παρόλο που δεν είχε δική της εθνική ομάδα και για δεκαετίες αναγκαζόταν να παίζει με τη σημαία της Σοβιετικής Ένωσης σε διεθνείς διοργανώσεις, κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει πως οι δεκάδες επιτυχίες της ομάδας της Σοβιετικής Ένωσης (μεταξύ των οποίων 2 χρυσά μετάλλια σε Ολυμπιακούς Αγώνες, 3 σε Μουντομπάσκετ και 14 σε Ευρωμπάσκετ) οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στο ταλέντο των Λιθουανών παικτών, που διαχρονικά, και παρά το τεράστιο εύρος παικτών από τις δεκάδες σοβιετικές δημοκρατίες, στελέχωναν πάντοτε τουλάχιστον το 35% της ομάδας. Το γεγονός αυτό, βέβαια, όπως είναι επόμενο, υπονομευόταν διαρκώς, αφού στόχος της ομάδας της ΕΣΣΔ ήταν η παρουσίαση ενός ομοιογενούς συνόλου, δίχως τη σημασία εθνικοτήτων και ποσοστών.
Kαι φτάνουμε αισίως στο έτος 1990. Η Λιθουανία γίνεται η πρώτη σοβιετική δημοκρατία που αποσχίζεται από την Ένωση, και η φόρα και βούληση των πολιτών της να ορίσουν και να χτίσουν μια νέα εποχή δεν έχει πραγματικά σταματημό. Σε αυτό το χτίσιμο, που απαιτούσε μια τιτάνια προσπάθεια αλλαγής και δημιουργίας νέων θεσμών, η Εθνική μπάσκετ της χώρας, που περιλάμβανε μερικούς από τους καλύτερους παίκτες στον κόσμο εκείνη την εποχή, αποτέλεσε μια από τις ραχοκοκαλιές αυτής της προσπάθειας.
Πρώτη συμμετοχή της χώρας με τα εθνικά της χρώματα, αυτή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992. Σε αυτούς τους πλέον ιστορικούς αγώνες, με τη συμμετοχή της Dream Team του Michael Jordan και μιας πανίσχυρης Κροατίας, που είχε στη σύνθεσή της την αφρόκρεμα της ομάδας της πρώην ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, η Λιθουανία, με τη σημαντική συνεισφορά των Αρβίντας Σαμπόνις και Σαρούνας Μαρτσουλιόνις, κερδίζει την ενωμένη ομάδα των Σοβιετικών Δημοκρατιών και κερδίζει την ονομασία “The Other Dream Team”. Eμπευσμένη, μάλιστα, από την ιστορία και την προετοιμασία της ομάδας, η θρυλική μπάντα Grateful Dead αποφασίζει να συνδράμει στην προσπάθεια, χρηματοδοτώντας τα ταξίδια της και σχεδιάζοντας τις πλέον εμβληματικές μπλούζες με το χαρακτηριστικό print, τις οποίες η ομάδα φορούσε στη βράβευση του χάλκινου μεταλλίου. Οι μπλούζες αυτές έχουν γίνει έκτοτε συνώνυμες με την ομάδα, τη συνοδεύουν στις επιτυχίες της ανά τα έτη, και εκτός των άλλων, έχουν αφήσει ηχηρό αποτύπωμα στη μόδα της εποχής με τον “οut there” χαρακτήρα και την πολυχρωμία τους. Η διοργάνωση αυτή, καθώς και η ιστορία της ομάδας, έγιναν και ντοκιμαντέρ το 2012 με την ονομασία “The Other Dream Team”.
Στις επόμενες δεκαετίες, η ομάδα της Λιθουανίας θα καθιερωθεί ως μια από τις καλύτερες στον κόσμο, με πολλές διακρίσεις, αλλά και πάντα σταθερή παρουσία σε κορυφαίο επίπεδο. Σε επίπεδο Ολυμπιακών Αγώνων, η ομάδα κατάφερε να κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στους Αγώνες του 1996 και του 2000. Σε Μουντομπάσκετ κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο, το 2010 στην Τουρκία. Το πραγματικό της μέταλλο, όμως, το δείχνει πάντα στα Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Με μπροστάρηδες θρυλικούς παίκτες, όπως ο Γιασικεβίτσιους, Ματσιγιάουσκας και Σισκάουσκας, η Λιθουανία κατέκτησε το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ του 2003 στη Σουηδία, ενώ έχει να επιδείξει ακόμη 3 ασημένια μετάλλια (1995, 2013 και 2015) και ένα χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 2007 στην Ισπανία.
Δεν είναι ψέμα πως τα τελευταία χρόνια η ομάδα συναντά πτωτική πορεία και δυσκολεύεται να διακριθεί, αλλά και να προσαρμοστεί στα δεδομένα του σύγχρονου μπάσκετ, επιμένοντας, ίσως να διατηρεί ένα στυλ πιο συντηρητικό και κλασικό. Ταυτόχρονα, η χώρα δυσκολεύεται να παράγει super stars διεθνούς βεληνεκούς, παρά το γεγονός πως πάνω από 200 Λιθουανοί αγωνίζονται στο εξωτερικό. Την ίδια στιγμή, ιστορικές ομάδες, όπως η Ζαλγκίρις Κάουνας, δε διακρίνονται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, με την πλειονότητα του εγχώριου ταλέντου να διαχέεται σε ευρωπαϊκές ομάδες και στο NBA.
Παρά ταύτα, το πάθος δεν σταματά. Η Ζαλγκίρις για χρόνια διατηρεί τη μεγαλύτερη προσέλευση θεατών στην Ευρωλίγκα, ενώ η εθνική ομάδα, παρά τις ήττες της σε Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, έχει στη διάθεσή της ορισμένους υπερταλαντούχους διεθνείς παίκτες που αγωνίζονται στο NBA, όπως τον Γιόνας Βαλαντσιούνας και τον γιο του Αρβίντας Σαμπόνις, Ντομάντας Σαμπόνις. Η ελπίδα για διάκριση παραμένει, και το σίγουρο είναι πως ανεξαρτήτως επιτυχιών και αποτυχιών, η εθνική ομάδα της Λιθουανίας θα συνεχίσει να υποστηρίζεται και να παρακολουθείται φανατικά απ’ όλους τους Λιθουανούς και όχι μόνο, γιατί, όπως είχε πει και ο θρύλος Αρβίντας Σαμπόνις «Είμαστε μια μικρή χώρα, και το μπάσκετ αποτελεί τον τρόπο για εμάς να δηλώσουμε πως είμαστε παρόντες».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Lithuania: A small country with a big basketball tradition, thecircular.org, διαθέσιμο εδώ
- The Other Dream Team: Freedom, Basketball and the Grateful Dead, bleacherreport.com, διαθέσιμο εδώ
- Lithuania Men’s Basketball Team, en.wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ